Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΗΝΑ ΜΑΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΜΗΝΑ ΜΑΡΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Παρασκευή 20 Αυγούστου 2021

Θέατρο σκιών (της Μαρίας Μηνά)

 


Άπλωσα ένα μπερντέ,

θέατρο σκιών η ζωή μου.

Προστατευμένη πίσω του,

παριστάνω ότι απλώνω μπουγάδα. 

Μα στέλνω μηνύματα με παντομίμα.

Εύκολα ερμηνευμένα,

μα σαφώς παρεννοημένα .


Τέλος παράστασης, υποκλίνομαι. 

Κανείς δεν χειροκροτά.

Α μόνη είμαι, φύγανε όλοι.

Ας διπλώσω το μπερντέ,

μυρίζει μαλακτικό...

Τον βάζω στην λεκάνη, 

ανάβω σίδερο,

στο δυνατό  να τον κάψω...

Ακούω ένα χειροκρότημα...

Α εσύ είσαι  χαχα!!!

Είπα κι εγώ...


   Μαρία Μηνά                    

Δευτέρα 10 Μαΐου 2021

Ριζωμένα πρέπει (της Μαρίας Μηνά)



Δίπλα στη πόρτα
χρόνια έτοιμη η βαλίτσα.
Έβγαλε ρίζες  φράξαν την πόρτα.
Από το σπασμένο τζάμι
 κοιτούσα τους δρόμους .
Ορθάνοικτοι και φωτεινοί .
Από μακριά μου έγνεφαν ζώντας,
αυτοί που μου δίδαξαν 
πως να μη ζήσω .
Καλά  περνούσαν.
Πήγα να ξεκλειδώσω τη πόρτα
δεν είχα χέρια.
Πήγα να ξεφωνίσω δεν είχα στόμα.
Ρίχνοντας μια τελευταία ματιά
κατάπια τα μάτια μου.
Η καρδιά μάτωσε
λύγισαν τα γόνατα.
Μα δεν προσκύνησα.
Τη πλάτη όρθωσα και
 την γροθιά 
πριν ξεψυχήσω.


                       

Πέμπτη 4 Μαρτίου 2021

Σκέψη (της Μαρίας Μηνά)



Η Καλημέρα πέφτει σαν αγιασμός, 

 πάνω στους ανθρώπους

 κι αν είναι σκοτεινοί από το εγώ το περίσσιο τσιτώνονται αγριεμένοι και η Καλημέρα ρουφάει την κοιλιά της και περνάει ανάμεσα. 


Κι αν είναι φωτεινοί, τα μάτια ανοίγουν και με χαμόγελο σαν θάλασσα γαλήνια η Καλημέρα κάνει βουτιά μέσα στην ψυχή τους και συντελείται ένα θαύμα που μόνο αυτοί που το βιώνουν κατέχουν. 


Και μπορούν και αντέχουν τις καληνύχτες και τα αντίο γιατί πιστεύουν σε θαύματα, σε αγγέλους και στον καθ' ομοίωση άνθρωπο.

    

   Μαρία Μηνά                          

Κυριακή 20 Δεκεμβρίου 2020

Σκέψη (της Μαρίας Μηνά)



Έλα  μάνα,  πλύνε μου τις πληγές,
 με θάλασσα μη και κακοφορμίσουν.
Σκίσε το τσιτωμένο δέρμα μου,
να χυθεί έξω το αίμα να αλαφρύνω.
Πετά  μου τις πέτρες ,
που στίβαξες στην μπροστοποδιά,
 μα εγώ θα ξεμακρύνω,
ας μη ξέρω κολύμπι  καλό.
Ξέρω θα σε βρώ,
  στην απέναντι ακτή
να μου ζητάς συγχώρεση,
να σου ζητώ μια αγκαλιά.
Μια αγκαλιά χωρίς απολογία,
 που θα μιλάμε με τα μάτια,
 για καλοκαίρια που δεν ζήσαμε .
Θα σου ζητώ συγχώρεση,
 για κάθε χαμόγελο μου.
Ξέρεις μάνα στα νησιά,
 λένε όλοι Καλημέρα
κι' εγώ νομίζω  με φωνάζουν.
Έλα να βρέχουμε  η μια την άλλη
με θαλασσινό νερό,
 μη δουν τα δάκρυα μας,
ξέρεις μάνα  χαίρονται
 οι άνθρωποι όταν πονάς...
Άσε με τώρα να κολυμπήσω ,
ετσι σαν κουτάβι που ίσα  επιπλέει,
εσύ περίμενε στην ακτή, θα 'ρθω.

 Μαρία Μηνά

                       

Δευτέρα 27 Ιουλίου 2020

Ψυχή με κόκκινα χείλη (της Μαρίας Μηνά)




Κάθε  μέρα ξεκίναγε για δουλειά,
  βάφοντας κατακόκκινα τα χείλη.
Ο γόβες χτυπούσαν ρυθμικά στον δρόμο.
Σε σκοτεινές κάμαρες μέρευε τα πάθη
των ανδρών και τους παρηγορούσε.
Γιατί οι άντρες έτσι παρηγορούνται
και μερεύουν....
Πριν φύγουν της πέταγαν τα λεφτά στα μούτρα, λες και υπήρχε τιμή για όλο τούτο.
Έχωνε τα λεφτά στο παρδαλό τσαντάκι.
Διόρθωνε το κραγιόν και πέρναγε,
 από την χήρα με τα πολλά παιδιά
 και της έχωνε στην χούφτα λίγα χρήματα.
Εκείνη αρνιόταν κατά πως κάνουν όλοι
οι φτωχοί...Πάρτα για τα παιδιά επέμενε...
Στο δρόμο την φώναζαν πουτάνα
οι πρωινοί επισκέπτες...
Και κάτι κυρίες γυρνούσαν τα μούτρα,
στο πέρασμα της....παλιοπουτάνααα
Ήξερε πως κάποιες λιγότερες θα στραγγαλιστούν, θα βιαστούν,θα δαρθούν.
Και κατάπινε τα δάκρυα της.
Πήγαινε σπίτι ξέπλενε τις αμαρτίες, από το τυραννισμένο  κορμί της, ντυνόταν κορίτσι
με πυζάμες με καρτούνς και γούνινες παντόφλες ζωάκια...
Μετά έπλενε τα πόδια του Χριστού,
 με τα δάκρυα της ...
Μυροβόλησε όταν την βρήκαν νεκρή
μετά από μέρες, με την εικόνα αγκαλιά.
Μόνο  κάτι ορφανά την κλάψαν.
Οι μη στραγκαλισμένες και βιασμένες χαμπάρι δεν πήραν...
Μόνο αυτό το άρωμα που τους τρυπούσε,
 τα ρουθούνια δεν μπορούσαν να ξηγήσουν.

Και ένας έκλαιγε στο καπηλιό,

που έχασε το εισόδημα...
   

                     


 Μαρία Μηνά

                            

Τετάρτη 20 Μαΐου 2020

Σκέψη (της Μαρίας Μηνά)



Τις νύχτες δεν βγαίνω ούτε στο μπαλκόνι.
Μένω μέσα.
Γεμίζουν οι δρόμοι αδικοσκοτωμένους.
Περπατούν άφοβα ,ότι τους σκότωσε μένει μέσα.
Μέχρι τα έμβρυα πετούν σαν πεταλούδες.
Κι εγώ που ήλπιζα σε μετενσάρκωση,
 μήπως σε ξαναβρώ,
τρέμω να γεννηθώ στο μέλλον .
Τις νύχτες βάζω το κεφάλι κάτω από την κουβέρτα και φωνάζω την μάνα μου...
Μετά βλέπω την γριά απέναντι στον καθρέφτη να μου λέει, ανάσα μην μιλάς.
Τώρα που σήκωσες κεφάλι,
ετοιμάσου να το χάσεις με αξιοπρέπεια.
Μια ζωή φόραγες νοητική μπούργκα.
Βάλε και μια βαμβακερή  λεοπαρδαλέ
και φύγαμε,μόνο έτσι το βράδυ θα περπατάς στους δρόμους...ελεύθερη...

                               

Αυτόματη γραφή πίνοντας καφέ

Δευτέρα 2 Μαρτίου 2020

Αναρχική ψυχή (της Μαρίας Μηνά)



Δεν πιστεύω
 στους κοινωνικούς θεσμούς
που μας ορίζουν τη ζωή .
Δεν πιστεύω
 στους νόμους τους φτιαχτούς,
απ' ανθρώπους χωρίς ψυχή.
Μ' αναρχική ψυχή
και νου συμβιβασμένο
αφέθηκα σε μια ζωή
που τη μισώ,
κορμί νωχελικό
συνέχεια κουρασμένο
να τ' αφυπνίσω
τάχα δεν μπορώ;
Θεοί που δεν υπάρχουν
κι' οικογένειες υπαρκτές
με χρήμα, τίτλους και σπουδές.
Όλα με πνίγουν, με πονούν.
Μα θάρθει μέρα κοντινή.
Θα είναι μέρα με βροχή.
Θα βγω στους δρόμους
με ψυχή γυμνή.
Θα ξεφωνίσω τότε,
αδέλφια είμαι μονάχη
μα ζωντανή...


Μαρία Μηνά


                       

Παρασκευή 3 Ιανουαρίου 2020

Σκέψη (της Μαρίας Μηνά)



Τη μέρα που θα γίνουμε όλοι ποιητές,
θα έχει νικήσει η αγάπη.
Έτσι θα μαθαίνουμε ο ένας τον άλλον.
Όλοι ξυπόλυτοι θα μπαινοβγαίνουμε
στις ψυχές.
Γιατί ο Θεός τις λέξεις τις έδωσε για ποιήματα.
Για τραγούδια.
Για λόγια αγάπης.
Για να βγαίνουν οι δαίμονες από μέσα.
Για να κάνουμε χώρο για το καλό.

Τόσο πολύ μας αγάπησε.


Μαρία Μηνά




                   

Πέμπτη 31 Οκτωβρίου 2019

Ευχαριστώ (της Μαρίας Μηνά)


Εδίψασεν ο άγγελος
κι έγειρε το κεφάλι,
στις χούφτες σου
να πιεί νερό,
μη και γελάσει πάλι.
Να πιεί νερό να ξεδιψάσει.
Μα ήταν πικρό και αλμυρό,
της αρνησιάς νερό είχες κεράσει.
Πικράθηκε το στόμα του
επέσαν τα φτερά του.
Ολόγυμνος εστάθηκε,
χάθηκε η ομορφιά του.
Αλλά  λυπήθηκε ο Θεός,
μεγάλο το Έλεος του.
Κι έβγαλε ρίζες και κλαδιά,
θωρεί  τον ουρανό του.
Παρακαλώ σε ουρανέ,
κράτα για με τη πίκρα.
Ευχαριστώ σε Σε Θεέ,
που τα φτερά μου βρήκα.

Μαρία Μηνά



Τρίτη 10 Σεπτεμβρίου 2019

Ήλιε μου (της Μαρίας Μηνά)


Ήλιε μου δεν βασίλεψες
μέσα στην αγκαλιά μου.
Ήλιε δεν σε αντάμωσα
ψύχρα  στα σωθικά μου.

Γυρνούσα φεγγαρόλουστη
και  φεγγαροπαρμένη.
Κι όταν ερχόμουν έφευγες
σαν  έβγαινες  χανόμουν.

Οταν γεννιόμουν πέθαινες
σαν πέθαινα γεννιόσουν.
Ποτέ μου δεν σε αντάμωσα
μέσα  εις τους αιώνες.

Από μακριά σε ζήταγα
κοντά ποτέ  δεν σε είχα.
Ήλιος εσύ, φεγγάρι εγώ
ποτέ δεν θα βρεθούμε.

Φεγγάρι εγώ, Ήλιος εσύ
μόνο θα κοιταχτούμε.


Μαρία Μηνά



Πέμπτη 3 Μαΐου 2018

Παραμύθι (της Μαρίας Μηνά)


Βγήκε ένα βράδυ με ολόγεμο φεγγάρι,
η γοργόνα στα βράχια του μικρού χωριού.Καθόταν ένα παλικάρι λυπημένο που γέρασε.Τον συμπόνεσε  του χάιδεψε το πρόσωπο κι' αυτός ξανάνιωσε, τόσο που η γοργόνα τον ερωτεύτηκε...Μόλις την καλοείδε τρόμαξε ο νιόγερος πισωπάτησε...
Τι είσαι εσύ; που ζεις; τη ρώτησε ξινίζοντας τη μούρη ...Με λεν γοργόνα και ζω σε μια χαραμάδα του βυθού....είμαι καταραμένη....Σκιάζω τους στεριανούς, σκιάζω και τα ψάρια...Οι στεριανοί δεν με θέλουν από τη μέση και κάτω και τα ψάρια τρέμουν την ανθρώπινη μορφή μου....Αυτός όλο πήγαινε πιο πίσω...όλο και πιο πίσω ... Σκιάζονταν τι είν' τούτο; μονολογαγε...Αυτή έβγαινε όλο πιο έξω όλο πιό έξω από τα νερά της νάναι σιμά του...Κάνει μια και το βάζει στα πόδια ....άνεμος έγινε...
Απελπισμένη η γοργόνα....έβγαλε πόδια... βουτάει και ένα δίχτυ να κρύψει όπως όπως τη γύμνια της...Τον φώναζε ...ε εσύ; ε στεριανέ, δεν πρόκανε να τον ρωτήσει πως τον λένε και πρόκανε να τον αγαπήσει η ευλογημένη....
Άρχισε το μοιρολόι...βγήκαν τα ψάρια και θωρούσαν απορημένα...Καποια πιό ευγενικά θέλαν να την οδηγήσουν στη χαραμάδα της στο βυθό...
Γέμισε ο αφρός της θάλασσας μαργαριτάρια από τα δάκρυα της...Το πρωί την βρήκαν πνιγμένη δεν μπορούσε νάναι γοργόνα με πόδια....μα ούτε στεριανή και τη συμπόνεσε ο Ποσειδώνας....Οι στεριανοί την ποδοπατούσαν μαζεύοντας τα μαργαριτάρια που βγήκαν στο γιαλό...
Τα ψάρια κοιτούσαν λυπημένα....εκείνος έτρεχε ακόμη...δεν την είδε ποτέ με πόδια...Τότε ο ήλιος δεν βάσταξε και τον ανάγκασε να θάψει τη νεκρή....
Μόλις είδε τι έκανε....έγινε ξανά όπως πρώτα....και ζήσαν αυτοί καλά και μεις καλύτερα...



Μαρία Μηνά



Πέμπτη 29 Μαρτίου 2018

Κλείσαμε (της Μαρίας Μηνά)


Ξεχύθηκε η κακία
απ' τα μάτια.
Δεν πρόλαβε να ενδυθεί 
μανδύα ευγένειας .
Και πρόκαμα να δω το μέσα.
Τρόμαξα , πισωπάτησα...
Γραπώστε τις καρέκλες σας,
φορέστε τις μάσκες σας.
Τον κόσμο σας
δεν θα ταράξω
μ'αρέσει ο δικός μου.
Μόνο που εκεί με μάσκες
δεν περπατάς .
Ολόγυμνος πηγαίνεις,
για τα κουσούρια σου,
περήφανος...
Γιατί είναι δικά σου...
Και σεις οι σκυμμένοι,
δεν έχουμε τίποτα
για πούλημα,
μήτε για ανταλλαγή...
Κλείσαμε...δεν χωράτε απ'
τη πορτούλα...
να μπείτε εντός μας....
Γίνατε αόρατοι.....
Σκοτεινή η αύρα σας...
Δεν πουλάμε λέμεεεεε
χαρίζουμε...


Δευτέρα 19 Μαρτίου 2018

Φιλί (της Μαρίας Μηνά)


Δεν ξέρω τι είσαι
για τους άλλους.
Για μένα είσαι
η ανάσα μου.
Κι όταν θυμώνω
το στόμα μου φράζω,
κι ανάσα δεν έχω.
Χάνοντας σε ,σβήνω.
Ανάθεμα σε.
Φίλησε με.

Δευτέρα 12 Μαρτίου 2018

Ανθός (της Μαρίας Μηνά)


Έκρυψε λίγο κόκκινο
η μυγδαλιά
στην καρδιά της.
Την νύχτα φώτισε ο ανθός!
Κι η Άνοιξη βιαζόταν νάρθει
να μαλακώσει τις καρδιές,
κατά πως ήξερε αυτή μονάχα.
Πέταλα σκόρπισε ο άνεμος
στο διάβα της.
Αρώματα κόβαν ανάσες.
Κι η καρδιά φούσκωνε
για όσα της έκλεψαν.
Η μυγδαλιά τη νύχτα
δεν φοβόταν....
Αφουγκραζόταν μονάχα
τα πουλιά....





Δευτέρα 19 Φεβρουαρίου 2018

Σιωπές (της Μαρίας Μηνά)


Σαν ανταλλάξαμε σιωπές
κράτησα την ηχώ της φωνής σου
στη μνήμη μου.
Κι ένα τσιγάρο για το δρόμο
της λησμονιάς.
Καθισμένη στο πίσω κάθισμα
έλυσα το χειρόφρενο
κι άφησα τη ζωή να με οδηγήσει
Δεν κοιτάζω πίσω
μη μείνω στήλη άλατος.





Σάββατο 27 Ιανουαρίου 2018

Φεύγουν οι λέξεις...(συνεργασία)



Χόρευαν οι λέξεις στη σκέψη.
Θελαν να δραπετεύσουν από το μυαλό μου.
Κατά την έξοδο άλλαζαν μορφή,
κοιτούσαν απορημένες.

-Προς τι όλο τούτο ψέλλισαν,
δεν είμαστε έτοιμες για έξοδο.
Αδέξια περπατούμε και στριγγλίζουμε.
Έτσι ωρέ θα πάμε .

Παραπατώντας και στριγγλίζοντας,
να ανταμώσουμε τους φίλους μας,
να κεράσουμε από τη ψυχή μας.
Στο μοίρασμα είναι η ομορφιά.

Κι' όποιος κοπιάσει, κόπιασε
κι' οι άλλοι τη δουλειά τους....



***********************


Λιποτακτούν οι λέξεις και φεύγουν
στο τετράδιο αφήνονται

Γεμάτες έπαρση με κοιτάζουν
δικά τους νοήματα βγάζουν

Άλλα θέλω να πω άλλα αυτές ετοιμάζουν
Και πάντα το τέλος το αλλάζουν
Δεν με αφήνουν τη χαρά να εκφράσω

Σε γλυκές καταστάσεις αν φτάσω
λιποτακτούν οι λέξεις και φεύγουν
Απ' την ψυχή μου ξεφεύγουν

Τις πικρές μόνο γράφω
Τις χαρούμενες τις διαγράφω



Δευτέρα 22 Ιανουαρίου 2018

Φωτιά (της Μαρίας Μηνά)



Μου 'πες να βάζω ξύλα στη φωτιά μέχρι που να γυρίσεις. Κρυώνω είπες. Κι εγώ την τάιζα κλαριά κι ελπίδες ακόμη και σαν έπρεπε να σβήσει. Εκεί πεισμωμένη τάιζα και σαν με κοίταζαν απορημένοι έλεγα δουλειά σας εσείς έχω να ψήσω ερωτόψωμα. Γελούσαν πίσω απ' τη πλάτη μου. Λωλάθηκε ψιθύριζαν. Κι εγώ τάιζα κι έψηνα καφέ γλυκό . Κι έβαζα κάτι φιλιά σε πιατάκι του γλυκού να σε γλυκάνω για το καλωσόρισες. Ξοπίσω γελούσαν. Μα εγώ τάιζα τη φωτιά το λόγο μου κρατώντας. Σαν έσβησε λωλάθηκα πάψαν τα γέλια μονάχα εγώ γελούσα τώρα.
Μαρία Μηνά




Τετάρτη 17 Ιανουαρίου 2018

Μονόλογος (της Μαρίας Μηνά)



Οι ήχοι της τρομπέτας
πριν χρόνια σήμαναν
του τέλους την αρχή.
Κι άρχισαν
να περικυκλώνουν
την όμορφη τη θάλασσα.
Σταύρωναν τους λαούς
οι άνομοι σωτήρες.
Σπέρναν το θάνατο
στις διπλανές αυλές.
Τα τύμπανα των λίγων
τρυπούσαν οι αλαλαγμοί
και των πονεμένων ο θρήνος.
Η γη στο πιάτο των εχόντων.
Πνιγμένη στο αίμα αθώων.
Βάφτηκε κόκκινη η θάλασσα.
Ετοίμαζαν γενίτσαρους
μοίραζαν όπλα διέφθειραν.
Ζώνομαι τ' άρματα
τον εχθρό να πολεμήσω
Αόρατος......σκοτεινός
σημαδεύει το μυαλό
αυτός είναι ο στόχος Κατερίνα.

Μαρία Μηνά


Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2018

Αναμέτρηση (της Μαρίας Μηνά)



Ζητάω πίσω τη ζωή μου
που σπατάλησα να χτίσω
αυτά που γκρέμισες.
Φύτεψα ελιές κι αμπέλια .
Ζητάς να στα χαρίσω.
Το νερό που τα έθρεφε.
Τον ήλιο που με ζέσταινε.
Το φεγγάρι που ακούμπησα
τα όνειρα τ' αξόδευτα.
Τους δρόμους που χάραξα
και των γονιών το μνήμα .
Το σπίτι μου το πατρικό
των παιδιών μου το αύριο.
Μεθώ με το κρασί μου
αλείφω λάδι το κορμί μου.
Έλα αόρατο κακό που σ'έθρεψα
με αθωότητα κι αφέλεια .
Κόπιασε σε μαρμαρένιο αλώνι.
Ήρθε η ώρα της αναμέτρησης.
Θέλω το τόπο μου πίσω.

Μαρία Μηνά