Πέμπτη 20 Αυγούστου 2020

Άτιτλο (του Κωνσταντίνου Τσατσομοιρου)


Και ξεπέρασαν εαυτό
τρέχοντας σαν σφαίρα να κρυφτούν!
Με μια ταχύτητα απελευθέρωσης,
ιλιγγιώδους πόθου!
Λές και το φευγιό
ήτανε όνειρο, και  προσμονή...
κι' η ερημιά ένα ζητούμενο
δάσος ζωής!

Στην αντίπερα όχθη...
Άλλος καιρός... Της επιμονής!
Ψάχνοντας στην χημεία...
εκείνα τα καθαριστικά ψυχής
για τους λεκέδες της νύχτας,
απ' τα λόγια που ξοδεύτηκαν
όταν πουλούσαν μ' ευκολία
παραδείσους, σε τιμές
κάτω του κόστους!

Κωνσταντίνος Τσατσομοιρος


Άτιτλο (της Αγγελικής Ντελια)


Μοναχική φρεγάτα η ζωή, που κουρασμένη και ακούραστη πολεμάει στους αιώνες...
Με μύριες ήττες και λίγες μόνο μετανιωμένες νίκες...

Εσύ που θαρραλέα κάρφωνες με κεντριά ατσάλινα αιματοβάφοντας τα γιγαντόσωμα πέλαγα...
Εσύ που τιθάσευες με γαλαζοκέντητα γκέμια τα αετόφτερα κύματα ιππεύοντάς τα...
Προκαλώντας με φωνές τους ουρανούς  που τόσο ψηλά μέσα τους πετούσες, σπέρνοντας θεόρατους γκρεμούς στα πιο βαθιά φαράγγια ως τα ψηλότερα λυκολημέρια ξυπνώντας όλους τους κοιμόμενους θεούς...

-Αχ Θάνατε-Ύπνε, μέγα μάγε...

Που είναι οι ποιητές που ξελόγιασες παρασύροντάς τους να γίνουν φύλακες των χρυσαφιών στους Παγκαίους κόρφους;
Που είναι οι αλλόφρονες μούσες, οι γαιτανοφόρες νεράιδες που ανίχνευαν με λόγια ακατάληπτα τους αρχαίους καιρούς, σμίγοντας σαν υδάτινες στρόφιγγες τα πάθη στους ανέραστους βάλτους;
Δημιουργώντας συστάδες κορμιών απ' τους στιγμιαίους ανώμαλους οργασμούς των πνιγμών...
Χείρωνες ζευγάρωνες, με μικρά λεπτόφλουδα μαγιάτικα κορίτσια...
Βαθιά, στα πλούσια λιβάδια της Ποσειδώνιας μνήμης, ως του ακροβάσταχτου κόσμου τα πλεονάσματα μύρισαν χιλιάδες οι συφορές...
Και οι κατάρες διαδέχτηκαν τις μέρες και τις νύχτες!

Δυσμενείς οι μήτρες, εργάτορες των θαλασσομαχών που προστίθονται στον αέρινο κυκλώνα, προαγωγό των εποχών και των ανώτερων Ιδεών...
Φουρτούνα και μοιρολόι φτύνουν οι κάμπιες που γεννιούνται από μαυροπεταλούδες νεκρών στιγμών...

-Αχ Χρόνε-Φίδι ύπουλε, μοχθηρέ...

Που είναι οι ποιητές του ασημένιου φτερωτού πλανήτη;

Μην ανοίξετε τα σύνορα, αλυσοδέστε τις εξώπορτες σφιχτά γιατί φοβάμαι την χρυσή φωτιά...
Όπως φοβάσαι τις μάχες στα νερένια μονοπάτια της αφορισμένης ψυχής...
Κρατήσου για λίγο ακόμα στο κατάρτι...
Πολέμα για να γευτείς τις ύπουλες νίκες σου κι από αυτά τα ναυάγια...
Ίσως να στεφθείς Νικητής!

Αγγελική Ντελια