Σάββατο 25 Ιουλίου 2020

Γράμμα χωρίς παραλήπτη (της Λίνας Κατσικα)


Σου γράφω. ¨Αγάπη μου¨, ξεκινάω, μα την ίδια στιγμή σκίζω τη σελίδα. Έπειτα κι άλλη, κι άλλη. Έχω γεμίσει το πάτωμα με τσαλακωμένες σελίδες. Δεν ξέρω αν με ενοχλεί το ¨αγάπη μου¨ ή η απόφασή μου να σου γράψω. Φοβάμαι πως για άλλη μια φορά η προσπάθειά μου να σε προσεγγίσω θα πέσει στο κενό, μια και φρόντισες με τη συμπεριφορά σου να κόψεις κάθε είδους επικοινωνία. Αναπάντητες έμειναν οι κλήσεις μου, χωρίς απόκριση τα μηνύματά μου. Κανένα ίχνος σου μετά το κοφτό σου «αντίο». Όσο κι αν προσπάθησα δεν κατάφερα να σε ξαναδώ, να μάθω νέα σου, να ακούσω μια λέξη σου. Ένα κενό. Μια απουσία βασανιστική. Λείπεις, μου λείπεις. Με ένα «αντίο» τα έσβησες όλα; Πώς μπόρεσες; Δε σήμαινα τίποτα για σένα;

          ¨Αγάπη μου¨, ξεκινώ πάλι, μα σκίζω τη σελίδα πριν γράψω οτιδήποτε άλλο. Πώς να συνεχίσω; Πώς να απλώσω την ψυχή μου σε λίγες γραμμές! Πώς να βρεθούν οι λέξεις να εκφράσουν όσα με έκανες να νιώσω. Ζούσα στο μικρόκοσμό μου, ευχαριστημένη από την ηρεμία της ρουτίνας μου. Και ήρθες εσύ και την τάραξες, βότσαλο στη γαλήνη της λίμνης μου. Στην αρχή-μη γελάσεις-τρόμαξα. Αλήθεια. Προσπαθούσα να καταλάβω την αναστάτωση μου, κάθε φορά που λάμβανα μήνυμά σου. Εγώ η ψύχραιμη, η δυνατή και να τα χάνω σαν δεκαοκτάχρονο κοριτσόπουλο. Να νιώθω την καρδιά μου να χτυπά τρελά, ακανόνιστα, λες και θα έβγαινε από το σώμα μου. Κι έπειτα οι συναντήσεις μας! Μ’ έκλεινες στην αγκαλιά σου και χανόμουν. Ταξίδευα αγάπη μου μαζί σου. Ήθελα ο χρόνος να σταματούσε σ’ εκείνες ακριβώς τις στιγμές. Να μείνω εκεί χωμένη μέσα στα χέρια σου, να με καίνε τα φιλιά σου, να λιώνω σε κάθε σου άγγιγμα.

          Μα ζήλεψε η μοίρα και γύρισε ανάποδα τον τροχό της. Το ένιωσα εκείνη τη μέρα. Το είδα στο βλέμμα σου, σκοτεινό, ανεξήγητο, όπως ανεξήγητη έμεινε η φυγή σου. Δεν πάει έτσι όμως το πράγμα, ¨αγάπη μου¨. Όφειλες να πεις κάτι. Ένα λόγο, μια αιτία που το προκάλεσε. Αυτό το «γιατί» θέλησα να μάθω, Γι’ αυτό το «γιατί» σου τηλεφώνησα άπειρες φορές, κουρελιάζοντας την αξιοπρέπειά μου. Μα εσύ τόσο άνανδρα βουβός. Κι εγώ; Έμεινα να αναρωτιέμαι. Τα έζησα στ’ αλήθεια όλα αυτά ή τα ονειρεύτηκα; Αξίζει να θυμάμαι κάτι ή να τα διαγράψω όπως εσύ; Πώς το έκανες αλήθεια; Πώς ξέχασες; Με διέλυσες «αγάπη μου», με κομμάτιασες. Κοιτάζω το λευκό χαρτί πάνω στο τραπέζι. ¨Σαν να μην υπήρξα¨, σημειώνω και διπλώνοντας το, το βάζω στο φάκελο. Έπειτα, σβήνω το φως.

Λίνα Κατσικα

Πρώτη ανάρτηση στο " Μεταξύ μας"







ΚΑΛΟΚΑΙΡΙ (της Σοφίας Κοντογεώργου)



Φιλήδονα ακρογιάλια
ερωτοτροπούν με τα κύματα
Φλογερός εραστής ένας ήλιος
το κορμί παραδίνει
στης γαλάζιας εταίρας το πάθος
Κοράλλια κόκκινα
ανθίζουν τα κορμιά
στο βυθό του έρωτα
Σαν άτι καλπάζει η ανάσα
στου οργασμού το κορύφωμα
Στις καρδιές αλητεύει
ο αντάρτης Θεός
στους ανύποπτους στήνει παγίδες
Στα φτερά του ανέμου
ταξιδεύει το τρελό καλοκαίρι
πλανεμένο απο όρκους
σε στιγμές ηδονής φυλαγμένους 
Τις νυχτιές ξεκρεμάει τα άστρα
να φωτίσει τους πόθους
Βασιλιάς και δυνάστης
την αρχή και το τέλος
που ορίζει.

Σοφία Κοντογεώργου