Δευτέρα 25 Οκτωβρίου 2021

Άτιτλο (της Γεωργίας Δεμπερδεμιδου)



Η κουτσή καρέκλα 
γένος θηλυκό
γεννά συναισθήματα
όλοι θυμηθήκαμε το σχολείο
στα πράσινα θρανία
ακουμπισμένα μικρά χεράκια 
Όλο το χρόνο πολλές εσταυρωμένες 
σκηνοθεσίες, παραστάσεις  
με τυμπανοκρουσίες εδώθηκαν
Ο μαύρος πίνακας σταθερός 
και ο δράκος, με το αυστηρό κουστούμι  συνήθως μας πλάκωνε την ψυχή 
Η βίτσα επάνω στην έδρα 
σαν στόμα  ανοίγει 
πάρε δώσε, κι άλλες χαρακιές

Υπήρχαν και μέρες 
σαν ουράνιες Κυριακές
τα χαμόγελα κυλούσαν
δύο  τρία  και πολλά μαζί 
αγκαλιασμένα
σφιχτά ανέμελα
έφταναν ως τον ουρανό 
Στα πρώτα μεγάλα 
καθόταν, οι μοσχομυριστοί
με ατσαλάκωτες ποδιές
Στην μέση  οι ονειροπόλοι 
οι αδιάφοροι, καρφωμένοι
στην τζαμαρία, σαν κυπαρίσσια 
Στα τελευταία
ίσως και κουτσά θρανιά
τα βιβλία τους, ήταν ολοκαίνουρια 
παντού στάμπες μούχλας

Έβγαζα, φρεσκοπλυμένο μαντηλάκι
με πολύ υπομονή και κόπο 
αλλά μάταια, να χαθούν οι λεκέδες
Οι φωνές του δασκάλου
βούιζαν στ' αυτιά μου
και  εγώ δεν ήξερα
που τελικά να καθήσω 
Στην γωνία της αίθουσας
με το κουτσό πόδι 
η σιωπή μου ποτισμένη
στάζει, απο το λευκό γιακαδάκι
ως στους αστραγάλους
Ύστερα γυρισμένη στο τοίχο
χωρίς ανάσα δίπλωνα 
τα πιο λερωμένα στις τσέπες 
μην τυχών  και φανούν

Οι συμμαθητές είναι και αγάλματα
είναι και μια ολόκληρη ζωή
  

  Γεωργία Δεμπερδεμιδου