Δευτέρα 16 Δεκεμβρίου 2019

Άτιτλο (της Χριστινης Σκουλούδη)

....στη πεζή πιάτσα
σκαλώνει ο λυγμός μας ποιητή,
πεζόδρομος ανομβρίας τα σπήλαια των λειμώνων
που να' βρει χώμα η καρδιά που κράταγε τον σπόρο,
πως να σταθεί στον άνεμο ,από που φυσάει ...τώρα
σε ποιό σημείο βγαίνει η ανατολή ,πως το λένε ,...τώρα
και πες μου και το άλλο άν μπορείς ,ποιητή
τι λέμε στο μαραμένο παιδί που μας κοιτάζει στο καθρέφτη....ποιά η συνέχειά μας ...?
Ποιό το όνομα εκείνου του βουνού που ορθώθηκε στο δρόμο
θέλω να του μιλήσω τη γλώσσα κάρβουνο
...αποκαίδι ,στάχτη αυτήν που τώρα έχει
...να του μιλήσω ...να θυμηθεί
μιας χούφτας λάβα κάποτε ...γέννησε
,,δέντρα για να φυτρώνει,να του πώ ...και
όμως του κόβει τα κλαδιά κι αυγή δε ξημερώνει
και για τα ορυχεία να του μιλήσω των σπλάχνων του
των ακατέργαστων  πετραδιών του  την αστρόσκονη
τη μετουσιωμένη  πεπτουσία των αλλεπάλληλων γεννήσεων
 σ'ένα χαμόγελο του ...
μα δε χαμογελάει ...
τι να λες...τι να ...
....κι έπειτα όσο βραδιάζει χάνει κι ορίζοντας
τον προσανατολισμό του...
ανώφελα ψάχνω τόπο να βρώ
να κρεμάσω τον λυγμό της άνοιξης αχάρακτο
αλήθεια που κοιμάσαι ? ποιητή ...
που γράφεις τα στιχάκια.. γιατί? για πες
ποιές οι ανάγκες σου
γιατί δε βρέχει ?...
γιατί στεκόμαστε ?
γιατί η πλάνη ?
για τί πράγμα μιλάς ?...
τι ίπταται ?
γι αυτό σου ξαναλέω
δε ήμουν δεν θέλω να με λες ποιήτρια
μια ζαλισμένη σημαδούρα στην άκρη
μιας ωκεάνιας εθνικής ενός ξαμολυμένου
γκαζωμένου γαλαξία χωρίς όνομα ....ζω
εδώ κατά λάθος
της μηχανής μου ταίζω απλώς
το τετρακύλινδρο άλογο
για τη τελευταία μου γκαζιά
κλαυσίγελο
στη σούζα του αιώνα


Χριστίνη Σκουλούδη






Η μέρα τέλειωνε (του Αριστομένη Λαγουβάρδου)



Αργά - αργά  όλα  χαλάρωναν.
Στιβόταν  οι  φωνές  στο  σούρουπο.
Ύστερα  ήρθε,  τους  ήπιε  η  νύχτα,
σκοτάδι  χαμηλά,  σκοτείνιαζε,
θάμνοι,  νερά,  και  πέτρες  χάθηκαν.

Με  αγάπη  πολλή,  στερνά  τους  φώναξα·
έχετε  γειά  συντρόφοι,  έχετε  γειά.
Ότι  μ΄άστρα  πολλά  η  νύχτα  γίνεται  λαμπρή,
ότι  με  αίμα  πολύ  δοξάζεται  ο  μάρτυρας,
με  δάκρυα  τιμάται  ο  νεκρός

Αριστομένης Λαγουβάρδος