Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΠΑΥΛΙΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΣΤΥΛΙΑΝΟΥ ΠΑΥΛΙΝΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 28 Σεπτεμβρίου 2021

Παραμύθι μυαλού (της Παυλίνας Στυλιανού)



Ψάχνεις για νεράιδες μέσα από τα παραμύθια 
Σαν κρύσταλλο η μορφή τους μέσα απ' τα νερά των σελίδων του βιβλίου του μυαλού σου
Όμορφες υπάρξεις για να ονειρεύεσαι ένα κόσμο αγνό, καθάριο για να σου χαρίσει τα πάντα 
Μα όταν κλείσεις τις σελίδες του και κοιτάξεις τριγύρω απλά ψάχνεις αν αχνοφαίνεται έστω και ένα κομμάτι απ' το όνειρο να το αρπάξεις και να χαμόγελασεις μαζί του. 
Όταν το ψάξεις καλά υπάρχει φτάνει να το πιστέψεις, φτάνει να χαρίσεις αυτό το μικρό χαμόγελο στον εαυτό σου γιατί το αξίζεις.
Εσύ είσαι ο αρχιτέκτονας και εσύ θα το σχεδιάσεις μόνο για σένα.


Παυλίνα Στυλιανού

Παρασκευή 25 Δεκεμβρίου 2020

Αλλιώτικα Χριστούγεννα (της Παυλίνας Στυλιανού)



Ο Πάνος είχε υποσχεθεί πως κάθε χρόνο τα Χριστούγεννα θα γυρνούσε για να περάσει τις γιορτές μαζί με την οικογένεια του.  Ήταν μια υπόσχεση ζωής για τα δυο μικρά του κορίτσια, τη Μαρκέλλα και την Στυλιανή.  Τα τελευταία χρόνια ήταν στενοκοπημένοι οικονομικά και μετά από πολλές συζητήσεις με την γυναίκα του είχαν αποφασίσει πως τα καράβια ήταν η μόνη τους λύση.   Ο Δημήτρης, φίλος και κολλητός του, του είχε πει εδώ και μέρες πως στο πλοίο που εργαζόταν ο μηχανικός του πλοίου είχε αρρωστήσει και θα έμενε πια στην στεριά.  Ο Πάνος είχε σπουδάσει μηχανικός πλοίων αλλά ποτέ δεν εξάσκησε το επάγγελμα γιατί γνώρισε την όμορφη Αλεξία και τον κέρδισε η στεριά.

Τα πρώτα χρόνια του γάμου τους ήταν τα χρόνια της ευμάρειας και ήταν γι’ αυτούς ονειρικά.  Η Αλεξία μετά από δύο χρόνια γέννησε τις δίδυμες και έτσι η ευτυχία τους ολοκληρώθηκε.

Το 2013 είχε έρθει η πρώτη κρίση των τραπεζών στο νησί και έξι μήνες αργότερα ο Πάνος έχασε την δουλειά του.

Η πρόταση του Δημήτρη του ήρθε κουτί ένα χρόνο αργότερα και έτσι αρχές του 2014 ο Πάνος άφησε πίσω την οικογένεια του και μπάρκαρε μαζί με τον κολλητό του.  Κάθε χρόνο τα Χριστούγεννα κρατούσε την υπόσχεση του.  Κάθε Χριστούγεννα στο σπίτι κοντά στην οικογένεια του, δίπλα στο τζάκι και στο στολισμένο Χριστουγεννιάτικο δέντρο.

Αρχές Δεκεμβρίου του 2020 ήρθε το γράμμα του Πάνου που ανέτρεψε τα πάντα.  Μέσα σε λίγες αράδες τους ανακοίνωνε πως αυτά τα Χριστούγεννα δεν θα μπορούσε να βρισκόταν κοντά τους.  Μ’ αυτό τον  καταραμένο ιό που ταλαιπωρούσε ολόκληρη την γη απαγόρεψαν σε όλα τα πλοία να μπαρκάρουν στο λιμάνι του νησιού και έτσι του ήταν αδύνατον να έρθει για να περάσει μαζί τους τις γιορτές.

Η Αλεξία το περίμενε αλλά οι μικρές περίμεναν πως και πως την επιστροφή του.  Όταν τους το ανακοίνωσε η μητέρα τους οι μικρές είχαν κλειστεί για ώρες στα δωμάτια τους χωρίς να μιλούν.  Όταν βγήκαν το είχαν πάρει πια απόφαση πως αυτά τα Χριστούγεννα θα ήταν αλλιώτικα.

Την επομένη η Αλεξία κατέβασε το λευκό Χριστουγεννιάτικο δέντρο, άφησε τα λαμπάκια γύρω από αυτό και τους φώναξε να το στολίσουν.  Εκείνη θα έφευγε για την δουλειά.  Ήταν αρκετά μεγάλες και μπορούσαν να μένουν μόνες πια στο σπίτι.  Εξάλλου ο παππούς και η γιαγιά έμεναν δίπλα και αν χρειάζονταν κάτι θα τους φώναζαν.

Βγήκαν από τα δωμάτια τους και βρήκαν το δέντρο στην κούτα και τα λαμπάκια δίπλα από αυτό.  Η Μαρκέλλα όμως είχε μια καλύτερη ιδέα.

«Δεν θα στολίσουμε φέτος το δέντρο με λαμπάκια.  Έχω μια καλύτερη ιδέα.  Μιας και φέτος τα Χριστούγεννα μας θα είναι αλλιώτικα τότε και το δέντρο θα πρέπει να στολιστεί αλλιώτικο.  Τι λες;»  και τράβηξε την Στυλιανή στην κουζίνα.  Άνοιξαν το συρτάρι που η μητέρα τους είχε μπόλικες μάσκες για να τις φοράνε λέει κάθε φορά που θα έβγαιναν έξω.  Ήταν αρκετές, τις πήραν και με αυτές στόλισαν το Χριστουγεννιάτικο τους δέντρο μαζί με τα λαμπάκια  να αναβοσβήνουν γύρω από αυτές .  Είχαν βρει σε ένα άλλο συρτάρι μπόλικα μικρά μπουκαλάκια με αντισηπτικό, έβγαλαν και το ασημόχαρτο και άρχισαν να τα τυλίγουν με αυτό.  Όταν τελείωσαν τα τοποθέτησαν όλα κάτω από το δέντρο. 

«Αυτά θα είναι τα Χριστουγεννιάτικα μας δώρα για φέτος Στυλιανή, πως σου φαίνεται;»

Αν και στην αρχή η Στυλιανή διαφωνούσε με όσα έκανε η Μαρκέλλα αργότερα όλο αυτό άρχιζε να της αρέσει … στόλιζε, τύλιγε και γελούσε.

Όταν γύρισε η μητέρα τους έβγαλαν και οι τρεις μια φωτογραφία κάτω από το στολισμένο, μάσκα,  Χριστουγεννιάτικο τους δέντρο και την έστειλαν στον μπαμπά.

Τα Χριστούγεννα του 2020 θα ήταν για την οικογένεια τους αλλιώτικα.


Παυλίνα Στυλιανού

Κυριακή 13 Δεκεμβρίου 2020

Η πόλη της σιωπής (της Παυλίνας Στυλιανού)



Ζούμε σ' ένα ψεύτικο κόσμο

Γεμάτο φόβο και τρόμο

Είναι ο κόσμος της σιωπής

Τριγυρισμένος στην αγκαλιά μιας πόλης πια βουβής

Μόνο τα δάκρυα της βροχής και το κλάμα μιας βροντής 

είναι η μόνη μουσική που ακούγεται στην πόλη που κάποτε χόρευε η ζωή.

Πίσω από μια μάσκα μαγική

σαν μια ομπρέλα προστατευτική

δίνει λίγη ζωή σ' αυτή την πόλη που χορεύει η σιωπή.


Παυλίνα Στυλιανού


Βελούδινο Σκοτάδι 


Κυριακή 27 Σεπτεμβρίου 2020

Άτιτλο (της Παυλίνας Στυλιανού)


Πως να χωρέσω μάτια μου στον κόσμο τον δικό σου
να γεύομαι τα χείλη σου και να χορταίνω το χαμόγελο σου
Πως να χωρέσω μάτια μου
στους κήπους των ματιών σου
να βυθίζομαι στο γαλάζιο σου
να ταξιδεύω στη θάλασσα των κόκκινων χιλιών σου.

Όπως κοιτάς τον ουρανό που απλώνεται μπροστά σου
μια χαραμάδα φως τρυπώνει στα όνειρα σου
μ’ ένα φεγγάρι στην παλάμη αγκαλιά
γίνεται η αγάπη κόκκινη φωλιά

Παυλίνα Στυλιανού

Τετάρτη 22 Ιουλίου 2020

Το παραμύθι μου (της Παυλίνας Στυλιανού)




Με την πνοή του ανέμου
ήθελα να πετάξω εκεί ψηλά
να κάνω πιρουέτες στα ουράνια
σαν κι αυτές του Πίτερ Παν.
Μα σύντομα κατάλαβα πως δεν ήμουνα αθάνατο παιδί
μα ένας απλός άνθρωπος που περπατάει εις την γη.

Με την μουσική του ανέμου
ήθελα να χορέψω βαλς σ’ ένα παλάτι μαγικό
σαν αυτό της Σταχτοπούτας που έγινε Πριγκίπισσα
μ’ ένα γοβάκι στο πόδι το γυμνό.
Μα σύντομα κατάλαβα πως δεν ήμουνα μες τα παραμύθια
μα ένας άνθρωπος απλός μες την κουζίνα να πλένω πιάτα, κουτάλια και χίλια δυό.

Με τον ρυθμό του ανέμου
ήθελα να ξυπνήσω απ’ τον εφιάλτη
σαν αυτό της  όμορφης Χιονάτης
παίρνοντας ένα φιλί στο στόμα  απ’ την άγνωστη αγάπη
Μα σύντομα κατάλαβα πως δεν ήμουνα Χιονάτη
πως δεν κοιμόμουνα  σε δάσος
μα σ' ένα σπίτι σ' ένα κρεβάτι.

Κι έτσι απογοητευτικά που όλα όσα έγραφαν ήτανε απάτη.
Και τώρα που μεγάλωσα και είδα πως δεν πετάω,
το όνειρο να φτάσω και τον εφιάλτη να ξεσκεπάσω.
Να χορέψω με τον άνεμο κι ένα φιλί να πάρω,
θα γράψω τα δικά μου παραμύθια χωρίς το ψέμα χωρίς καμιά απάτη!

Παυλίνα Στυλιανού


Δευτέρα 11 Μαΐου 2020

Κάτω από τη σιγή των αστεριών (της Παυλίνας Στυλιανού)


Ψιθύρισα τ’ όνομα του …
έκλεισα τα μάτια και αποκοιμήθηκα στης ψυχής του την αγκαλιά...
όπως το ποθούσα
…κάτω από τη σιγή των αστεριών…,
και όχι… όταν σίγησε ο ουρανός… κι έγινε ένα με το κλάμα μου
ένα κλάμα με γεύση πικραμύγδαλου
όπως τότε που εκείνο το γαλάζιο φόρεμα είχε γίνει ένα με το χώμα της γης
τώρα η σιγή των αστεριών είναι το ένα και μοναδικό δικό μας βράδυ
κι εκείνο το βράδυ δεν είχε το κλάμα πικραμύγδαλου φορεμένο στα χείλι μου
ήταν το κλάμα της ευτυχίας και της αντάμωσης,
της μίας και μοναδικής αιώνιας αντάμωσης των δικών μας αστεριών
ένα και μοναδικό
Καληνύχτα αγάπη μου
Καληνύχτα καρδιά μου

Παυλίνα Στυλιανού

Σάββατο 7 Μαρτίου 2020

Μάτια ψυχής (της Παυλίνας Στυλιανού)

Μάτια ψυχής
ο καθρέφτης της ψυχής μας -1-

Με τα μάτια της ψυχής μου, σε γνώρισα,
μέσα από αυτά, σε ένιωσα, σε πόθησα.
Ήταν τα μάτια που δεν με πρόδωσαν,
αυτά που ένα κοίταγμα ψυχής σε αναγνώρισαν.

Μ’ ένα κοίταγμα ψυχής , εμείς ενώσαμε
τα πέταλα μας ,να μην ματώσουνε,
να μην χαθούνε, απ’ το φύσημα του αέρα
και γίνουν αόρατα ψηλά εις τον αιθέρα.

Με τα μάτια της ψυχής μου
χάιδεψα τη μορφή που σκιαγράφησα,
το λιγοστό φως της δικής μου ενώθηκε με τη δική σου,
έπαψα πια να είμαι τυφλή,
σ’ ευχαριστώ…

*******

Με τα μάτια της ψυχής!
ο καθρέφτης της ψυχής μας -2-

Με τα μάτια της ψυχής μου
γνώρισα κι αγάπησα εσένα.
Με τα μάτια της δικής σου
γνώρισες κι αγάπησες εμένα.
Ενώσαμε και αγκαλιάσαμε
τα πέταλα των ψυχών μας
μ’ αγάπη…

Μ’ ένα κοίταγμα ψυχής
που μόνο εμείς βρήκαμε τους κωδικούς της,
μ’ ένα διάβασμα ψυχής
που μόνο εμείς διαβάσαμε τα ίχνη της,
γίναμε ένα.
Πάνω από εσένα κι από εμένα.

Σκιαγραφώ τη μορφή σου
στο λιγοστό φως της νύχτας
κάτω απ’ το φώς του φεγγαριού.
Σκιαγραφείς της μορφή μου
κάτω απ΄ το φως του φεγγαριού
με τον ίδιο τρόπο για να είμαστε ένα.

Η σκέψη μου αντάμωσε την δική σου.
Γίναμε ένα…

******

Με τα μάτια της ψυχής!
 ο καθρέφτης της ψυχής μας -3 -

Με τα μάτια της ψυχής σου,
τραγουδώ
και της ψυχής μου,
αναπνέω…
Ενώνω της καρδιάς μας τον ρυθμό
και με τα πέταλα μας, εγώ χορεύω.
Μ’ ένα κοίταγμα ψυχής,
όπως εμείς ξέρουμε μόνο, χαϊδεύουμε το πνεύμα
ψηλαφίζουμε κάθε εκατοστό σιωπής,
ενός κόσμου που φτιάξαμε παρέα.

Τα χέρια της ψυχής μου, χάιδεψαν το πρόσωπο
ψηλάφισαν το κάθε εκατοστό του.
Μίλησαν οι ψυχές στο ηλιοβασίλεμα
και ακούστηκαν τα λόγια τα δικά μας
Ψιθυριστά όπως τότε, του παραμυθιού.
Μου είναι αδύνατο να πάψω να σκιαγραφώ τη μορφή
στο λιγοστό το φως της δικής μου της ψυχής,
κι ας κρύβομαι μες στο σκοτάδι.

Με τα μάτια της ψυχής σου
και της δικής μου,
ενώσαμε και αγκαλιάσαμε
τα πέταλα μας.
Κι από τότε είμαστε μαζί
και θα ’μαστε ως τα γηρατειά μας…

Παυλίνα Στυλιανού


Βελούδινο Σκοτάδι

Η Ιθάκη μου της ψυχής μαργαριτάρι!


Τρίτη 7 Ιανουαρίου 2020

Άτιτλο (της Παυλίνας Στυλιανού)

Χάθηκαν τα κλειδιά,
 και η ψυχή έμεινε κλειδωμένη σ'ένα μπουκάλι με κοχύλια αγάπης
Ένα αμυδρό χαμόγελο στα χείλη καρτερεί
να ανθοβολήσει  άνοιξη,
να ξεχειλίσει αγάπη,
να μυρίσει τα ανθισμένα γιασεμιά,
κι άμα καταφέρει να απελευθερωθεί
η ψυχή πετάει από το παράθυρο!


Παυλίνα Στυλιανού






Δευτέρα 11 Νοεμβρίου 2019

Άτιτλο (της Παυλίνας Στυλιανού)


Υπάρχει η αγάπη ανάμεσα στου ανέμου το αόρατο χάδι
 πλανάτε ανάμεσα μας
και τη  ψυχή γαληνεύει
μ ένα απλό άγγιγμα μ ένα σημάδι

Κι αν κάποτε απομακρυνθήκαμε
δεν λέει η φωλιά να χάθηκε μιας και δεν έπιασε βροντή λασπόνερα
να γίνει

Μοναχά, χελιδόνια γίναμε.
ταξιδι μακρινό πετάξαμε
μα γυρίσαμε πίσω στη φωλιά που φτιάξαμε
κάποτε μια νύχτα με φεγγάρι

Γυρίζουν τα χελιδόνια
Γυρίζουν κι οι καρδιές μαζί.

 Παυλίνα Στυλιανού




Δευτέρα 9 Σεπτεμβρίου 2019

Ουράνιο τόξο (της Παυλίνας Στυλιανού)


Η σκάλα για να φτάσει η ψυχή στον ουρανό
Μια σκάλα με πανδαισία χρωμάτων
κι απορώ!
Το γαλάζιο της θάλασσας που αφήνεις πίσω
Το κόκκινο της επίγειας αγάπης προς τον δρόμο της ουράνιας
κι ας κρύβεται πίσω από ένα γαλάζιο ουρανό
Το κίτρινο της μαδημένης μαργαρίτας του «αν μ’ αγαπάς»
Το πράσινο της φύσης των χρωμάτων
Το λευκό του νυφικού κάτω απ’ το φώς του φεγγαριού
Το ροζ της γέννησης ενός κοριτσιού
Το μπλε της γέννησης ενός αγοριού.

Το μαύρο…
Έχει το ουράνιο τόξο μαύρο;
Μα είναι το μαύρο για το χαμό του αγαπημένου
και τι μ’ αυτό
Εγώ  θέλω να φοράς το άσπρο
Το νυφικό που έφεξε κάποτε κάτω απ’ το φως του φεγγαριού
Που μας χάρισε το γαλάζιο μια μέρα στη θάλασσα
Που μας χάρισε το κόκκινο όταν σου έδινα την αγάπη μου
Που μας χάρισε το πράσινο μια μέρα στη φύση
Που μας χάρισε το κίτρινο της μαδημένης μαργαρίτας όταν αμφέβαλες αν σ’ αγαπώ
Που μας χάρισε το ροζ και το μπλε στη γέννηση των παιδιών μας
Αυτό θέλω να φοράς κι ας τους άλλους να λένε…

Παυλίνα Στυλιανού



Δευτέρα 24 Δεκεμβρίου 2018

Χριστούγεννα με την Ιωάννα (της Παυλίνας Στυλιανού)


Με λένε Άννη, η Άννη της καρδιάς.  Από τότε που γεννήθηκα μέχρι τα δέκα μου ήμουν χωρίς επίθετο.  Ζούσα σ’ ένα μεγάλο σπίτι με τρεις μαμάδες, τη μαμά Μαρία, τη μαμά Αντιγόνη και τη μικρή μαμά Ισμήνη, αλλά χωρίς μπαμπά.  Πάντα ήθελα να αποκτήσω μπαμπά.  Το περίμενα πως και πως.
Μια κρύα μέρα του Χειμώνα, έξω χιόνιζε, η μαμά Μαρία με βρήκε έξω από την πόρτα του μεγάλου σπιτιού.  Το κλάμα μου ήταν τόσο μεγάλο που η μαμά Μαρία έτρεχε για να ανοίξει την πόρτα.  Με βρήκαν μέσα σ’ ένα καλαθάκι με όλα μου τα υπάρχοντα.  Μια κουβερτούλα, ένα σταυρουδάκι και ένα γράμμα.
Πριν προλάβει η μαμά Μαρία να κλείσει την πόρτα ένα άλλο κλάμα γοερό ακούστηκε λίγο πιο κάτω.  Κάτω από ένα μεγάλο δέντρο ένα δεύτερο καλαθάκι με ένα άλλο μωρό κρύωνε και φώναζε δυνατά.  Η μαμά Ισμήνη, η μικρότερη έτρεξε να την πάρει.  Με το που η πόρτα έκλεισε και οι δύο μας σταματήσαμε να κλαίμε.  Η ζεστασιά του σπιτιού μας έκανε να ηρεμίσουμε και να χαμογελάσουμε επιτέλους.  Από τότε εγώ και η Ιωάννα γίναμε αδελφές.  Μοιραζόμασταν για 10 ολόκληρα χρόνια το ίδιο δωμάτιο, το ίδιο κρεβάτι πολλές φορές μην σας πω μιας και κάποια πρωινά μας έβρισκαν και τις δυο κουλουριασμένες και αγκαλιασμένες.  Η Ιωάννα ήταν το αυτί του μεγάλου σπιτιού, κρυφάκουγε συχνά πίσω από τις πόρτες και έτσι το βράδυ είχα και μία ιστορία να ακούσω από εκείνη.  Είχαμε ορκιστεί και οι δύο  με τα χρόνια πως θα μέναμε πάντα μαζί και πως δεν θα φεύγαμε ποτέ από το μεγάλο σπίτι.  Μόνο που εγώ δεν τήρησα την υπόσχεση μου.  Κάπου βαθιά μέσα μου ονειρευόμουνα ένα σπίτι, μια μαμά, ένα μπαμπά.  Ζήλευα όταν έφευγε ένα παιδί από το σπίτι.  Η Ιωάννα έτρεχε στο μεγάλο δέντρο, εκείνο που την βρήκανε όταν ήτανε μικρή, ανέβαινε στα κλαδιά του και του φώναζε, έτσι το αποχαιρετούσε.  Η Ιωάννα ήταν αγοροκόριτσο σε αντίθεση με εμένα που φοβόμουνα ακόμη και τα μυρμήγκια.
Κάπου κοντά στα 8 η μαμά Μαρία μου έδωσε το γράμμα της μαμάς μου.

΄Αννη μου,
Συγνώμη που σε άφησα έξω από τη πόρτα του ορφανοτροφείου.  Δεν είχα άλλη επιλογή, ήμουν μόλις 16 χρονών και η μαμά μου δεν σήκωνε μύγα στο σπαθί της να σε κρατήσω.  Ρίσκαρα όμως, σε γέννησα και αποφάσισα να σε αφήσω στο μεγάλο σπίτι. Συγνώμη μωρό μου.
Η μαμά σου

Η σκέψη μου γύρισε στη λέξη ορφανοτροφείο.  Πρώτη φορά άκουγα τη λέξη αυτή.  Άρα το μεγάλο σπίτι το λένε ορφανοτροφείο.  Το γεγονός ότι με άφησε εκεί και ότι δεν είχε ούτε ένα όνομα στο γράμμα της εκτός από το δικό μου δεν με ένοιαξε καθόλου.  Άφησα το γράμμα στο τραπέζι.  Γύρισα και κοίταξα την μαμά Μαρία.  «Δεν με νοιάζει μαμά» της είχα πει και γύρισα στο δωμάτιο μου.  Εκείνο το βράδυ έκλαψα, έκλαψα πολύ.  Από εκείνη τη μέρα η επιθυμία μου να βρω μια οικογένεια και να εξαφανιστώ μεγάλωνε περισσότερο.
Ένα απόγευμα ένα χρόνο αργότερα ένα ζευγάρι βρέθηκε στο γραφείο της μαμάς Μαρίας.  Η Ιωάννα ήταν άρρωστη στο κρεβάτι και έτσι αποφάσισα να πάρω εγώ τη θέση της πίσω από την πόρτα.  Μιλούσαν χαμηλόφωνα και δεν μπορούσα να ακούσω καλά.  Άνοιξα τότε δειλά, δειλά την πόρτα και μπήκα μέσα.  Προφασίστηκα πως έψαχνα κάτι και έτσι είδα την όμορφη κυρία που τη συνόδευε ένας γοητευτικός κύριος.  Φυσικά η μαμά Μαρία θύμωσε και με έδιωξε από το δωμάτιο αλλά πριν προλάβω να βγω η όμορφη κυρία μου φώναξε.
«Πως σε λένε μικρή μου».
«΄Αννη».
«Πολύ ωραίο όνομα ΄Αννη και εμένα με λένε Ελένη».
«Πόσο χρονών είσαι;»
«9 ετών».
Της χαμογέλασα, έτρεξα και βγήκα από το δωμάτιο.  Δεν ξέρω τι άλλο είχε ειπωθεί εκείνη τη μέρα.  Μόνο 2 βδομάδες αργότερα μου είπαν πως θα πήγαινα με τη μαμά Ισμήνη ένα μεγάλο περίπατο μιας και ήμουν ένα πολύ φρόνιμο παιδάκι.  Η Ιωάννα διαμαρτυρήθηκε που δεν θα ερχόταν μαζί μας αλλά οι πολλές τις σκανδαλιές  βοήθησαν να βρεθεί και η κατάλληλη δικαιολογία.  Η Ιωάννα θα έμενε πίσω γιατί ήταν πολύ άταχτο παιδάκι…
Φύγαμε με το αυτοκίνητο.  Περάσαμε μέσα από το μεγάλο δάσος και εγώ θαύμαζα της ομορφιές της φύσης.  Κάποια στιγμή περάσαμε μέσα από μια μεγάλη πόρτα, μας άνοιξε ένας καλοντυμένος κύριος, κάναμε τη μικρή διαδρομή μέχρι το μεγάλο σπίτι και σταματήσαμε.  Δεν ήξερα τι να πρωτοθαυμάσω, δεν μπόρεσα να αρθρώσω ούτε μια λέξη.  Η πόρτα άνοιξε και η όμορφη κυρία με το όνομα Ελένη ήταν εκεί, με καλωσόρισε.  Φάγαμε, μιλήσαμε και μετά από πολύ ώρα αποχαιρετιστήκαμε.  Έπρεπε να επιστρέψω.  Ποτέ και σε κανένα, ακόμη και στην Ιωάννα δεν είχα πει πως πέρασα εκείνο το απόγευμα.  Οι μόνοι μάρτυρες ήταν η μαμά Ισμήνη και η όμορφη κυρία Ελένη.
Μήνες αργότερα ήρθε το μήνυμα πως ήρθε η ώρα να αποχαιρετήσω το μεγάλο σπίτι.  Έκλεισα πια τα 10 και ξημέρωνε Χριστούγεννα.  Έπρεπε να μιλήσω στην Ιωάννα.  Για μέρες σκεφτόμουνα τι να της έλεγα.  Ένοιωθα τύψεις, ήξερα πως την πρόδιδα αλλά δεν είχα άλλη επιλογή.  Η επιθυμία μου να έχω μια μαμά και ένα μπαμπά με έκανε να κρατήσω το μεγάλο μυστικό.  Το πρωινό μετά την εκκλησία είχε περάσει σχετικά γρήγορα .  Το μεσημέρι φάγαμε τη μεγάλη γαλοπούλα της μαμάς Ισμήνης και τα γλυκά της μαμάς Αντιγόνης.  Πήρα μια βαθειά ανάσα και έφυγα από το μεγάλο δωμάτιο, τη τραπεζαρία μας.  Είδα την Ιωάννα που με κοιτούσε με μάτια τρομαγμένα αλλά εγώ προχώρησα χωρίς να ξαναγυρίσω πίσω.  Ήξερα πως αυτό που έκανα δεν ήταν καθόλου έντιμο από μέρους μου αλλά η επιθυμία μου για οικογένεια ήταν πιο μεγάλη.  Πήγα στο δωμάτιο μας, πήρα την βαλίτσα που είχα ετοιμάσει και βγήκα.  Γύρισα στο μεγάλο δωμάτιο.  Η Ιωάννα λες και ήξερε τα πάντα έφυγε τρέχοντας, δεν περίμενε καν να την αποχαιρετήσω.  Το μόνο που πρόλαβα να της φωνάξω ήταν ένα μεγάλο συγνώμη και να δώσω ένα μικρό γράμμα για εκείνη.  Τους αποχαιρέτησα όλους και πριν προλάβω να βγω από την πόρτα την είδα να τρέχει και να με αγκαλιάζει.  «Θα γίνεις και εσύ η ΄Αννη της καρδιάς.  Μη με ξεχάσεις, να ξανάρθεις μ’ ακούς, να ξανάρθεις» τα τελευταία της λόγια.  Ήταν και τα τελευταία μου Χριστούγεννα εκεί.  Τα Χριστούγεννα του 90.
Για 20 ολόκληρα χρόνια είχα εξαφανιστεί από τη ζωή της.  Μάθαινα γι’ αυτήν από τη μαμά μου την Ελένη.  Πάντα τη ρωτούσα και πάντα εκείνη  ήταν πρόθυμη να μου μιλήσει για τη ζωή της αδελφής μου.  Ήταν υπέροχοι άνθρωποι και δεν μετάνιωσα ποτέ που είχα φύγει από το μεγάλο σπίτι.  Η Ιωάννα είχε μείνει εκεί για πάντα.  Ήξερα πως το είχε κάνει για μένα και για την υπόσχεση που είχαμε δώσει κάποτε.  Είκοσι χρόνια αργότερα αποφάσισα να ξαναπεράσω τη μεγάλη πόρτα του πρώτου μεγάλου μου σπιτιού.  Ήταν Χριστούγεννα και η Ιωάννα μου άνοιξε την πόρτα.  Είχαμε αλλάξει πολύ και οι δύο αλλά η ψυχή των παιδικών μας χρόνων ήταν και θα είναι πάντα η ίδια.  Πέσαμε η μια μέσα στην αγκαλιά της άλλης όπως τότε.  Είχα τις σακούλες μου γεμάτες δώρα για όλα τα παιδιά, μικρά και μεγάλα.  Ήξερα από πριν την ηλικία του κάθε παιδιού κι αν ήταν αγόρι ή κορίτσι.  Ένα ιδιαίτερο δώρο για τη μαμά Ισμήνη, η οποία ήταν πια σε προχωρημένη ηλικία και για την Ιωάννα μου.  Την δική μου Ιωάννα.  Από τότε κάθε Χριστούγεννα ανέβαινα το μεγάλο κατώφλι του σπιτιού γεμάτη δώρα για όλους…

19 Δεκεμβρίου 2018






Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2018

Χριστούγεννα με την Άννη της καρδιάς (της Παυλίνας Στυλιανού)


Γεια σας με λένε Ιωάννα, Ιωάννα της καρδιάς, απλά κι ωραία χωρίς επίθετο. Nαι, χωρίς επίθετο, ε και; Σας φαίνεται παράξενο έτσι; Δεν έχω μπαμπά αλλά έχω πολλές μαμάδες. Όταν λέω πολλές μαμάδες μην φανταστείτε και αμέτρητες. Τρεις όλες κι όλες. Η αδελφή Μαρία, η αδελφή Αντιγόνη και η αδελφή Ισμήνη. 
Το σπίτι μου είναι τεράστιο με πολλά δωμάτια για να χωρέσουν μέσα όλα μου τα αδελφάκια μικρά και μεγάλα. Το κακό είναι πως αυτά τα αδελφάκια αραιά και που μου τα παίρνουν. Τα δίνουνε σ’ άλλες οικογένειες κι έτσι μ’ αυτό τον τρόπο από τρεις μαμάδες αποκτάνε ένα μπαμπά και μία μαμά. Κάθε φορά που φεύγει κι ένα παιδί κάθομαι σ’ ένα μεγάλο δέντρο και του φωνάζω δυνατά μέχρι το αυτοκίνητο χαθεί από μπροστά μου.
«Να ξανάρθεις, μην με ξεχάσεις. Να μου γράφεις!!»
Μόνο που κανένα από αυτά τα παιδιά δεν γύρισε πίσω. Είμαι σίγουρη πως ήθελε να ξεχάσει. Γιατί όμως αφού περνούσαμε ωραία θυμάμαι. Όταν άλλαζαν οι εποχές άλλαζε όψη και το σπιτικό μας. Όπως και εκείνα τα Χριστούγεννα του ’90. Ήταν τα Χριστούγεννα που ο μικρός πόνος στη καρδιά μου δεν λέει να μ’ αφήσει ακόμη μέχρι και σήμερα αν και έχουν αλλάξει πολλά από τότε. Είμαι σίγουρη πως μέχρι και ο Αϊ Βασίλης είχε κλάψει τότε.
Όλα ξεκίνησαν όταν η αδελφή Μαρία έλαβε ένα μήνυμα με την φράση «Όλα είναι έτοιμα. Τα χαρτιά της υιοθεσίας τα έχομε στα χέρια μας, ερχόμαστε στις 25 του μήνα να πάρομε την Άννη. Να της πείτε να έχει έτοιμη την βαλίτσα της».
«25 του μήνα! Αδύνατον!! 25 του μήνα είναι Χριστούγεννα. Πως θα πούμε της Ιωάννας πως την μέρα των Χριστουγέννων η Άννη πρέπει να φύγει».
«Να μην πούμε τίποτα αδελφή Μαρία. Εμείς απλά το μόνο που έχομε να κάνομε είναι να ειδοποιήσομε την Άννη να είναι έτοιμη».
«Δεν είναι σωστό αδελφή. Αν αφήσομε την Ιωάννα στην άγνοια της ίσως να είναι χειρότερα τα πράγματα όταν έρθει εκείνη η στιγμή».
«Άφησε τες χαρούνε τις προετοιμασίες των Χριστουγέννων όπως κάθε χρόνο και στην Άννη το λέμε την τελευταία στιγμή. Δεν υπάρχει λόγος δέκα μόνο μέρες πριν να τις αναστατώσουμε», επενέβηκε η αδελφή Ισμήνη μ’ ένα πρόσωπο που αν δεν ήσουν στην θέση της δεν θα μπορούσες να νιώσεις τον πόνο της.
Όπως και η Ιωάννα έτσι και η Ισμήνη είχε την αδυναμία της στην Άννη. Δεν το έδειξε ποτέ της όμως. Δεν επιτρεπόταν. Αν ήταν παντρεμένη σίγουρα θα υιοθετούσε το κορίτσι. Δυστυχώς όμως η Ισμήνη δεν παντρεύτηκε ποτέ κι έτσι αφιέρωσε όλη της τη ζωή σ’ αυτό το ορφανοτροφείο. Όλα αυτά τα παιδιά τα είχε σαν παιδιά της και κάθε φορά που έφευγε ένα από αυτά σπάραζε η ψυχή της. Τώρα ήρθε η σειρά και της Άννης.
Μπορεί οι μαμάδες μου να μην ήθελαν να μου πουν τίποτα σχετικά μ’ αυτό δεν θα πει όμως πως εγώ δεν ήμουν σε θέση να το μάθω. Αφού το μεγαλύτερο μου ελάττωμα ήταν να κρυφακούω πίσω από τις πόρτες κάθε φορά που είχαν κάτι να πουν και μετά να τρέχω να το ανακοινώνω σ’ όλα τα υπόλοιπα παιδιά. Αυτό με έκανε ηρωίδα στα μάτια τους. Έτσι δηλαδή το έβλεπα εγώ. Η Άννη όμως το έλεγε αδιακρισία και πως μια μέρα θα τιμωρηθώ πολύ γι’ αυτό. Μόνο που δεν ήξερα για πια τιμωρία μιλούσε. Δεν μου εξήγησε. Γιατί αν μου εξηγούσε σίγουρα δεν θα κρυφάκουγα πίσω από την πόρτα εκείνη τη μέρα και έτσι όλες οι υπόλοιπες μέρες μέχρι τα Χριστούγεννα δεν θα ήταν τόσο δυστυχισμένες.
Γύρισα στο δωμάτιο μας χωρίς καν να μιλήσω σε κανένα από τα παιδιά που βρήκα στον διάδρομο. Παρόλο που με ρωτούσανε «Έλα Ιωάννα πες μας τι άκουσες», «Θέλω να μάθω και εγώ Ιωάννα λέγε», «Αφού θα μας πεις, ε πού πας;» Εγώ μουγκάθηκα ξαφνικά και με γοργά βήματα βρέθηκα στο δωμάτιο.
Η Άννη με περίμενε.
«Για λέγε τι άκουσες πάλι!» γεμάτη χαμόγελο περίμενε να της διηγηθώ τις γκριμάτσες που έκανε η κάθε μια από τις μαμάδες μου.
Μόνο που αυτή τη φορά δεν μίλησα. Ορκίστηκα να μην μιλήσω. Απλά την κοιτούσα και αναρτιόμουνα τι ακριβώς ήξερε γι’ αυτή την υιοθεσία και πότε θα μου το έλεγε. Είχαμε ορκιστεί και οι δυο πως θα μέναμε μαζί εδώ σ’ αυτό το σπίτι και όταν θα μεγαλώναμε θα γινόμασταν η αδελφή Άννη και η αδελφή Ιωάννα με τα πολλά παιδιά. Η Άννη όμως με ξεγέλασε φεύγει και τώρα…
Όσο και να με πίεσε δεν μίλησα καθόλου. Εκείνο το βράδυ έμεινα ξάγρυπνη να την κοιτάζω και αναρωτιόμουν πια θα ήταν η νέα μου αδελφή που θα μοιραζόμουν το δωμάτιο και την καρδιά μου μαζί της. Δεν ήξερα αν ήθελα άλλη ή αν ήθελα να έμενα μόνη. Οι μέρες πέρασαν αρκετά γρήγορα σαν το νερό. Στολίσαμε το Χριστουγεννιάτικο δέντρο, φτιάξαμε το Χριστουγεννιάτικο γλυκό, τα μελομακάρονα, τους κουραμπιέδες. Το σπίτι μύρισε γιορτινά, ζεστάθηκε με το τζάκι και με τα γέλια των παιδιών. Μόνο στην δική μου καρδιά επικρατούσε ακόμη η παγωνιά.
Ξημέρωσε επιτέλους Χριστούγεννα για όλους εκτός από εμένα. Εγώ απλά ευχόμουν όλες εκείνες τις μέρες να γινότανε κάτι και ο χρόνος να έσπαγε το πόδι του. Να μην μπορούσε να διασχίσει ανάμεσα στις ώρες για να αλλάξει τις ημερομηνίες του μεγάλου ημερολογίου που βρισκόταν στον τοίχο. Τίποτα δεν έκανε. Ούτε μια προσπάθεια, το αντίθετο. Περπάτησε γοργά, γοργά λες και βιαζότανε.
Το πρωινό μετά την εκκλησία είχε περάσει ήρεμα λες και δεν συνέβαινε τίποτα. Το μεσημέρι φάγαμε την μεγάλη γαλοπούλα που έψησε η μαμά Ισμήνη και φάγαμε από τα γλυκά της μαμάς Αντιγόνης. Η μαμά Μαρία μας διάβαζε Χριστουγεννιάτικες ιστορίες δίπλα στο τζάκι. Έξω χιόνιζε και εγώ παρακαλούσα το αυτοκίνητο που θα ερχότανε για την Άννη να βούλιαζε μέσα στο χιόνι ή να έμενε από λάστιχο. Τις σκέψεις μου, μου τις χάλασε η Άννη με μια βαλίτσα στο χέρι.
«Ιωάννα έχω να σου πω ένα μεγάλο μυστικό».
Γύρισα και την κοίταξα με μάτια κλαμένα και χωρίς δεύτερη κουβέντα εξαφανίστηκα στο δωμάτιο μου. Ήξερε, ήξερε και δεν μίλησε. Δεν μπήκε στον κόπο να με ακολουθήσει. Αποχαιρέτησε όλα τα παιδιά ένα προς ένα και με δάκρυα στα μάτια έδωσε το γράμμα που είχε γράψει για μένα στην μαμά Ισμήνη.
«Πες της να μην μου κρατήσει κακία. Πάντα ήθελα μια οικογένεια διαφορετική από την δική μας. Πάντα ήθελα ένα μπαμπά».
«Το ξέρω κοριτσάκι μου, να πας στο καλό και για ό,τι χρειαστείς εμείς είμαστε εδώ. Η πόρτα μας θα είναι πάντα ανοικτή για σένα».
Η Άννη άνοιξε την μεγάλη πόρτα. Την είδα να γυρίζει με μάτια γεμάτα δάκρυα και να μου στέλνει φιλί από μακριά. Δεν άντεξα και έτρεξα στην αγκαλιά της.
«Θα γίνεις λοιπόν και εσύ η Άννη της καρδιάς. Μην με ξεχάσεις να ξανάρθεις μ’ ακούς, να ξανάρθεις».
Για είκοσι ολόκληρα χρόνια η Άννη εξαφανίστηκε δεν έγραψε, δεν πήρε τηλέφωνο. Δεν την έψαξα μιας και η μαμά Ισμήνη μου είπε πως ζει ευτυχισμένη και θα ήταν καλύτερα να μην της αναστατώνουμε την καινούργια της ζωή. Το σεβάστηκα με πόνο καρδιάς. Αν και δύο χρόνια αργότερα βρέθηκε ένα ζευγάρι που ήθελε να με πάρει στο σπίτι τους αρνήθηκα. Ήθελα να μείνω εδώ για την μαμά Ισμήνη και για την Άννη. Πάντα βαθιά μέσα μου πίστευα πως η Άννη θα γυρνούσε έστω και για καλημέρα.
Είκοσι χρόνια αργότερα η ΄Αννη βρέθηκε στο κατώφλι του μεγάλου σπιτιού. Ήταν Χριστούγεννα. Την ίδια ώρα που είχε φύγει κάποτε, την ίδια ώρα η Άννη μου, κτύπησε την πόρτα μας. Αλλάξαμε και οι δυό μας αρκετά από τότε. Εγώ έγινα υπεύθυνη του μεγάλου σπιτιού. Η μαμά Μαρία με την μαμά Αντιγόνη μας άφησαν για το μεγάλο τους ταξίδι και η μαμά Ισμήνη έγινε η γιαγιά των παιδιών μου. Κράτησα το μεγάλο σπίτι με τα παιδιά σε μια προσπάθεια μου να κρατηθώ από αυτά αλλά και για να μπορέσει να με ξαναβρεί η ΄Αννη.
Εκείνα τα Χριστούγεννα όπως και κάθε Χριστούγεννα από τότε η Άννη σαν καλή νονά και νεράιδα ερχόταν γεμάτη δώρα για μένα, για την γιαγιά Ισμήνη και για τα παιδιά. Ήταν ο δικός μας Αϊ Βασίλης.
Τα Χριστούγεννα μου ομόρφυναν με την παρουσία της Άννης στην ζωή μου ξανά.





Τρίτη 6 Νοεμβρίου 2018

Ανώνυμο πλάσμα της Παυλίνας Στυλιανού)


Μου ΄χουν πει πως πρέπει να έχω όνομα και επίθετο μαζί
μα έλα που θέλω να ’μαι το ανώνυμο πλάσμα ανάμεσα σε σας και στο γύρω πλήθος!

Θέλω ν’ αναπνέω για μένα και για σένα
ν΄ αγαπάω για μένα και για σένα
να γράφω πάνω απ΄ όλα για σένα και μετά για μένα…

Νιώθω τις ανάσες μας ένα να γυρνάνε να ταξιδεύουν οι ψυχές με μια μαγεία ονειρική πλανεύτρα…

Μου 'χουν πει πως μπορεί να μου κλέψουν την ψυχή
μα και εγώ κλέβω λέξεις από την αγάπη μου

Μου 'χουν πει πως πρέπει να δηλώσω ένοχη αγάπης
επειδή είμαι μια άγνωστη κουκκίδα στο χάρτη
και έχουν…
και έχουν το θράσος να με καταδικάσουν γι' αυτό κι μόνο

Ε, λοιπόν δηλώνω ένοχη αγάπης
καταδικάστε με και όταν βγω
θα το ξανακάνω
σας το ορκίζομαι…

Παυλίνα Στυλιανού



Τρίτη 30 Οκτωβρίου 2018

Η ζωη (της Παυλίνας Στυλιανού)


Ό,τι ένιωσα είχε χρώμα
Ό,τι πρωτοείδα είχε ζωή
Είναι η αγάπη γεμάτη ουρανό
με άστρα
Είναι το λουλούδι γεμάτο ζωή
Ό,τι αγάπησα είχε έγνοια
Ό,τι πρωτοείδα είχε καρδιά
Είναι η αγάπη γεμάτη χρώμα
Είναι η ζωή γεμάτη φως
Είναι η έγνοια που έχεις μέσα
και δεν λέει να σβήσει σ' ένα παράθυρο κλειστό...

Παυλίνα Στυλιανού



Τρίτη 23 Οκτωβρίου 2018

Η Ιθάκη μου. Της ψυχης μαργαριτάρι (της Παυλίνας Στυλιανού)


Μέσα απ' την αγάπη μας
φτιάξαμε ένα κύμα
γλάρους για σκεπή βάλαμε
και βάρκα για ν' αρμενίζει
Βάλαμε τον ήλιο εκεί ψηλά
κι ο αγέρας ν' αρμενίζει τα μαλλιά
Ταξίδεψαν οι σκέψεις μας
μέσα από σελίδες
ψυχής μαργαριταριού
κλείνοντας την Ιθάκη μας
αφουγκράζοντας τους ψιθύρους μας
μέσα σ΄ εκείνες

'Εφυγαν όμως οι γλάροι μας ταξίδεψαν σε άλλα μέρη
΄Εσβησε ο ήλιος μια μέρα που 'ρθε το φεγγάρι
Η βάρκα βγήκε στη στεριά με καημούς
Ο αγέρας έπαψε να φυσάει
Το κόσμημα έπεσε μες τα νερά
έπαψε να ονομάζεται μαργαριτάρι
Εφυγε η Ιθάκη της καρδιάς
και ταξιδεύει η ψυχή σ' άλλη πλευρά.


Παυλίνα Στυλιανού