Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΧΑΤΖΗΚΥΡΙΑΚΟΥ ΠΑΝΤΕΛΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τρίτη 22 Ιουνίου 2021

ΕΡΩΤΙΚΟ (του Παντελή Χατζηκυριάκου)

 




Και τώρα που ξάπλωσες δίπλα της· τώρα που έγειρες στο προσκεφάλι της και μεθάς από τη μυρωδιά της, τώρα που σου ζεσταίνει το στήθος και σου παίρνει τον καημό, πες μου, θυμάσαι άλλη ανάσα να σε χαϊδεύει πιο γλυκά;


Τώρα που τα πυρακτωμένα σας κορμιά έσμιξαν· τώρα που συντονίστηκες στο καρδιοχτύπι της και εναρμονίστηκες με τους αναστεναγμούς της, τώρα που αφουγκράζεσαι και μαντεύεις κάθε της αναπνοή, πες μου, ήχησε ποτέ άλλη καρδιά πιο μελωδικά;


Τώρα που ξαγρυπνάς στο πλάι της· τώρα που απολαμβάνεις την πιο ευάλωτη και ανεπιτήδευτη πτυχή της, τώρα που χάνεσαι σε αυτές τις παιδικές εκφράσεις του προσώπου της και θαμπώνεσαι από την ομορφιά της, πες μου, ένιωσες άλλη φορά τόσο έντονα την ανάγκη να προστατεύσεις κάποιον;


Τώρα που έκλεισες το χέρι της στην παλάμη σου· τώρα που σφράγισες τα χείλη σου τελετουργικά στο μέτωπό της, τώρα που μεταλαμβάνεις τη γεύση της και της φιλάς τον πυρετό, πες μου, εξαρτήθηκε ποτέ ξανά η ζωή σου από ζωή;


Τώρα που τράβηξες την πόρτα πίσω σου και κάθε λεπτό μετρά αντίστροφα για να ξαναβρεθείτε· τώρα που αντλείς δύναμη από τη θύμησή της για να αντέξεις το απρόβλεπτο και να υπομείνεις τη ρουτίνα, τώρα που το βλέμμα σου σκάλωσε στους δείκτες του ρολογιού, πες μου, βίωσες ποτέ σου πιο γλυκιά προσμονή;


Τώρα που πλημμυρίζει τη σκέψη σου και μονοπωλεί το μυαλό σου· τώρα που όλες σου οι έγνοιες επικεντρώνονται στο χαμόγελό της, την ώρα αυτή που ένα της γέλιο ανάγεται στο μεγαλύτερο στοίχημά σου, πες μου, είχες ποτέ σου πιο ευχάριστο προβληματισμό;


Τώρα που αφήνετε πίσω σας μια αναποδιά· τώρα που σπάτε τα όρια και υπερβαίνετε τον εαυτό σας, την ώρα αυτή που τσακίζετε τον εγωισμό σας και παρακάμπτετε μια δυσκολία κοιτάζοντας κατάματα την επόμενη ημέρα, πες μου, διαγράφηκε ποτέ το αύριο στα μάτια σου πιο γλαφυρά;


Τώρα που σπαρταράει και φλέγεται στην αγκαλιά σου· τώρα που σου διατίθεται και σου αποκαλύπτεται, την ώρα αυτή που σου παραδίνεται και σου αφιερώνεται, πες μου, σου δόθηκε ποτέ άλλο πλάσμα πιο ολοκληρωτικά;


Τώρα που χάνεσαι μέσα της· τώρα που κάθε σου κύτταρο πλημμυρίζει από την ύπαρξή της, την ώρα αυτή που ρέει στις φλέβες σου, εξαϋλώνεστε και ξαναγεννιέστε, πες μου, ένιωσες ποτέ σου πιο δικαιωμένος για μια απόφαση ζωής;


Παντελής Χατζηκυριακου

Κυριακή 14 Μαρτίου 2021

Ένα σημάδι (του Παντελή Χατζηκυριάκου)



Είχα ξεμείνει από χρόνια να περιμένω ένα σημάδι. Ένα κάλεσμα που θα μου έδινε τη δύναμη και το θάρρος να αποτινάξω τις αλυσίδες της επιφυλακτικότητας και της αδυναμίας και να τις βροντήξω επιτέλους στο πάτωμα σπασμένες. Να συνθλίψω τα δεσμά του συμβιβασμού και της αναβλητικότητας και να αδράξω επιτέλους την απρόβλεπτη και περιπετειώδη ζωή. Να ρισκάρω, να τολμήσω, να κερδίσω. Σήκωσα το βλέμμα μου και είδα τα προδομένα όνειρά μου να χορεύουν ξέφρενα και καταμουσκεμένα. Έκλεισα τις γροθιές μου και μέσα τους συνέτριψα κάθε ενδοιασμό και κάθε αμφιβολία. Βγήκα στο δρόμο και άφησα τη βροχή να κυλήσει στο σώμα μου καθάρια και να ξεπλύνει τις ανασφάλειες και τους δισταγμούς μου. Έκλεισα τα μάτια, άνοιξα τα χέρια, πήρα μια βαθιά ανάσα· και χάθηκα στα άγνωστα νερά σου.


Παντελής Χατζηκυριάκου

Παρασκευή 1 Ιανουαρίου 2021

Κι όμως υπάρχουν άντρες (του Παντελή Χατζηκυριάκου)





 Κι όμως κορίτσι μου, αυτό που δε σου έμαθε κανείς μέχρι τώρα, είναι ότι ανάμεσα σε όλα εκείνα τα ανδρείκελα με τα οποία ξημερώνεσαι δεξιά και αριστερά, υπάρχουν και κάποιοι άνδρες που ενσαρκώνουν κάθε έννοια του όρου. Τα αρσενικά εκείνα που δε θα χαραμίσουν φαιά ουσία για να μετάσχουν σε ένα φθηνό παιχνίδι επιβεβαίωσης εγωισμού, που δε διαρκεί για περισσότερα από λίγα λεπτά.


Υπάρχουν οι άνδρες, που επειδή ακριβώς είναι ήδη ολοκληρωμένοι, ψάχνουν μια επίσης ολοκληρωμένη γυναίκα για να ταιριάξουν τη μοναξιά τους και να της αφιερωθούν. Που τους αφήνουν παγερά αδιάφορους ελαφρόμυαλες “έφηβες” με μόνη μονάδα μέτρησης της νοημοσύνης τους την εξωτερική τους εμφάνιση, γιατί ο αυτοσκοπός τους είναι να αφοσιωθούν στην αγκαλιά που τους ζεσταίνει και όχι να επαληθεύονται παραμυθιάζοντας περίτεχνα μέσα από προκάτ συναισθήματα.


Υπάρχουν άνδρες, που έχουν πια μετατρέψει την εξαίρεση σε κανόνα και είναι εντάξει με αυτό. Που έχοντας αποδεσμεύσει από τη θεώρησή τους τη λογική εκείνη που συσχετίζει τον ανδρισμό με τα εφήμερα κρεβάτια τους, έχουν μάθει να κοιτούν υψηλότερα από τη μέση και τα πόδια σου και προτιμούν να χάνονται στα μάτια σου και όχι στην περιφέρειά σου. Που έχουν ξεμείνει ηθελημένα στο περιθώριο της δικής σου τάξης πραγμάτων, γιατί πολύ απλά προτιμούν το ρόλο του αφανή ήρωα, από το να πρωταγωνιστούν σε μια κενή και ρηχή πραγματικότητα.


Υπάρχουν άνδρες, που με μόνη πυξίδα τους την ειλικρίνεια και το ρομαντισμό, επενδύουν σε ένα καλύτερο αύριο μέσα από τη βασικότερη και ομορφότερη ανθρώπινη σχέση. Που προσκολλημένοι σε αξίες και ιδανικά που έχουν εκλείψει στις μέρες μας, ακροβατούν μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας κοιτώντας την ουσία και όχι το περιτύλιγμα.


Ανάμεσα λοιπόν σε όλους εκείνους τους αφελείς με τους οποίους συνωστίζεσαι καθημερινά, κάπου μέσα στις στρατιές από “ρετάλια” που εκθειάζουν κάθε τους γυναικεία κατάκτηση σαν άλλο ένα τρόπαιο της πλούσιας γυναικοσυλλογής τους, μέσα σε όλα εκείνα τα ανδροειδή που έχουν υποκαταστήσει το μυαλό τους με κάποιο άλλο ζωτικό όργανο και προτιμούν να χρησιμοποιούν το δεύτερο κατά τη διαδικασία της σκέψης, υπάρχουν κι εκείνοι οι ξεχασμένοι – ονειροπόλοι που δε θα σπεύσουν να συμπρωταγωνιστήσουν μαζί σου σε μια μικρή – αυτοτελή ιστορία δίχως αύριο.


Πριν λοιπόν αναλωθείς τελείως επιδιδόμενη στο ανούσιο αυτό καθημερινό παιχνίδι αυτοεπιβεβαίωσης σου· προτού χάσεις και τα τελευταία υπολείμματα εμπιστοσύνης σου στην προγενέστερη και ουσιαστικότερη μορφή επικοινωνίας δύο κορμιών, σκέψου, πως ίσως εκεί έξω υπάρχει κάποιος για τον οποίο είσαι μοναδική. Σκέψου, πως μπορεί κάποιος να αναζητά εσένα και όχι την επαλήθευση μέσα από την πρόσκαιρη αγκαλιά σου. Σκέψου, πως κάποιος εκεί έξω δε θέλει να γεμίσει το κρεβάτι του αλλά την άδεια σου ζωή.


Παντελής Χατζηκυριάκου

Τρίτη 13 Οκτωβρίου 2020

Ωδή στα μάτια της (του Παντελή Χατζηκυριάκου)

 


Μη με ρωτάτε γιατί, δεν ήταν δύσκολο να την ξεχωρίσω από το πλήθος. Από τα πρώτα μας κιόλας κοινά λεπτά, αφύπνισε εκείνη την κοιμισμένη μέσα μου φωνούλα που είχε κατασταλεί από τις σειρήνες της συγκαταβατικότητας και του συμβιβασμού. Επανέφερε στα μάτια μου τη λάμψη, στο σώμα μου το τρέμουλο και στο δέρμα μου το ρίγος.

Αγάπησα τον τρόπο που παραδινόταν στα χέρια μου. Εύπλαστη, εύμορφη και ολοκληρωτικά διαθέσιμη. Απαλλαγμένη από καταπιεσμένα συμπλέγματα κι ενοχικά σύνδρομα. Μικροκαμωμένη και μεγαλειώδης. Υποταγμένη κι επιβλητική. Παραμυθένια μα τόσο αληθινή. Με την ώριμη γοητεία, την παιδική αφέλεια και την εφηβική παρόρμηση. Ένα έργο τέχνης σε κάθε της πτυχή.

Ροβινσώνας στο κορμί της, την ένιωθα να σπαρταρά στην αγκαλιά μου και ανακάλυπτα την ευτυχία. Τότε που σαν λευκό – αδάμαστο άλογο ξετύλιγε την προσωπικότητά της κι έκλεβε την παράσταση. Νύχτες που στο δωμάτιο διαδραματίζονταν σκηνές που μονοπωλούσε, σε ένα έργο στο οποίο πρωταγωνιστούσαν η θηλυκότητα και ο ερωτισμός της. Όταν άλλοτε σαν σεναριογράφος, άλλοτε σαν σκηνοθέτης και άλλοτε ως υποβολέας κάλυπτε κάθε μικρό και μεγάλο ρόλο μέχρι το κλείσιμο της αυλαίας.

Θαύμαζα τη θωριά της καθώς απογυμνωνόταν μπροστά μου αργά κι αισθησιακά. Δέος και περηφάνια πλημμύριζαν τα κύτταρά μου. Βασιλιάς της και φρουρός της. Έλιωνα τις στιγμές που αποδεσμευμένη από ταμπού και δεύτερες σκέψεις έκλεινε τα μάτια της και μου χάριζε τον εαυτό της, θαρρείς και μαζί με το σώμα της μου εμπιστευόταν και το πιο κρυφό μυστικό της. Όταν απελευθερωμένη από κάθε τι περιττό ενέδιδε σε μια τελετουργική ερωτική συμφωνία, αποθέτοντας σε εμένα κάθε της ελπίδα για μια χρωστούμενη ζωή.

Απροστάτευτη και δυναμική. Πληγωμένη και δυνατή. Την παρακολουθούσα να ρισκάρει και άδραχνα κάθε μας λεπτό. Εξερευνούσα την ύπαρξή της και περιποιούμουν τις πληγές και τα τραύματά της. Φίλιωνα με τους δαίμονες που ούρλιαζαν μέσα της καθώς αφηνόταν και ξόρκιζα κάθε κακή στιγμή της. Ανακτούσα λίγη – λίγη τη χαμένη της εμπιστοσύνη κι ευχαριστούσα οποιονδήποτε δεν εκτίμησε το θησαυρό της οδηγώντας την στην αγκαλιά μου. Τη λάτρευα σαν τυφλός, σαν πιστός και σαν υποταγμένος. Γιατί στη γυναίκα ετούτη Θεέ μου, μόνο έτσι αξίζει να αγαπηθεί.




Σάββατο 1 Αυγούστου 2020

Σε αφήνω μόνη σου στη φυλακή που εκτισες. (του Παντελή Χατζηκυριάκου)


Και κάπως έτσι, απόψε παραιτούμαι. Εγκαταλείπω και την τελευταία μου προσπάθεια να σε πείσω για έναν κόσμο που από την αρχή είχες απορρίψει. Να ψάχνω τρόπο για να τρυπώσω στους διαδρόμους του μυαλού σου και να βάλω σε τάξη το χάος που επικρατεί. Θα σε αφήσω παγιδευμένη στη φυλακή που διάλεξες, να μάχεσαι με τους δαίμονες της ανασφάλειας και της ανθρωποφοβίας. Με τα στοιχειά της επιφυλακτικότητας και της δυσπιστίας.

Δεν έχει νόημα πια. Τι κι αν το πάλεψα; Έχεις προγραμματίσει τον εαυτό σου να δικάζει και να καταδικάζει. Συνήθισες να αποφαίνεσαι πριν κοπιάσεις, πριν σκεφτείς, πριν καν προβληματιστείς. Να κολλάς στην επιφάνεια του κόσμου που γυαλίζει στα κρυστάλλινα μάτια σου και να μη βλέπεις εκατοστό πιο βαθιά του.

Δε μου έμεινε δύναμη, ούτε και κίνητρο. Κουράστηκα να προσπαθώ να σου αποδείξω πως είμαι εντάξει. Πως δε φορούν όλοι οι άνθρωποι την ίδια μάσκα. Πως ο μάταιος τούτος κόσμος που με τόση επιμονή μου πραγματεύεσαι, μπορεί τελικά να είναι και αλλιώς. Αφού δεν είσαι η ίδια διατεθειμένη να ζήσεις ελεύθερη, τα δικά μου τα φτερά μόνο βάρος θα προσθέσουν στους πληγωμένους σου ώμους.

Παραδίνομαι λοιπόν. Σου καταθέτω τα όπλα. Έκλεισα τα υγρά μου μάτια και πλημμύρισα το σκοτάδι απ’ τη μορφή σου. Πήρα αγκαλιά το μαξιλάρι μου και το μούσκεψα με την ανάμνησή σου. Χαμήλωσα τη θλιμμένη μουσική κι άφησα το γέλιο σου να αντηχεί στους τοίχους του μυαλού μου.

Τελειώνει εδώ. Αποδέσμευσα το δάκρυ και αφέθηκα στη μνήμη της τελευταίας σου αγκαλιάς. Δάγκωσα υστερικά τα χείλη μου και κλείδωσα πάνω τους τη γεύση του κορμιού σου. Νάρκωσα κάθε λογική φωνή και χάρισα στη λήθη το άρωμά σου.

Αφού δε μου αφήνεις επιλογές, επέτρεψα στον εαυτό μου να λυγίσει και να ξεσπάσει. Φίμωσα τα “πώς” και τα “γιατί”, και φύλαξα ευλαβικά τις λίγες μας στιγμές στη θυρίδα της ψυχής μου. Ξεχνάω τι έκανα, αν έφταιξα, αν έσφαλα και πού. Εγκαταλείπω κάθε μου έγνοια για το αν και το πώς θα με θυμάσαι λίγο μετά, και πάω παρακάτω.

Παντελής Χατζηκυριάκου

Τρίτη 26 Μαΐου 2020

ΚΙ ΑΝ ΚΑΤΙ ΤΩΡΑ ΣΟΥ ΖΗΤΩ, ΕΙΝΑΙ ΜΟΝΑΧΑ Η ΑΠΟΥΣΙΑ ΣΟΥ! (του Παντελή Χατζηκυριάκου)


Και τώρα που εξάλειψα και τα τελευταία σου υπολείμματα απ’ την ψυχή και το κορμί μου. Τώρα που η άψυχη φιγούρα σου έπαψε να κυκλοφορεί στη σκέψη μου σαν την άδικη κατάρα. Τώρα που η αλαζονεία και η πλεονεξία σου σταμάτησαν να μολύνουν τη διάθεση και τον ψυχισμό μου, σε παρακαλώ πολύ να φύγεις.

Τώρα που άρχισα να ξεχωρίζω εκ νέου τα χρώματα. Τώρα που οι νότες από τα χαρούμενα τραγούδια άρχισαν να αγγίζουν και πάλι την ψυχή μου. Τώρα που κατάφερα να βάλω μια τάξη σε όλη εκείνη την ακαταστασία που προκάλεσε η ματαιοδοξία και ο εγωισμός σου, θέλω να με αφήσεις επιτέλους ήσυχο.

Στο είχα πει τότε, θυμάσαι; Δεν είναι οι άνθρωποι κομμάτια ενός παζλ που θα συμπληρώσει τελικά την ευτυχία σου. Δεν μπορείς να τους ζυγίζεις και να αποφασίζεις για αυτούς ανάλογα με τα υπέρ και τα κατά τους. Δεν μπορείς να φιλτράρεις την ανθρώπινη ύπαρξη με μόνο γνώμονα το προσωπικό σου συμφέρον και το κέρδος.

Πέρασα από πολλά στάδια μαζί σου. Προσπάθησα να φιμώσω την απογοήτευση και να κρατήσω μόνο τις όμορφες στιγμές μας. Θέλησα να αποδεχτώ τα γεγονότα και να σου κάνω χώρο στη ζωή μου ανεξάρτητα από αυτά. Ωστόσο, εσύ έβρισκες πάντα τον πιο προκλητικό και πρόστυχο τρόπο για να μου αποδείξεις πως τελικά ο άνθρωπος δεν αλλάζει.

Τώρα λοιπόν που βλέπεις όλους σου τους φόβους να παίρνουν σάρκα και οστά. Τη στιγμή αυτή που βιώνεις μία – μία τις συνέπειες της φιλοδοξίας σου. Τώρα που οι θεωρίες σου γύρω από τη ζωή και τον εαυτό σου καταρρέουν μπροστά σου, θα σε παρακαλέσω να κρατήσεις το χάος που γυαλίζει στο βλέμμα σου για 'σένανε και μόνο.

Δεν υπάρχει κάτι άλλο εδώ να καταστρέψεις. Οι αντοχές, η καλοσύνη, η αφέλεια και το φιλότιμό μου στέρεψαν. Προσπάθησε να διαχειριστείς όση δυστυχία προκάλεσες και σταμάτα πια να προσπαθείς να τη μεταδώσεις.

Δεν έχω ανάγκη τα τυχαία τηλεφωνήματα σου. Δε χρειάζομαι τα μεθυσμένα σου μηνύματα, ούτε τις μελαγχολικές στιγμές σου. Την απουσία σου μοναχά ζητώ και τίποτε άλλο.

Η τελευταία μας σκηνή παίχτηκε πολύ καιρό πριν. Απλώς, εσύ, δεν το κατάλαβες. Αυλαία!

Παντελής Χατζηκυριάκου


Παρασκευή 20 Μαρτίου 2020

Πυξίδα μου το άγνωστο και προορισμός το ανέφικτο (Παντελής Χατζηκυριάκου)




Μάτια υγρά, χείλη σφιγμένα, ανάσα καυτή. Στέρεψε το οξυγόνο μου. Η απελπισία συσσωρεύτηκε σαν κόμπος στο λαιμό μου και η απογοήτευση ηχεί στα στήθη μου σαν μια ωρολογιακή βόμβα. Ακούω κάθε της χτύπο. Αισθάνομαι πια κάθε στιγμή να μετρά αντίστροφα για τη μεγάλη έκρηξη.
Νιώθω την ανάγκη να φύγω από εδώ, μ’ ακούς; Να κινήσω για ξένους ουρανούς και κόσμους αταξίδευτους. Για λιμάνια άγνωστα και νησιά αχαρτογράφητα. Να αποστασιοποιηθώ από οτιδήποτε γνώριμο, οικείο και ασφαλές. Να κάνω μια αρχή απαλλαγμένη από σταθερές, στεγανά και δικλείδες ασφαλείας.
Θέλω να πορευτώ στο άγνωστο, μακριά από την πεπατημένη. Να μηδενίσω σώμα, μυαλό, εμπειρίες και αναμνήσεις. Να ξεκινήσω να δημιουργώ έναν κόσμο καινούργιο· διαφορετικό από εκείνον που με γονάτισε και σταδιακά με διέλυσε. Να ζήσω σε μια εποχή στην οποία δε θα πασχίζω να ονειρευτώ, να ωραιοποιήσω και να πειστώ. Σε μια καθημερινότητα, που δε θα χρειάζεται να κλείσω τα μάτια μου για να καταφέρω να δω.
Εξαντλήθηκαν οι αντοχές μου, μ’ ακούς; Κουράστηκα να σκαρφαλώνω και να μη βλέπω την κορυφή. Βαρέθηκα να παραμυθιάζομαι και να ελπίζω στο αόριστο. Κουράστηκα να επουλώνω τα φτερά μου για τη μεγάλη πτήση, και πάντα, να είμαι εγώ αυτός που πέφτει στο κενό. Δεν έχω άλλο χρόνο για ενδιάμεσες στάσεις και δεύτερες σκέψεις, μ’ ακούς; Πόσες φορές ακόμα να μαζέψω τα κομμάτια μου και να ανασυνταχτώ; Με αυτά και με εκείνα, έχασα μισή ζωή.
Σε έναν κόσμο άδειο, θαμπωμένο από τους άψυχους προβολείς της νύχτας, δυσκολεύομαι πια να ξεχωρίσω το φως απ’ το σκοτάδι. Σε μια κοινωνία εμπορευματοποιημένη, προϋπολογισμένη και αριθμητικά δοσμένη, σε ποιον να μιλήσω για πραγματικούς θησαυρούς και αξίες ζωής; Πως να διακρίνω τα χρώματα της ελπίδας, της προοπτικής και της ευτυχίας, σε μια καθημερινότητα που ξεθωριάζει διαρκώς στις αποχρώσεις του μπλε, του πορτοκαλί και του μοβ; Επιλέγω λοιπόν την απομόνωση, από μια βάναυση τάξη πραγμάτων, στην οποία εγώ ήμουν πάντα μια δεύτερη επιλογή.
Ξεκίνησα. Το καράβι έλυσε και ανοίχθηκε για το μεγάλο ταξίδι. Πυξίδα μου το άγνωστο και προορισμός το ανέφικτο. Δεν ξέρω πού θα με βγάλει. Δεν έχω ιδέα για το αν ή το πότε θα δέσω στο επόμενο λιμάνι. Συνήθισα βλέπεις να ταξιδεύω έρημος και να ναυαγώ γελασμένος. Ξέρω όμως πια πολύ καλά, πως αν τελικά υπάρχει αυτό το καλύτερο αύριο που τόσο ονειρεύομαι, δεν μπορεί παρά να βρίσκεται κάπου εκεί έξω. Είμαι πια σίγουρος, πως αν η Ιθάκη αυτή για την οποία όλοι ψάχνουν, γράφουν και ρωτούν υφίσταται, από μόνη της στον κάβο μου δε θα φανεί ποτέ.





Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2020

Και κάπως έτσι, χάθηκα στ’ άγνωστα νερά σου (Παντελής Χατζηκυριάκου)



Είχε πάρει να βραδιάζει κι εγώ βρισκόμουν ακόμη εκεί. Ξεχασμένος, από νωρίς, στην εξώπορτα της πολυκατοικίας να παρακολουθώ την καταιγίδα. Μαρμαρωμένος, κάτω από το ημίφως, βυθισμένος σε συναισθηματικά τέλματα κι επιλογές που ποτέ δε μου βγήκαν.

Πόσο καιρό είχα να αφεθώ στην αίσθηση μιας τέτοιας στιγμής; Βλέπεις μικρή μου, μπορεί ανέκαθεν η επαφή μου με τη φύση να αποτελούσε κίνητρο για μελαγχολία κι εσωτερικές εξορμήσεις, αλλά πάντα υπήρχε ένας λόγος για να αποφύγω μια τέτοια ενδοσκόπηση. Πάντα έβρισκα μια δικαιολογία για να μην κοιτάξω μέσα μου και αντικρίσω ολόγυμνη την αιτία που είχα τόση ανάγκη από αυτή την απόδραση. Το λόγο για τον οποίο ανέβαλα συνεχώς τη μεγάλη ανατροπή κρυμμένος πίσω από φθηνά προσχήματα και φυγόπονες προφάσεις.

Στεκόμουν εκεί. Παγωμένος, στη διαχωριστική γραμμή μεταξύ της ζωής που πάντα λαχταρούσα και της πραγματικότητας που με διέλυε αργά και βασανιστικά. Όρθιος, γεμάτος πληγές, παγιδευμένος στο λαβύρινθο της ατολμίας και του φόβου για το αβέβαιο. Εγκαταλελειμμένος από κάθε αίσθηση, με το βλέμμα χαμηλά, στοιχειωμένο από δεύτερες σκέψεις και καταπιεσμένα συναισθήματα. Ένα βήμα με χώριζε από όλα αυτά που καρτερούσα. Μια απόφαση. Μια κουβέντα που θα στήριζα επιτέλους στην πράξη ήταν το εισιτήριο για ένα καλύτερο αύριο.

Είχα ξεμείνει από χρόνια να περιμένω ένα σημάδι. Ένα κάλεσμα που θα μου έδινε τη δύναμη και το θάρρος να αποτινάξω τις αλυσίδες της επιφυλακτικότητας και της αδυναμίας και να τις βροντήξω επιτέλους στο πάτωμα σπασμένες. Να συνθλίψω τα δεσμά του συμβιβασμού και της αναβλητικότητας και να αδράξω επιτέλους την απρόβλεπτη και περιπετειώδη ζωή. Να ρισκάρω, να τολμήσω, να κερδίσω. Μια αφορμή περίμενα καρδιά μου. Ένα σου μήνυμα, που ήρθε τελικά την πιο κατάλληλη στιγμή.

Σήκωσα το βλέμμα μου και είδα τα προδομένα όνειρά μου να χορεύουν ξέφρενα και καταμουσκεμένα. Έκλεισα τις γροθιές μου και μέσα τους συνέτριψα κάθε ενδοιασμό και κάθε αμφιβολία. Βγήκα στο δρόμο και άφησα τη βροχή να κυλήσει στο σώμα μου καθάρια και να ξεπλύνει τις ανασφάλειες και τους δισταγμούς μου. Έκλεισα τα μάτια, άνοιξα τα χέρια, πήρα μια βαθιά ανάσα· και χάθηκα στα άγνωστα νερά σου.

Παντελής Χατζηκυριάκου