Δευτέρα 23 Μαρτίου 2020

Κοιτάζω (του Πάτροκλου Σεφεριάδη)



Κοιτάζω τα χείλη που μέσα από  σιωπή έδωσαν έρωτα,
 αναρωτιέμαι,
η πηγή του πάθους,
το σώμα βρίσκει,
αισθάνομαι  ζεστασιά,
όταν η φωνή ακουμπά στο χρόνο,
λειτουργεί σαν ζάλη,
η ηδονή λούζει τα κορμιά,
πρέπει να περιμένεις το ιδανικό,
γίνεται γιορτή,
εσύ ακούς το πόθο,
απέναντι στη χαραυγη,
κοιμάσαι δίπλα της στο ίδιο στρώμα,
 τα σεντόνια τυλιγμενα στο γυμνό κορμί, άλλοθι στη φωτιά που έκαψε τη νύχτα, έπειτα σε φιλώ στα βλέφαρα, τα δάχτυλα ακουμπούν το στήθος, δύο κύκλοι σε έντονο χρώμα, λειτουργούν σαν μαγνήτης,
 τα μάτια μου δεν μπόρεσα να πάρω.

Πάτροκλος Σεφεριάδης


Λέξεις από τη συλλογή
Τόλμα αν μπορείς

Περιμένοντας την πανσέληνο (της Αγγελικής Ντελια)


Τα βράδια που δεν κοιμάμαι σιγοτραγουδώ...
Αφήνω τις γρίλιες μου μισάνοιχτες, όπως αφήνω μισάνοιχτες και τις λιγόφωτες μνήμες της καρδιά μου...
-Μισάνοιχτες, μεσάνυχτες, μισοφανέρωτες!
Τις νύχτες αυτές, τ΄ αστέρια συχνά κουβεντιάζουν μαζί μου για τον απέραντο τόπο τους και πότε πότε δειλά με ρωτούν γιατί σιγοτραγουδώ μόνο τους πόνους, γιατί σιγοψιθυρίζω μονάχα τους καημούς;
-Τ' αστέρια όμως δεν γνωρίζουν από πολέμους, ούτε από ματωμένους έρωτες, ούτε κι απ΄της ψυχής τους ξενιτεμούς...
Κι εκεί, μέσα στο ήσυχο δωμάτιο, προσπαθώ τότε ν΄ανασάνω τους ήχους της καρδιάς μου...
Αφουγκράζομαι ακίνητη ν΄ ακούσω τους αντίλαλους να ξεθαρρεύουν πάνω στους κρύους τοίχους, να πιάσω έστω έναν πάνω στα φθαρμένα σανίδια, έναν φλεβικό χτύπο, έναν οργασμό, για να τον βαπτίσω ευλαβικά με το ομορφότερο που υπάρχει όνομα...
Καταπίνω την ανάσα μου όμως για να μην θορυβήσω...
Μην ξυπνήσω την κοιμισμένη καρδιά μου, μην την ξυπνήσω!
Τα βράδια που δεν κοιμάμαι ονειρεύομαι το όνειρο...
Φαντάζομαι τον ουρανό χωρίς αστέρια, μόνο με μια τεράστια ολόφωτη πανσέληνο...
Μια τέτοια πανσέληνος θα μπορούσε να με κάνει να με αγαπήσω...
Θα μπορούσε να με κάνει ν΄ ανοίγω στο σκοτάδι της νύχτας τις γρίλιες μου, όπως ανοίγει ο θεός στο σύμπαν την αγκαλιά του...
Και την καρδιά μου να τη μεγαλώνει, να την απλώνει όπως την ξεδιπλώνει ένας αληθινός έρωτας, χωρίς τον μαύρο φόβο!
-Αλήθεια ονειρεύομαι το όνειρο...
Κάποιες νύχτες νομίζω, θυμάμαι ακόμη και τον σκοπό από ένα νανούρισμα τσιγγάνικο μέσα στο πυκνό δάσος, την ώρα που αποκοιμιούνται οι σκιές...
Το ποτάμι που λίγο πιο δίπλα ξαγρυπνά, κρατά σιγόντο μ΄ ένα μακρύ παραπονιάρικο τρέμουλο κι αποκαλύπτει μυριάδες νεροπεταλούδες π΄ ασημίζουν τα τρυφερένια τσιγγάνικα λόγια...
Λόγια, που μιλάνε για ένα παιδί ίδιο το Φεγγάρι...
Απλησίαστο σαν αγρίμι, με μακρυά κίτρινα μαλλιά, με γαλάζια χείλη και με μάτια παθιασμένα απ΄τη φωτιά ή σαν από το αίμα!
-Ναι, τα θυμάμαι αυτά τα λόγια...
Τα θυμάμαι μα όχι πάντα, σε κάποιες περίεργες νύχτες τα σιγοτραγουδώ πιστεύοντας πως με αυτά θα καλέσω κοντά μου το παιδί Φεγγάρι...
Και τότε εκείνο για να περάσει μέσα στο γυμνό μου δωμάτιο, θα σπάσει τις μισάνοιχτες γρίλιες και τη δειλή μου καρδιά, θα σπάσει τους τοίχους και θα με τραβήξει έξω στον κήπο...
Στον δικό του κήπο, όπου τα μελωδικά πουλιά και τ΄αστέρια θα είναι σύντροφοι στον έρωτα και στην αγάπη, τα λουλούδια και τ΄άγριο χορτάρι και τα δέντρα θα μοιράζονται όλα τους τα πάθη, όλα τους τα μυστικά και δεν θα υπάρχει έτσι άλλο πια σκοτάδι!
Κι εγώ σαν παιδί να κοιμηθώ...
Και το παιδί Φεγγάρι να γίνω στον ύπνο μου εγώ, μια Πανσέληνος που στις νύχτες της ζωής μου, τέτοια δεν θα υπάρχει άλλη...
Να ιππεύω ατρόμητη την ατίθαση θάλασσα, να μαγεύω με το τραγούδι μου τον συννεφιασμένο ουρανό και με το φως μου...
Με το φως μου να καλώ όλο το σύμπαν και μαζί τον Θεό μου για να με ακούσει...
Να ακούσει το ανθρώπινο κλάμα μου με τον βαθύ τραγουδιστό λυγμό...
Και ν΄ακούσω στην ψυχή μου το παράπονό του για τούτον τον όμορφο κόσμο, τον άσχημο!


Αγγελική Ντελια