Τρίτη 11 Μαΐου 2021

ΓΙΑ ΝΑ ΣΕ ΣΥΝΑΝΤΩ (του Λευτέρη Ασπροπουλου)

 



ξέρεις

πολλές φορές προσπαθώ

με λέξεις βαριές και δυσκολονόητες

να διασύρω

τη θνητότητα των διαστάσεων 

στις οποίες ερωτευτήκαμε


όχι επειδή εχθρεύομαι 

την πεπερασμένη φύση μας

- απεναντίας, είναι ανακουφιστική –

απλά να, βλέπεις

το ένστικτο της επιβίωσης


κι αφού δε θα μείνω για πάντα

τεκμηριώνω

με το δικό μου μάταιο τρόπο 

ότι τάχα αντιτάχθηκα 

όσο μπορούσα στο αναπόφευκτο


ακόμα κι έτσι όμως

πού και πού

θα συναντιόμαστε


επειδή σε αγαπώ


θα διαπερνώ το είναι σου

ίσως ως προβολή

είτε ως παραίσθηση εγγύτητας

ή ως μια τεμνόμενη τυχαιότητα

που διχοτομεί την ύπαρξή σου

στο πριν και το μετά 


ναι, θα συναντιόμαστε


όχι όπως παλιά 

όμως όσα περάσαμε

αρκούν 

για ν' αποτινάξω από πάνω μου

την εξάρτηση όποιας παρούσας

ή μελλοντικής ζωής

για όσο


μην ανησυχείς


σου το ‘χα πει 

όταν ήμασταν έφηβοι

σου το ξαναθύμισα 

και προχτές που ενηλικιωθήκαμε

ότι πεθαίνουμε νέοι


όλοι πεθαίνουμε νέοι


κάποιοι σαν πυροτέχνημα 

διασκορπίζονται άπληστα

στις έναστρες νύχτες


κάποιοι μ’ ένα μακάριο ‘κάποτε’

γκριζάρουν δίχως σκέψεις

σε αποκαρωμένους ορίζοντες


κάποιοι άλλοι πιο τολμηροί

βιτσιόζικα χαμογελούν 

και καυλώνουν με το ‘παράλογο’


είτε έτσι, είτε αλλιώς

πεθαίνουμε νέοι, ναι


κι εγώ πασχίζω απλά

να προλάβω 

να καμπυλώσω ποιητικά το χωροχρόνο

για να σε συναντώ όποτε γουστάρω

ως μια ανομοιοκατάληκτη 

αυθεντικότητα

που αποστηθίστηκε.


Λευτέρης Ασπροπουλος

Άτιτλο (της Εύης Γουργιωτη)

 

Φίλησα κι εγώ
τον βάτραχό μου
και έκανα ένα βήμα πίσω
να δω τη μεταμόρφωσή του.
Τρία, δύο, ένα...τίποτα!
Τον ξαναφιλάω πιο
δυνατά αυτή τη φορά.
Περιμένω...αλλά πάλι
δεν έγινε κάτι.

Έμεινα με τα γυάλινα
γοβάκια στα χέρια μου. 
«Μα τι νόμιζες;» άκουσα 
μια φωνή να μου λέει. 
«Αλλάζει ο άνθρωπος 
στα ξαφνικά; Ψάξε για εκείνον που το ένστικτό σου, θα είναι από 
την αρχή καλό. Όσα φιλιά και να δώσεις, 
αν ο άλλος δε σε θέλει,
τούμπες να κάνεις μπροστά του, δε θα συγκινηθεί διόλου». 

Άκουσα τη φωνή μέσα μου, και πήρα το δρόμο της επιστροφής. Ούτε πρίγκιπα θέλω, 
ούτε άσπρα άλογα. Έναν άνθρωπο να με θέλει 
όπως τον θέλω κι εγώ. 
Αυτό μόνο.

   Εύη Γουργιωτη