Κυριακή 11 Οκτωβρίου 2020

Ο θεός μου χρωστούσε μια κολόνια (της Εύας Λόλιου)






Ποια γλυκύτητα άκουσε η νύχτα 

κι έγειρε μ' όλα της τα βρόχινα άστρα στην αυλή; 

Ποιο παιδικό κελάηδημα ήταν αρκετό 

για να στρέψει τους ουράνιους οφθαλμούς της 

στο μικρό μου γιασεμί; 

Μη  και ήταν άγγελος εκείνο το πουλί

 που στάθηκε  για μια στιγμή να δει την γύμνια ; 

Φυλλορροούσε κι έβλεπες τα πέταλά του

να τείνουν τις τοσοδούλες παλάμες τους 

τ' ένα προς το άλλο, 

άνοιγαν έπειτα καρτερικά τ' απαλά τους χείλη 

κι ασπάζονταν τα κόκκινα φώτα

 που γυάλιζαν σαν μανουάλια στον ουρανό..

Ύστερα ίπτανται κι έμοιαζαν στεφάνι ολάκερο 

που στόλιζε περιδέραιο χρυσό

 τ'  αιθέριο άρωμα τους τον Θεό.. 

Έτσι  το λοιπόν πέθανε,  ευλόγως

τρυφερά κι αθώα,

μες στο φθινόπωρο του δυο χιλιάδες είκοσι,

έτσι το λοιπόν,  ευαίσθητα κι αθώα..

Κι έγειρε, έγειρε τα γλυκά ματάκια του

μ' όλα της νύχτας τα βρόχινα άστρα στην αυλή

το μικρό μου γιασεμί..


Εύα Λόλιου

Απ' την καινούρια μου συλλογή πεζοποιημάτων

 '' Ο θεός μου χρωστούσε μια κολόνια ''





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου