Πέμπτη 31 Μαΐου 2018

Γλώσσα επικοινωνίας (της Βηθλεέμ Νασλα)


Φωνη
Μιλα, πες, ασε τα λογια να κυλησουν!
Κινηση
Κι αν φωνη δεν εχεις, πες το με τα χερια σου στη νοηματικη!
Γραφη
Ο φοβος να ακουστεις δε σε σταματα, γραψε στο χαρτι, κατεθεσε σε μια κολλα λευκη, ολα οσα θες να εκφρασεις!
Οραση
Με μια ματια και μονο μπορεις να κανεις τους αλλους να καταλαβουν!
Τεσσερις τροποι επικοινωνιας, μα εσυ δε διαλεγεις κανεναν. Επιλεγεις να μενεις ησυχος, αθορυβος, κλεισμενος μεσα σ ενα καβουκι. Αορατος μεσα σε τοσο κοσμο που γυρω σου επικοινωνει! Δεν υπαρχεις στο συνολο κι ομως δηλωνεις παρον.
Κι εχεις τοσο ωραια φωνη!
Πες το τραγουδωντας. Σπασε τη μονοτονια κι ασε ολα οσα θες να φωναξεις να βγουν μεσα απ τα ηχεια.
Γραψε μουσικη και ζωγραφισε τα πιστευω σου πανω στο πενταγραμμο, ξεκινωντας με ενα κλειδι του σολ.
Χορεψε και δειξε αυτο που θες με τις κινησεις σου.
Κοιταξε βαθεια μεσα στα ματια κι εκεινα θα πουν την αληθεια.
Προσεξε ομως μη παρασυρθεις, νοημα να χει οτι πεις, μη σπαταλισεις λογια!
Λεξεις καθαριες, κινησεις ευελικτες,  γραφη που κυλαει και βλεμμα διαφανο!


Βηθλεέμ Νασλα



Τετάρτη 30 Μαΐου 2018

Της κατά Θάσον Θαλάσσης (της Καλλιόπης Τσούχλη)




Έλα και γδύσε τώρα το σκοτεινό σου χρώμα,
και φόρεσε της θάλασσας το γαλανό το σώμα,
να σε ρεχτούν οι άνεμοι και τα λευκά πουλιά,
να σου χαρίσουν κύματα μια θάλασσα γουλιά.

Πόθε γλυκέ του ονείρου μου – πόθε ταξιδεμένε,
που σ’ αγκαλιάζει πέλαγος! Θρηνείς ξενιτεμένε.
Που σε ζητούν τα χείλη και τ’ αδειανό μας σπίτι,
σ’ αποζητά κι ο ουρανός να λάμψει τον αστρίτη.

Έρμη γυναίκα μοναχή κι η νύχτα που σμιλεύει,
να πάλλεται να νείρεται! Κι ο πόνος να χορεύει.
Κι εγώ πια δεν μπορώ μονάχη να βουρκώνω,
και μόλις κοιμηθώ θαρρώ πως σ’ ανταμώνω.

Πάρε του Νόστου το στρατί και την δική πυξίδα,
για να περάσεις σύννεφα και να γευτείς πατρίδα,
για να φιλήσεις χείλη και να κρυφτείς σ’ αγκάλη,
κι εκείνα τα ματάκια μου που καρτερούν τα κάλλη.


Καλλιόπη Τσούχλη




Τρίτη 29 Μαΐου 2018

Η υπομονη ειναι Αρετη (του Αντώνη Παλαιολόγου)


Στην ζωη αν δεν εχεις υπομονη,
δεν μπορεις να ζησεις..
Αμα βιαζεσαι να ζησεις,
χανεις την ουσια..
διαλεγεις τι θελεις.
Ουσια ή μια ψευτικη ζωη?..
Ο Χαρος δεν εξαιρει..
Για ολους παντα ειναι εκει,
παντα πιστος στο ραντεβου του..
Έχε υπομονη και απολαυσε την διαδρομη..
Αλλιως τρεχα..
Χανεις τα παντα σε στιγμες
και δεν ζεις καν την ουσια της ζωης..
δικη σου η επιλογη..
Αλλωστε..μην το ξεχνας..
Η Υπομονη ειναι Αρετη...


Αντώνης Παλαιολόγος






Δευτέρα 28 Μαΐου 2018

Θεατρική πλοκή (της Νέλλης Κουμεντάκη)


Άλλα μου
έταξε η ζωή,
κι' άλλα μπροστά μου
βρήκα καρτερικά περίμενα,
μα σε γρανάζια μπήκα!

Ήταν όλα
ψεύτικα γεμάτα,
παραμύθια στα θέλω μου,
έκανα υπομονή ώσπου  κι αυτά,
ξεφτίσαν!

Άλλοι είπαν της μοίρας,
το γραμμένο άλλοι αν μπορείς,
βάλε εσύ στον εαυτό σου τάξη,
θολό ταξίδι ευελπιστώ σε μια,
καινούρια τάση!

Αυτή η ζωή δεν
μου αξίζει ν' αποφασίζει,
άλλος για μένα δεν μπορεί πρίν,
γεννηθούν τα όνειρα να είναι πεθαμένα!

Θεατρική πλοκή,
είναι αυτή που ζώ
θέατρο του παραλόγου,
επιμονή στο τίποτα σ' ένα
αφαιρετικό του λόγου!

Δεν δραπετεύω,
είμαι εδώ στο
παραληρημά μου,
στοχάζομαι τ' αλλοτινά τα,
δίκαια τα δικά μου,
μα καίγεται η καρδιά μου!


Νέλλη Κουμεντάκη




Σώματα (του Ντίνου Γλαρού)


Σώματα βαρειά που περπατάνε κουρασμένα στο χρόνο
σε δρόμους αδιάβατους ακολουθούν ομιχλώδη σκιά
κλεψύδρα ασταμάτητη με χίλιους κόκκους μετράει ψυχρά,
άραγε μετά υπάρχει άλλο ή αυτό είναι μόνο;

Άραγε μετά τι να μας μένει μα και τι μας αφήνει
τελειώνουμε, τάχα μου, ή μπας δεν έγινε ακόμα η αρχή;
Νεκρός είσαι, ξέρε το, αν λησμονήθηκες πίσω στη Γη.
Σώματα βαριά η ομορφιά σας σαν κύκλος που κλείνει.


Ντίνος Ι Γλαρός  

από τη συλλογή ΣΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΝ ΑΚΡΗ (ποιήματα 1997-2017)

Δεκέμβρης 2001-Μάρτης 2002



Κυριακή 27 Μαΐου 2018

Κάτι χαμόγελα σπασμένα (του Re.Pe. Pepliwths)



Για δεν καρπίζουνε  οι  λέξεις
και ξένες γίναν οι καρδιές
γιατί τα ματια χαμηλώνουν
και ορφανεψαν οι χαρές

Κάτι χαμόγελα σπασμένα
από συνήθεια πιο πολύ
για να ομορφαίνεις και να αντέχεις
του πλήθους (δες) τη φυλακή     {του κόσμου σου τη φυλακή}

Στα χέρια παίρνεις πλαστελίνη
να δώσεις σχήμα στη ζωή
μα τώρα έχεις μεγαλώσει
και η μαγεία, έχει χαθεί

Πως γίνεται να ξημερώνει
φως να μη φέρνει η αυγή
πως γίνεται να βρέχει μέρες
μα η καρδιά μας πιο στεγνή.

Και στήνει πάρτι η  υποκρισία
η αδιαφορία έχει γιορτή
μα το ξεγέλασμα τους είναι(μοιάζει)
ακάλυπτη επιταγή.

Και στροβιλίζονται οι λέξεις
χορεύουνε μες στο μυαλό
και ψάχνεις άλλοθι και βρίσκεις
να  αβαντάρεις τ' όνειρο     {να ξεγελάσεις τον καιρό}


Re.Pe. Pepliwths







Σάββατο 26 Μαΐου 2018

Αν ήθελα να υπάρχω (της Στέλλας -Λουΐζας Κατσαμπή)


Αν ήθελα να υπάρχω,
θα φρόντιζα πρώτα την ύλη.
Πέντε κιλά λιγότερος εαυτός,
θα μπορούσαν να χτίσουν εντέχνως το φύλο: θήλυ.

Έπειτα,
θα αφαιρούσα τη γνώση.
Σίγουρα θα μπάλωνα τις τρύπες.
Η σιωπή είναι πάντα διαθέσιμη,
να προφυλάξει τη νιότη.

Τέλος,
θα άφηνα το πνεύμα ελεύθερο,
για να μην φοβάμαι,
πως κάποιος,
θα το λιβανίσει,
θα το ξορκίσει,
στην προσπάθεια του
να τρυπώσει στην ύλη,
ή να καλλωπίσει την άγνοια μου
ή να με αφανίσει.

Στέλλα - Λουΐζα Κατσαμπή



Παρασκευή 25 Μαΐου 2018

Ονειρα κρυφά (της Σοφίας Τανακίδου)


Στο παραγάδι πιάστηκαν
τα πιο κρυφά όνειρα μου
και προσπαθούν έξω να βγουν,
μα μπλέχτηκαν και δεν μπορούν.
Σαν τα ψαράκια σπαρταρούν
και πνίγονται στα βάθη.

Η θάλασσα λυσσομανά,
όλο πιο μέσα τα τραβά,
να τα αποτελειώσει.
Και γω γοργόνα στην ακτή,
κοιτάζω δίχως πια ψυχή,
μια θάλασσα που χρόνια αμέτρητα
με έχει προδώσει.


Σοφία Τανακίδου



Φεγγάρι αρματωμένο (του Πέτρου Βελούδα)


Ξεδίψασε από τα δάκρυα της Αμαζόνας,
δίκοπο μαχαίρι, ρουφάει σύγκορμο,φεγγάρι αρματωμένο...
Απλώθηκε σαν σύννεφο και έκλεισε τα βλέφαρά του
στον κίνδυνο υποταγής στο άγνωστο...
Περικνημίδες πορφυρές, ασπίδες άσπρα δόντια,
ακόντια οι προσευχές θώρακας τα..βαγόνια..
Αγγίζει το σύννεφο και μουδιάζει το εγώ του
κοιτώντας την αντοχή από μουχλιασμένο ήλιο,
πόλεμο αναζητά με τα ουράνια..αναστήματα...
Πολεμο καραδόκει με τα..φεγγάρια...
Ο νικήτης εσίγησε και ο νικημένος καταιγίδα,
ξεδίψασε τον πόθο του για ..νίκη στην..Πυθία!


Πέτρος Βελουδας



Εμείς (της Αναστασίας Κουτσούκου - Κλεάνθη)


Μούσκευε το πρόσωπο η βροχή
μα η καρδιά μας έμενε ζεστή,
πάγωνε τα χέρια μας το κρύο,
αγκαλιαζόμασταν σαν ένας, όχι δύο

Έτρεμε η καρδιά μου στη βροντή
τα στιβαρά σου χέρια γίνονταν σκεπή.
Σχίζονταν ο ουρανός στα δύο
μα εμείς ήμασταν ένας όχι δύο.

Φοβόμουνα στη νύχτα να βαδίζω,
είχα όμως εσένα ν' ακουμπήσω.
Τρέμω και τώρα τη νύχτα,τη βροχή,
μαζεύομαι σε μι' άκρη, έρημη,μοναχή.

Γιατί η αγάπη να κρατήσει,όσο η βροχή;
γιατί ο έρωτας να ζήσει ,όσο μια νύχτα;
Στην αγάπη δεν μπόρεσα να μείνω ένα παιδί,
σαν φύλλο τρέμω πάνω σε κλαδί.


Αναστασία Κουτσουκου- Κλεάνθη



Τετάρτη 23 Μαΐου 2018

Γαλανόλευκη Ελλάδα ( της Καλλιόπης Τσούχλη)


Χαμήλωσε η νυχτιά μες στην μικρή μου κλίνη,
και το φεγγάρι ολόγιομο μου μέρεψε την δίνη.
Δως μου Θεέ μου δύναμη τ' αστέρια να μετρήσω,
στο φινιστρίνι να σταθώ πελάγη να ξυστρίσω.

Για ν' αγναντεύω θάλασσες στα δειλινά τους φάρους,
Στο λυκαυγές τα χρώματα και τους λευκούς τους γλάρους,
Από στεριά να λυτρωθώ και μόλο μην θυμάμαι,
να ξεστρατίσει η θύμηση να πάψω να φοβάμαι.

Σ' ένα σκαντάγιο όνειρα να φτάσουν τα νερά,
κι από τα όκια μεμιάς να γεννηθούν φτερά.
Να ξεγλιστρήσει η άγκυρα το φρένο να μην πιάσει,
ν' αμοληθεί μες στο βυθό στα νύχια ν' απαγκιάσει.

Και να φωνάξω μονομιάς, αγάντα κι όλα νέτα,
φωνή Ελλάδος ν' ακουστεί στη μακρινή Βαλέτα.
Να ταξιδέψει ο σταυρός και μ' ηθική ακμαία,
να γονατίσουν ουρανοί στη γαλανή Σημαία.


Καλλιόπη Τσούχλη




Πέμπτη 17 Μαΐου 2018

Μικρός απολογισμός (της Ελένης Ταϊφυριανου


Είχα μια μάνα κι έναν πατέρα
(όπως όλοι μας)
Μια μάνα που δεν άντεξε κάποια πράγματα,
έδωσε πέντε φάσκελα στη ζωή
ήπιε το κώνειο...
Κι αποχώρησε από τα εγκόσμια..
(όχι όπως όλοι μας)
Έναν πατέρα, το μόνο που τον ενδιέφερε,
ήταν ο εαυτός του...
Ποτέ δεν νοιάστηκε για μένα,
τον έθαψα μέσα μου...
Δεν τον πένθησα, δεν τον έκλαψα...
(και πάλι όχι όπως όλοι μας)
Στα είκοσι παντρεύτηκα,
Και στα είκοσι ένα,
αυτό το... άνθρωπος μη χωριζέτο,
ο καλός θεούλης το έκανε,
"Μαύρος άγγελος χωριζέτο"
(όπως πολλές από εμάς)
Μετά με ξέχασε... εντελώς όμως...
Με θυμήθηκε είκοσι τέσσερα χρόνια μετά,
Όταν αποφάσισε να μου ξαναστείλει τον μαύρο του άγγελο,
για να με χωρίσει αυτή τη φορά,
απ' την ίδια μου τη σάρκα,
το ίδιο μου το αίμα...
Όλα στη ζωή μου σε υπερβάλλοντα βαθμό,
Κούραση, πίκρα, πόνος, κλάμα, θάνατος.
Μόνο η χαρά και η αγάπη υστερούσαν...
Τσιγκούνες μια ζωή μαζί μου,
το μάτι τους διαρκώς στη ζυγαριά,
μη τυχόν και μου ζυγίσουν κανένα γραμμάριο παραπάνω στη χαρά...
Έτσι που όταν τύχαινε και γελούσα καμιά φορά δυνατά,
κοίταζα τριγύρω μήπως και με παρακολουθούν από καμιά γωνία
και μου χρεώσουν φόρο για το γέλιο...
(ας πούμε... ένα γελιόσημο χμ..)
Και 'γω εκεί....(το πείσμα μου μέσα)
δεν γονάτισα, δεν λύγισα
δεν έσκυψα κεφάλι.
Μόνο να... εκείνες οι μικρές δόσεις
της χαράς και της αγάπης...
Δεν φτάνουν που να πάρει...
Δεν φτάνουν...


Ελένη Ταϊφυριανού






Τετάρτη 16 Μαΐου 2018

Οδυσσέας και Πηνελόπη II (της Καλλιόπης Τσούχλη)


Θάλασσα εσύ – γαλήνη μου και της καρδιάς μου μούσα,
πόθε γλυκέ του ονείρου μου που από παιδί κεντούσα,
μύρια καράβια κι όμορφα που σου 'πλεκα λιμάνια,
με χάντρες που σε στόλιζα και με χρυσά γιορντάνια,

.

πού είναι, πια και δεν μπορώ να νιώθω μακριά μου,
κι άλλο δεν έχω παρ’ αυτά τα έρμα δάκρυα μου,
κι ό,τι από εκείνου τ’ όνειρο ξεπλέκω μεσημέρι,
να το αναπλέκω ψάχνοντας ποιο κύμα θα τον φέρει.

.

Παρακαλώ σε, θάλασσα, φέρε τον πάλι πίσω,
απόψε, τώρα! που ποθώ τα χείλη να φιλήσω,
πόνο μη νιώθω, στεναγμό κι άλλο να μη λυπάμαι.
Να πάψω πια, σαν όνειρο και μόνο να θυμάμαι.



Καλλιόπη Τσούχλη

Σε είδα (της Έλενας Μαυροειδή)


Σε είδα ,
προλαβα να σε δω ,
σαν αστραπή , μια λάμψη πιο ,
δυνατή κι απ τον ήλιο ,
κι ύστερα κλείνοντας τα μάτια ,
έγινες δάκρυ μου ....
Σε είδα ,
στο πιο λαμπρό αστέρι ,
πάνω στον έναστρο ουρανό ,
ζωγράφισα την μορφή σου ,
για νασαι παντα εκει ,
κάθε φορά που θέλω να σε δω .....
Κι άλλες φορές .
γίνεσαι σκιά μες το σκοτάδι ,
κι έρχεσαι την νύχτα ,
μισανυχτη η πόρτα μένει ,
αφήνεις το άρωμα σου ,
γίνεσαι αναπνοή μου , και χάνεσαι .....
Σαν ξημερώσει ,
σε ψάχνω στο άδειο σπίτι ,
στην θύμηση σου συνηθησα να ζω ,
παλεύω να κρατήσω ζωντανό ,
το χαμόγελο σου , ίδιο με το δικό μου ,
που πήρες φεύγοντας μαζί σου ......





Τρίτη 15 Μαΐου 2018

ΠΑΡΚΙΝΓΚ ΓΕΡΟΝΤΩΝ (του Χρήστου Παπαχρυσάφη)


Πολύ ζέστη αυτό το καλοκαίρι.
Και όταν δεν έχεις και την δυνατότητα να πας σε κάποια παραλία τότε …βράσε ρύζι.
Και χρησιμοποιώ αυτή την φράση γιατί για να βράσω ρύζι είμαι μια και έπαθα γαστρεντερίτιδα και έχω κάνει την διαδρομή κρεβατοκάμαρα – WC ουκ ολίγες φορές.

Τώρα θα μου πείτε και τι μας το λες…
Δεν είναι αυτός ο σκοπός μου…
Το τι θα κάνω εγώ με τα οπίσθια μου αφορά εμένα
Η μάλλον εμένα και τους γιατρούς του νοσοκομείου που πήγα για να δω τι θα γίνει το χάλι μου.

Μα τι ωραίο νοσοκομείο?
Τι εξυπηρέτηση?
.
.
Τι κόσμος?
Καρφίτσα δεν έπεφτε.
Και πολλοί ηλικιωμένοι

Ένας παππούς μάλιστα μου έπιασε και την κουβέντα….
(σαν κάτι να θέλει να μου πει, λέω από μέσα μου)

Μου έλεγε για την σημερινή νεολαία…. Που αρρωσταίνει συνέχεια… που με το παραμικρό τρέχει στους γιατρούς…. Που αυτός 85 χρονών και ακόμα δεν έχει προβλήματα υγείας…..

Του λέω ….κάτσε βρε παππού… και αφού δεν έχεις πρόβλημα, εδώ τι θες?

Αυτό είναι μια άλλη ιστορία μου λέει.

Εγώ στην ζωή μου πάλεψα, αγωνίστηκα για τα παιδιά μου, τα προίκισα, τα πάντρεψα τα βοήθησα να δημιουργήσουν δική τους δουλειά, να έχουν οικονομική άνεση.
Τώρα όμως εγώ τους είμαι βάρος. Θέλουν να παν στην θάλασσα να κάνουν ένα μπάνιο αλλά εγώ δεν έχω θέση μαζί τους έστω και αν το αυτοκίνητο ΕΓΩ τους το πήρα… έστω και αν τα πίσω καθίσματα είναι άδεια.
Ούτε καν στο σπίτι δεν με αφήνουν για να μην ξοδεύω ρεύμα με το κλιματιστικό.

Με φέρνουν εδώ και με αφήνουν για να είναι λέει σίγουροι ότι και αν πάθω κάτι εδώ έχει γιατρούς.

Και σαν και μένα είναι και ο κυρ Κώστα εκεί… η κυρα Σοφία με την κυρα Άννα απέναντι…. Ο Ζαχαρίας που είναι εκεί στην γωνία….. γνωριζόμαστε ξέρεις μεταξύ μας…….

Δεν ξέρω παλικάρι μου αν το έχεις καταλάβει…. Αλλά σήμερα τα νοσοκομεία κάποιοι τα έχουν για ΠΑΡΚΙΝΓΚ ΓΕΡΟΝΤΩΝ.


Χρήστος Παπαχρυσάφης



Κυριακή 13 Μαΐου 2018

Μάνα (του RE.pe Pepliwths)


Μάνα αθάνατη, πνοή ζωής
σταμάτημα του χρόνου
μες τη ζωή τη δύσκολη
ανάχωμα του πόνου
Μάνα το πρώτο φως
ο πρώτος ήχος
πυξίδα στο ταξίδι της ζωής
άφατη αγάπη, λόγος άρρητος
Πρώτο χαμόγελο, γλυκό νανούρισμα
η χαρά στα πρώτα λόγια...
μάνα, χαρά, ευγγέλιο!!!
εικόνισμα...μάνα αιώνια!!!
Μάνα αγάπη , γλυκό συναίσθημα
χρώμα, χαρά, ευωδία!!!
Μάνα ταξίδι, στο χρόνο
αέναη πορεία...
Πορεία που είναι η ιστορία μας
Φως στην αφάνεια...
άρνηση λήθης...
ομολογία αλήθειας...
Μάνα, χωνευτηρι εικόνων, χρωμάτων
μάνα κουράγιο, συναισθημα ένα
σύμβολο αγάπης...
πρόσωπο ένα...
Ο δικό σου δρόμος
φως , εικόνες, ήχος...
παιδικά χαμόγελα...
αφελείς απορίες...
Έτσι είσαι μια πορεία...
αυτό που λεν στο καλό...
και στ' άλλα, μονάχη
ασπίδα είσαι , στο κάθε κακό...
Μάνα χαρά!!!αυτό που λεν
εν Αρχή ην ο λόγος!!!
Μαγεία του παραμυθιού...
που έχει , αίσιο τέλος...
Μάνα εικόνα κλεμμένη...
που φωτίζεις το μέλλον
σε όλους δίνεις, σε όλους χαρίζεις
Ποτέ δεν φτωχαίνεις...
Μάνα, χαρμόσυνο άγγελμα
φωτεινή ζωοδότρα...ζωσμένη φαρετρα...
που δώρα μοιράζεις...
Και στη μοιρασιά, πάντα χαμένη
που όλα τα δίνει !!!κι ας μην παίρνει ...
Η χαρά της να δίνει...έτσι ειναι
ο αληθινά πλούσιος...παντα γενναιοδωρος!!!
Μάνα που το λεξιλόγιό μας
κάνεις φτωχό...
Φοβάται η σκέψη...
Μην αστοχήσει...
Μάνα εσύ η πηγή...
το νάμα...η βρύση , η δροσιά...
εσύ η έκφραση!!!
κάθε θετικής σκέψης...εσύ η ρήση...
Και εμείς διαβάτες, ατσούμπαλοι...
που το βήμα τους χάνουν...
ιχνηλάτες, πορείας μυστικής!!!
που τα ίχνη σου ψάχνουν...
Μάνα μνήμη, κυτταρική...
που ανακαλύπτουμε, τον εαυτό μας
αναγνώστες της ζωής...
ξανα-γνωρίζουμε...ξανά- γυρίζουμε...
Εσύ το το πρωτότυπο...και μεις η κόπια!!!
Εμείς ο πίνακας...και συ το χρώμα...
Μάνα είσαι το εμείς...με άλλη όψη...
Αφού το εγώ , το διέγραψες...ΜΑΝΑ Αιωνια...

RE.pe Pepliwths


**Το ποίημα δεν είναι κατοχυρωμένο
αλλά χαρισμένο σε όλες τις μάνες
του κόσμου !!!Ιδιαίτερα σε αυτές
που δεν θα το ακούσουν...***

Μάνα (της Σοφίας Τανακίδου)



Λέξη που δε γεύτηκε ποτέ παράδεισο.
Δε τη ξεστόμισε ο Θεός ποτέ.
Την άκουγε από χιλιάδες στόματα.
Ύμνοι στο όνομα της από το γένος των ανθρώπων.

Μα Εκείνος
δε γνώριζε το λόγο...
Δεν είχε μάνα...

Και κατέβηκε στη γη.
Να σώσει τους ανθρώπους.
Θα τό 'χε κάνει με χιλιάδες άλλους τρόπους.
Όμως κατέβηκε στη γη να γεννηθεί
για νά 'χει... μάνα!

Ύψιστη τιμή στη μάνα!


Σοφία Τανακίδου



Σάββατο 12 Μαΐου 2018

Το νησί μας (της Αναστασίας Κουτσουκου - Κλεάνθη )


Μάζεψα βότσαλα,να φτιάξω ένα νησί
γλυκό μου όνειρο,βοηθά με κι εσύ,
μαζί να το τελειώσουμε μια μέρα
και μια φωλιά να ξαναχτίσουμε 'κει πέρα.

Αγάπης λόγια βάλε 'συ κι εγώ ένα φιλί.
Χώμα θα'ναι η αγάπη σου, το χάδι μου, νερό.
μ' αγάπη ατέλειωτη,ζεστή, να φτιάξουμε πυλό.
Έτσι μονάχα θα σταθεί , πέρ'από κάθε επιβολή.


Αναστασία Κουτσουκου - Κλεάνθη

Παρασκευή 11 Μαΐου 2018

Εκεί στα Διά-σπαρτα Μιτάτα (του RE.pe Pepliwths)


Βραχνή η φωνή του Ψαραντώνη
οι Κουρήτες  κάμουν , ταραχή
εκεί στα Διά-σπαρτα Μιτάτα
τα βράδια στήνεται , γιορτή...

 Ο Μίνωας και η Ιοκάστη
Ραδάμανθης και Αιακός
μαύρο μαντήλι, στο κεφάλι
πίνουν ρακές, έχουν χαρές

Την λύρα, ο Σκουλάς στο χέρι
κι ο Ψαραντώνης που γροικά
είναι η φωνή του, ίδια η Κρητη
κι η Μυθω-δια ξεκινά...

Στα ίδια βήματα  για αιώνες
χορό εκεί στήνει η Λευτεριά
Ο Δίας γίνεται μπροστάρης
στου Ιδαίου Άντρου, τη σπηλιά...

Μην λησμονείς την Ιστορία
Ίσκιοι, προγόνων, περπατούν
φωτιές στο Διά-σελο ανάβουν
στο γλέντι τους σε καρτερούν

Ίδιες μορφές χιλιάδες χρόνια
Ο Βώδινας , κερνά ρακή
Ο RE.pe τάχυνε το βήμα
να μην αργήσει στη γιορτή!!!


RE.pe Pepliwths



Αφιερωμένο στον φίλο Γιώργη Βώδινα
που σεμνα διακονεί τον λόγο και την ποίηση...
***To  ποίημα δεν ειναι κατοχυρωμένο
  αλλά χαρισμένο...γιατί αληθινα δικό μας
 ότι χαρίσαμε...***



Το κύμα (του Χρήστου Κουκουσούρη)


Της θαλάσσης εγώ μαύρο κύμα
έχω κάνει εχθρούς, πώς να ζήσω ;
Μεγαλώνω γοργά κι είναι κρίμα,
δεν προφταίνω συγνώμη ν’ αφήσω
ως να φτάσω σ’ ακτή και να σβήσω,
των κανόνων κι εγώ είμαι θύμα…

Της θαλάσσης που ο Αίολος  αγγίζει
με πνοές, που στο βάθος θεριεύουν
και τη δόλια ψυχή συγκλονίζει
για τα πλοία που μ’ άγρια παλεύουν
στοιχειά, την χαρά που του κλέβουν,
να σαρώσει καθώς στροβιλίζει.

Της θαλάσσης που μέσα αναδεύει
το αρχέγονο σπέρμα κι ευθύνη
που ‘ν’ ευθύνη δοτή και παιδεύει
κι εγώ κύμα καρπός απ’ τη δύνη
και του έρωτα πάθους για κείνη
που  αν κορέσει, για λίγο μερεύει.

Η σελήνη και τ’ άστρα του νότου
μαρτυρούν, τέτοιο πάθος δεν σβήνει
ένα σμίξιμο αιώνιο αφ’ ότου
ο Αίολος την θάλασσα πίνει
και μεθάει και το σπέρμα του αφήνει
σαν φτηνός εραστής λάμψης κρότου.





Πέμπτη 10 Μαΐου 2018

Το ευχαριστώ που μου έμαθες εσύ (της Τζούλιας Παπά)




Είναι που σου χρωστάω τόσα πολλά
κι όμως ποτέ δε δέχτηκες
ούτε ένα ευχαριστώ.
Είναι που μου έδωσες
το πιο πολύτιμο δώρο...
το χέρι σου να στηριχτώ.
Είναι που μου χάρισες
χρόνο από το χρόνο σου
και χαμόγελο απ' το δικό σου.
Σκούπισες τα δάκρυά μου
και σήκωσες το κεφάλι μου ψηλά
για να αντικρήσω ξανά τον ήλιο...
Είναι που ενώ πονούσες...
χαμογελούσες για μένα,
για να μου δώσεις
δύναμη και κουράγιο...
Είναι που....
Είναι τόσα πολλά που έκανες για μένα...
Κι όμως δε δέχτηκες ποτέ ούτε ένα ευχαριστώ...
Κι είχα τόση ανάγκη να στο πω...

Σηκώνω το βλέμμα μου στον ουρανό...
Αντικρίζω τα μάτια σου
να με κοιτάζουν με αγάπη...
Και ψιθυρίζω απαλά...
"Σε ευχαριστώ καρδιά μου..."
Και νιώθω ότι το ακούς...
Σε βλέπω να χαμογελάς
που ακόμα επιμένω
να σου λέω ευχαριστώ
κι ας ξέρω
ότι δε σου άρεσε καθόλου...

Να ξέρεις όμως...
Πάντα θα το ψιθυρίζω...
Για σένα...
Γιατί σου ανήκει...
Γιατί σου αξίζει...
Το δικό μου ευχαριστώ,
μου το έμαθες εσύ!








Μνημη! (της Νέλλης Κουμεντάκη)


Είναι και εκείνες,
οι μνήμες που ζυγώνουν,
τη νύχτα και παραπαίει η ψυχή,
Είναι και εκείνες  οι νύχτες,
που σε αγγίζω στ' όνειρο,
και πιάνεται η αναπνοή,
Είναι και εκείνα τα μονοπάτια,
που σ' οδηγούν κατάσαρκα στ' αγκάθια.
Μα εγώ θα ντυθώ προσμονή, θα φυλακίσω τη σιωπή,
και στο τέλος της αβύσσου, το όνειρο θα πάρει μορφή,
Θα τυλιχτώ νοερά στου φιλιού σου την αναπνοή,
Θα παγώνει η ψυχή μην μ' αρνηθείς;!


Νέλλη Κουμεντάκη



Αν η αγάπη (της Χρύσας Νικολάκη)



Τη μοναξιά μου κι αν σκοτώσω
χίλιες φορές θα σ' αρνηθώ
κι αν ρίζωσα στο λίγο
με το πολύ θ' αναστηθώ.

Κι αν η αγάπη είναι ψέμα
κι αν η αγάπη είναι λειψή
ας βουλιάξει μες στο αίμα
ώστε η πληγή να γιατρευτεί.

Μα αν η αγάπη ειν' αλήθεια
θέλω να τη ζήσουμε μαζί
να με φιλάς χωρίς συνήθεια
να γίνει η βιώση μαγική.

Η μοναξιά δεν με στοιχειώνει
όταν ο ίσκιος σου είναι εδώ
μόνο η ματιά σου με ματώνει
σαν ειν' μουντό το δειλινό....



Χρύσα Νικολάκη



Ένα τοπίο... Χωρίς χρώμα (της Πολυς Μίλτου)


Κάποτε… πήγα να επισκεφτώ μια ψυχή… Ήταν στο ψυχιατρείο. Ωραίος άνθρωπος στη ζωή της, αλλά… ατύχησε. Έπεσε σε συγγενικές «αγάπες», που ήθελαν να παίρνουν και μόνο να παίρνουν… και της τα πήραν όλα. Ακόμα και την αξιοπρέπεια και τον αυτοσεβασμό.
Κατάληξη… τα ψυχοφάρμακα. Για την ατυχήσασα.
Όχι, δεν ήταν από κληρονομιά… Ήταν το αποτέλεσμα των «σφικτών» ανθρώπινων σχέσεων. Τόσο σφικτών, που η ψυχή πιέστηκε υπέρ το δέον και ο νους… έπαψε να αναπνέει ελεύθερα.
Μετά,… πολύ θέλει ο άνθρωπος;
Η σκέψη στράφηκε σε άλλον κόσμο, εκεί που ένιωθε ασφάλεια, που δε θα μπορούσαν να τη βρουν οι λογικοί, που δε θα μπορούσαν να την κυνηγήσουν ανελέητα οι δήθεν, που όλα τα έκαναν για το καλό της.
Ναι, δε θέλει πολύ ο άνθρωπος!
Έτσι και ξεπεραστούν τα όρια, πολλά αρχίζουν να συμβαίνουν.
Εξαρτάται από τις συνθήκες, τον χαρακτήρα, την ιδιοσυγκρασία και το είδος της βίας που δέχεται κάποιος, από το πώς θα αντιδράσει.
Άλλος θα κλάψει και θα ουρλιάξει, άλλος θα βρίσει τους πάντες και τα πάντα, άλλος θα τα κάνει γυαλιά καρφιά, άλλος θα σου φέρει τον δικηγόρο στο σπίτι, άλλος θα σε σπάσει στο ξύλο…
Αυτούς να τους φοβάσαι για σένα, όχι για εκείνους.
Θα αντιδράσουν με πυγμή και ψυχρή λογική και, τσακίζοντάς σε, θα το βρουν το δίκιο τους και θα ηρεμήσουν…
Εκείνοι που είναι πιο ευαίσθητοι, όμως;
Εκείνοι, δε θα σου κάνουν κακό, γιατί δεν το επιθυμούν. Η βία όμως θα ξεσπάσει στη δική τους καρδούλα με μένος και θα αφήσει συντρίμμια. Μερικές φορές… και θάνατο.
Άλλος θα απομονωθεί στην κατάθλιψη, άλλος θα μισήσει τις σχέσεις με οποιονδήποτε και δε θα διακρίνει πια εχθρούς και φίλους, και οι πιο ευάλωτοι… θα κινδυνεύσουν από δύο θηρία..
Την αυτοκτονία και την τρέλα.
Για την αυτοκτονία, δε χρειάζεται να πω λέξη. Αν χαθεί η ζωή άδικα, δεν μπορείς να διορθώσεις μετά, τίποτα.
Και ο άνθρωπος χάθηκε διαπαντός κι εσύ, κακοποιέ μου, έμεινες με το στίγμα. Ακόμα και να το μετανιώσεις, ο άνθρωπος… έχει φύγει…
Το άλλο θηρίο, όμως, της τρέλας;
Αυτό, που κάνει ερείπιο ψυχικό ένα άτομο, που πριν είχε προσωπική ζωή κι εσύ του τη χάλασες, που είχε αγάπες κι εσύ του τις έδιωξες, που είχε όνειρα κι εσύ του τα γκρέμισες, που… πριν ζούσε και ενεργούσε και αντιδρούσε με θέληση για το καλό κι εσύ τον σταμάταγες σε όλα…
Τώρα, αυτός ο άνθρωπος, έφυγε… με άλλον τρόπο.
Το σώμα ζει, τρώει, πίνει, κοιμάται…
Η ψυχή του ζει, θυμάται, αισθάνεται, πονάει, χαίρεται...
Ο νους, όμως, έπαψε να επικοινωνεί. Διέκοψε κάθε συζήτηση με την πραγματικότητα, μια σιωπή κυριαρχεί στη σκέψη, η άμυνα σε όσα μπορούν να πληγώσουν, να κουράσουν, να χρειαστούν δύναμη θέλησης…
Γιατί; Επειδή, ο παθών, δεν έχει πια άλλη δύναμη! Την έχασε κάτω από τα συντρίμμια του πραγματικού του κόσμου, που εσύ, γονιός, φίλος, εραστής, αδερφός, συνάδερφος, γείτονας, όποιος κι αν ήσουν, έσκαψες εκ θεμελίων. Και μάλιστα, πολλές φορές με την ανόητη και παράλογη δικαιολογία, πως ενεργούσες για το καλό του ή… πως το έκανες για αστείο… «Τι φταις εσύ, αν αυτός τρελάθηκε; Ας ήταν πιο έξυπνος, να μην τα βάζει όλα μέσα του…»
Τώρα, λοιπόν, εσύ, ο έξυπνος, προχωράς άνετα τη ζωούλα σου, με ήρεμη συνείδηση αφού δεν φταις, ίσως μάλιστα, να έχεις και τη μεγάλη ιδέα ότι απάλλαξες την κοινωνία από κάποιον επικίνδυνο… που «ήταν να τρελαθεί κι ευτυχώς το καταλάβαμε εγκαίρως»!
Κι εκείνος,  ο χαζός, ο νυν τρελός,… περπατάει πια σε άλλη γη, σε αυτή τη χώρα, που εσύ τον φυλάκισες θεληματικά ή αθέλητα. Έναν τόπο χαοτικό, μελαγχολικό, άχρωμο… Μια γκρίζα θολούρα φαίνεται πάνω από τα βουνά του, που του διώχνει διαρκώς τον ήλιο. Μια ασπρόμαυρη εικόνα επανέρχεται πάλι και πάλι στη σκέψη του… Όλα μαύρα και γκρίζα, όλα ακίνητα σε μια κατάσταση αναμενόμενης θύελλας…
Και αυτός, στη μοναδική τελευταία του αντίδραση για να μην πεθάνει, αλλά να συνεχίσει να ζει, έστω και τόσο, έβγαλε τη βάρκα του έξω, να τη σώσει από την καταιγίδα που τον περίμενε, στη δική του στεριά με το μολυβένιο χρώμα, κι εκεί θα περιμένει ως το τέλος… Εκεί! Στη χώρα της ασφάλειας, μακριά από τη λογική των δήθεν ισχυρών, πέρα από θλίψεις και ματωμένες καρδιές, χωριστά από τους εξυπνάκηδες που τον τυραννούσαν κάθε μέρα και έσφαζαν σε κομμάτια την καλή του καρδιά, σιγογελώντας και σιγοτραγουδώντας ένα τραγούδι σαρκασμού…
Δεν ξέρω, φίλε μου, πόσο θεωρούμε τους εαυτούς μας δικαιωμένους, όταν τυχαίνει να έρθουμε σε επαφή με τέτοιες ψυχές.
Συνηθίζουμε να ρίχνουμε ένα βλέμμα οίκτου, να κουνάμε κεφάλι, να ψιθυρίζουμε «είναι τρελός» και να περνάμε βιαστικά για να μην απασχοληθούμε περισσότερο.
Από τότε, από εκείνη τη μακρινή μου επίσκεψη στο ψυχιατρείο, όπου έμεινα για ώρα να προσέχω μια άρρωστη κρεβατωμένη, χαπακωμένη, ακίνδυνη, αλλά… με βλέμμα απλανές και έλλειψη συγκέντρωσης σε μια απλή συζήτηση, χωρίς συναίσθηση του πραγματικού, έτυχε να συναντώ κάθε τόσο σε πόλεις, σε δρόμους… όλο και κάποιον άνθρωπο «αλλιώτικης λογικής». Γυναίκα, άντρα, μικρό, μεγάλο…
Μα, όταν πρόκειται για νέο άνθρωπο, η θλίψη μου είναι βαθύτερη.
Δεν είμαι ψυχίατρος. Δεν μπορώ να συμβουλέψω τίποτα. Δεν μπορώ να ελέγξω καμιά περίπτωση. Δεν μπορώ να ξέρω τι ακριβώς συμβαίνει. Δεν επιτρέπεται να πλησιάσω και να ρωτήσω τον ίδιο, δε θέλω να ρωτήσω κανέναν από όσους απλά και με αναισθησία, θα μου πουν τη συνηθισμένη φράση «τα έχει χαμένα» και θα τον κοιτάξουν με περιφρόνηση…
Ο δικός μου προβληματισμός είναι πάντα ο ίδιος…
Πόσο φταίμε, πού φταίμε, τι ακριβώς θα μπορούσαμε να περισώσουμε σε περιπτώσεις που δεν έχουν σχέση με κληρονομικότητα;
Αχ, πόση ευθύνη έχει το πλησίασμα κάθε ανθρώπου. Έστω και για μια στιγμή… ένα σου χαμόγελο, βρε παιδί μου, μπορεί να συγκρατήσει την ψυχή μέσα στα όρια… μια κακιά σου συμπεριφορά, σε λάθος στιγμή, στον λάθος άνθρωπο, μπορεί να σπάσει και να τσακίσει κάποιον, που εσύ δεν το ξέρεις, αλλά που μόλις τώρα αγωνιζόταν να σταθεί… και δεν μπόρεσε… εξαιτίας σου…
«Μια στιγμή θέλει ο άνθρωπος», έλεγαν οι παλιοί και είχαν δίκαιο…
Μια στιγμή, και η τρομαγμένη πορεία κάποιου ευαίσθητου ατόμου, μπορεί να αλλάξει προς το φως ή… μπορεί να καταλήξει στο σκοτάδι…
Μια στιγμή!
Όλοι μας το έχουμε νιώσει, το πόσο αλλάζουν πολλά από τη μια στιγμή στην άλλη…
Μια στιγμή!
Πόση ευθύνη να έχουμε, άραγε, για μια μικρή στιγμούλα στις ανθρώπινες σχέσεις μας; Ποιο στίγμα θα έχουμε αφήσει σε μια ξένη ζωή, σαν καρδιές αγαπώσες, όταν εμείς θα έχουμε ήδη απομακρυνθεί;
Μας έχει ποτέ απασχολήσει, πόσο κοντά είμαστε καθημερινά όλοι οι άνθρωποι, γνωστοί και άγνωστοι και πόσο παίζει ρόλο η δική μας στάση ακόμα και σε κάποια ψυχή, που έτυχε να τη συναντήσουμε μια φορά, για λίγο,… αλλά, αλλά… η σκιά μας να την ακολουθεί για πάντα;
Κάποτε, ήμουν ακόμα στο τελευταίο έτος του Παιδαγωγικού, με πλησίασε μια φοιτήτρια από άλλο Τμήμα… Μου είπε «πως δε με πήγαινε καθόλου όλα τα χρόνια, επειδή με έβλεπε να κάνω τον σταυρό μου πριν καθίσω να φάω στη Λέσχη. Με κορόιδευε που ήμουν της εκκλησίας…»
Έτρεμε ολόκληρη τη μέρα που με συνάντησε, μου είχε πιάσει το χέρι γερά να μην της φύγω, και ζητούσε συγγνώμη για κάτι που ούτε ήξερα ούτε με ένοιαζε. Πάντα έκανα και κάνω αυτό που πιστεύω και ο κάθε άλλος είναι ελεύθερος να νιώσει και να πιστέψει ό, τι εκείνος θέλει. Απόρησα.
Μα… δεν ήταν για τη συγγνώμη μιας άγνωστης συμπεριφοράς, η συνάντηση…
Η ψυχούλα συνέχισε με λυγμούς να μου εξηγεί: «Με παράτησε… ήθελα να αυτοκτονήσω… Μα… πέρασες προχτές και μου χαμογέλασες και μου είπες καλημέρα τόσο ζεστά… είδα να με κοιτάς με αγάπη…»
Αυτή η στιγμή, έσωσε μια ζωή! Δεν το ήξερα, δε θα το ήξερα ποτέ, αν οι τύψεις για μια λάθος εκτίμηση, δεν οδηγούσαν την κοπελίτσα στο πλησίασμά μου… Πάντα με συγκλονίζει, όταν το θυμάμαι…
Η φοιτήτρια έζησε, ομόρφυνε στη χαρά της, πήρε το πτυχίο της, ανάλαβε τη ζωή της ελεύθερα και ήρεμα… ακολούθησε τον δρόμο της, την έχασα… Μου φτάνει που έζησε, με αιτία μια καλημέρα αγάπης…
Μου τη θύμισε μια συζήτηση με μια φίλη, για το πόση σημασία έχει έστω και μια στιγμιαία συνάντηση. Τίποτα τυχαίο, λοιπόν… ούτε η ίδια μας η ζωή ούτε τα βήματά μας στον κόσμο…
Πάντα με συγκλονίζει, όταν το θυμάμαι…
Και με προβληματίζει αφάνταστα.
Άλλες φορές, όταν θυμώνω, μου έχουν πει… ότι το βλέμμα μου δεν αντέχεται…
Άραγε, εγώ κι εσύ, φίλε μου, πόσες φορές κατανοήσαμε το πόση αξία έχει ένα και μοναδικό πλησίασμα με κάποιον, που ίσως να μην ξαναδούμε ποτέ;
Άραγε, πόσες ημέρες ηλιόλουστες, χαρούμενες και πολύχρωμες έχουμε αφήσει πίσω μας με μια καλημέρα, με ένα βλέμμα ζεστό, με ένα απλό, αλλά αληθινό χαμόγελο;
Αλίμονο, αν, χωρίς να το ξέρω,… ίσως να έχω αναστατώσει καρδιές και ίσως να έχω πικράνει ψυχές ανεπανόρθωτα…
Δεν το γνωρίζω, άνθρωπος είμαι κι έχω κι εγώ τις δύσκολες ώρες μου… και με θλίβει και μόνο η σκέψη… Έλεος! Τουλάχιστον, αν συνέβη κάτι τόσο πικρό, δεν είναι και ούτε να είναι στις προθέσεις μου…
Μια στιγμή!
Η κάθε στιγμή στη ζωή μας έχει μοναδικά πολύτιμη αξία και όχι μόνο για μας! Και όχι μόνο για τους δικούς μας!
Μακάρι, όπου περάσαμε,… κάποιοι γκρίζοι, άχρωμοι κόσμοι να επανήλθαν στο φως και στη χαρά!
Κι ας μην το μάθουμε ποτέ!


Πόλυ Μίλτου



Τετάρτη 9 Μαΐου 2018

Απαγχονισμένοι απολογισμοί (της Καλλιόπης Τσούχλη)


Κάθε φορά που χτυπούσε το τηλέφωνο, εσύ ήσουν εκεί, να καρδιοχτυπήσεις, ν’ απαντήσεις με λαχτάρα, να θέλεις τόσο πολύ να μιλήσεις, δίχως να μπορείς…

Όλα όσα άκουγες, σαν μια κλωστή περασμένη στην καυτή βελόνα έραβαν τα χείλη και το αίμα που έσταζε πότιζε το παγωμένο δάπεδο…

Εκείνο το ψυχρό λευκό μάρμαρο, αποκτούσε χρώμα, μόνο που δεν ήταν ό,τι επέλεξες, αλλά ό,τι κατάντησες…

Με ραμμένα χείλη πορεύτηκες, με τσαλακωμένα όνειρα συνέχισες… Γιατί; Για ποιον; Ποιοι άξιζαν το αθέλητο χαμόγελο σου;

Στερημένο το δικαίωμα του θυμού σου, ένα καλά στημένο λογισμικό, όπως ήθελαν, όπως έπρεπε κι όχι όπως θα ήθελες…

Πρέπει, μην, δήθεν… Τρεις λέξεις μια πορεία, βήματα λασπωμένα, ταλαιπωρημένα παπούτσια από ημιτελείς δρόμους κι ελπίδα, χαρακωμένη…

Θυσία στο βωμό, δίχως τέλος… Δίχως έλεος, απλά για τα πρέπει, τα δήθεν και τα μην… Κι ένας αυτοσεβασμός στην κρεμάλα, με πέλματα πάνω σ’ ένα κομμάτι πάγου…

Λιωμένα σκαλοπάτια, όσο έλιωνε ο πάγος, ρήμαζε κάθε λεπτό… Χαμένη η αυτάρκεια του νου, χαμένη κι η ζωή…

Η μόνη που δεν ξεθώριαζε, εκείνη η αδίστακτη ανάμνηση…

Προσωπεία γύρω από την ρουλέτα κι εσύ να κοιτάζεις την μπίλια, με το βλέμμα στο κενό… Κόκκινο και μαύρο ενωμένα…

Τόσα ξενύχτια χάρισες αναίτια, τόσες ανατολές μοίρασες στην κουρτίνα… Ορκιζόσουν στο σκοτάδι, να σμιλέψει τις ακτίνες, σαν το μάρμαρο…

Και τι μ’ αυτό; Όσο κι αν προσπάθησες ν’ αρνηθείς τον εαυτό σου, οι δείκτες του ρολογιού πάντα σε πρόδιδαν…

Δεξιόστροφη κίνηση κι εσύ εκεί, να επιμένεις σε μια παύση…

Και τώρα που κουράστηκες, απέναντι σου είναι οι απολογισμοί σου… Απαγχονισμένοι, πλέον…

Φύγε, όσο προλαβαίνεις…

Πολλά τα τρένα, με περιορισμένα δρομολόγια...



Καλλιόπη Τσούχλη



Στις ρωγμές της ψυχής μου (της Σωτηρούλας Τζιαμπουρη)


Στις ρωγμές της ψυχής μου
αιωρουμε κι απόψε .
Ψάχνοντας να βρω ελπίδα!

Αν μπορούσε να δει η ψυχή...
Αν μπορούσε να τραγουδήσει,
το δικό μας ποίημα που έσταζε έρωτα.....
Πόσο όμορφα θα ταν !

Αν μιλούσε η αγάπη....
Αν άκουγε τον ήχο της σιωπής μες το σκοτάδι.....
Θα έφτιαχνε το ποιο όμορφο τραγούδι.
Αυτό του έρωτα της βροχής!!!!

Πόσο όμορφα φιλα η σιωπή!!!!
Πόσο όμορφα ανοίγει την πόρτα της καρδιάς!!!!

Έλα και δώσε μου την παλάμη σου να σκεπάσει την ψυχή μου !!!!!


Σωτηρούλα Τζιαμπουρη



Στον αστερισμό των παιδιών με τα λαμπερά μάτια (της Ελένης Ταϊφυριανού)


Βγαίνω στο κατώφλι της νύχτας,
άργησε απόψε ν' ανάψει τα φανάρια της,
τα τρομαγμένα νυχτοπούλια
κράζουν απελπισία στις σταματημένες ώρες...
Μια πικρή δυστυχία
στάζει από τα θλιμμένα Κυπαρίσσια...
Στέκουν ακίνητα, μη θροίσουν και σβήσουν τις μικρές φλογίτσες στα μοναχικά κοιμητήρια...
Στα κλαδιά του κόσμου
κατακάθεται μια πυκνή ομίχλη θλίψης,
Δεν θέλει να κατέβει στη γη...
Συλλογίζεται πως έχει μαζευτεί πολύ υγρασία εκεί από τα δάκρυα των παιδιών,  μη τους προσθέσει κι άλλη...
Και η νύχτα να μην θέλει ν' ανάψει τα αστέρια της...
Δεν θέλει κανείς να δει τα δάκρυα τής,
κι έτσι μες το σκοτάδι,
ξεσπά σε ένα σιγανό κλάμα.
Κι όπως ακουμπά πάνω στα φύλλα των δέντρων, αφήνει ένα μουρμούρισμα σαν μοιρολόι,
σαν τραγούδι πένθιμο λυπητερό
να συνοδέψει τις περιπλανώμενες ψυχές, που βγήκαν τόσο άδικα στο δρόμο του χαμού...
Κρατιούνται από το χέρι και μοιάζουν σαστισμένες...
Δεν ξέρουν πως πέρασαν από τη ζωή στην αιωνιότητα...
Και δεν θα το μάθουν ποτέ.
Βαδίζουν στο δρόμο της λησμονιάς γαλήνιες και ήρεμες,
δεν έχει αεροπλάνα να σφυρίζουν,
βόμβες να σκάνε, φωνές και ουρλιαχτά.
Σιγή μονάχα, και το κλάμα της βροχής
σαν πικρό μοιρολόι τις συνοδεύει...
Και οι μικρές φλογίτσες στα άσπρα κοιμητήρια, τους δείχνουν το μέρος που θα ξεκουραστούν για πάντα...
Νύχτα μου σώπασε το κλάμα σου,
Μούσκεψε το χώμα,
Λάσπωσαν τα πόδια των ξυπόλητων παιδιών,
Δυσκολεύεις το βάδισμα τους
κι είναι κουρασμένα...
Ελάτε αστέρια μου, πλύνετε τους τα πόδια, και οδηγήστε τα στο στερέωμα.
Τα μάτια τους είναι τόσο λαμπερά
που καινούργιους αστερισμούς θα σχηματίσουν στον γαλαξία.
Και τις ξάστερες νύχτες, όταν κοιτάμε τον ουρανό,
Θα δείχνουμε με το δάχτυλο και θα λέμε...
Κοίτα...  Να ο αστερισμός των παιδιών
με τα λαμπερά μάτια....


Ελένη Ταϊφυριανού



Κυριακή 6 Μαΐου 2018

Τους στίχους κλέβω (της Σοφίας Κοντογεώργου)


Κλέβω τους στίχους
που κάποιοι άλλοι έγραψαν
για να ημερέψουν τη ψυχή τους
και στην εικόνα σου
τους ακουμπώ σαν αναθήματα
παρακαλώντας για το αδύνατο
Κι άλλες φορές
σαν ρούχο μου ζεστό τους ντύνομαι
τη παγωνιά για να ζεστάνω
Τους στίχους κλέβω
που πληγώσαν κι άλλα μάτια
και μένω ξάγρυπνη τις νύχτες
στη σιωπή
καθώς τα λόγια τους στο σπίτι
περιφέρουν
Κι άλλες φορές
σ΄ένα μαγιάτικο στεφάνι
τους μπερδεύω
μήπως ξεχάσω
πως ο Μάης σ΄εχει κλέψει
Τους στίχους κλέβω
χωρίς ντροπή
και στα κρυφά τους τραγουδώ
μη κάποια λέξη
γνώριμη σου ακουστεί
πάει καιρός
και για τους δυό
που εγώ θυμάμαι
Κλέβω τους στίχους
μήπως λίγο θυμηθείς .


Σοφία Μπόρχες - Κοντογεώργου




Άνοιξη στο βάζο (της Κωνσταντίνας Κρατημένου)


ΑΝΟΙΞΗ ΣΤΟ ΒΑΖΟ
Πίνακας ζωγραφικής διαστ. 30Χ40 με ακρυλικά χρώματα σε καμβά 

Παρασκευή 4 Μαΐου 2018

Ο ΠΙΤΣΙΡΙΚΟΣ ΜΕ ΤΟ ΤΑΜΠΟΥΡΛΟ (1) (του Ντίνου Γλαρού)



Παίξε ταμπούρλο πιτσιρίκο
να τραγουδήσουμε μαζί
για να ξορκίσουμε τη μοίρα
που μας ρημάζει τη ζωή,
πνεύματα και θεομηνίες
της άγριας φύσης την οργή.

Άκου και μένα πιτσιρίκο
πάντα θα είμαστε μικροί
σ’αυτό το σύμπαν που αλλάζει
κουκίδα που θα αφανιστεί,
παίξε ταμπούρλο πιτσιρίκο
έχουμε μείνει ζωντανοί.

Ντίνος Ι. Γλαρός
από τη συλλογή ΣΤΗΣ ΠΟΙΗΣΗΣ ΤΗΝ ΑΚΡΗ (ποιήματα 1997-2017)

(1) Η αρχική ιδέα μού δόθηκε βλέποντας μία φωτογραφία σε κάποια εφημερίδα:
μετά το τσουνάμι στην Ινδονησία το Δεκέμβρη του 2004 ένα παιδί παίζει ταμπούρλο στην παραλία, κοιτάζοντας τη θάλασσα, για να διώξει τα κακά πνεύματα.

Γενάρης 2005

Πέμπτη 3 Μαΐου 2018

Παραμύθι (της Μαρίας Μηνά)


Βγήκε ένα βράδυ με ολόγεμο φεγγάρι,
η γοργόνα στα βράχια του μικρού χωριού.Καθόταν ένα παλικάρι λυπημένο που γέρασε.Τον συμπόνεσε  του χάιδεψε το πρόσωπο κι' αυτός ξανάνιωσε, τόσο που η γοργόνα τον ερωτεύτηκε...Μόλις την καλοείδε τρόμαξε ο νιόγερος πισωπάτησε...
Τι είσαι εσύ; που ζεις; τη ρώτησε ξινίζοντας τη μούρη ...Με λεν γοργόνα και ζω σε μια χαραμάδα του βυθού....είμαι καταραμένη....Σκιάζω τους στεριανούς, σκιάζω και τα ψάρια...Οι στεριανοί δεν με θέλουν από τη μέση και κάτω και τα ψάρια τρέμουν την ανθρώπινη μορφή μου....Αυτός όλο πήγαινε πιο πίσω...όλο και πιο πίσω ... Σκιάζονταν τι είν' τούτο; μονολογαγε...Αυτή έβγαινε όλο πιο έξω όλο πιό έξω από τα νερά της νάναι σιμά του...Κάνει μια και το βάζει στα πόδια ....άνεμος έγινε...
Απελπισμένη η γοργόνα....έβγαλε πόδια... βουτάει και ένα δίχτυ να κρύψει όπως όπως τη γύμνια της...Τον φώναζε ...ε εσύ; ε στεριανέ, δεν πρόκανε να τον ρωτήσει πως τον λένε και πρόκανε να τον αγαπήσει η ευλογημένη....
Άρχισε το μοιρολόι...βγήκαν τα ψάρια και θωρούσαν απορημένα...Καποια πιό ευγενικά θέλαν να την οδηγήσουν στη χαραμάδα της στο βυθό...
Γέμισε ο αφρός της θάλασσας μαργαριτάρια από τα δάκρυα της...Το πρωί την βρήκαν πνιγμένη δεν μπορούσε νάναι γοργόνα με πόδια....μα ούτε στεριανή και τη συμπόνεσε ο Ποσειδώνας....Οι στεριανοί την ποδοπατούσαν μαζεύοντας τα μαργαριτάρια που βγήκαν στο γιαλό...
Τα ψάρια κοιτούσαν λυπημένα....εκείνος έτρεχε ακόμη...δεν την είδε ποτέ με πόδια...Τότε ο ήλιος δεν βάσταξε και τον ανάγκασε να θάψει τη νεκρή....
Μόλις είδε τι έκανε....έγινε ξανά όπως πρώτα....και ζήσαν αυτοί καλά και μεις καλύτερα...



Μαρία Μηνά



Τετάρτη 2 Μαΐου 2018

Αγάπη (της Κλειώς Μαλαγαρη)


Βρήκες ρωγμή στη ζωή μου και τρύπωσες
Ξαφνικά και αναπάντεχα
Ο φόβος και το δίλημμα τεράστιο
Απλωσες το χερι τρυφερα
Με πηρες αγκαλια
Η καρδια φτερουγισε
Ζωγραφια πολυχρωμη
Σημαια και τροπαιο αγαπης
Ο χειμωνας εγινε ανοιξη
Φωτισε το σκοταδι
Ποτισε την ανυδρη ψυχη
Τωρα που η καρδια σου
Πνιγεται στην απογνωση
Εγω ειμαι εδω
Να αγκαλιασω τις σιωπες σου
Χειμαρος σωτηριας η αγαπη
Σεργιανι το μαζι στην ανοιξη της νιοτης μας
Αγαπη αληθινη υφαινει
Τον ιστο της
Με αρωματα και ευωδιες
Χαραζει το ονειρο της....

Οι ώρες (της Λιλής Βασιλάκη)


Πώς να βολέψω το κενό,
που σέρνει η σιωπή σου;
Και πώς να ζέψω τον καημό,
που στέργει η αντοχή σου;

Είναι οι ώρες απουσίας,
που κλέβουν την πνοή μου...
Είναι οι ώρες ανταρσίας
που φθίνει η ύπαρξή μου...

Είναι οι ώρες μου χλωμές,
σε κύμβαλο ζωσμένες,
σ ανίας κρύπτη θολερές,
σπονδές αφορισμένες..

Ώρες ανίατες, στυγνές,
Ώρες σε λήθη αφημένες..
Σ ένα θαλάμι ορφανές,
σε μοναξιά φυλακισμένες...

Μετρώ της ζήσης το φευγιό,
τ αλάθητο βάδισμά της,
κι ωσάν τα κρόταλα  ριγώ,
στ αδιάλλακτο πέρασμά της.

Ω και να παίρνανε στροφή
του χρόνου οι δείχτες πάλι..
Με  μιαν αέναη στιγμή,
στο άδειο προσκεφάλι,
να γίνουν οι ώρες ροδαυγή
και η ματιά σου αγκάλη...

Λιλή Βασιλάκη



Τρίτη 1 Μαΐου 2018

Ελληνική πρωτομαγιά (του Χρήστου Παπαχρυσάφη)

Σήμερα γιορτάσαμε την εργατική πρωτομαγιά.
Ας πούμε τι γιορτάζουμε εμείς οι Έλληνες και πως το αντιλαμβανόμαστε. Θα μας βοηθήσουν και τα ιστορικά γεγονότα.
Όλα ξεκινούν από το 1872 στον Καναδά όπου οι διεκδικήσεις των εκεί εργατών κατάφεραν στο να πείσουν την κυβέρνηση για περισσότερους και πιο εύφορους αγρούς για να μπορούν να πάνε να μαζεύουν λουλουδάκια και να κάνουν στεφάνια.
Την σκυτάλη πήραν το 1886 οι εργαζόμενοι στο Σικάγο όπου ζήτησαν μια μέρα αργία για να μπορούν να μαζέψουν λουλουδάκια όπως οι Καναδοί και να καλωσορίσουν την άνοιξη.
Την σκυτάλη πήραν στην Ελλάδα το 1892 ο σοσιαλιστικός σύλλογος του Καλλέργη όπου δώσανε αγώνα για την προστασία των κόκκινων γαρύφαλλων και υπέρ της κατασκευής στεφάνων με τα υπόλοιπα λουλούδια.
Το 1936 έχουμε τους καπνεργάτες της Θεσσαλονίκης οι οποίοι απαίτησαν μαζί με την συλλογή των λουλουδιών να το συνδυάζουμε και με εκδρομουλες και ψητά.
Σήμερα γιορτάσαμε λοιπών την εργατική πρωτομαγιά και τα λουλουδάκια που μαζέψαμε ας τα βάλουμε στα οπίσθια μας και να κάνουμε το παγόνι.

Γιατί λάθος πρωτομαγιά γιορτάζουμε.
Ευτυχώς που υπάρχουν και κάποιοι γραφικοί που τιμήσανε για άλλη μια χρονιά αυτούς που δώσανε την ζωή τους για ανθρώπινες συνθήκες εργασία και το οκτάωρο που δεν σταθήκατε ικανοί ούτε αυτό να υπερασπιστήτε. Που έχετε μετατραπεί σε παθητικοί οσφυοκάμπτες.

Και για τα μέτρα που συνεχώς αυξάνονται κρατήστε σφιχτά όλοι από ένα μαγιόξυλο και ΒΟΗΘΕΙΑ ΣΑΣ.
  

Χρήστος Παπαχρυσάφης