Παρασκευή 20 Νοεμβρίου 2020

Ένα ταξίδι (του Νίκου Μοσχίδη)



Κάθησε αναπαυτικά στην αμμουδιά και ατένισε την βαρκούλα.

 

Σου δροσιζω το μέτωπο, σου φέρνω το κύμα, σου χαϊδεύω τα μαλλιά.

 

Είμαι φίλος σου, είμαι ο άνεμος, είμαι η πνοή.

 

Ταξιδεύω σε σένα, στη βάρκα, στον κόσμο.

 

Προς, από κι εν πλω σας.

 

Η βάρκα έχει μόνο ένα λευκό πανί, κι εσύ μια μοναδική πνοή, το ταξίδι είναι ένα.

 

Συλλαβησε τις σκέψεις νοερά,να ταξιδέψει η πνοή σου με το κύμα, να είναι και να μη μιλά.

 

Άφησε να ταξιδέψουν οι λέξεις.

Καθώς τις πνεεις προς τον σοφό προορισμό τους. Τιποτα δεν είναι περιττό.

 

Άφησε να ταξιδέψει και να φύγει το μίσος

                          Ο θυμός

                                        η πίκρα

Το παράπονο

                       η λύπη

                                   η απελπισία

το αδιέξοδο

                      η αθυμια

                                     η αδιαφορία

η ψυχραιμία

                     η ικανοποίηση

                                            η ηδονή

Ο έρωτας

               το νόημα

                              το πνεύμα

το κύμα

              η βάρκα

                            η εκπνοή σου

ο κόσμος.

 

Τι να κρατήσεις;

Μα την αγάπη που τους περίσσευε.


Νίκος Μοσχίδης

ΧΑΡΑΜΑΔΕΣ (του Αντώνη Σαμολαδά)



Χαίρομαι για τις χαραμάδες 

που άφησες ανοιχτές, 

για να νιώσεις 

ότι όσο υπάρχεις, 

ζεις για τον έρωτα

που δημιουργούσες 

χρόνια μέσα σου... 


Ύφαινες πάντα με 

ξεχωριστή επιδεξιότητα

τον προστατευτικό μανδύα 

της ψυχής σου, αλλά πάντα

άφηνες έντεχνα θηλιές,  

δημιουργούσες ρωγμές, 

περιμένοντας κάποιον να δει

το άπλετο φως μέσα σου...


Ατέλειωτες οι δίνες 

που με πλαισίωναν,

κάθε φορά που επιχειρούσα

να τρυπώσω μέσα σου

από αυτές τις ρωγμές,

για να δώσω τέλος 

στην προσμονή σου...


Και τώρα που μπήκα

ρίγησε, βόγγυξε, 

απελευθέρωσε το στεναγμό 

μιας μοναδικής ηδονής, 

που σου χαρίζω 

όταν κυκλοφορώ μέσα σου,

χωρίς οδύνη χωρίς ερινύες.. . 

Είναι η δική σου ώρα...


Αντώνης Σαμολαδας

Οι ώρες που κοιμάσαι (της Κατερίνας Πανταλέων)

 



Κοιμάσαι τούτη την ώρα.

Μου το σιγομουρμούρισε στο αυτί

η ησυχία της νύχτας.


Τώρα γαληνεύω

στη σκέψη των κλειστών σου βλεφάρων.

Σφαλίζω κι εγώ τα μάτια μου

και διαπερνώ το χέρι μου

μέσα από το αδύνατο.


Χαϊδεύω ανεπαίσθητα τα μαλλιά σου

με τα ακροδάχτυλα μου.

Αγγίζω το δέρμα σου απαλά.

Γητεύω την ανάσα σου.


Όχι... 

Δε σε ξυπνώ.

Δεν πρέπει να ξυπνήσεις.

Γιατί θα πάψω να υπάρχω, 

σαν τα μάτια σου ανοίξεις.


Τις ώρες που κοιμάσαι

πολύ τις αγαπώ.


Είναι οι μόνες

που να ελπίζω μπορώ

πως ίσως λίγο, 

κάπου λαθραία σ' ένα όνειρο, 

τύχει και μ' αγαπήσεις.


Κατερίνα Πανταλέων