Τρίτη 26 Νοεμβρίου 2019

Νυχτωδία (της Δώρας Μεταλληνού)



Οι σκιές πλήθαιναν στο νερό το χρώμα του μουντό και οι πέτρες στο βυθό χαθήκανε,
 Μια βάρκα φεγγάρι  κωπηλατούσε στο μαύρο φόντο τ' ουρανού,
τα φαναράκια του  άναβαν ένα, ένα.
Δίχως να βιάζονται τρεμόπαιζαν λίγο τα βλέφαρα κι ύστερα ετοιμάζονταν για την νυχτερινή τους περιπλάνηση
Νυχτερινή περίπολος σε τοπία αχαρτογράφητα….
Ή μήπως χαρτογραφημένα;
Σάβανο η νύχτα φορούσε το μαύρο της
κήδευε μιας μέρας τη χαμένη ζωή.
Κωπηλάτες τ' αστέρια γυρεύαν,
 μα τα χέρια απιχνασμένα από  ψεύτικες προσευχές.
Τα μάτια τυφλά από  κρίματα ,βουβές κραυγές ενύπνιου.
Κράξιμο του γκιώνη να στοιχειώνει τα όνειρα,τα ρολόγια σταθήκαν μετέωρα
Όλοι πάνω κοιτάζουν τις νύχτες,
 όλοι από τον ουρανό ζητούν απαντήσεις,
όλοι ένα δικό τους από μηχανής θεό.....
Τι να κάνει μια στέρφα νύχτα με τα κρίματα του κόσμου φορτωμένη;
Και η κλεψύδρα του χρόνου εκδικητικά να μετράει τη ζωή;

Μεταλληνού Δώρα



Ζητιάνα ασκεπης (της Φωτεινής Ψιρολιολιου)


Μια νότα χαμηλή τρύπησε την πεζότητα
Που
τα φθινόπωρα τίναζε και τα σερναν οι άνεμοι
Με χρώματα και στάλες ουρανού
γυμνή η φύση  στα μάτια μου
έμοιαζε άρπα μαγική

Το όνειρο το ακοίμητο,
εύστοχα αφουγκράζονταν , έρωτα επερχόμενο
-Πού είσαι έρως;
Παίζει κρυφτό
με μια, μικρή, μικρούλα αιωνιότητα
Που έχει φλέβες άρρωστες και χείλη όλο σήμανση

Ήρθε η ώρα, ο Θεός, ξανά να γεννηθεί
Μέσα από κλήματα ξερά
Σήμαντρα αγέραστα  βαριά, με γλώσσες κυριακάτικες
Ημερωμένος  να φανεί με σφριγηλούς βραχίονες
φορώντας τα καλά του
Παγγόνιμος και άφθονος
Για εκτάρια άγουρων στηθών,  σαν ανθοστήλες κρίνων
Κι εκεί, στο καίριο πέρασμα
απ' την παραφορά στην αθώωση
Σκάπτοντας στην υπόφυση
παλιγγενεσίες  αδρανείς
Να μπει στις παπαρούνες,  καταπίνοντας το κόκκινο κι ας είναι καταχείμωνο
Και καβαλέτο να στηθεί μετά, σε παγωμένες λίμνες
Να ευλογηθεί το σπάνιο
να λιώσει η αποστείρωση και τα σαράντα φίλτρα

Φωτεινή Ψιρολιόλιου