Σάββατο 18 Ιανουαρίου 2020

Ο φθόνος (της Πόλυ Μίλτου)

ΚΡΥΦΗ ΑΡΡΩΣΤΙΑ Ο ΦΘΟΝΟΣ, ΟΧΙ ΠΑΝΤΑ ΑΝΑΓΝΩΡΙΣΙΜΗ
Όταν το σκοτάδι βρίσκεται μέσα σου, τότε σε πειράζει το φως.
Είναι πονοκέφαλος κάθε χαμόγελο ευτυχίας.
Αποτελεί υπόθεση θλίψης και πόνου κάθε γελάκι παιδιού.
Είναι απαράδεκτη η χαρά και το τραγούδι των άλλων.
Τελικά, όπως και να το δεις, όλα σε πειράζουν.
Ο κόσμος όταν όλα πηγαίνουν καλά, σου φαίνεται ανάποδος.
Οι λέξεις ειρήνη και φιλία σε τσακίζουν ψυχικά.
Όταν, δε, αναφερθούν στην αγάπη οι άνθρωποι, αγανακτείς.
Το χειρότερο; Δεν μπορείς να καταλάβεις πως ΕΣΥ είσαι ο άρρωστος. Μέσα σου κάτι σαπίζει. Το εσωτερικό βρομάει βόθρο. Γιατί;
Επειδή φθονείς.
Ο φθόνος, λοιπόν, γεννήθηκε μαζί με το λάθος.
Φθόνος, η αρχαιότερη ιστορία του ουρανού και της γης.
Φθόνος για κάθε ξένο οργανισμό που ζει και χαίρεται.
Φθόνος για οποιαδήποτε επιτυχία που... δεν είναι δική σου.
Κάπου διάβασα: "Πολλοί χαίρονται με τις επιτυχίες του φίλου τους αρκεί... να μην τους προσπεράσει..."
Λυπήθηκα που το διάβασα.
Μα δεν υπάρχει μεγαλύτερη βλακεία, σκέφτηκα, επειδή ο καθένας έχει τη δική του ζωή και τα δικά του χαρίσματα. Τι θα πει πιο μπροστά και πιο πίσω; Ο καθένας είναι μοναδικός και θα γράψει τη δική του ιστορία στη γη.
Κι όμως, μήπως ο φθόνος είναι η μεγαλύτερη αλήθεια για πολλές ψυχές δυστυχισμένες που μέσα τους δεν είδαν ποτέ την αρρώστια τους; Τον φθόνο που σιγά σιγά έτρωγε την ψυχή τους, αλλά τον έκρυβαν πίσω από χαμόγελα φιλικά;
Όσο ο άλλος δεν προσπερνούσε...
Όσο δεν ακουγόταν και... κρυφά τον κορόιδευαν.
Όσο δε φαινόταν και μέσα τους τον απαξίωναν μυστικά, ενώ σε κάθε άλλον έδειχναν ένα πρόσωπο χαμογελαστής αποδοχής, ώστε να φαίνονται ανώτεροι άνθρωποι.
Όσο δεν τόλμησε να προχωρήσει πιο πέρα, ήταν... καλός.
Ήταν φίλος.
Μετά... αμέσως που φάνηκε και ακούστηκε παραπέρα,... να... κάτι δεν τους άρεσε... στη συμπεριφορά, κάτι τους ξίνισε στο ύφος του, κάτι τους ξένισε στην προώθηση των έργων του, κάτι μίσησαν σε ό,τι κι αν έλεγε...
Ξαφνικά, θυμήθηκαν πως...ΔΕΝ ήταν ο φίλος των ονείρων τους.
Ξαφνικά, όλα σκοτείνιασαν γύρω του και τον έκρυψαν από την "αγάπη", που του όφειλαν σαν... φίλοι του.
Ξαφνικά,... έγινε εχθρός τους χωρίς να το ξέρει ο καημένος.
Επειδή... τόλμησε.
Επειδή δεν τους πήρε τίποτα. Δεν τους έκανε παρά μόνο καλό. Δεν ξημέρωνε τη μέρα του χωρίς να τους θαυμάσει και να τους προωθήσει και να προσπαθεί να τους κάνει χαρούμενους.
Αυτή η καλοσύνη του, ρε συ, τους εκνεύριζε πια.
"Τι υποκριτής! Τι αχρείος! Τι πονηρός! Τι απαράδεκτος!"
"Πώς δεν τον είχαν καταλάβει πριν;"
Μα... πριν... αυτός, ο φίλος τους, ζούσε στη σκιά τους, ήρεμα ανέβαινε και ήσυχα προχωρούσε χωρίς να ενοχλεί.
Μέχρι που... συνέβη από τύχη να... προσπεράσει...
Τότε ήταν που αρρώστησε το μέσα τους, όσο κι αν κράτησαν απέξω τα χαμόγελα πως... δε συμβαίνει τίποτα.
Ιδέα του. Ή μάλλον, κάπου έφταιγε εκείνος. Κάπου, κάποτε, σε κάτι... τρέχα γύρευε...
Κάπου έφταιγε, αυτό έχει σημασία.
Έτσι, το πρώτο σημάδι ήταν η απομάκρυνση από τον "επικίνδυνο" (για το ίματζ τους) και τον "απαράδεκτο" (που δεν τους ρώτησε αν ήταν σύμφωνοι να... πετύχει στη ζωή του και αυτός κάτι).
Μετά, άρχισαν πίσω του τα κουτσομπολιά, την προσπάθεια επηρεασμού και των άλλων, να προσέξουν από το "κουμάσι που καβάλησε το καλάμι".
Στο τέλος, βρήκαν και κάποιον άρρωστο ψυχικά και ανόητο διανοητικά (δεν αναφέρομαι σε ασθενείς, αλλά σε συμπεριφορές) και κάθε τόσο παρενοχλούσαν με μηνύματα βλακείας τον τολμηρό που θέλησε να προχωρήσει τη ζωή του με ήθος και ανθρωπιά, αλλά... δεν τους ρώτησε, ρε φίλε.
Πού να κρυφτείς από τον εαυτό σου, φθονερέ;
Όλους μπορεί να τους παίξεις και να τους ξεγελάσεις, ειδικά αν είσαι γλοιώδης, πονηρός και αναίσθητος.
Ο εαυτός σου, όμως, θα σου τονίζει πάντα και παντού πως το πρόβλημα είσαι εσύ.
Όσο και να μισείς το φως, πάντα θα υπάρχει μια χαραμάδα που να σε ενοχλεί.
Μήπως, λέω, μήπως, αντί να νιώθεις, να σκέφτεσαι, να γράφεις και να λες βλακείες με ομοίους σου, που φανερώνουν πόσο σου λείπει το μυαλό και πόση αρρώστια υπάρχει μέσα σου... μήπως, λέω, μήπως... να αρχίσεις να κοιτάζεις κατάματα το εσωτερικό σου;
Τότε μόνο θα καταλάβεις το πρόβλημα.
Τότε, ίσως υπάρξει και θεραπεία από τη μεγαλύτερη αρρώστια της γης, την πιο ύπουλη.
Τον φθόνο!
Καλή εσωτερική αναζήτηση.
Αν είσαι δειλός, φυσικά, θα ρίξεις πάλι στους άλλους την ευθύνη. Και θα βαλθείς να βρίζεις με κάθε τρόπο.
Χρειάζεται γενναία καρδιά για να κοιτάξεις κατάματα τον φθόνο. Και να μπορέσεις να τον αντιμετωπίσεις...
Ως τότε... θα βαδίζεις στο σκοτάδι και θα σκέφτεσαι το κακό.
Εκεί που είναι μόνο για τους δειλούς και άνανδρους.
Φθόνος!
Μια αλήθεια που πονάει, δυστυχώς!
Θέλει γενναιότητα και θάρρος να τον καταλάβεις.
Πόσοι τα διαθέτουν;
Και κάτι ακόμα. Όσο και αν βρίζεις, να προσβάλλεις, αν απειλείς και να μειώνεις τον άλλο, η αλήθεια θα σε πονέσει, άνθρωπε.
Γιατί όλα αυτά επιστρέφουν πάντα σε σένα.
Θέλεις να μην υποφέρεις με κάθε επιτυχία του άλλου;
Παραδέξου το με απλή καρδιά και κοίτα να προχωρήσεις με τα δικά σου χαρίσματα. Σίγουρα έχεις.
Αλλά πρέπει, αντί να μισείς και να φθονείς τους άλλους, να ρίξεις μια ματιά μέσα σου και αν βρεις τον εαυτό σου.
Μπορείς να το κάνεις;
Έχεις το θάρρος;
Ρωτάω, γιατί συνήθως όσοι φθονούν είναι δειλοί που προτιμούν να σέρνονται αφήνοντας δυσωδία όπου περνάνε.
Φθόνος, λοιπόν!
Δύσκολο να αναγνωριστεί και ακόμα πιο δύσκολο, σχεδόν αδύνατο να θεραπευτεί.
Επειδή μόνο οι δειλοί και άνανδροι φθονούν.
Οι άλλοι, οι γενναίοι της ζωής, σκέφτονται μόνο το καλό.
Και κάνουν μόνο το καλό.
Φυσικά, πάντα η επιλογή είναι δική μας!


Πόλυ Μίλτου





Αλησμονιά (της Βίκης Δρακουλαρακου)



Δεν εφάνης ακόμη αλησμονιά
το τραύμα της γης μου να δρέψεις.
Στο απροσμέτρητο της θλίψης ξεχάστηκες
το άσπλαχνο της ματαίωσης εξυμνάς
του καλοκαιριού το ξέφτισμα επωάζεις.
Μήτε εσύ, αναστάσιμε πουνέντε φάνηκες
τα στάχυα στα δεσμά να σκορπίσεις.
Ολότρα στέκουν 
στο ηδύποτο ρουμπίνι του λιογέρματος.
Φως ελλειπτικό στον καρτερικό ουρανό κρεμιέται
κι ένα φιλί σιωπηλό και ανεξόφλητο
στου ασυνείδητου το επιστέγασμα.
Δεν φάνηκες ακόμη λησμονιά
κι αργεί να ξημερώσει.


Βίκυ Δρακουλαρακου