Τετάρτη 28 Απριλίου 2021

ΠΑΝΤΑ ΤΟ ΤΕΛΟΣ (του Κυριάκου Δοσαρα)

 


Πάντα το τέλος
καραδοκεί σε μια ανύποπτη
στροφή του δρόμου μας.

Όσο κι αν τον στρώναμε στο διάβα μας
με τα νιογέννητα ολόφρεσκα άνθη της άνοιξης
τους μυρωδάτους από ουρανό στίχους μας
την ανάσα ζωής του απρόσμενου καινούργιου έρωτα
που μοιράζει απλόχερα φρούδες υποσχέσεις
την ελπίδα της παρθένας πρωινής ηλιαχτίδας
το ξεπροβόδισμα του απογευματινού λιογέρματος
τις θλιμμένες νότες του πιάνου εκεί κατά τα μεσάνυχτα
και το ναζιάρικο κρυφτό των άστρων
μέσα στις ζεστές μας παλάμες.

Πάντα το τέλος
καραδοκεί σε μια ανύποπτη
στροφή του δρόμου μας.

Όσο κι αν
η πολυπόθητη αρχή
ήταν στρωμένη με βάγια
υποσχέσεις για αιωνιότητα
ατέλειωτα παγωμένα ξενύχτια
σκέψεις από μια ακόμη ματωμένη πανσέληνο
και δάκρυα από φθαρτά υλικά.

Κι η ποίηση...

Πάντα φτωχή και πάντα παράταιρη
στις πολυάσχολες από ματαιότητα ζωές των ανθρώπων
ποιός την λογάριαζε όταν ούρλιαζε
ποιός την υπολόγιζε όταν δάκρυζε
ποιός χαιρόταν μαζί της όταν ερωτευόταν
ποιός την επισκεπτόταν όταν πονούσε
ποιός την λυπόταν όταν απλά σιωπούσε.

Ας της πετάξουμε φεύγοντας 
με το κεφάλι αλλού από ντροπή γυρισμένο
πριν αποχαιρετίσουμε για πάντα
ακόμη έναν δήθεν μεγάλο έρωτα
ένα ακόμη αρχαίο μαραμένο τριαντάφυλλο
επάνω στο νιόσκαφτο μνήμα της.


Κυριάκος Δοσαρας

ΣΤΗ ΧΩΡΑ ΤΟΥ ΑΝΥΠΑΡΚΤΟΥ (της Σοφίας Κοντογεώργου)

Διάφανα πουλιά 
στη χώρα του παραμυθιού 
με ηλιαχτίδες στα φτερά τους 
ζωντανεύουν θρύλους
Τόποι της φαντασίας 
ντύνουν τα μάτια με το ασύλληπτο 
κεντούν την ελπίδα 
της ύπαρξης του ανύπαρκτου
Ονειρικές καταδύσεις
στο κέντρο αρχέγονης αγκαλιάς αναδυόμενων κόσμων
Αλλόκοτες εκρήξεις χρωμάτων 
συνθέτουν ανείδωτους πίνακες 
μυστικής δημιουργίας 
Η θάλασσα συναντά τον ουρανό 
στην άκρη του ουράνιου τόξου μετουσιώνοντας την ορμή της κατάκτησης 
σε οργασμό της παράδοσης
Ο νους, ανυπάκουος ταξιδευτής 
γνέθει με κόκκινη κλωστή 
τη λαχτάρα της διαφυγής 
προς το ασύνορο σύμπαν 
της ελευθερίας του. 

Τρίτη 27 Απριλίου 2021

ΟΜΟΙΑ ΑΝΟΙΞΗ (της Κατερίνας Κουτσουνα Μπαχαρη)

 
Ποιο μάρμαρο να στήσω στου λιθόξοου την πόρτα, 
για να  σου φτιάξει άγαλμα που σού πρέπει;




Ποιες φεγγαροβραδιές να κατεβάσω,
πάρτι να κάμουμε αντάμα θησαυρέ μου;
Σε ποια σελίδα του κορμιού σου να καρφώσω τη Σελήνη,
να σε φωτίζει μαγικά τις νύχτες;
Στην οικουμένη απόκαμα να ψάχνω ευτυχία
για σένανε γυναίκα ,
που ανάλαφρη στον ουρανό κρεμιέται ..
Σαν καντηλέρι που φωτίζει τις ζωές μας !
Να μη γκρινιάζει η θάλασσα 
που έκλεψες τ´όνομά της..
Σου ταίριαξε τόσο πολύ....
Κι αν τ´αργυρό φεγγάρι καθρεφτίζεται 
στα γαλανά νερά της ......
Εσένα βλέπω στους αφρούς ..
Εσένα στα λιογέρματα.....
Εσένα στους βυθούς της....
Απέραντή  μου πεθυμιά στ´απέραντό σου διάσελο 
γυρεύω το θρονί που κάθεται η γυναίκα, όμοια  Άνοιξη.....


Πονάω (του Σπήλιου Παναγιωτοπουλου)

 




Είμαστε ίσοι όλοι απέναντι στον νόμο

χρόνια κοιμόμουν μ΄ένα τέτοιο παραμύθι

μα στα πλευρά μου ξαφνικά νιώθω έναν πόνο

όμοιο με εκείνον που και 'συ έχεις στα στήθη.


Και εγώ πονάω

κι όσο πονάω

πάνω στα πρέπει σας σαν λύκος θα ορμάω

τώρα πονάω

κι όσο πονάω

τις δόλιες λέξεις σας σαν όρνεα θα προγκάω.


Κάτσε ρε ήρεμος και κοίτα την δουλειά σου

μιλούν οι ειδήμονες για σένα στα κανάλια

κι όσο εσύ κοιτάζεις μόνο τη κοιλιά σου

το μπον φιλέ θα σου το τρώνε τα τσακάλια.


Αν τ΄όνειρο σου μοιάζει πες μου μ΄οπτασία

να κυνηγάς τα φώτα κει τέλος του δρόμου

κι αν νιώθεις πες μου και εσύ ευαισθησία

πάνω στο σώμα απ΄το βαρύ χέρι του νόμου.


Και εγώ πονάω

κι όσο πονάω

πάνω στα πρέπει σας σαν λύκος θα ορμάω

τώρα πονάω

κι όσο πονάω

τις δόλιες λέξεις σας σαν όρνεα θα προγκάω


Σπήλιος Παναγιωτόπουλος


Δευτέρα 26 Απριλίου 2021

Το φως αναζητούν (της Χρύσας Μπαφουτσου)

 


Σιωπούν τα ποιήματα..
Για λίγο...
Κι οι ποιητές 
ακονίζουν τις λέξεις..
Καρατομούν 
τις ανέραστες αυταπάτες.
Μοιράζουν μάννα εξ ουρανού 
και με μελάνι άλικο, 
βάφουν τους ανθούς. 
Ηδονικά αναζητούν το Φώς 
και κοινωνούν...τις αλήθειες!
Τρυγούν το καλοκαίρι
και τυλίγουν 
στον κόρφο τους τα σύννεφα
πριν εκραγούν. 
Επωάζουν την επανάσταση 
και δίνουν μάχαιρα 
στην βαρβαρότητα 
που σέρνεται υποδόρια...
Γεμίζουν μ' αγάπη 
τα κιούπια της Γης
κι αναστηλώνουν πληγωμένες Ιδέες!
Δίνουν φτερά 
στα πληγωμένα σπουργίτια 
και πυρακτώνουν στο αμόνι 
τις λυγισμένες ψυχές. 
Στήνουν ξόβεργες 
στα όνειρα 
και απλώνουν μεστούς στίχους 
σε αφυδατωμένες κοινωνίες. 
Ναι οι ποιητές 
πετούν στην απεραντοσύνη 
του Σύμπαντος!!


Χρύσα Μπαφουτσου






Ποιος είσαι; (της Κωνσταντίνας Σταθακοπούλου)

 


Μπορεί κάπου να σ’ είχα δει.
Ποιος είσαι;
Επιστρατεύω τη μνήμη.
Εν δυο, εν δυο, ακούω τα πέλματα της να οδεύουν 
με το γνωστό πειθαρχημένο βηματισμό προς τα πίσω.
.
Αφουγκράζομαι το παρελθόν.
Δεν σε βρίσκω.
Ένας κίνδυνος ελλοχεύει στην εκστρατεία της λήθης.
Φοβάμαι.
Τα μάτια μου σε θέση μάχης αναμοχλεύουν το παρόν.
Τα βήματα πληθαίνουν, στρατός με βαρύ οπλισμό μου μοιάζουν.
Ποιος είσαι;
.
Τα πόδια μου αδρανούν.
Κουράστηκαν να τρέχουν ξωπίσω μου.
Άοπλη η κραυγή μου τρέχει να φυλαχτεί μες το κλειστό στόμα.
.
Σβήνω τη σκέψη.
Λιποτακτώ στα εντός μου. 
.
Αν υπήρξες ποτέ, φύγε.
Φύγε σιγά.
Δεν θέλω πια να ακούω φιλιά δίχως χείλη να αναμετριούνται 
με τη σιωπή.
Φοβάμαι αυτή την επιθετική αιωνιότητα της προσμονής.


Κωνσταντίνα Σταθακοπούλου

Κυριακή 25 Απριλίου 2021

Το παράπονο (της Εύας Κοτσικου)



Άνθρωπος λείπει.
Όχι πράγματα, όχι χρήματα, 
όχι υλικά αγαθά, όχι έξοδοι, 
όχι καλοπέραση.
Άνθρωπος.
Χέρια να αγκαλιάσουν, να σκεπάσουν.
Μάτια να κοιτάξουν με τρυφερότητα.
Χείλη να φιλήσουν στο μέτωπο.
Αγκαλιά να ζεστάνει, να φύγει το τρέμουλο.
Στόμα να πει «εγώ είμαι εδώ».
Αυτιά να ακούσουν παράπονα.
Ψυχή να αφουγκραστεί σιωπές.
Πνοή ανθρώπινη τις νύχτες καθώς κοιμάσαι. 


Άνθρωπος λείπει.
Λίγο πιο δυνατός από σένα να γείρεις λιγάκι επάνω του.
Λίγο πιο «βράχος» από σένα να σε στηρίξει.
Να του πεις το βράδυ για το κακό όνειρο που σε τρόμαξε όπως τότε που το έλεγες κατάβραδο στην μάνα σου.
Να του πεις για το κακό όνειρο που ζεις κάθε μέρα, να σου πει κι αυτός πως θα περάσει.
Να χαϊδέψει το κορμί σου το αχάιδευτο. 
Να ξεκουράσει την ψυχή σου την κουρασμένη. 
Να διώξει το κρύο που νιώθεις από την έλλειψη ανθρώπου στο πλάι σου. 


Άνθρωπος λείπει.
Να σου ψιθυρίσει ένα τραγουδάκι λίγο πριν σε πάρει ο ύπνος. 
Να σου φέρει ένα κουτί σοκολατάκια και να πει «τι έφερα εγώ στο κορίτσι μου;».
Να πιείτε μαζί τον Σαββατιάτικο καφέ. 
Να σου δώσει τον ώμο του σε έναν περίπατο. 
Ένα χαμόγελο καθώς οδηγεί δίπλα σου. 


Άνθρωπος λείπει. 
Να τσακίσει τους φόβους σου. 
Να πάρει τους εφιάλτες σου. 
Να εκμηδενίσει τους δαίμονές σου, να τους στείλει στον διάολο και στο τέλος της μέρας στον Θεό να προσεύχεται και λιγάκι για σένα. 

Άνθρωπος λείπει! 
Άνθρωπος λείπει! 
Άνθρωπος λείπει! 

Από τα άλλα χορτάσαμε.


  Εύα Κοτσικου                    


        

Επίγειοι Παράδεισοι (της Βικυς Μπαλλου)



Το υποσχεθήκαμε. 
Τη νύχτα εκείνη
που μαχαίρωναν τα αισθήματά μας, υποσχεθήκαμε
πώς δεν θα ξαναβρεθούμε ποτέ 
–τουλάχιστον,
όσο περνά απ’ το δικό μας χέρι.


Ορκιστήκαμε
πώς θ’ αφήσουμε πίσω
τη μοίρα που μας ένωσε
και θα προχωρήσουμε 
αποκομμένοι ο ένας απ’ τον άλλον.


Έτσι έπρεπε· 
το τρόπαιο της νίκης το κέρδισε πανηγυρικά, 
μια απάνθρωπη πραγματικότητα. 
Πού να βρεθεί χώρος
για ρομαντισμούς και αιώνιες αγάπες;
Ψιλά γράμματα.


Όμως, κανένας ρεαλισμός
δεν κατάφερε να υποτάξει τον Έρωτά μας· 
εκείνος ήταν επαναστάτης 
–και πολύ τολμηρός,
για να εξαφανιστεί αμαχητί.


Την ώρα που ανταλλάσσαμε
το ύστατο μας βλέμμα,
θέριεψε ο Ουρανός
–πώς άδικα μια τέτοια αγάπη χανόταν! 
Ολάκερη η ενέργεια της σύνδεσής μας άλλαξε μορφή 
και φώλιασε
στην ομορφιά τούτης της πλάσης. 


Μην γελιέσαι·
δεν έρχεται τυχαία, κάθε χρόνο, η Άνοιξη. Όπου ανθίζουν αμυγδαλιές, 
όπου κελαηδούν μελωδικά τ’ αηδόνια, 
όπου χαμογελούν ανέμελα παιδιά, 
όπου λαμπυρίζουν ήλιοι, 
όπου θάλασσες χαϊδεύουν ηδονικά στεριές, 
όπου γεννιούνται κόκκινα φεγγάρια, 
όπου μιλούν για αθάνατες αγάπες 
υπάρχει κάτι δικό μας.


Σε κάθε Παράδεισο επί γης
κρύβεται μετουσιωμένος 
ο δικός μας Έρωτας, 
αρνούμενος πεισματικά να σβήσει.


Δεν ήταν σαν εκείνον των μυθιστορημάτων 
–μα κρατούσε συντροφιά
στους γραφιάδες της νύχτας.
Δεν αντίκρισε ηλιοβασιλέματα
– μα είχε το ίδιο αίμα
με κάθε φως που έδυε.


Κι εμείς
πλαγιάσαμε σ’ άλλα κρεβάτια 
–μα τα σώματά μας έμειναν αιώνια σφιχταγκαλιασμένα στο σεντόνι,
που τα φιλοξένησε πρώτη φορά·


ξεδιψάσαμε μ’ άλλα φιλιά,
εξερευνήσαμε άλλα κορμιά 
–μα ποτέ δεν λησμονήσαμε
τα δικά μας βράδια.


Προχωρήσαμε· 
για πάντα βυθιστήκαμε
ο ένας μέσ’ στον άλλον.


Βίκυ Μπαλλου

Σάββατο 24 Απριλίου 2021

"Απρόσωπη ταυτότητα" (της Μαρίας Δημοτακη)

 


Επέμενα  να βρω αυτό το λίγο
σε τόπο αλύτρωτα ανώνυμο.
Επέμενα να βρω το ελάχιστό μου
σ' ένα αφηρημένο λεξιλόγιο 
μιας  ανεπίγραφης αλληλογραφίας.


Στις χιλιοπατημένες γόπες μ' έψαχνα.
Σ'αυτές που σβήνει ο κόσμος
στα κόκκινα φανάρια.
Και στεκόμουν και γω εκεί.
Μήπως μαζί με τις βέβηλες σκέψεις μου,
τα ψαθυρά ονειρά μου
βρισκόμουν στον καπνό
του τελευταίου τσιγάρου.


Στης απομόνωσης το αίσθημα μ' έβρισκα.
Τ'άφηνα να μιλήσει μ'αδύναμο σφυγμό 
λες και ο "εν δυνάμει ασθενής", εγώ, 
μπορούσα να αγαπήσω την απρόσωπη  ταυτότητά μου.


Στον ίσκιο του ξυπνητηριού ξαπόστασα,
μα αρχαγγελικός ασπασμός χτύπησε  στο τελευταίο λεπτό.


Εκεί στο τέλος πρόλαβα να με βρω...
Μέσα στους στίχους της δικής μου ζωής.
Και ήταν μια ποίηση ο δρόμος όλος.
Μια θλίψη ασαφής να ψάχνει ενα ξέφωτο ν'αφεθεί.


Και νιώθω ότι πρόλαβα να το βρω.
Πρόλαβα να με δω να ταξιδεύω
σε πόλεις πρωτοτάξιδες
κρατώντας στα γραπτά μου
ασυνόδευτες αποσκευές.
Και σκέφτομαι πως είχα  χρέος
να βρω τον παραλήπτη 
να  παραδώσω ακέραιες τις ελπίδες
στα λιμάνια που μου χαρίζονταν. 


Πρόλαβα να με δω
μέσα σε κόλλες λευκές 
σ' ένα φως αστείρευτο,
σ'ένα λίγο που μοίραζε αφθονία,
σ'ένα τόπο  μακραίωνα λυτρωτικό.
Πρόλαβα να με δω
μέσα από τα δικά σου  μάτια.
Ψυχή μου!


Μαρία Δημοτακη

 "Για κάθε ξέφωτο"


                       

ΖΩ ΜΕ ΤΗΝ ΕΚΠΛΗΞΗ ΤΟΥ ΤΕΛΟΥΣ (της Φιλαρετης Βυζαντίου)

 


Τραυλίζει το μεσημέρι μου
Δεν καταλαβαίνω τι μου λέει
Σε σκέφτομαι σε μια ερημιά
Με το δενδρολίβανο στο πέτο σου
και το χρώμα του κορακιού στα χείλη
Είσαι άνυδρος και μόνος
Δεν έχεις δρόμο να διαλέξεις
Σε διάλεξε αυτός χρόνια πριν
Τον ακολουθείς τυφλά
Ζεις με την έκπληξη του τέλους
Στέκομαι στη μέση του πουθενά
Είναι ωραία
Είναι ήσυχα
Είναι σχεδόν δημιουργικά
Αν αδειάσω και το μυαλό μου από σένα
θαρρώ πως
θε να έρθει και το ποίημα
Μην το εμποδίζεις ,λοιπόν
με τους αναστεναγμούς της απουσίας σου
Μην το ενοχλείς
Μην το εκδιώκεις
Με χρειάζεται
Κι εγώ εκείνο
Εσένα όχι
Κι ας λέω άλλα τα βράδια στο παραμιλητό μου
Και να που διψώ
Ο ήλιος  με στριμώχνει ανελέητα 
στα πύρινα χαλάσματα του
Γη μου και αέρα μου και χόρτο μου ευωδιάζον
σώστε με 
Τούτος ο επιπόλαιος Φαέθων με τρομάζει
Αν του ξεφύγω 
ίσως σώσω το ποίημα 
ίσως κι εσένα
ίσως και εκείνο το πουθενά μου
που θεωρεί πως με λυτρώνει από την άγρια ανάμνησή σου
Πού να ξέρει πως ο έρωτας και το υπερφίαλο φως του
δεν έχουν ανάγκη από λύτρωση...


Φιλαρέτη Βυζαντίου

 ''ΑΞΟΔΕΥΤΟ ΦΩΣ''  

Παρασκευή 23 Απριλίου 2021

Χάθηκα στον σταθμό της αγάπης! (της Σωτηρουλας Τζιαμπουρη)

 


Σ' ένα άδειο ποτήρι 
εριξα δύο σταγόνες μοναξιά. 
Ποτισα τις μνήμες μου.
Βουβές πληγές της ψυχής μου.
Τσαλακωσα την ψυχή μου.
Δανεική ψυχή, κρυμμένη στα ναυάγια μου.
Κρεμασμένη στην ταράτσα της απουσίας. 
Ήπια τις αναπνοές μου.
Μεθυσμενες αναπνοές. 
Ουλές στη ψυχή. 
Δεν θα ρθω απόψε. 
Πουλήσαμε τις ψυχές μας στον σταθμό της αγάπης.
Άραγε οι ψυχές έχουν ημερομηνία λήξεως;;;


Σωτηρουλα Τζιαμπουρη

Κάθαρση...(της Μαρίας Κουτούση)

 



Σαν το παιδί που βγαίνει στην αυλή
μετά την καταιγίδα
και βλέπει μακριά τους κεραυνούς
με δέος και κρυφή χαρά,
που πέρασε η μπόρα
κι έφυγε ο φόβος του μακριά...
Έτσι κοιτάς τις θύελλες,
που μέσα στροβιλίστηκε
και μούσκεψε η ζωή σου...
Με μυστική ανακούφιση,
που οι κεραυνοί ξεμάκρυναν
κι απ' τη φωτιά τους σώθηκες.
Σαν το παιδί που λούφαξε
σε μητρική αγκαλιά
απ' το κυνήγι του κακού σωσμένο...
Έτσι κοιτάς τους φόβους 
τους παλιούς, που ξόρκισες...
Μ' ανομολόγητη χαρά
για της Πυθίας τους χρησμούς,
που αληθινοί δεν βγήκαν...


Μαρία Κουτούση

Πέμπτη 22 Απριλίου 2021

ΠΡΟΣΜΟΝΗ! (της Νέλλης Κουμεντακη)

 


Σούρουπο ανοιξιάτικο
κι αυτή η θυμησή σου, φτερούγισμα
έμοιαζε χελιδονιού χαμόγελο η φωνή σου!
Ήταν εκείνη η αίσθηση
σαν άγγιγμα ανεμώνας, τόσο
απαλό το χάδι της, σαν το φιλί σου
τ' ακριβό που το θυμάμαι ακόμα!
Σούρουπο ανοιξιάτικο
κι αυτή η νοσταλγία, λαχτάρα
είναι της ψυχής της σκέψης συνωμοσία!
 Μέθη είσαι της άνοιξης
του νού είσαι παρουσία, συνομιλούν
οι σκέψεις μας πάντα στην ίδια ευθεία!
Της άνοιξης είσαι όνειρο
του νού μου τρικυμία, νύχτας περιπλάνηση
κι αυτή η αγκαλιά σου απέραντη βραχονησίδα!
Σούρουπο ανοιξιάτικο
κι αυτή η μελαγχολία, παράπονο
είναι της ψυχής το γκρίζο  τ' ουρανού
κι η αδιάκοπη προσμονή κι επιθυμία!


Νέλλη Κουμεντακη

Ήμουνα τόσο αρκετός (του Λευτέρη Ελευθερίου)

 



Ήμουν ένα θησαυροφυλάκιο γεμάτο
από έργα τέχνης αλλά είχες τα μάτια σου κλειστά.
Ήμουν μουσική, μπαλάντα ερωτική
αλλά είχες τα αυτιά σου ερμητικά κλειστά.
Λευκός καμβάς ήταν το σώμα μου–
 η ψυχή μου, που εκλιπαρούσε για τέχνη.
Αλλά ήταν η παλέτα σου λειψή, με λίγα χρώματα μουντά.
Ημουν της Άνοιξης τα χρώματα,
που την ψυχή σου έραιναν και
η καρδιά μου στάλαζε -μες στην καρδιά σου- ανθόνερο, βάλσαμο γλυκό...
Φύλακας Άγγελος, προστάτης στοργικός. Φρουρός κραταιός.
Αλλά το εγώ, δεν ενσωματώθηκε ποτέ στο εμείς...
Εμεινε σαν ίσκιος να κρύβει την αυγή της ευτυχίας.
Το απόλυτο δόσιμο ήμουν.
Ημουνα τόσο αρκετός, που ήσουν ανίκανη να το αντέξεις.


Λευτέρης Ελευθερίου

Τετάρτη 21 Απριλίου 2021

Στο σιδηροδρομικό σταθμό (της Έλενας Κορινιωτη)



Θα το ξανάκανα.
Πάλι στα βιαστικά θα επιβιβαζόμουν στο τρένο της γραμμής, χωρίς να το πολυσκεφτώ.
Θα τσαλάκωνα με τα δάχτυλα μου το χαρτάκι που θα αναγραφόταν τ' όνομα της πόλης σου.

Πάλι θα ξεθόλωνα με την παλάμη μου το τζάμι.
Κοιτάζοντας τα δέντρα που σαν αλαφιασμένα θα παρασύρονταν προς τα πίσω.
Ίσως με την ίδια μανία που θα έσπασα κι εγώ το κοντέρ του χρόνου.
Εντελώς αφύσικα θα έτρεχα προς τα πίσω.
Πίσω, πίσω κι άλλο πίσω.
Ίσα για ν' αγγίξω εκείνη τη θαμπή ανάμνηση της πρώτης μας συνάντησης.
Να σου συστηθώ ξανά.
Να μη σ' αφήσω να μου ξεγλιστρίσεις ξανά.

Πάλι, με δύο ακουστικά στ' αυτιά και με μια αγκαλιά μελωδίες θα ταξίδευα.
Πάλι θα σκάρωνα έναν εσωτερικό μονόλογο, προβάροντας τις λέξεις που θ' άφηνα να κυλίσουν απ' τα χείλη μου. 
Μαντεύοντας τις απαντήσεις σου, σίγουρα θα φαντασιονόμουν όσα θέλω να μου ψιθυρίσεις.
Ξανά και ξανά.
Πάλι για εκείνο το ρίγος, το σκαλωμένο στο κορμί.
Μέχρι το βαγόνι να σταματήσει στο τελικό προορισμό του.

Πάλι, τόσα χιλιόμετρα για σένα. 
Πάλι, να νιώθω τα λεπτά να κυλάνε μαρτυρικά αργά.
Πάλι, με την ίδια αθωότητα, να ξαναφάω τα μούτρα μου.
Μυαλό δεν έβαλα, γαμώτο.
Πάλι, αυτή την απερισκεψία θα προσθέσω στη λίστα των αγαπημένων μου.
Που θα τη βάζω σ' αυτόματη αναπαραγωγή, όταν θα ξεμένω από ζωή.
Να μου υπενθυμίζω πως κάποτε είχα τα κότσια να διεκδικήσω όσα μου κατακαίνε τη ψυχή.
Το αν άξιζαν, είναι ένα άλλο ζήτημα.

Πάλι, έτσι ένα βράδυ ανούσιο, σαν το αποψινό.
Τυλιγμένη μέσα στη φόδρα του παλτό σου να σου ψεύδομαι ασύστολα λέγοντας σου πως "Έχουμε τελειώσει".
Η φωτιά του αναπτήρα ν' ανάβει κι εσύ να μου τον τραβάς βίαια απ' το χέρι.
"Κόψ'το, σε καταστρέφει" να μουρμουρίζεις νευριασμένος.
Κι ύστερα να με φιλάς.
Λες και τα χείλη σου δεν έχουν ανάλογα ποσοστά επικινδυνότητας.
Λες και δεν είναι ικανά να με εξοντώσουν. 
Πάλι εσύ, μια τρέλα μεγάλη.
Μια αιώνια πάλη, για ένα διαολεμένο πάλι. 
Θα ερχόμουν ξανά. 
Και δεν θα έκοβα τίποτα στο μοντάζ.

Να με περιμένεις.
Στο σιδηροδρομικό σταθμό.


Έλενα Κορινιωτη

Άτιτλο (της Βασιλικής Σταθοπούλου)



Επιασε να βραδιάζει..
Ηρέμηστε λίγο με τη φασαρία..
Περιμένω τον ποιητή μου..
Φοβάμαι μην περάσουν οι λέξεις του και δεν τις προλάβω ..
Μα καλά θα αναρωτηθεί ίσως κάποιος περίεργος..
Τι γράφει αυτός που σε μαγεύει τόσο?
Τι τον έχεις?
Δεν γράφει ιδιοτροπες λέξεις ..Ούτε δύσκολες..
Απλά ο τρόπος που τις συνδυάζει με μαγεύει..
Όταν τον διαβάζω ξαφνικά ακούω ρυάκια να τρέχουν γάργαρο νερό..
Νιώθω την ψυχή μου πάνω σε άσπρο σύννεφο..
Ακόμα κι αν τα λόγια του είναι γεμάτα πόνο εγώ φτιάχνω την φθορά 
της ψυχής μου..
Είναι σαν βάλσαμο επάνω της οι λέξεις του.
Γι αυτό σας λέω..
Μην κάνετε τόση φασαρία με δήθεν ευτυχιες..
Περιμένω τον ποιητή μου..
Και δεν είναι ότι και άλλους σαν αυτόν δεν αγαπώ..
Αλλά να ..Αυτόν θα τον παρομοιαζα με τον Έρωτα..
Κι ας μην είναι έρωτας..
Κι ας μην είναι πραγματικά δικός μου..
Σσσσσσ....
Σαν να τον ακούω να ρχεται....


Βασιλική Σταθοπούλου





Τρίτη 20 Απριλίου 2021

Αίθριος καιρός (του Δημήτρη Δημητριάδη)



Γενικά ο καιρός ποτέ δεν ήταν αίθριος
Στοιβάζονταν από νωρίς μέσα σε μια παράνοια
Κι ερχόσουν δίπλα μου θυμάμαι 
κάθε αρχή του μήνα έως τις
δεκαπέντε το πολύ 
Παράδοξο ας φαίνεται 
Τότε που το κρύο δυνάμωνε την αστάθεια του νου 
κι αδυνατούσε το μέλλον να προβλέψει 
Και πέρναγαν κάποια
ασήμαντα ίδια πουλιά απ' τα μισά του μήνα 
Όπως η καθημερινότητα
Και γίνονταν συνήθεια 
Μεθοδευμένη πάντοτε 
Και καθώς οι γραφές έπεφταν έξω 
Έγραφα 
Μόνον έγραφα 
Ώσπου τίποτα δεν έμεινε που 
δεν το διδάχτηκα
Πως μένουν τα πράγματα όπως είναι 
Ο,τι κι αν κάνεις 
Κάπως έτσι 
αναζητά η ψυχή το μέτρημα 
Να μάθει ως που πηγαίνει 
Δίχως να μιλά
Ζώντας σε καρμικά υπόγεια 
Τόσο φρόνημα 
Με όλα καλά να τα' χει


Δημήτρης Δημητριάδης




Απόψε σ' ονειρεύτηκα (της Λιλης Βασιλάκη


Κάθε νυχτιά, χωρίς την πόρτα του νου μου να γροικώ,
έρχεσαι πλάι με κοιτάς, μου λες Αγάπης παραμύθια. 
Κι εγώ πάνω στων λόγων σου τις ράγες περπατώ, 
στις λέξεις που 'γιναν ανάγκη κι απαντοχής συνήθεια... 
Και πάλι σ' ονειρεύτηκα... με πήρες, λέει, αγκαλιά... 
Ταξίδι της καρδιάς, στης πεθυμιάς το μονοπάτι. 
κι έτσι όπως κάλπαζες σαν άτι πόθου θαλερό,
έγινες αίφνης ένας καπνός, τ' ονείρου μου αυταπάτη. 
Κι απόψε ονειρεύτηκα πως ήσουνα εδώ... 


Στο πλάι μου... στο στέρνο σου ακουμπούσα...
Μια οπτασία μαγική, μία ουτοπική αλήθεια.
Κι απόψε ονειρεύτηκα, για δες, ότι 'σουνα εδώ... 
Τα χείλη σου σαν άπληστος αγέρας τα φιλούσα, 
τόσο που μου 'γινε εμμονή, μίας ροής συνήθεια...                              
Μα ξέρω πως υπάρχεις, το νιώθω, είσαι εδώ! 
Μέσα στο νου και στην ψυχή, σε κάθε βήμα σ' έχω... 
Λαβωματιά βαθιά, μία ολόγυμνη αλήθεια, 
Έρωτας που καρφώθηκε μες της καρδιάς τα στήθια...! 

"Μετεξεταστέοι στον έρωτα"

Τούτο εδώ το ποίημα το αφιερώνω, εξαιρετικά, προς όλους τους ταξιδιωτες στο σκαρί του  Έρωτα, και ειδικά σ' εκείνους που στο εισιτήριο επιβίβασής τους αναγράφονται ως ουτοπικοί, πλατωνικοί, μονόπλευροι ταξιδιώτες του Έρωτα ... 


Λιλή Βασιλάκη

Δευτέρα 19 Απριλίου 2021

Άνοιξη (της Λένας Σαρή)

 


Κοίτα γύρω σου,
οι μέρες περνούν αθόρυβα,
οι νύχτες βαριανασαίνουν.
Αφήνουν έναν αναστεναγμό 
που η ζωή μας φεύγει.
Μα τι ζητήσαμε;
Τον χρόνο πίσω να γυρίσει 
κι αυτά που ζήσαμε 
την λύπη μας να σβήσει.
Είναι που φτιάχνει
ο καιρός και αυτή
η Άνοιξη θά 'ρθει
και θα μας προσπεράσει
και τα λουλούδια στους
αγρούς αμύριστα
θα μείνουν.
Δεν θα ευωδιάσουν 
στην ψυχή μας.
Μα τι ζητήσαμε;
Να βγούμε στο ξέφωτο 
να βρούμε την άνοιξη,
να δούμε τη γη ν' ανθίζει.


Λένα Σαρή

ΑΛΛΑΞΟΠΟΡΕΙΑ (της Χρύσας Νικολάκη)

 


Κι ετσι ξαφνικά
το λιγο εγινε πολύ και το πολύ λίγο.
Σαν αυτόματο σασμάν που αλλάζει μονο του ταχύτητα.
Κι εγω που παντα πάταγα το γκάζι
άρχισα να γλιστράω  στις στροφές
πριν φτάσω στο τέρμα.
Παντα μια καθίζηση σταματά
την πρόσκρουση.
Λαθος υπολογισμός
η άτυχη στιγμη?
Μια λαθος στροφή φτάνει
για να σφυρίξει η λήξη.
Ίσως φταινε τα πρωτοβρόχια
στη διψασμένη γη
ίσως κι εσυ που παντα κοίταζες αλλού..
Καιρός για ορειβασία αποφάσισα!
Ειναι δυσκολο το βάδιν
σε σάπια γη.
Καλυτερα να κοιτάς ουρανό παρα να έρπεσαι...
Έπεσε η καρό σημαία!


Χρύσα Νικολάκη

Κυριακή 18 Απριλίου 2021

Ενας κόσμος με ειρήνη (του Χρήστου Παπαχρυσάφη)

(Τριολέτο)


Θέλω ένα κόσμο με ειρήνη

να 'ναι ασφαλής για το παιδί,

πολέμους να μη ξανά δει,

θέλω ένα κόσμο με ειρήνη

που στον καθένα μας να δίνει

αγάπη, υγεία και σπουδή.

Θέλω ένα κόσμο με ειρήνη

να 'ναι ασφαλής για το παιδί


Χρήστος Παπαχρυσάφης


απο την ποιητική ανθολογια 

ΠΟΙΗΣΗ. ΕΝΑΣ ΔΡΟΜΟΣ ΠΡΟΣ ΤΟ ΟΝΕΙΡΟ

ΣΕΡΓΙΆΝΙ ΣΤΗΝ ΕΛΛΆΔΑ




Ζόρικη Ελλάς (του Βασίλειου Ν. Κατζικά)



Μεθυσμένα βήματα
μεθυσμένα λόγια,
ποτισμένα  ποιήματα
μελάνη και ιδρώτα.
Αφρισμένα κύματα
αφρισμένα πάθη,
μιας ζωής τα θύματα
μιας ζωής τα λάθη.


Δύσκολοι καιροί για πρίγκιπες μωρό μου
ζόρικη η Ελλάς, μα έλα στο πλευρό μου,
Δύσκολοι καιροί για ήρωες μωρό μου
όταν εσύ γελάς είσαι το όνειρο μου.


Αραγμένα όνειρα
αραγμένα  πλοία
πεταμένα απόνερα
μας πουλούν σοφία.
Φλογισμένοι έρωτες
φλογισμένοι πόνοι
οι νυχτιές ξενέρωτες
κι οι κλέφτες  αστυνόμοι.


Δύσκολοι καιροί για πρίγκιπες μωρό μου
ζόρικη η Ελλάς, μα έλα στο πλευρό μου,
Δύσκολοι καιροί για ήρωες μωρό μου
όταν εσύ γελάς είσαι το όνειρο μου.





Σάββατο 17 Απριλίου 2021

Στην κόρη μου (της Ειρήνης Ανδρέου)



 




Γλυκοχάραζε η αυγή

 σαν πρώτο- έκλαψες στη γη

 και ήταν μια μαγεία!

στο στήθος μου σ' ακούμπησα

 κι από αγάπη σκίρτησα

 πρωτόγνωρη και Θεία!


Το κλάμα σου έπαψε μεμιάς

 κι ήταν η πρώτη σου ματιά

 το πιο μεγάλο δώρο!

Δυό βελούδινα ματάκια

 και δυο μικρούλικα χεράκια

 πλημμύρισαν τον χώρο!


Στην αγκαλιά μου σε κράτησα

 και με το γάλα μου σ' ανάστησα

 γίναμε ένα, οι δυο καρδιές!

Μοναδική μου κόρη κι ακριβή

 χέρι με χέρι πάντα στη ζωή

 σε λύπες και χαρές!


Σε δυο λιμνούλες όλο μέλι

 βυθίστηκα σαν ήμουνα κουρέλι..

Δυο χεράκια λατρεμένα

 με τράβηξαν απ' τον γκρεμό

 και μ' έσωσαν απ' τον πνιγμό,

φορτώθηκα σε σένα!


Συγχώρα με που 'χω λυγίσει

 τους ρόλους άλλαξα, δεν είχα λύση

 δεν έζησα παλάτια.. .

Στ' αέρινο κορμάκι σου στηρίχθηκα

 απ' την αγάπη σου κρατήθηκα

 κι απ' τα γλυκά σου μάτια...


Κι' ίσως να μην σου στάθηκα 

 κάποιες στιγμές, ίσως να χάθηκα..

συγγνώμη σου ζητώ...

Όμως αν ήξερα, δεν θ' άφηνα 

 να πληγωθείς! Τα πάντα θα' δινα

 μωρό μου Σ' ΑΓΑΠΩ!


Ειρήνη Ανδρεου

ΜΗ ΦΕΥΓΕΙΣ (της Βάγια Μπαλή)



Μη φεύγεις, μη λιποτακτείς,

κρατώ τις νύχτες σαν αγίασμα,

κρατώ τις μέρες σαν ευάλωτες καρδιές

και στις προσφέρω με μία λατρεία,

με μία παράδοση, εγώ το δικό σου κεκτημένο,

που δε σε άφησε στιγμή, που δε σε πρόδωσε.

Μη φεύγεις, πιάσε τις κόκκινες γέφυρες και γίνε πάλι δρόμος,

Δρόμος να ταξιδέψουν οι πόθοι και οι ανάσες μας.

Μη φεύγεις, γιατί δε θα ξανά βρεις διέξοδο με το όνομά μου αν θελήσεις κάποτε.


Βάγια Μπαλή

Παρασκευή 16 Απριλίου 2021

Με τους στίχους μου (της Πολας Βακιρλη)

 





Τώρα που οι μέρες κόντυναν

κι οι νύχτες δεν κοιμούνται

άγρυπνη μένει η ψυχή

στου πόνου το μπαλκόνι


Πιάνει τη λύρα απ' την αρχή

να στήσει το τραγούδι

που πλέξανε τα δάχτυλα

σε πάπυρο αιώνιο


και στο μελάνι του καιρού

βουτάει τα φτερά της

πάνω σε πλάκα μάρμαρο

τα πάθια της χαράζει


Καλεί τη μούσα σύντροφο

σε γάμους και σε ξόδια

και σε γιορτές φανταστικές

που ξέρει να γιορτάζει


Καλεί και τον Αρίωνα

να πάρει την κιθάρα

να ξαστερώσει ο ουρανός

να φύγει η αντάρα


και τη γλυκόλαλη Σαπφώ

του έρωτα υμνήτρα

τους αοιδούς του Όμηρου

από σπουδαία φύτρα


Ψηλά στ' αλώνι της αυγής

βγαίνουν για να γιορτάσουν

Στήνουν τα όργανα χορό

τους στίχους να προφτάσουν!


Πολα Βακιρλη

Τα γράμματα που δεν έλαβες...(της Ελένης Ταιφυριανου)



Τα γράμματα που σου έγραφα

τις κρύες νύχτες του χειμώνα

Πουλιά που τα παρέσυρε η καταιγίδα

και χάσανε το δρόμο τους.

Κι έτσι δεν έμαθες ποτέ

πως έθαψα το όνειρό μου

στην ρίζα της ιτιάς στην αυλή μας...


Από τότε η κλαίουσα χλώμιασε.

Τα φύλλα της χάσανε το χρώμα τους

τρεμουλιάζει συνεχώς

και στο πιο ανεπαίσθητο αεράκι...


Τούτος ο Απρίλης

δεν πέρασε φέτος από δίπλα της.

Και κείνα τα αγριοπερίστερα

που κάθε χρόνο φτιάχνανε

τη φωλιά τους στα κλαδιά της,

δεν φάνηκαν ακόμα...


Ελένη Ταϊφυριανου

Πέμπτη 15 Απριλίου 2021

Άτιτλο (της Γεωργίας Σχοιναράκη)



Αναβοσβηνει η μνήμη μου

Με μια ματιά σου μόνο

Κι αν κλείνει κύκλους ο καιρός

Δεν κρύβεται το φως


Από τα πρώτα λόγια σου

Στου ονείρου μου το θόλο

Κρατάς ένα άστρο σαν Θεός

Δεν είμαι μοναχός


Έλα καί πάρε μια στροφή

Στης πεθυμιας τη νύχτα

Βρες την ουσία στο φιλί

Στης μοναξιάς την φυλακή

Στείλε μια καληνύχτα

Έτσι από μιαν ανάγκη μας


Mα όταν έρθει η αυγή

Ας σβήσουμε το φως


Γεωργία Σχοιναράκη)

ΣΤΟ ΜΙΣΟΦΕΓΓΑΡΟ ΑΠ’ ΤΟ ΧΑΜΟΓΕΛΟ ΣΟΥ (της Τζένης Τσιουγκου)



Στο μισοφέγγαρο απ’ το χαμόγελό σου

έλαμψε ο έρωτας,

ήρθε και με ξύπνησε μ’ ένα πρωτόγνωρο φιλί.


Μες στα καστανά μάτια σου

ξεκίνησε ο έρωτας,

ήρθε κι έφερε φως στα μάτια μου,

ένα φως που δεν σβήνει

ούτε στο πιο δυνατό σκοτάδι


Στο σώμα σου τυλίχτηκε ο έρωτας,

ήρθε κι έφερε τη ζωή,

μια ζωή που την ακολουθούν ακόμη χίλιες.


Στα βήματά σου γεννήθηκαν αστέρια,

ήρθαν κι έντυσαν εμένα,

στο πέρασμά σου το φεγγάρι λαμπύρισε κι άλλο,

ήρθε και μου έφερε χρυσά όνειρα,

μ’ αγκάλιασε σαν έρωτας

που διαρκεί μέχρι να σβήσει και το τελευταίο άστρο.


Στο βλέμμα σου άναψε η φλόγα του έρωτα,

μια φλόγα που ταξιδεύει,

έρχεται και δυναμώνει απ’ το πάθος μου,

υψώνεται και βάφει κόκκινη την σελήνη.


Στο μισοφέγγαρο απ’ το χαμόγελό σου

έλαμψε ο έρωτας

και ήρθε σαν χίλιες ζωές,

σαν φως παντοτινό,

σαν άστρο

σαν φωτιά που διαπερνά τις φλέβες μου,

σαν χρώμα πορφυρό

που βάφει πόθους κι αισθήσεις

κι ένα φεγγάρι κατακόκκινο φώτισε τον κόσμο.


Κι απ’ το μισοφέγγαρο του δικού σου χαμόγελου

γεννήθηκε ο έρωτας,

σαν να μην υπήρχε πριν από εσένα,

σαν να ‘ρθε να κατοικήσει στ’ αστέρια των ματιών σου,

σαν να ‘ρθε να ενωθεί

με το μισοφέγγαρο απ' το χαμόγελό σου.


Τζένη Τσιουγκου

Τετάρτη 14 Απριλίου 2021

ΘΟΛΟ ΤΟΠΊΟ (της Γεωργίας Παππά)




Έγινε Χειμώνας στην καρδιά της Άνοιξης

και απο μυρωδιές κρίνων και γιασεμί

αποπνικτική γίνεται η ατμόσφαιρα της μελαγχολίας και της θλίψης


Πήρε ο καθ' ένας στο δισάκι του

κομματιασμενα όνειρα και φρουδες υποσχέσεις,

περίτεχνα χτισμένα πάνω σε καλοστημένες θεατρικές σκηνές


Γέμισαν οι νύκτες όνειρα που πωλούνται σε τιμή ευκαιρίας

και ρόδες που τσουλανε ράθυμα φορτωμένες ελπίδα


Άραγε θα ξημερώσει ποτέ;;


Γεωργία Παππά

ΠΡΙΝ ΤΡΕΙΣ ΧΙΛΙΆΔΕΣ ΧΡΌΝΙΑ (της Αναστασίας Σαβαρη)



Κάποτε Λόγοι Δούρειοι παρενόχλησαν 

την οχυρωμένη ησυχία μας

Και μεις καθήσαμε και τους χαζεύαμε

πάνω απ' τον πύργο μας αφ' υψηλού

λέγοντας είτε να τους αφήσουμε να πέσουν χάμω

η να τους αφιερώσουμε στο ξόανο

της συλλημένης μας σοφίας


Στο μεταξύ η Κασσάνδρα έκοβε βόλτες ανήσυχη

γύρω απ' το βωμό μιλώντας μόνη της

την ώρα που τα φίδια έπνιγαν αθόρυβα

μέσα στα συμπλέγματά τους

τη φωνή του συνετού Λαοκόοντα

Γιατί ποτέ δεν είχαμε υπομονή με τους χρησμούς•

Μας άρεσαν περισσότερο τα σημεία


Κι όσο διαφωνούσαμε δε βλέπαμε

ότι οι γνώμες μας κρέμονταν ανάποδα,

σα νυχτερίδες, απ' τα σκαιά φτερά τους

Αυτές ξεκουράζονταν κι εμείς χαλάγαμε δυνάμεις

ώσπου να αρχίσουμε να χορεύουμε

κάτω απ' το δώρο που μας άφησαν οι Δαναοί

Πριν τρεις χιλιάδες χρόνια

Κι ο χρόνος σταμάτησε εκεί


Αναστασία Σαβαρη

Άτιτλο (της Κατερίνας Κανάκη Αξουγκα)



Με τις οθόνες

χάσαμε την ιστορία μας.

Tα γράμματα που σου 'γραφα

και μου 'γραφες

το σκύψιμο πάνω στην κάθε λέξη

- γλυκιά αιχμαλωσία -


ο χρόνος πώς ασήμωνε το νόημα

μες στην αναμονή,

πόσες φορές κρατούσα πάνω στο στήθος

το χαρτί και το φιλούσα,

το έκανα γεύση αρεστή

μυστήριο ν ανιχνεύω τη διάθεση.


Και είχε αξία η κάθε μας φορά 

ως την επόμενη

γιατί βαδίζαμε γεμάτοι προσμονή

την ιστορία μας.


Κατερίνα Κανάκη Αξουγκα

Τρίτη 13 Απριλίου 2021

Άτιτλο (της Μαρίας Ναντη)



Οι Αρετές και Οι Αξίες

διαστρεβλώθηκαν

και θα διαστρεβλώνονται


όχι επειδή χάθηκε η Αλήθεια

από τότε που εφευρεύθηκαν οι γλώσσες,

και γενικότερα τα σύμβολα,


Αλλά επειδή κάποιοι 


είναι τόσο διεστραμμένοι 

που θέλουν να φτάσουν Τον Θεό


μόνον και μόνον για να 

γίνουν ξακουστοί οι ίδιοι,


για να γίνει διάσημο το δικό τους όνομα,

για να φημιστούν 

τα δικά τους έργα ως Θεϊκά, 

για να εξουσιάζουν τον κόσμο,


και γιατί όχι μόνον θέλουν

να τοποθετήσουν τον εαυτό τους

ως θεό στην Θέση Του Θεού


αλλά γιατί πιστεύουν 

πως είναι Ο Ίδιος Ο Θεός ...


Μαρία Νάντη

Το χειροκρότημα (της Σοφίας Τριανταφυλλιδου)



Βρέφος γυμνό

στέκω μπρός σου.

Θαύμα γέννας

απρόσμενο.

Το πρώτο μου

κλάμα,

η γυμνή

αλήθεια μου.

Ψάχνω 

τα μάτια σου,

που δεν

με κοιτούν,

κουρέλια 

ψάχνουν

να με ντύσουν.

Αποζητάς

το χειροκρότημα,

μιας αποτυχημένης 

κωμωδίας,

όμως αν λίγο

μ' αγαπούσες,

θα σου χάριζα

το τέλειο δράμα.

            

Σοφία Τριανταφυλλιδου

Δευτέρα 12 Απριλίου 2021

Με τα Φτερά του Αετού (της Μίνας Μπουλεκου)



Αετέ μου περήφανε,

άνοιξε τα φτερά σου.

Άπλωσε τα

στην αγκαλιά μου.


Αγέρωχος και δυνατός

όπως πάντα.

Ταξίδεψε με

στα πέρατα του κόσμου.


Το βλέμμα σου

πλανιότανε στους ορίζοντες.

Κυριαρχούσες

στο απέραντο γαλάζιο.


Προστάτης του Ήλιου

στις βουνοκορφές

Χάραξες

των ανθρώπων τη μοίρα,

περιφρουρώντας

τα σύνορα του Δικαίου.


Ντυμένος ρακένδυτος,

σ' αναζητούσα στην ομίχλη.

Παγωμένη η νύχτα,

παγωμένες οι φλέβες μου.


Αντικρίζοντας κει δα..

τα παγκάκια των αστέγων,

περιμένοντας δύο ψίχουλα,

γονυπετής ικέτευσα.


Ανταμώσανε οι ψυχές μας,

σμιξαν στο φως,

στα λημέρια σου τα απάτητα..

στο πέταγμά σου


Βροντοφώναξα....


Ελευθερία ή Θάνατος

ήταν το κέλευσμα σου.

Ιωβηλαίο ρύγχος με διαπέρασε

κόβοντας σαν λεπίδα την ανάσα μου.


Ατσάλινα φτερά μ' αγκάλιασαν.

Ασπίδα μου έγινες εσύ,

αντικρίζοντας λαβωμένος

την αγέλη των ισχυρών

που κατασπάραζε

χωρίς έλεος

το θήραμα των αδυνάτων.

Τι απερίγραπτη θλίψη!


Φτερούγισα στα όνειρα σου,

στις παρυφές των δέντρων.

Ασημένιες κλωστές έδεσαν

τις θύμησες μου, αέναεες.


Αετέ μου,

Ταξιδιώτη του Φωτός

σκύψε στερνά να σε φιλήσω.


Μίνα Μπουλεκου

Από την ποιητική μου συλλογή 

"Πέρα απ' τον ορίζοντα"

Ικέτιδα της Ποίησης (της Μαρίας Γκουτζαμανη)



Προσπαθώ να αποκρυπτογραφήσω τις λέξεις που μου χαρίζεις 

στο λευκό χαρτί 

που συνομιλεί με το μυαλό μου, 

στο μελάνι μιας πένας που με ταξιδεύει 

στην ύπαρξή σου 


Αφουγκράζομαι στη σιωπή που με περιστοιχίζει 

την ιερή κραυγή που οδηγεί το μέσα μου, 

ξετρυπώνοντας με μαεστρία ακολούθους σου, 

μάρτυρες πόθων που φωλιάζουν στα εσωψυχά μου 


Αγγίζω με τα ακροδάκτυλα το κείμενο, 

να γίνω ένα μαζί του, 

με βλέμμα παιδιού που παίζει ανέμελο στο ταξίδι 

των λέξεων 


Ανυπότακτη στον εφιάλτη του τώρα, 

μεστωμένη στις σκέψεις του χθες, 

παραδομένη σε αποτυπωμένα θέλω 

του αύριο. 

Και πάντα 

σου ζητώ με σεβασμό 

να σε υπηρετώ 

πιστά.


Μαρία Γκουτζαμανη

Το έργο είναι δημιουργία του αξιόλογου εικαστικού και φίλου Αντώνη Δημητρίου τον οποίο και ευχαριστώ θερμά για την παραχώρηση του έργου του στο ποιημά μου.