Παρασκευή 16 Φεβρουαρίου 2018

Το υστερόγραφο (της Ζωής Χαλκιοπούλου)

Πάντα στο τραπέζι έβαζε ένα πιάτο παραπάνω. Ετσι χάιδευε την μοναξιά της. Την παρηγορούσε η ελπίδα ότι κάποτε θα φανεί. Έτσι της είχε πει. -Λίγα χρόνια θα δουλέψω για να στήσουμε το σπιτικό μας κάνε υπομονή. Κι αυτή έκανε. 30 χρόνια. Στην αρχή της έγραφε πολύ συχνά. Με τον καιρό αραίωσε ώσπου σταμάτησε τελείως. Ο ταχυδρόμος, πέρναγε έξω από την πόρτα της χωρίς να χτυπήσει. 30 χρόνια. Τα μαλλιά της είχαν ασπρίσει, το κορμί της έγερνε λίγο, μα πάντα το πιάτο ήταν στη θέση του. Πολλές φορές έπιανε κουβέντα με την άδεια καρέκλα. Ξέθαβε το παρελθόν, άρπαζε ένα κομμάτι και την έκανε ταινία. Στο τέλος, έσκυβε το κεφάλι, το ξανάβαζε στη θέση του και το πότιζε με δάκρυα. Οχι, δεν ταχει χαμένα. Ετσι άντεξε τόσα χρόνια. Αναπολώντας και ανασκαλεύοντας τα νιάτα της. Τη ζωντάνια και τη φρεσκάδα που του χάρισε. Τρέμει στη σκέψη μήπως δεν την αναγνωρίσει, όταν γυρίσει. Θα την κοιτάξει μ αυτό το βλέμμα που κάποτε άναβε φωτιές στο κορμί της? Θα την πάρει στα χέρια του, να χορέψουν όπως τότε, που τους θαύμαζαν όλοι? -Μα στην ηλικία μου τι σκέφτομαι! Κι αυτό το πρόβλημα της καρδιάς χειροτερεύει. Για χορούς είμαι? Ας τον έβλεπα μια φορά κι ας πέθαινα.
Σήμερα είναι τα γενέθλιά της. -Ισως αυτή τη φορά το θυμηθεί και μου κάνει έκπληξη. Εστρωσε το καλό τραπεζομάντηλο, σέρβιρε και στα δύο πιάτα και περίμενε. Το καλό κρασί, που το φύλαγε για ειδικές περιπτώσεις, το έβαλε στη μέση. Είχε φτιάξει το αγαπημένο του φαγητό. Μετά από τόσα χρόνια, ακόμη το θυμόταν. Το μεσημέρι πέρασε, το φαγητό κρύωσε κι ακόμη να φανεί. -Κάτι θα του έτυχε, δε μπορεί. Συμμάζεψε το τραπέζι κι άφησε μόνο το βάζο με τα γαρύφαλα. Μήπως έρθει και της βάλει ένα στα μαλλιά, όπως τότε. Δεν κατάλαβε πότε πέρασαν οι ώρες. Οταν κοίταξε στο παράθυρο, είχε νυχτώσει. -Ας πάω να ξαπλώσω κι όταν ακούσω το κλειδί θα τρέξω να σερβίρω. Η κλειδαριά ήταν πάντα η ίδια, αρνήθηκε να χαλάσει μη την κακοκαρδίσει. Δε πρόλαβε να σηκωθεί απ την καρέκλα. Η καρδιά της την πρόδωσε και το κεφάλι έγειρε πάνω στο τραπέζι. Το ρολόι της εκκλησίας χτύπησε 12 φορές. Κι άλλα 3 χτυπήματα στη πόρτα έγραψαν το υστερόγραφο.
-  Μαρία, Μαρία γύρισα.









1 σχόλιο: