Κυριακή 14 Ιουνίου 2020

Ηλιοβασίλεμα !!! (της Μαρίας Ιωάννου Φίλη)



Αυτή την υπέροχη στιγμή του δειλινού
την ώρα που ο Ζωοδότης ήλιος προχωράει δειλά δειλά και να στείλει τον τελευταίο χαιρετισμό του σε μας τους υπηκόους του και να παραδώσει την σκυτάλη του στην όμορφη σελήνη δεν θέλω να την χάνω ποτέ μου . .!!!
Μου αρέσει αυτό το θέαμα γεμίζει η ψυχή μου.
Μια μπάλα φωτιάς ο ήλιος μου στον ουρανό μου και τότε βλέπω μπροστά μου να συντελείται κάτι ασύλληπτο για μας τους κοινούς ανθρώπους, μια μαγική έκρηξη. Αναδύονται γύρω μου μυρωδιές από φωτεινά χρώματα. Μια μαγεία !
Ένα πινέλο σε ένα αόρατο χέρι ενός διάσημου καλλιτέχνη που ανακατεύει στην παλέττα του τα χρώματα πορτοκαλί, μωβ, ροζ, μπλε. Δεν σηκώνει κεφάλι τα κάνει τόσο γρήγορα τόσο επιδέξια.
Δεν θέλει να του ξεφύγει ούτε μια πινελιά από τους πορτοκαλοκόκκινους σπινθήρες της έκρηξης. Τους ρίχνει στον καμβά που φέρει το όνομα Ουρανός την ώρα που αντικατοπτρίζονται στα ανεξερεύνητα νερά της θάλασσας να προχωράνε χορεύοντας, σχηματίζοντας πίσω τους ένα μονοπάτι χρυσό στην επιφάνεια της θάλασσας.
Βλέπω τον ήλιο να χαμογελά και συγχρόνως να κάνει την τελευταία βουτιά στα δαντελένια νερά, να δροσίζεται και να βιάζεται να τρέξει να κρυφτεί πίσω από τις κορυφογραμμές των βουνών.
Και εγώ εκεί θέλω να σταματήσω τον χρόνο και να κρατήσω αυτή την εικόνα μέσα μου Μου δίνει ανάσα ζωής.
Η καρδιά μου χτυπάει δυνατά, και η μυρωδιά της θάλασσας χαλαρώνει την σκέψη μου και την παρασέρνει σε ταξίδια νοερά που αγκυροβόλι έχουν το λιμάνι της αγάπης !!!

Μαρία Ιωάννου Φίλη


Nada (του Σταύρου Πέτρου)



Υπήρξα σε διάφορες αποχρώσεις της λύπης
και πάντα υπήρχε χώρος για το πιο έντονο.
Έστεψα τον εαυτό μου με απόλυτη ματαιοδοξία
τον αναγόρευσα σε μεγάλο «Δεν»
καταδικασμένο σε ισόβια κάθαρση – να γράφει.
Ευλόγησα πολύ τα γένια μου – κλαίγοντας
Βιάστηκα κιόλας να γράψω τα ποιήματα μου
όσο είχε ακόμη φως.
Φοβήθηκα – Φώναξα!
Η κραυγή μου δεν έφτασε πέρα από το υπόγειο μου.
Στενό το παράθυρο για να δω το πλατύ τίποτα
δεν το ανοίγω για να μην μπει μέσα η αλήθεια.
Δεν ήξερα ούτε που να κοιτάξω – γι’ αυτό κοίταζα πάντα ψηλά.
Εγώ ούτε πίνω ούτε καπνίζω.
(Τι σόϊ ποιητής είναι αυτός;)
Το βράδυ πάντα με σκοτώνω.
Ξεκινώ απ΄ το εστεμμένο μου κεφάλι
το βάζω απέναντι μου δεσπότη
και συνεχίζω με το υπόλοιπο σώμα
μικρά-μικρά κομμάτια στοίχων
και πιο ψιλοκομμένα – λέξεις μου
χαρτοπόλεμος στην πλατιά θάλασσα
του αν
του ίσως
του μπορεί
σε διάφορες αποχρώσεις της λύπης.