Ταξίδι στο χώρο της ποίησης και του λόγου. Ένας χώρος έκφρασης ανοιχτός σε όλους.
Κυριακή 2 Αυγούστου 2020
Εκεί (του Πάτροκλου Σεφεριάδη)
Κοίταξε εκεί ανάμεσα στα δέντρα δίπλα στο ποτάμι,
άντρες γυμνοί ασκούνται,
παλεύουν,
ήλιος καίει τα κορμιά τους,
όλα για τη γλυκιά πατρίδα.
Ήρθαν χρόνια,
ή φαντασία στέλνει σημάδια,
τα μάτια δεν μπορούν,
μα η ψυχή θυμάται.
Κάποτε δεν υπήρχαν τείχη,
η ανδρεία έφτανε για να σταματήσει κάθε απειλή.
Τώρα σκιες ζουν,
σε αυτή την πόλη,
πρόσωπα ανεκφραστα,
ψυχές κλεισμενες στα ντουλάπια του χρόνου,
μάρτυρες μιας χαμένης Κυριακής,
μένουν στα ίδια.
Χαμένες δόξες,
πόσο μακριά πήγατε...
πάνω στην ασπίδα,
να γυρνούσα νεκρός.
Πάτροκλος Σεφεριαδης
Λέξεις από τη συλλογή
Τόλμα αν μπορείς
Δειλοί απέναντι στην αγάπη (της Μαρυσας Παππά)
Επέτρεψαν στον εαυτό τους βάναυσα να πληγωθεί και να πληγώσει.
Είδα ανθρώπους να ζουν χώρια και ας είχαν αγαπηθεί
μοναδικά και τρελά.
Οι συνθήκες ποτέ δεν τους επέτρεψαν να είναι μαζί.
Τους κράτησαν χώρια συγκυρίες και καταστάσεις.
Ίσως δεν τόλμησαν να κάνουν αυτό το μετέωρο βήμα
προς τα συναισθήματά τους .
Αντίκρισα ανθρώπους να μην μπορούν να ξημερώσουν
τον πόνο τους και τους πήρα αγκαλιά και έκλαψαν πάνω
μου μέχρι το ξημέρωμα.
Μου διηγηθήκαν ιστορίες μοναδικής αγάπης και τρέλας.
Μιας ιδιόμορφης και ιδιότυπης ψυχικής αφοσίωσης τους,
που όμοιά τους δεν είχα ξανακούσει στην ζωή μου.
Μου διηγήθηκαν ότι τρόμαζαν μπροστά στην αγάπη και
εκεί που όλα κόντευαν να γίνουν σημαντικά και
σπουδαία επέλεγαν πάντα τον δρόμο του φευγιού και της
απομάκρυνσης.
Και έπεφταν στον φαύλο κύκλο της μοναξιάς τους.
Είχαν μια ασύγκριτη γοητεία πάνω τους που μύριζε
καθάρια ψυχή, ανόθευτο συναίσθημα μα όλα αυτά
επισκιαζόντουσαν από έναν μοναδικό φόβο που τους
κρατούσε πάντα μακριά από τον άνθρωπο που
αγαπούσαν.
μοναδικά και τρελά.
Οι συνθήκες ποτέ δεν τους επέτρεψαν να είναι μαζί.
Τους κράτησαν χώρια συγκυρίες και καταστάσεις.
Ίσως δεν τόλμησαν να κάνουν αυτό το μετέωρο βήμα
προς τα συναισθήματά τους .
Αντίκρισα ανθρώπους να μην μπορούν να ξημερώσουν
τον πόνο τους και τους πήρα αγκαλιά και έκλαψαν πάνω
μου μέχρι το ξημέρωμα.
Μου διηγηθήκαν ιστορίες μοναδικής αγάπης και τρέλας.
Μιας ιδιόμορφης και ιδιότυπης ψυχικής αφοσίωσης τους,
που όμοιά τους δεν είχα ξανακούσει στην ζωή μου.
Μου διηγήθηκαν ότι τρόμαζαν μπροστά στην αγάπη και
εκεί που όλα κόντευαν να γίνουν σημαντικά και
σπουδαία επέλεγαν πάντα τον δρόμο του φευγιού και της
απομάκρυνσης.
Και έπεφταν στον φαύλο κύκλο της μοναξιάς τους.
Είχαν μια ασύγκριτη γοητεία πάνω τους που μύριζε
καθάρια ψυχή, ανόθευτο συναίσθημα μα όλα αυτά
επισκιαζόντουσαν από έναν μοναδικό φόβο που τους
κρατούσε πάντα μακριά από τον άνθρωπο που
αγαπούσαν.
Αγαπούσαν επικίνδυνα ήταν τόσο ορατό στο βλέμμα
τους.
Ήταν ικανοί από την μια στιγμή στην άλλη να τινάξουν
την ζωή τους στον αέρα αλλά ταυτόχρονα τους έβλεπες
να έχουν μια ιδιόμορφη δειλία.
Σαν να φοβόντουσαν να αντικρίσουν τα συναισθήματά
τους, σαν να μεγάλωσαν για εκείνη την μοναδική αγάπη
της ζωής τους.
Τους βλέπεις από μακριά και είναι όμορφα μπερδεμένοι.
Ώρες ώρες τους ζηλεύεις για αυτό το μοναδικό που
έζησαν αλλά ταυτόχρονα θρηνείς μαζί τους γιατί δεν
κατάφεραν να το ζήσουν μέχρι τέλους.
Μπλεγμένα μυαλά και καρδιές και οι πρωταγωνιστές να
κάθονται αντικριστά για να μας θυμίζουν ότι οι αγάπες
δεν πάνε πάντα στον παράδεισο, κάποιες φορές οδηγούν
με μαθηματική ακρίβεια στην κόλαση.
Την εσωτερική κόλαση.
Αινιγματικές αγάπες, γεμάτες ερωτήματα.
Σύνδεση ανθρώπων με τρόπους μαγικούς και
εξωπραγματικούς.
Αχ τι είδαν τα μάτια μου και πόσο πικράθηκα.
Είδα ανθρώπους να αποχωρούν λίγο πριν το φινάλε από
την έξοδο κινδύνου για να προλάβουν και να μην
πληγωθούν.
Και μετά τους είδα σε μια γωνιά να κάθονται να κλαίνε
για τις χαμένες τους αγάπες.
τους.
Ήταν ικανοί από την μια στιγμή στην άλλη να τινάξουν
την ζωή τους στον αέρα αλλά ταυτόχρονα τους έβλεπες
να έχουν μια ιδιόμορφη δειλία.
Σαν να φοβόντουσαν να αντικρίσουν τα συναισθήματά
τους, σαν να μεγάλωσαν για εκείνη την μοναδική αγάπη
της ζωής τους.
Τους βλέπεις από μακριά και είναι όμορφα μπερδεμένοι.
Ώρες ώρες τους ζηλεύεις για αυτό το μοναδικό που
έζησαν αλλά ταυτόχρονα θρηνείς μαζί τους γιατί δεν
κατάφεραν να το ζήσουν μέχρι τέλους.
Μπλεγμένα μυαλά και καρδιές και οι πρωταγωνιστές να
κάθονται αντικριστά για να μας θυμίζουν ότι οι αγάπες
δεν πάνε πάντα στον παράδεισο, κάποιες φορές οδηγούν
με μαθηματική ακρίβεια στην κόλαση.
Την εσωτερική κόλαση.
Αινιγματικές αγάπες, γεμάτες ερωτήματα.
Σύνδεση ανθρώπων με τρόπους μαγικούς και
εξωπραγματικούς.
Αχ τι είδαν τα μάτια μου και πόσο πικράθηκα.
Είδα ανθρώπους να αποχωρούν λίγο πριν το φινάλε από
την έξοδο κινδύνου για να προλάβουν και να μην
πληγωθούν.
Και μετά τους είδα σε μια γωνιά να κάθονται να κλαίνε
για τις χαμένες τους αγάπες.
Και τόσο αντιφατικούς και παράξενους ανθρώπους δεν
είχα ξανασυναντήσει.
Πρώτη φορά στην ζωή μου που λυπήθηκα τόσο πολύ
δειλό άνθρωπο.
Δείλιασε μπροστά στην αγάπη, ίσως την μοναδική αγάπη
στην ζωή του
Μαρυσα Παππά
είχα ξανασυναντήσει.
Πρώτη φορά στην ζωή μου που λυπήθηκα τόσο πολύ
δειλό άνθρωπο.
Δείλιασε μπροστά στην αγάπη, ίσως την μοναδική αγάπη
στην ζωή του
Μαρυσα Παππά
Σάββατο 1 Αυγούστου 2020
ΜΗ ΜΕ ΑΓΓΙΖΕΙΣ... (Αλληγορικό) (της Πόλυς Μίλτου)
Είναι φορές που δε θέλω να με αγγίζεις.
Με πονάς.
Κοίτα!
Κυλίστηκα στο λασπωμένο έδαφος.
Βροχή ραγδαία η κακία με λύγισε.
Φύγε μακριά!
Πονάω για τον ήλιο που μου έκλεψαν.
Μην απλώσεις χέρι.
Μη χαϊδέψεις τα αγκάθια μου.
Δεν μπορείς να με μαζέψεις.
Θα στραπατσάρεις τα γλυκά μου όνειρα.
Θα μαράνεις την ελπίδα μου.
Ευαισθησία.
Αυτό είναι το όνομά μου.
Το χρώμα μου;
Βρεφικό, βελούδινο, νοσταλγία παραδείσου.
Μείνε μακριά!
Περιμένω την ώρα που γαληνεύουν οι άνεμοι.
Τότε που λάμπουν τα αστέρια πάνω μου.
Κι έρχονται τρυφερές νεράιδες της αγάπης.
Αρώματα μεθυστικά της λήθης.
Μη με αγγίξεις!
Αν σηκωθώ, η ψυχή μου θα κλάψει.
Άσε με να κοιμηθώ!
Είναι όλα πιο όμορφα έτσι.
Η ευτυχία πάντα αποχωρεί την αυγή .
Πόσο φοβάμαι!
Ερημιά συναισθήματος κατέκλυσε τη γη!
Κλαίω για χαμένα ίχνη καρδιάς.
Και είμαι ακόμα πεσμένος στις λάσπες.
Αφουγκράζομαι τη ντροπή όλων.
Φρίκη!
Δεν αντέχω να σκέφτομαι.
Θα υπνώσω!
Πόλυ Μίλτου
Σε αφήνω μόνη σου στη φυλακή που εκτισες. (του Παντελή Χατζηκυριάκου)
Και κάπως έτσι, απόψε παραιτούμαι. Εγκαταλείπω και την τελευταία μου προσπάθεια να σε πείσω για έναν κόσμο που από την αρχή είχες απορρίψει. Να ψάχνω τρόπο για να τρυπώσω στους διαδρόμους του μυαλού σου και να βάλω σε τάξη το χάος που επικρατεί. Θα σε αφήσω παγιδευμένη στη φυλακή που διάλεξες, να μάχεσαι με τους δαίμονες της ανασφάλειας και της ανθρωποφοβίας. Με τα στοιχειά της επιφυλακτικότητας και της δυσπιστίας.
Δεν έχει νόημα πια. Τι κι αν το πάλεψα; Έχεις προγραμματίσει τον εαυτό σου να δικάζει και να καταδικάζει. Συνήθισες να αποφαίνεσαι πριν κοπιάσεις, πριν σκεφτείς, πριν καν προβληματιστείς. Να κολλάς στην επιφάνεια του κόσμου που γυαλίζει στα κρυστάλλινα μάτια σου και να μη βλέπεις εκατοστό πιο βαθιά του.
Δε μου έμεινε δύναμη, ούτε και κίνητρο. Κουράστηκα να προσπαθώ να σου αποδείξω πως είμαι εντάξει. Πως δε φορούν όλοι οι άνθρωποι την ίδια μάσκα. Πως ο μάταιος τούτος κόσμος που με τόση επιμονή μου πραγματεύεσαι, μπορεί τελικά να είναι και αλλιώς. Αφού δεν είσαι η ίδια διατεθειμένη να ζήσεις ελεύθερη, τα δικά μου τα φτερά μόνο βάρος θα προσθέσουν στους πληγωμένους σου ώμους.
Παραδίνομαι λοιπόν. Σου καταθέτω τα όπλα. Έκλεισα τα υγρά μου μάτια και πλημμύρισα το σκοτάδι απ’ τη μορφή σου. Πήρα αγκαλιά το μαξιλάρι μου και το μούσκεψα με την ανάμνησή σου. Χαμήλωσα τη θλιμμένη μουσική κι άφησα το γέλιο σου να αντηχεί στους τοίχους του μυαλού μου.
Τελειώνει εδώ. Αποδέσμευσα το δάκρυ και αφέθηκα στη μνήμη της τελευταίας σου αγκαλιάς. Δάγκωσα υστερικά τα χείλη μου και κλείδωσα πάνω τους τη γεύση του κορμιού σου. Νάρκωσα κάθε λογική φωνή και χάρισα στη λήθη το άρωμά σου.
Αφού δε μου αφήνεις επιλογές, επέτρεψα στον εαυτό μου να λυγίσει και να ξεσπάσει. Φίμωσα τα “πώς” και τα “γιατί”, και φύλαξα ευλαβικά τις λίγες μας στιγμές στη θυρίδα της ψυχής μου. Ξεχνάω τι έκανα, αν έφταιξα, αν έσφαλα και πού. Εγκαταλείπω κάθε μου έγνοια για το αν και το πώς θα με θυμάσαι λίγο μετά, και πάω παρακάτω.
Παντελής Χατζηκυριάκου
Παρασκευή 31 Ιουλίου 2020
Άτιτλο (του Άντρος Νικολάου)
Αδύναμο του ήλιου το
φως νά υπερκεράσει την
φωτεινότητα του
προσώπου σου.
Κανένας ήχος επίγειος
δεν καλύπτει την
ένταση του γέλιου σου.
Τηρούν σιγή τα πετούμενα
του ουρανού.
Πασκίζουν να αποστηθίσουν
την νέα μελωδία.
Σώπασαν οι σειρήνες του
πολέμου, η κάπνα της
μάχης καταλάγιασε.
Λιώνουν τα παγωμένα
συναισθήματα, φουντώνουν
τα ποτάμια της ψυχής,
πλημμυρίσουν ζωή οι
κατάξεροι κάμποι.
Σύνθημα επερχόμενης
άνοιξης.
Γενέθλιος ημέρα
διπλής Κυριακής.
Άντρος Νικολάου
Πίνακας : Βάσω Γκιώνη.
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)