Σάββατο 3 Φεβρουαρίου 2018

Ο αλαζόνας ποιητής (Συνεργασία)


Ποίηση
Ελένη Ταϊφυριανού
Χρήστος Παπαχρυσάφης


Ω! Εσύ μεγάλε ποιητή...
Που καταφέρνεις και ισορροπείς
στο τεντωμένο σχοινί της αλαζονείας σου...
Μαζεύεις τ' άνθη των λέξεων πλέκοντας στεφάνι,
και στεφανώνεις το προσωπείο σου...

Ομορφα είν’ τα λόγια σου και ωραία η γραφή σου
και με την άποψη αυτή πολλοί θα ‘ρθουν μαζί σου
μα όμως η μετριότητα εσάς θα διακατέχει
γιατί ποιητή όπως εμέ η πλάση άλλον δεν έχει

Ω! Ποιητή...
 Εσύ που απαξιώνεις τα λόγια των άλλων
και μόνο τα δικά σου φληναφήματα θαυμάζεις...
Κοίτα και λίγο χαμηλότερα...
Κατέβα από το καλάμι...
ξεπέζεψε...
Περπάτα κανονικά...

Όσες φορές προσπάθησα το βλέμμα μου να ρίξω
Σε σας τα ποιητόπουλα συμπόνια εγώ να δείξω
Με βλέπατε σαν όχημα να γίνει η δουλειά σας
(άσε που δεν το άντεχα να βλέπω τη χαρά σας)

Εδώ κάτω, υπάρχουν υπέροχα λουλούδια
μπορεί να είναι μικρά,
αλλά έχουν υπέροχο άρωμα...
Δείξε λίγη προσοχή,
και τότε θα δείς το πραγματικό νόημα της φιλίας,
 κι όχι αυτό που δείχνουν μερικές δεκάδες.....λάικ....

αυτό που λες δεν γίνεται αγαπητή μου φίλη
να θυσιάσω εγώ για εσάς την μέγιστή μου δόξα
άσε που υπάρχει κίνδυνος να βγει και παρά έξω
ότι αξία έχω μικρή και μέγιστη τη λόξα

Οποιαδήποτε ομοιότητα με πρόσωπα και καταστάσεις..... 



Όταν τη ματιά του θωρώ (της Λιλής Βασιλάκη)


Όταν τη ματιά του θωρώ,
γίνομαι ένα ρίγος ανέμου θαρρώ..
Θύελλα στην καρδιά μου ξεσπάει!
Τα δεσμά της σιωπής της τα σπάει!
"θα του πω, Σ αγαπώ! Σ αγαπώ"!
με σθένος μου κράζει στου "ντο" το σκοπό!
Όχι, καρδιά μου, δεν πρέπει να βγει!...
Θα βασιλέψει, με μιας, σαν αυγή!
Άστο, να μείνει εκεί όπου 'ναι γραμμένο...
σαν ένα παράπονο, κρυφό, ματωμένο...
Είναι απ την αλμύρα της ζήσης φερμένο
κι από όλα τα "μη" της ίδιας διωγμένο!
Αν ειπωθεί,
θα γευθείς της σιωπής σου το φθόνο.
Θα ξεπέσεις για ένα ψίχουλο μόνο;
Θα εκληφθεί σαν απρόσωπο ρήμα.
Θα βουλιάξεις στης κραυγής σου το κύμα...
Όχι, καρδιά μου, δεν πρέπει να βγει!
Θα ξεψυχήσει σαν νοτισμένη αυγή!
Σαν σύννεφο γκρίζο, βουβό και θλιμμένο,
Θα χαθεί στης καμπής τον αθέατο χρόνο...
Άσε με να βλέπω τα μάτια του μόνο...
Κι ας γίνω ένα δάκρυ στη ματιά του σαν λιώνω...

Από τη συλλογή "ροές ψυχής"






Σαν βάτοι ξεροί (της Φωτεινής Ψιρολιόλιου)




Σκυφτή στο μπαλκονάκι αφήνομαι να δω και ν' απολησμονήσω τα εντός μου.
Παρηγοριές μου παίρνουν το νου και τον ξεστρατίζουν ξετσίπωτα.
Ανοίγω το στόμα μου αναπόφευκτα και η ψυχή μου αναπτερίζει ράθυμα
να λιαστεί στο εύκαιρο απέναντι παγκάκι , μιας ανυπόσχετης χαλάρωσης.
Μη μετρώντας χρόνους , καταμετρώντας αλύτρωτες στιγμές , περνούν οι άνθρωποι
καθάριοι, σαν σχόλασμα εκκλησιάς, μέσα τους ο πόνος και το σύστριγγλο,
έξω τα πέτα ατσαλάκωτα και των υποδημάτων η κομψότης , δίνουν ρέστα.
Αχ ψυχή μου ποιος θα ρίξει σπίρτο να φλεγούμε σαν βάτοι ξεροί και το γαλβάνισμα στης υποκρισίας το ξέφτι, να αντικαταστήσει το μαζικό ψυχοθεραπείας χορό ;
Ως τότε μανταλάκια βαστάτε την υστερία μας, χαριτωμένα . Ύστερα, κρεμασμένους απ τα μαλλιά σε πίνακα φουτουριστικό για μετανεωτερικά σαλόνια καρφώστε .
Θα μας πάρει χρόνο, να αναμετρήσουμε τα εγνωσμένα μας ψεύδη και τις των βεβιασμένων μειδιαμάτων ηττημένες ημών καμπύλες . 

Στη σκοτεινή πλευρά (της Λουκία Παπαδοπούλου)


Ανασαίνει βαριά το φεγγάρι
μες τα χέρια το φως του κρατώ
Το κοιτώ με αγωνία μεγάλη
και για σένα ξανά το ρωτώ
Μήπως είδες την πρώτη μου αγάπη;
μήπως είδες τον έρωτα εσύ;
κι απ τα μάτια του στάζει ένα δάκρυ
γιατί ξέρει πως νοιώθω μισή
Με κοιτάζει κι αυτό λυπημένο
και το μάτι μου κλείνει κρυφά
θα φωτίσω την άλλη μου όψη
θα τον βρεις στην σκοτεινή μου πλευρά
Με κοιτάζει γλυκά το φεγγάρι
με το φως του μου δίνει φιλιά
την αγκαλιά του ανοίγει με χάρη
με τραβάει στη σκοτεινή του πλευρά