Τρίτη 9 Ιουνίου 2020

Δύο φίλοι (της Γιώτας Κλουτσούνη Παπαδάκη)



Μιά βόλτα μόνο ήθελα στη θάλασσα.
Ν' αγγίζει η δροσιά το πρόσωπό μου.
Να χάνονται τα μάτια μου στο άπειρο.
Αλμύρα να γεμίζει η καρδιά μου.

Θα βάλω το φουστάνι μου τ' αέρινο.
Θα βάψω με κραγιόν τα δυό μου χείλη.
Μιά βόλτα μόνο ήθελα στ' ορκίζομαι.
Μην πάψεις να μου λες θα 'μαστε φίλοι.

Να πάρουμε καφέ από τον δρόμο μας.
Στα βράχια να καθίσουμε για λίγο.
Να φτιάξουμε εικόνες και χαμόγελα.
Να δούμε και στη χάση του τον ήλιο.

Σεργιάνι μες στις σκέψεις μας να κάνουμε.
Στο πιο βαθύ της θάλασσας γαλάζιο.
Τους έρωτες που χάθηκαν να πνίξουμε.
Στης λύπης το ανίκητο ναυάγιο.

Να κλέψουμε σαν έφηβοι, να βρίσουμε.
Και μες στις αγκαλιές να θυμηθούμε.
Αξίζει να πονάς για ότι αγάπησες;
Αξίζει τελικά να λυπηθούμε;

Ο ήλιος δες πως ξάπλωσε επάνω της.
Κι εκείνη με στοργή τον αγκαλιάζει.
Αφήνοντας λυγμούς, χιλιάδες χρώματα.
Τον χαιρετά και δεν τον προδικάζει.

Καλέ μου φίλε απόψε με σημάδεψε.
Η στάση σου κι ο αντρίκιος σεβασμός σου.
Γιατί όσες ευκαιρίες σου δοθήκανε.
Στάθηκες κύριος και έπνιξες το εγώ σου.

Γιώτα Κλουτσούνη Παπαδάκη


Σε περίμενα....(της Ιωάννας Καβαγιάδα)


Λίγο πριν τη νηνεμία της φύσης...
χρύσιζες στα φυλλοβόλα δένδρα τα φύλλα,
να διαβεί ανυπόμονα
το λευκό απάνθισμα των χρόνων μου που καλωσόριζε
η γη τους φλύαρους χειμώνες.

Κι ενώ μας γέννησε η λευκότητα των κρίνων,
με όση αθωότητα διακρίνεται σ' ένα λευκό που έχει
λεκιάσει η καρδιά με αίμα...
κάθε Άνοιξη κόκκινα πέταλα μαδούσες
μπροστά στη θωριά της ψυχής μου,
να χάνει το φυλλομέτρημα του έρωτα η καρδιά
σε όσα οι ουρανοί ποιούν την ανάσα.

Ιωάννα Καβαγιάδα

ι.κ "το λευκό μας γέννησε"