Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2021

Άτιτλο (της Αγγελικής Ντελια)



Ερπετά οι νύχτες, που σέρνονται σφυρίζοντας απειλητικές έξω στο δρόμο...

Κάνω πως δεν κοιτάζω, πως δεν ακούω κάνω, την κατάντια της ανθρώπινης αδιαφορίας...

Τρεις οβελίσκοι κρέμονται ανάποδα πάνω απ' το κεφάλι μου...

Ο ένας, είναι λένε του θεού, ο δεύτερος τ' ακατονόμαστου κι ο τρίτος δεν μου μιλά, δεν φανερώνεται...

Ίσως γιατί έχει ήδη διαπεράσει σαν καρφί την καρδιά μου...

Οι εφιάλτες μου τη νύχτα είναι τρομερά πλάσματα...

Έχουν όμως τη μορφή τη δική μου, τη δική σου ή κάποια άλλη μέσα από τον κόσμο...

Πόσο ξεγελαστικά ίδιοι, πόσο...

Λέω πως δεν πειράζει, σαν να συνήθισε το πετσί μου τον τρόμο...

Κι οι αρχαίοι μονόλιθοι εξάλλου έγιναν ένα με το σώμα μου από μέσα να με βασανίζουν...

Κρέμομαι εκεί μαζί τους, στο σκοτάδι της ψυχής μου!


Αγγελική Ντελια

Άτιτλο (της Δώρας Μεταλληνού)



Σε εύθραυστο τσόφλι τυλιγμένες οι μέρες

σύννεφα φορτωμένα μαύρα κοράκια

μια φωλιά ζητώ

να στεγάσω τις θύμισες


ω, περιούσιες περασμένες στιγμές

 μύρο ψυχής ποτισμένες

χαϊδεύω τις ουλές των καιρών

το φάλτσο των περασμένων

πώς να ξεχάσω;

Να θυμηθώ μόνο να βάλω σε τάξη 

τους ανένταχτους στίχους 

όταν λουλούδιαζε η ζωή

τα χαμομήλια στον ήλιο όταν λιάζονταν

όταν ναρκισσιστικά ο ήλιος καθρεφτιζόταν στη θάλασσα

τα μάτια σου όταν έσταζαν ποιήματα

και τα χείλη σου ψιθύριζαν μεθυσμένα

πως σαλαγούσαμε μεθυσμένοι τα κύματα

κι εσύ να φαντάζεσαι φτερά που θα άπλωνες 

στα όνειρα

 

ω! νέοι καιροί

αόρατοι εχθροί με νύχια μαχαίρια

σφράγισαν το στόμα του νυχτολούλουδου

που μύρωνε τις νύχτες

τα ξέφτια του μάζεψε το τελευταίο φθινόπωρο

σήκωσε ότι είχε όμορφο απομείνει 

από το πανωφόρι του  χρόνου

κι άφησε έναν ανελέητο χειμώνα 

να γεμίσει θάνατο τις ρωγμές

να φυλακίζει τη ζωή 

να σφραγίσει τα στόματα

Μαύρα πουλιά οι σκέψεις 

Φρουφρουρίζουν στην κάμαρη


Μόνο τα μάτια απορρημένα απόμειναν να κοιτούν

 ένα οργουλιανό σκηνικό.


Δώρα Μεταλληνού