Κυριακή 11 Απριλίου 2021

Η τυραννία της χαμένης Άνοιξης (της Κικης Κωνσταντίνου)



Καθώς κοιτάζω τον εαυτό μου,

διασχίζω εμένα.


Μια διάφανη ροή, 

ζητά να δείξει στο σύμπαν, την Άνοιξη.

Τεθλασμένα σ' αγαπώ,

αλληγορικά, νουθετίζω το δίκιο.


Μου υπαγορεύει το ένστικτο, 

να ακολουθήσω και να διαβώ, 

δύσβατους δρόμους.

Δεν θέλω, μα κανείς δε ρωτά.


Μόνος,

χωρίς πανοπλία, 

χωρίς αγκάθια, 

χωρίς σπαθί και εξουσία, 

πώς να φέρω κοντά σου την Άνοιξη;


Αυτή την εποχή,

όλοι δεν αναζητούμε;


Πώς να αφυπνίσω το Κατακαλόκαιρο; 

Πώς να ζητήσω από το Φθινόπωρο, να σε αντικαταστήσει;

Πώς να πείσω τον Χειμώνα, να μην εγκαταλείψει το αύριο;


Καθώς κοιτάζω τον εαυτό μου,

ανακαλύπτω εσένα,

τη χαμένη Άνοιξη!

Εδώ κατοικείς. 


Πώς να σε κρύψω;

Δεν μπορώ να υποθάλψω έναν μικρό "εγκληματία". 

Μη μου συνιστάς, Εγκαρτέρηση!


Όλα λανθασμένα.

Όλα ένα φευγαλέο μυστικό.

Όλα ένας Εφιάλτης, πως δεν θα 'ρθεις.

Όλα αληθινά μα όχι, κόσμια.


Εσύ, 

εσύ, η χαμένη Άνοιξη, 

εσύ, η ζεστή Ατλαντίδα, 

εσύ,

το γαλάζιο νούφαρο, 

του Αιγαίου το ροζ ακρογιάλι, 

εσύ, 

να με παραπλανάς,

να με εμπνέεις, 

να με ταϊζεις: ανάγκη!

να με θρέφεις: ανάγκη! 

να με βαφτίζεις: ανάγκη!

να με τυραννάς!


Κική Κωνσταντίνου


ΥΠΕΡΩΟ ΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ (της Αδελαϊδας Παπαγεωργίου)



Στου μυαλού μου

 το Υπερώο ανέβηκα 

Άγιους στίχους να μεταλάβω

 μέθεξης λόγου σε θείο Δείπνο 

Παράκλητος πνεύματος

 Διστάζω μήπως,

 ανάξιος φανεί ο λόγος μου 

στο ανάστημα να συγκριθεί 

των μεγάλων ποιητών .

Υποκύπτω όμως,

 στην άταχτη διάθεση της καρδιάς 

να ορμήσει στη σκέψη, 

στων δαχτύλων τις άκρες

 δικό της χνάρι ν’ αφήσει.

Στίχους σημειώνω

απόσταγμα ψυχής

Είθε να γίνουν 

φωτεινό απαύγασμα. 

 Προσευχή θεία,

 να σταθώ  έστω για λίγο 

κι εγώ στη σκιά τους…


Αδελαϊδα Παπαγεωργίου