Σάββατο 23 Ιανουαρίου 2021

Άτιτλο (της Ζωής Χαλκιοπούλου)



Κάποιος χτυπάει την πόρτα!

Ποιος να είναι τέτοια ώρα;

Αφού γράφει απέξω

απαγορεύεται η είσοδος.

Ποιος τολμάει να μου χτυπάει την πόρτα;

Τους είπα να με ξεχάσουν.

Να μη με ενοχλούν.

Δε θέλω να με δουν έτσι.

Πάλι τα ίδια θα εξηγώ.

Αλλιώς ξεκίνησα κι άλλα βρήκα.

Είχα τα όνειρά μου μαζί με κάτι νιάτα

που μα την αλήθεια, με παράτησαν νωρίς.

Είχα και κάτι φίλους

μα άλλο δρόμο διάλεξαν.

Είχα και χαρές, πολλές χαρές

περίεργο να μη θυμάμαι καμία.

Και λύπες είχα

μα έχασα το μέτρημα.

Τι αφελής που είναι ο άνθρωπος!

Τα λευκά σεντόνια

γρήγορα λερώνονται.

Κι όλα τα τακτοποιημένα

μια παραίσθηση είναι.

Περνάει ο καιρός στοχεύοντας.

Ως τη στιγμή που βλέπεις τ αληθινά χρώματα.

Όχι αυτά που ονειρεύτηκες

Τα άλλα, τα πραγματικά.

Μα δεν είναι ζωντανά, αργοπεθαίνουν.

Τελευταίο μένει εκείνο το γκρίζο

εκείνο της στάχτης, του αποχαιρετισμού.

Μη μου χτυπάτε τη πόρτα.

Δε μένω πια εδώ.

Δε μένω πουθενά.

Αφήστε την απουσία μου στην ησυχία της.


Ζωή Χαλκιοπουλου

ΕΡΩΤΑ (της Βίβιαν Ασπροπουλου)

 



Έρωτα! Σε ύμνησε στο έπος του ο Όμηρος,

τραγούδησε για σένα το δοξάρι στο βιολί,

 χορδές και πλήκτρα,

 συνέθεσαν στο πέρασμα των αιώνων,

 στίχους μαγευτικούς...

 Ανύποπτα γεννιέσαι στις καρδιές,

 χωρίς ημερομηνία έναρξης,

 χωρίς ημερομηνία λήξης...

Έρωτα σατράπη, ξέρεις, αλλά δεν σκιάζεσαι

 πως η καρδιά είναι σ' άλλους ωκεανός,

 σ' άλλους φουρτουνιασμένο πέλαγο

 και σ' άλλους μια βαλτωμένη λίμνη...

Η ψυχή είναι το σκαρί, 

τα αγκάθια σου έρωτα πυξίδα και κουπιά,

ταξίδια με προορισμό λιμάνια ευτυχίας

ή το χάρτινο καραβάκι της ψευδαίσθησης

 στη λίμνη με τα στάσιμα νερά...

Όταν χαμογελάς κερνάς κρασί,

 από το γιοματάρι με το παθιασμένο πόθο...

κι όταν κακιώσεις,

 αδειάζεις από την αρμαθιά σαδιστικά τα βέλη σου,

για να ματώσεις καρδιές

που δελεάστηκαν από την ομορφιά σου...


Βίβιαν Ασπροπουλου