Τετάρτη 18 Αυγούστου 2021

Έφηβη νύχτα. (του Βασίλη Σπανου)

 


Στις στροφές των χελιδονιών οι λέξεις
που δεν μίλησες
Στο καμένο πρόσωπο της αξόδευτης τόλμης σου
οι συστάδες των δειλινών
θα τινάξουν τις ρυτίδες των παραλείψεων.
Με ένα ματσάκι γιασεμιού
περιπλανάται στην θάλασσα η λέμβος
εκτεθειμένη,
Θα βρει πέρα λιμάνι, άλλη λέμβο με πανί
πριν έρθει ο εσπερινός με νερό αβάσταγο;
Τα εξαρτήματα των συλλαβών
που κρέμονται στο αχανές στόμα του καιρού
κι οι κρυμμένες λέξεις, σωσίβια ιστών αράχνης
κοιτούν την άβυσσο κάτω,
γραβατωμένων στην ομοιογένεια του χωνευτηρίου
ιεροφάντες μιας έξωθεν εικόνας σε αποχή διαρκείας.
Ταπώσαμε με βουλοκέρι το μόνο που είναι δικό μας
την φωνή μας,
αλίμονο δεν θα υπήρξαμε ποτέ,
ούτε στην απογραφή των σκιών δεν παρευρεθήκαμε,
δεν έχουμε βάθος, δεν έχουμε μάζα  
μήτε όγκο,
δεν διεκδικήσαμε κανένα κομμάτι ψυχής
έστω μια σημαδούρα από Όλυμπο η ένα καντήλι Γαλαξία.
Αναμένοντας, μοναχός μελαγχολώ, κρυμμένος μένω,
πέρα από την παραμεθόριο της Εδέμ της απραξίας
βαθύ χαράκωμα μπροστά απ' την Αχερουσία,
ένα λυκόφως αυτόφωτο στην πόρτα της λησμοσύνης,
τοξεύοντας νεύματα απορώ αν θα πετύχω
έστω μια ακτίνα αμυδρού φωτός.
Ασθμαίνουν σε κύκλους συμπαντικούς τα λόγια μου,
περιπλανώμενες πλειάδες
με προσωπεία που κρύβαμε επιμελώς,
ανεπαίσθητα αγγίγματα χρωμάτων,
παραλίες με αλάτι στο στόμα των παρειών του μέλλοντος,
όνειρα της διαφυγής από τον κονιορτό των ερειπίων.
Ίσως αντιληφθώ,
ότι είμαι κάτι περισσότερο απ' αυτό που μου έμαθαν να είμαι,
ένας ζωντανός στων σκελετών το πλήθος,
μια τόλμη αταξίδευτη η μια λέμβος για άλλα λιμάνια,
μια δύσκολη υπόθεση
η μια εικόνα χωρίς τον φόβο του θανάτου,
ένα σκουλήκι που τρώει τις συστάδες των δειλινών
μέσα σε σημαδούρες από Όλυμπο και Γαλαξία.

Ίσως να αντιληφθώ ότι υπήρξα,
αλάτι που έλιωσε από τον αφρό των μεγάλων λεωφόρων
αφήνοντας το ίχνος του στις παρυφές των νόμων,
μια σκεπτόμενη διαδήλωση θερινής νύχτας,
ένας συμπαντικό λάθος
που άφησε τον άνθρωπο μονάχο του στον Άδη
να οδεύει εν Εδεμιαία περιβολή.



Βασίλης Σπανός