Σάββατο 25 Απριλίου 2020

Άτιτλο (του Κωνσταντίνου Μήλιου)


Ιερή η κοινωνία των σωμάτων
ο κόμπος που σφίγγει
και  δεν αφήνει στο στόμα μου
ανάσες
πνίγονται  τα λόγια μου
το σάλιο στέγνωσε
συνεχίζω να κολυμπάω
στο όνομά σου.
περιμένω  με ευλάβεια
της αμαρτία την γεύση
κάνοντας  προσευχή
κοιτάζοντας τον  ουρανό.

Κωνσταντίνος Μήλιος


Άτιτλο (της Ιωάννας Καράμπελα)


Λέω σαν ξημερώσει..
τις συγκρούσεις·
στο χαλάκι να αφήσω της εξώπορτας,
μαζί με ομπρέλες της βροχής
κι όλα τα λερωμένα...που στοίβαξα στο σπίτι μας απ' εξω.

Υποδήματα, χρεωμένα όνειρα,
της γλώσσας αλητείες...
πάθη αλλογιστα κι όλα τα συναφή,
που πιαναν χώρο στο χαλί και στο περβάζι.

Άλλοτε τιτίβιζαν τ' αηδόνια εκεί
με μελωδίες της ζωής
  και θύμιζαν θαρρείς
τα ξεχασμένα μας αισθήματα.

Πώς να αγαπώ και πως να το εκφράζω.
Πώς το μέλι να βάνω στο γλωσσι'
 πριν ο λόγος στα δόντια εκτιναχθει...
πριν τα σύμφωνα αρχίσουν σπίθες να πετούν...

Δεν έχω χρόνο για φωτιές
και σώθηκαν αγόρι μου
 όλοι (οι) πυροσβεστηρες.

Απόψε...
 τον χρόνο θα περάσω μές στην σκέψη σου..
Είναι καιρός να απλωθώ στο καθαρό σεντόνι του μυαλού σου..
να σβήσω όλα τα κενά
 που πιαναν χώρο με τις παύσεις.
Μέρος ο έρωτας να βρει, να ξαποστάσει.

Απόψε λέω...
αντί για νεραντζάκι,
 να σου τρατάρω την συνείδηση στο πιάτο του γλυκού με κουταλάκι.

Δεν έχω χρόνο για πολλά.

Από παιδί...
μου μαθαν σαν χτυπώ τα γόνατα στο χώμα να σηκώνομαι,
ν' αναθαρρεύω,
να βάνω φέτα πάνω στο ψωμί και να την τρώγω με το θάρρος...

Δεν έχω χρόνο για πολλά
 Τις μάγισσες...
της άφηκα με το συμπάθιο,
να κάνουν την ανάγκη τους εκεί,
που ξεμυταει το πρωί,
η άπλυτη μας αλλαξιά

Δεν έχω χρόνο για τα news
που αραδιαζουνε τα ξωτικά
απάνω στ' αετου μου την φτερουγα ...

Απόψε...
θέλω έρωτα και θέλω αγκαλιά ·
χωρίς πολλά πολλά...
Έχουμε χρόνο πιο μετά,
μέσα στο πιάτο του μεζέ...
να βάνουμε κι αυτές τις λεπτομέρειες...

Ιωάννα Καράμπελα


Δεν σπάζει ο Έρωτας (του Απόστολου Α. Φεκατη)


Δεν κομματιάζεται ο Έρωτας
πόσες λαχτάρες μέσα σε υγρά φιλιά
πόσες μυρωμένες ανάσες
φώναξαν "σ' αγαπώ"

στα βρεγμένα μου μαλλιά
πόση αγάπη άφησαν τ' ακροδάχτυλα σου

μοιραστήκαμε τετράδια με στιχάκια ορμής
πυροτεχνήματα στα τυφλά σημεία του δωματίου

ευδοκιμώ τις δονήσεις απ' το δικό σου στόμα
ξηλώνω τ' αγκάθια από το υπνωτικό
που χάθηκε στα σκισμένα σεντόνια

μια φωλιά από τρομαγμένες υποσχέσεις

τα κύτταρα απο τον δικό σου κόσμο
στο δικό μου επιούσιο καταλήγουν

φορώ κατάσαρκα το στερέωμα
στο διεστραμμένο σου μυαλό
και κει μέσα  κολυμπώ

Ευτυχώς που ήρθες και δεν θα πνιγώ , μάτια μου.

Απόστολος Α. Φεκατης


Λεπτομέρεια από το έργο του
Pietro Canonica  1869
Η άβυσσος