Πέμπτη 27 Δεκεμβρίου 2018

Η μουσική δεν τελειώνει (της Σμαραγδής Μητροπούλου)



Η μουσική δεν τελειώνει 
αόρατες νότες αντηχούν παντού 
σαν η καρδιά αγγίζει του παλιού πιάνου τα πλήκτρα....
Έμειναν οι παρτιτούρες κλειδωμένες στο κουτί 
εγώ απόψε τραγουδαω με σιωπές και αναμνήσεις 



Σμαραγδή Μητροπούλου


Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2018

Χριστούγεννα με την Ιωάννα (της Παυλίνας Στυλιανού)


Με λένε Άννη, η Άννη της καρδιάς.  Από τότε που γεννήθηκα μέχρι τα δέκα μου ήμουν χωρίς επίθετο.  Ζούσα σ’ ένα μεγάλο σπίτι με τρεις μαμάδες, τη μαμά Μαρία, τη μαμά Αντιγόνη και τη μικρή μαμά Ισμήνη, αλλά χωρίς μπαμπά.  Πάντα ήθελα να αποκτήσω μπαμπά.  Το περίμενα πως και πως.
Μια κρύα μέρα του Χειμώνα, έξω χιόνιζε, η μαμά Μαρία με βρήκε έξω από την πόρτα του μεγάλου σπιτιού.  Το κλάμα μου ήταν τόσο μεγάλο που η μαμά Μαρία έτρεχε για να ανοίξει την πόρτα.  Με βρήκαν μέσα σ’ ένα καλαθάκι με όλα μου τα υπάρχοντα.  Μια κουβερτούλα, ένα σταυρουδάκι και ένα γράμμα.
Πριν προλάβει η μαμά Μαρία να κλείσει την πόρτα ένα άλλο κλάμα γοερό ακούστηκε λίγο πιο κάτω.  Κάτω από ένα μεγάλο δέντρο ένα δεύτερο καλαθάκι με ένα άλλο μωρό κρύωνε και φώναζε δυνατά.  Η μαμά Ισμήνη, η μικρότερη έτρεξε να την πάρει.  Με το που η πόρτα έκλεισε και οι δύο μας σταματήσαμε να κλαίμε.  Η ζεστασιά του σπιτιού μας έκανε να ηρεμίσουμε και να χαμογελάσουμε επιτέλους.  Από τότε εγώ και η Ιωάννα γίναμε αδελφές.  Μοιραζόμασταν για 10 ολόκληρα χρόνια το ίδιο δωμάτιο, το ίδιο κρεβάτι πολλές φορές μην σας πω μιας και κάποια πρωινά μας έβρισκαν και τις δυο κουλουριασμένες και αγκαλιασμένες.  Η Ιωάννα ήταν το αυτί του μεγάλου σπιτιού, κρυφάκουγε συχνά πίσω από τις πόρτες και έτσι το βράδυ είχα και μία ιστορία να ακούσω από εκείνη.  Είχαμε ορκιστεί και οι δύο  με τα χρόνια πως θα μέναμε πάντα μαζί και πως δεν θα φεύγαμε ποτέ από το μεγάλο σπίτι.  Μόνο που εγώ δεν τήρησα την υπόσχεση μου.  Κάπου βαθιά μέσα μου ονειρευόμουνα ένα σπίτι, μια μαμά, ένα μπαμπά.  Ζήλευα όταν έφευγε ένα παιδί από το σπίτι.  Η Ιωάννα έτρεχε στο μεγάλο δέντρο, εκείνο που την βρήκανε όταν ήτανε μικρή, ανέβαινε στα κλαδιά του και του φώναζε, έτσι το αποχαιρετούσε.  Η Ιωάννα ήταν αγοροκόριτσο σε αντίθεση με εμένα που φοβόμουνα ακόμη και τα μυρμήγκια.
Κάπου κοντά στα 8 η μαμά Μαρία μου έδωσε το γράμμα της μαμάς μου.

΄Αννη μου,
Συγνώμη που σε άφησα έξω από τη πόρτα του ορφανοτροφείου.  Δεν είχα άλλη επιλογή, ήμουν μόλις 16 χρονών και η μαμά μου δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί της να σε κρατήσω.  Ρίσκαρα όμως, σε γέννησα και αποφάσισα να σε αφήσω στο μεγάλο σπίτι. Συγνώμη μωρό μου.
Η μαμά σου

Η σκέψη μου γύρισε στη λέξη ορφανοτροφείο.  Πρώτη φορά άκουγα τη λέξη αυτή.  Άρα το μεγάλο σπίτι το λένε ορφανοτροφείο.  Το γεγονός ότι με άφησε εκεί και ότι δεν είχε ούτε ένα όνομα στο γράμμα της εκτός από το δικό μου δεν με ένοιαξε καθόλου.  Άφησα το γράμμα στο τραπέζι.  Γύρισα και κοίταξα την μαμά Μαρία.  «Δεν με νοιάζει μαμά» της είχα πει και γύρισα στο δωμάτιο μου.  Εκείνο το βράδυ έκλαψα, έκλαψα πολύ.  Από εκείνη τη μέρα η επιθυμία μου να βρω μια οικογένεια και να εξαφανιστώ μεγάλωνε περισσότερο.
Ένα απόγευμα ένα χρόνο αργότερα ένα ζευγάρι βρέθηκε στο γραφείο της μαμάς Μαρίας.  Η Ιωάννα ήταν άρρωστη στο κρεβάτι και έτσι αποφάσισα να πάρω εγώ τη θέση της πίσω από την πόρτα.  Μιλούσαν χαμηλόφωνα και δεν μπορούσα να ακούσω καλά.  Άνοιξα τότε δειλά, δειλά την πόρτα και μπήκα μέσα.  Προφασίστηκα πως έψαχνα κάτι και έτσι είδα την όμορφη κυρία που τη συνόδευε ένας γοητευτικός κύριος.  Φυσικά η μαμά Μαρία θύμωσε και με έδιωξε από το δωμάτιο αλλά πριν προλάβω να βγω η όμορφη κυρία μου φώναξε.
«Πως σε λένε μικρή μου».
«΄Αννη».
«Πολύ ωραίο όνομα ΄Αννη και εμένα με λένε Ελένη».
«Πόσο χρονών είσαι;»
«9 ετών».
Της χαμογέλασα, έτρεξα και βγήκα από το δωμάτιο.  Δεν ξέρω τι άλλο είχε ειπωθεί εκείνη τη μέρα.  Μόνο 2 βδομάδες αργότερα μου είπαν πως θα πήγαινα με τη μαμά Ισμήνη ένα μεγάλο περίπατο μιας και ήμουν ένα πολύ φρόνιμο παιδάκι.  Η Ιωάννα διαμαρτυρήθηκε που δεν θα ερχόταν μαζί μας αλλά οι πολλές τις σκανδαλιές  βοήθησαν να βρεθεί και η κατάλληλη δικαιολογία.  Η Ιωάννα θα έμενε πίσω γιατί ήταν πολύ άταχτο παιδάκι…
Φύγαμε με το αυτοκίνητο.  Περάσαμε μέσα από το μεγάλο δάσος και εγώ θαύμαζα της ομορφιές της φύσης.  Κάποια στιγμή περάσαμε μέσα από μια μεγάλη πόρτα, μας άνοιξε ένας καλοντυμένος κύριος, κάναμε τη μικρή διαδρομή μέχρι το μεγάλο σπίτι και σταματήσαμε.  Δεν ήξερα τι να πρωτοθαυμάσω, δεν μπόρεσα να αρθρώσω ούτε μια λέξη.  Η πόρτα άνοιξε και η όμορφη κυρία με το όνομα Ελένη ήταν εκεί, με καλωσόρισε.  Φάγαμε, μιλήσαμε και μετά από πολύ ώρα αποχαιρετιστήκαμε.  Έπρεπε να επιστρέψω.  Ποτέ και σε κανένα, ακόμη και στην Ιωάννα δεν είχα πει πως πέρασα εκείνο το απόγευμα.  Οι μόνοι μάρτυρες ήταν η μαμά Ισμήνη και η όμορφη κυρία Ελένη.
Μήνες αργότερα ήρθε το μήνυμα πως ήρθε η ώρα να αποχαιρετήσω το μεγάλο σπίτι.  Έκλεισα πια τα 10 και ξημέρωνε Χριστούγεννα.  Έπρεπε να μιλήσω στην Ιωάννα.  Για μέρες σκεφτόμουνα τι να της έλεγα.  Ένοιωθα τύψεις, ήξερα πως την πρόδιδα αλλά δεν είχα άλλη επιλογή.  Η επιθυμία μου να έχω μια μαμά και ένα μπαμπά με έκανε να κρατήσω το μεγάλο μυστικό.  Το πρωινό μετά την εκκλησία είχε περάσει σχετικά γρήγορα .  Το μεσημέρι φάγαμε τη μεγάλη γαλοπούλα της μαμάς Ισμήνης και τα γλυκά της μαμάς Αντιγόνης.  Πήρα μια βαθειά ανάσα και έφυγα από το μεγάλο δωμάτιο, τη τραπεζαρία μας.  Είδα την Ιωάννα που με κοιτούσε με μάτια τρομαγμένα αλλά εγώ προχώρησα χωρίς να ξαναγυρίσω πίσω.  Ήξερα πως αυτό που έκανα δεν ήταν καθόλου έντιμο από μέρους μου αλλά η επιθυμία μου για οικογένεια ήταν πιο μεγάλη.  Πήγα στο δωμάτιο μας, πήρα την βαλίτσα που είχα ετοιμάσει και βγήκα.  Γύρισα στο μεγάλο δωμάτιο.  Η Ιωάννα λες και ήξερε τα πάντα έφυγε τρέχοντας, δεν περίμενε καν να την αποχαιρετήσω.  Το μόνο που πρόλαβα να της φωνάξω ήταν ένα μεγάλο συγνώμη και να δώσω ένα μικρό γράμμα για εκείνη.  Τους αποχαιρέτησα όλους και πριν προλάβω να βγω από την πόρτα την είδα να τρέχει και να με αγκαλιάζει.  «Θα γίνεις και εσύ η ΄Αννη της καρδιάς.  Μη με ξεχάσεις, να ξανάρθεις μ’ ακούς, να ξανάρθεις» τα τελευταία της λόγια.  Ήταν και τα τελευταία μου Χριστούγεννα εκεί.  Τα Χριστούγεννα του 90.
Για 20 ολόκληρα χρόνια είχα εξαφανιστεί από τη ζωή της.  Μάθαινα γι’ αυτήν από τη μαμά μου την Ελένη.  Πάντα τη ρωτούσα και πάντα εκείνη  ήταν πρόθυμη να μου μιλήσει για τη ζωή της αδελφής μου.  Ήταν υπέροχοι άνθρωποι και δεν μετάνιωσα ποτέ που είχα φύγει από το μεγάλο σπίτι.  Η Ιωάννα είχε μείνει εκεί για πάντα.  Ήξερα πως το είχε κάνει για μένα και για την υπόσχεση που είχαμε δώσει κάποτε.  Είκοσι χρόνια αργότερα αποφάσισα να ξαναπεράσω τη μεγάλη πόρτα του πρώτου μεγάλου μου σπιτιού.  Ήταν Χριστούγεννα και η Ιωάννα μου άνοιξε την πόρτα.  Είχαμε αλλάξει πολύ και οι δύο αλλά η ψυχή των παιδικών μας χρόνων ήταν και θα είναι πάντα η ίδια.  Πέσαμε η μια μέσα στην αγκαλιά της άλλης όπως τότε.  Είχα τις σακούλες μου γεμάτες δώρα για όλα τα παιδιά, μικρά και μεγάλα.  Ήξερα από πριν την ηλικία του κάθε παιδιού κι αν ήταν αγόρι ή κορίτσι.  Ένα ιδιαίτερο δώρο για τη μαμά Ισμήνη, η οποία ήταν πια σε προχωρημένη ηλικία και για την Ιωάννα μου.  Την δική μου Ιωάννα.  Από τότε κάθε Χριστούγεννα ανέβαινα το μεγάλο κατώφλι του σπιτιού γεμάτη δώρα για όλους…

19 Δεκεμβρίου 2018






Πέμπτη 20 Δεκεμβρίου 2018

Η μοναξιά της μάνας (της Λένας Σαρή)


Τι έγινε γιατί μόνη
στο σπίτι;
Που πήγαν όλοι;
Φύγαν τα παιδιά
άνοιξαν τις φτερούγες τους
σαν τα πουλιά
πήγαν να κτίσουν
τις δικές τους φωλιές.

Ψάχνεις να βρεις
γέλια χαρές
αλλα εσύ είσαι μόνη.

Ανοίγεις τις πόρτες
μήπως τους δεις
αλλά εσύ είσαι μόνη
εκεί που κάποτε
υπήρχαν ψυχές
οι δικές σου ψυχές
που έφερες στη ζωή
αλλά εσύ είσαι μόνη.

Πρέπει να το δεχτείς
έτσι είναι η ζωή
σκληρή μερικές φορές
μα πρέπει να μάθεις να ζεις μόνη.

Λένα Σαρή



Τετάρτη 19 Δεκεμβρίου 2018

Πετώ..Πετάω (του Απόστολου Φεκάτη)



Μύρος του ήλιου
λυγίζει τα φτερά μου
Στης θάλασσας την όψη
Φεγγίζομαι..
Υπεροπτικά με κοιτούν
άνθη των γκρεμνών..
Βαφτίζω την ζωή μου
Παρέμβαση στον άνεμο
Ξάφνου
Οπτασία Άνοιξης
Στον κήπο της
ένας Απόλλωνας
έλαχε να την συντροφεύει....
Της σκέψης μου το παιδί
βυθό ζητιανεύει
παιχνίδια στις ακατοίκητες ελπίδες μου
Οδοφράγματα έστησαν
να μην πετάξω πιο πέρα.
Σύνορα οριοθέτησαν
και γω που να ζήσω;
Πατέρα μου
Εγώ πετώ
Πετάω
Αυτό προσδοκούσες;
Της θάλασσας την αγκαλιά
λιμάνι έκανα
Πατρίδα μου.. .

Απόστολος Φεκάτης


Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2018

Χριστούγεννα με την Άννη της καρδιάς (της Παυλίνας Στυλιανού)


Γεια σας με λένε Ιωάννα, Ιωάννα της καρδιάς, απλά κι ωραία χωρίς επίθετο. Nαι, χωρίς επίθετο, ε και; Σας φαίνεται παράξενο έτσι; Δεν έχω μπαμπά αλλά έχω πολλές μαμάδες. Όταν λέω πολλές μαμάδες μην φανταστείτε και αμέτρητες. Τρεις όλες κι όλες. Η αδελφή Μαρία, η αδελφή Αντιγόνη και η αδελφή Ισμήνη. 
Το σπίτι μου είναι τεράστιο με πολλά δωμάτια για να χωρέσουν μέσα όλα μου τα αδελφάκια μικρά και μεγάλα. Το κακό είναι πως αυτά τα αδελφάκια αραιά και που μου τα παίρνουν. Τα δίνουνε σ’ άλλες οικογένειες κι έτσι μ’ αυτό τον τρόπο από τρεις μαμάδες αποκτάνε ένα μπαμπά και μία μαμά. Κάθε φορά που φεύγει κι ένα παιδί κάθομαι σ’ ένα μεγάλο δέντρο και του φωνάζω δυνατά μέχρι το αυτοκίνητο χαθεί από μπροστά μου.
«Να ξανάρθεις, μην με ξεχάσεις. Να μου γράφεις!!»
Μόνο που κανένα από αυτά τα παιδιά δεν γύρισε πίσω. Είμαι σίγουρη πως ήθελε να ξεχάσει. Γιατί όμως αφού περνούσαμε ωραία θυμάμαι. Όταν άλλαζαν οι εποχές άλλαζε όψη και το σπιτικό μας. Όπως και εκείνα τα Χριστούγεννα του ’90. Ήταν τα Χριστούγεννα που ο μικρός πόνος στη καρδιά μου δεν λέει να μ’ αφήσει ακόμη μέχρι και σήμερα αν και έχουν αλλάξει πολλά από τότε. Είμαι σίγουρη πως μέχρι και ο Αϊ Βασίλης είχε κλάψει τότε.
Όλα ξεκίνησαν όταν η αδελφή Μαρία έλαβε ένα μήνυμα με την φράση «Όλα είναι έτοιμα. Τα χαρτιά της υιοθεσίας τα έχομε στα χέρια μας, ερχόμαστε στις 25 του μήνα να πάρομε την Άννη. Να της πείτε να έχει έτοιμη την βαλίτσα της».
«25 του μήνα! Αδύνατον!! 25 του μήνα είναι Χριστούγεννα. Πως θα πούμε της Ιωάννας πως την μέρα των Χριστουγέννων η Άννη πρέπει να φύγει».
«Να μην πούμε τίποτα αδελφή Μαρία. Εμείς απλά το μόνο που έχομε να κάνομε είναι να ειδοποιήσομε την Άννη να είναι έτοιμη».
«Δεν είναι σωστό αδελφή. Αν αφήσομε την Ιωάννα στην άγνοια της ίσως να είναι χειρότερα τα πράγματα όταν έρθει εκείνη η στιγμή».
«Άφησε τες χαρούνε τις προετοιμασίες των Χριστουγέννων όπως κάθε χρόνο και στην Άννη το λέμε την τελευταία στιγμή. Δεν υπάρχει λόγος δέκα μόνο μέρες πριν να τις αναστατώσουμε», επενέβηκε η αδελφή Ισμήνη μ’ ένα πρόσωπο που αν δεν ήσουν στην θέση της δεν θα μπορούσες να νιώσεις τον πόνο της.
Όπως και η Ιωάννα έτσι και η Ισμήνη είχε την αδυναμία της στην Άννη. Δεν το έδειξε ποτέ της όμως. Δεν επιτρεπόταν. Αν ήταν παντρεμένη σίγουρα θα υιοθετούσε το κορίτσι. Δυστυχώς όμως η Ισμήνη δεν παντρεύτηκε ποτέ κι έτσι αφιέρωσε όλη της τη ζωή σ’ αυτό το ορφανοτροφείο. Όλα αυτά τα παιδιά τα είχε σαν παιδιά της και κάθε φορά που έφευγε ένα από αυτά σπάραζε η ψυχή της. Τώρα ήρθε η σειρά και της Άννης.
Μπορεί οι μαμάδες μου να μην ήθελαν να μου πουν τίποτα σχετικά μ’ αυτό δεν θα πει όμως πως εγώ δεν ήμουν σε θέση να το μάθω. Αφού το μεγαλύτερο μου ελάττωμα ήταν να κρυφακούω πίσω από τις πόρτες κάθε φορά που είχαν κάτι να πουν και μετά να τρέχω να το ανακοινώνω σ’ όλα τα υπόλοιπα παιδιά. Αυτό με έκανε ηρωίδα στα μάτια τους. Έτσι δηλαδή το έβλεπα εγώ. Η Άννη όμως το έλεγε αδιακρισία και πως μια μέρα θα τιμωρηθώ πολύ γι’ αυτό. Μόνο που δεν ήξερα για πια τιμωρία μιλούσε. Δεν μου εξήγησε. Γιατί αν μου εξηγούσε σίγουρα δεν θα κρυφάκουγα πίσω από την πόρτα εκείνη τη μέρα και έτσι όλες οι υπόλοιπες μέρες μέχρι τα Χριστούγεννα δεν θα ήταν τόσο δυστυχισμένες.
Γύρισα στο δωμάτιο μας χωρίς καν να μιλήσω σε κανένα από τα παιδιά που βρήκα στον διάδρομο. Παρόλο που με ρωτούσανε «Έλα Ιωάννα πες μας τι άκουσες», «Θέλω να μάθω και εγώ Ιωάννα λέγε», «Αφού θα μας πεις, ε πού πας;» Εγώ μουγκάθηκα ξαφνικά και με γοργά βήματα βρέθηκα στο δωμάτιο.
Η Άννη με περίμενε.
«Για λέγε τι άκουσες πάλι!» γεμάτη χαμόγελο περίμενε να της διηγηθώ τις γκριμάτσες που έκανε η κάθε μια από τις μαμάδες μου.
Μόνο που αυτή τη φορά δεν μίλησα. Ορκίστηκα να μην μιλήσω. Απλά την κοιτούσα και αναρτιόμουνα τι ακριβώς ήξερε γι’ αυτή την υιοθεσία και πότε θα μου το έλεγε. Είχαμε ορκιστεί και οι δυο πως θα μέναμε μαζί εδώ σ’ αυτό το σπίτι και όταν θα μεγαλώναμε θα γινόμασταν η αδελφή Άννη και η αδελφή Ιωάννα με τα πολλά παιδιά. Η Άννη όμως με ξεγέλασε φεύγει και τώρα…
Όσο και να με πίεσε δεν μίλησα καθόλου. Εκείνο το βράδυ έμεινα ξάγρυπνη να την κοιτάζω και αναρωτιόμουν πια θα ήταν η νέα μου αδελφή που θα μοιραζόμουν το δωμάτιο και την καρδιά μου μαζί της. Δεν ήξερα αν ήθελα άλλη ή αν ήθελα να έμενα μόνη. Οι μέρες πέρασαν αρκετά γρήγορα σαν το νερό. Στολίσαμε το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, φτιάξαμε το Χριστουγεννιάτικο γλυκό, τα μελομακάρονα, τους κουραμπιέδες. Το σπίτι μύρισε γιορτινά, ζεστάθηκε με το τζάκι και με τα γέλια των παιδιών. Μόνο στην δική μου καρδιά επικρατούσε ακόμη η παγωνιά.
Ξημέρωσε επιτέλους Χριστούγεννα για όλους εκτός από εμένα. Εγώ απλά ευχόμουν όλες εκείνες τις μέρες να γινότανε κάτι και ο χρόνος να έσπαγε το πόδι του. Να μην μπορούσε να διασχίσει ανάμεσα στις ώρες για να αλλάξει τις ημερομηνίες του μεγάλου ημερολογίου που βρισκόταν στον τοίχο. Τίποτα δεν έκανε. Ούτε μια προσπάθεια, το αντίθετο. Περπάτησε γοργά, γοργά λες και βιαζότανε.
Το πρωινό μετά την εκκλησία είχε περάσει ήρεμα λες και δεν συνέβαινε τίποτα. Το μεσημέρι φάγαμε την μεγάλη γαλοπούλα που έψησε η μαμά Ισμήνη και φάγαμε από τα γλυκά της μαμάς Αντιγόνης. Η μαμά Μαρία μας διάβαζε Χριστουγεννιάτικες ιστορίες δίπλα στο τζάκι. Έξω χιόνιζε και εγώ παρακαλούσα το αυτοκίνητο που θα ερχότανε για την Άννη να βούλιαζε μέσα στο χιόνι ή να έμενε από λάστιχο. Τις σκέψεις μου, μου τις χάλασε η Άννη με μια βαλίτσα στο χέρι.
«Ιωάννα έχω να σου πω ένα μεγάλο μυστικό».
Γύρισα και την κοίταξα με μάτια κλαμένα και χωρίς δεύτερη κουβέντα εξαφανίστηκα στο δωμάτιο μου. Ήξερε, ήξερε και δεν μίλησε. Δεν μπήκε στον κόπο να με ακολουθήσει. Αποχαιρέτησε όλα τα παιδιά ένα προς ένα και με δάκρυα στα μάτια έδωσε το γράμμα που είχε γράψει για μένα στην μαμά Ισμήνη.
«Πες της να μην μου κρατήσει κακία. Πάντα ήθελα μια οικογένεια διαφορετική από την δική μας. Πάντα ήθελα ένα μπαμπά».
«Το ξέρω κοριτσάκι μου, να πας στο καλό και για ό,τι χρειαστείς εμείς είμαστε εδώ. Η πόρτα μας θα είναι πάντα ανοικτή για σένα».
Η Άννη άνοιξε την μεγάλη πόρτα. Την είδα να γυρίζει με μάτια γεμάτα δάκρυα και να μου στέλνει φιλί από μακριά. Δεν άντεξα και έτρεξα στην αγκαλιά της.
«Θα γίνεις λοιπόν και εσύ η Άννη της καρδιάς. Μην με ξεχάσεις να ξανάρθεις μ’ ακούς, να ξανάρθεις».
Για είκοσι ολόκληρα χρόνια η Άννη εξαφανίστηκε δεν έγραψε, δεν πήρε τηλέφωνο. Δεν την έψαξα μιας και η μαμά Ισμήνη μου είπε πως ζει ευτυχισμένη και θα ήταν καλύτερα να μην της αναστατώνουμε την καινούργια της ζωή. Το σεβάστηκα με πόνο καρδιάς. Αν και δύο χρόνια αργότερα βρέθηκε ένα ζευγάρι που ήθελε να με πάρει στο σπίτι τους αρνήθηκα. Ήθελα να μείνω εδώ για την μαμά Ισμήνη και για την Άννη. Πάντα βαθιά μέσα μου πίστευα πως η Άννη θα γυρνούσε έστω και για καλημέρα.
Είκοσι χρόνια αργότερα η ΄Αννη βρέθηκε στο κατώφλι του μεγάλου σπιτιού. Ήταν Χριστούγεννα. Την ίδια ώρα που είχε φύγει κάποτε, την ίδια ώρα η Άννη μου, κτύπησε την πόρτα μας. Αλλάξαμε και οι δυό μας αρκετά από τότε. Εγώ έγινα υπεύθυνη του μεγάλου σπιτιού. Η μαμά Μαρία με την μαμά Αντιγόνη μας άφησαν για το μεγάλο τους ταξίδι και η μαμά Ισμήνη έγινε η γιαγιά των παιδιών μου. Κράτησα το μεγάλο σπίτι με τα παιδιά σε μια προσπάθεια μου να κρατηθώ από αυτά αλλά και για να μπορέσει να με ξαναβρεί η ΄Αννη.
Εκείνα τα Χριστούγεννα όπως και κάθε Χριστούγεννα από τότε η Άννη σαν καλή νονά και νεράιδα ερχόταν γεμάτη δώρα για μένα, για την γιαγιά Ισμήνη και για τα παιδιά. Ήταν ο δικός μας Αϊ Βασίλης.
Τα Χριστούγεννα μου ομόρφυναν με την παρουσία της Άννης στην ζωή μου ξανά.





Σταυρός (του Γιώργου Βόμπρα)

Τού ίδιου δρόμου εραστές Σε κάτι βραδιές...ανέραστες Στο φως μιας λάμπας πού φωτά... Και τα φεγγάρια μένουν...βουβά Βουβός κι εσύ...μά φωτεινός ψάχνεις αγάπη...παντοτινός.. Δρόμοι ανοίχτηκαν πολλοί... μα ήταν κι οι Σταυροί...βαριοί Ένα φεγγάρι σού φωτά... Σταυροί...νυχτιές..στο πουθενά...

Γιώργος Βόμπρας




Παρασκευή 14 Δεκεμβρίου 2018

Επικήδειο (της Ελένης Ταϊφυριανού)


Περασμένες δώδεκα ξεψύχησε ο μεγάλος έρωτας.
Ηταν πολύ μεγάλος είχε ξεπεράσει 
το όριο θνησιμότητας προ πολλού.
Τελευταία δεν αισθανόταν και πολύ καλά,
Κάτι η πίεση, κάτι το ζάγχαρο,
Ενα ουρικό οξύ ανεβασμένο,
η χοληστερίνη και τα τριγλυκερίδια να κάνουν πάρτι...
Αλλά αυτό που τον πλήγωσε πιότερο ήταν ο προστάτης...
Δεν τον προστάτεψε καθόλου...
Και τώρα;
Πού θα βρούμε θεά Αφροδίτη να γεννήσει έναν καινούργιο έρωτα;

Ελένη Ταϊφυριανού



Πέμπτη 13 Δεκεμβρίου 2018

Έρωτας (της Χρυσαυγής Τούμπα)



Γυμνοί χωρίς τις αυταπάτες τους σε δίχτυ προσμονών τυλίγονται αρχέγονα ένστικτα στην ίδια θέση στιγμές αιώνες. Μετουσιώνουν το φόβο σε ρίσκο ήχοι προαιώνιων εντολών μπλέκουν το ποτέ με το τώρα. Δονούνται οι φλέβες στους ήχους βιολιών σαν τραγούδι παρθένων φωνών μελωδούν οι λέξεις τους. Τρέμουν οι μύες των ρημαγμένων κορμιών
σαν ψίθυροι αέναων ροών ραγίζουν οι ανάσες τους. Θρηνούν οι ψυχές... παγώνουν οι ανάσες ντυμένοι με τις αυταπάτες τους στο θρόισμα των κουρασμένων σιωπών στη δύση των ηδονικών λυγμών δύουν τα μάτια τους.

Χρυσαυγή Τούμπα



Τετάρτη 12 Δεκεμβρίου 2018

Έμεινα παιδί (της Σμαραγδής Μητροπούλου)



Έμεινα παιδί 
και πως να μεγαλώσω; 
Δεν είναι μπορετο 
ο τι μέσα μου κρύβω να σκοτώσω....
Ακόμα νοσταλγώ το αρχοντικό πάνω στο βράχο....
τα χρόνια μου τα αθώα τα παλιά....
Μέχρι εκείνη την ύστερη στιγμή 
Έμεινα παιδί....


Σμαραγδή Μητροπούλου




Πέμπτη 6 Δεκεμβρίου 2018

Ήχοι στη σιωπή



Τίτλος: Ήχοι στη σιωπή
Συγγραφέας:  Σμαραγδή Μητροπούλου
Είδος: Νεοελληνική Λογοτεχνία
Εκδοτικός οίκος: ΟΣΤΡΙΑ
Αριθμός σελίδων: 82
Διαστάσεις: 14Χ21
Έτος έκδοσης: 2017
ISBN: 978-960-604-279-9


Σκέψεις που δεν εξωτερικεύτηκαν… όνειρα που σ’ ένα κουτί ξύλινο έμειναν κλειδωμένα και ξεχάστηκαν… λόγια που χαράχτηκαν στο χαρτί... Αναμνήσεις… Σε κάθε γωνιά της γης… ατενίζοντας τη θάλασσα ή τα φώτα της πόλης. Γιατί… σαν τραγουδούν οι ήχοι στη σιωπή, έχουν τόσα μα τόσα να πουν… να θυμίσουν.














Μια στιγμή, μια αιωνιότητα μονάχα



Τίτλος: Μια στιγμή, μια αιωνιότητα μονάχα
Συγγραφέας: Σμαραγδή Μητροπούλου
Είδος: Νεοελληνική Λογοτεχνία
Εκδοτικός οίκος: ΟΣΤΡΙΑ
Αριθμός σελίδων: 124
Διαστάσεις: 14Χ21
Έτος Έκδοσης  2015
ISBN: 978-960-604-013-9



Όνειρα...αποφάσεις...επιλογές... Αρκεί, κάποιες φορές, μια τόση δα μεταβολή της τύχης για να πάρει άλλη κατεύθυνση η ρότα του καραβιού που λέγεται ζωή και να αλλάξουν όλα...όλα. Γιατί... Ένα σημάδι μπορεί να διαρκέσει για πάντα και μια στιγμή να σημαδέψει την ψυχή για μια αιωνιότητα













Πριν ο ήλιος δύσει




Τίτλος: Πριν ο ήλιος δύσει
Συγγραφέας: Σμαραγδή Μητροπούλου
Είδος: Νεοελληνικό θέατρο
Εκδοτικός οίκος: ΟΣΤΡΙΑ
Αριθμός Σελίδων: 70
Διαστάσεις: 21Χ14
Έτος Έκδοσης: 2014
ISBN: 9786185053949

Μια γυναίκα που τη βασανίζει το παρελθόν... Ένα αθώο παιδί.... Ένας νέος άνθρωπος που αναζητά την αγάπη και την αποδοχή... Η διαδρομή μιας ζωής.... Ένα άνοιγμα ψυχής....μια εξομολόγηση....την ώρα που ο ουρανός γεμίζει κόκκινα χρώματα....την ώρα του δειλινού.... πριν ο ήλιος δύσει














Τρίτη 4 Δεκεμβρίου 2018

Σάββατο 1 Δεκεμβρίου 2018

Αμαλθείας κέρας


Τίτλος: Αμαλθείας κέρας
Συγγραφέας: Βίκυ Δρακουλαράκου
Είδος: Νέα Ελληνική Ποίηση
Εκδόσεις: Όστρια
Έτος Έκδοσης:  2018
Σελίδες: 106
Σχήμα: 14 Χ 21
ISBN: 978-960-604-408-3



Στην ποιητική μου συλλογή Αμαλθείας κέρας συνυπάρχουν και διαπλέκονται πολλά συναισθήματα. Σ΄αυτή την παραμυθία της γραφής μου προσπάθησα να καλλιεργήσω μία δημιουργική σχέση ανάμεσα στο ποίημα και τον αναγνώστη. Πνευματωρύχος του βιβλίου είναι ο έρωτας.
Ανθικοί άξονες επίσης είναι στοιχεία ενός ενδότερου νόστου με αλληγορίες και μεταφορές, πολλάκις δε με μεταβαλλόμενο νόημα.  Σ΄αυτό το ποιητικό μου ταξίδι  αντιμετωπίζω τις λέξεις μου με αφοπλιστική ειλικρίνεια προκειμένου να επαναπροσδιορίσω προσδοκίες, απωθημένες επιθυμίες, μνήμες της παιδικής ηλικίας, την μελαγχολία της καθημερινότητας, ή την μοναξιά και την εγκατάλειψη. Τα όνειρα που ναυάγησαν αλλά και την άνιση μάχη του χρόνου και την φθορά. 
Με χαρά παραδίδω στο κοινό το πόνημα μου ιδωμένο με ψυχική ευθύνη και σεβασμό. 
Η γραφή είναι χειρωναξία, εν πολλοίς, η ίδια αλλά κυκλοφορεί εθιστικά στο είναι μου.
Χαιρετίζω σας με αγάπη!