Πέμπτη 20 Αυγούστου 2020

Άτιτλο (της Αγγελικής Ντελια)


Μοναχική φρεγάτα η ζωή, που κουρασμένη και ακούραστη πολεμάει στους αιώνες...
Με μύριες ήττες και λίγες μόνο μετανιωμένες νίκες...

Εσύ που θαρραλέα κάρφωνες με κεντριά ατσάλινα αιματοβάφοντας τα γιγαντόσωμα πέλαγα...
Εσύ που τιθάσευες με γαλαζοκέντητα γκέμια τα αετόφτερα κύματα ιππεύοντάς τα...
Προκαλώντας με φωνές τους ουρανούς  που τόσο ψηλά μέσα τους πετούσες, σπέρνοντας θεόρατους γκρεμούς στα πιο βαθιά φαράγγια ως τα ψηλότερα λυκολημέρια ξυπνώντας όλους τους κοιμόμενους θεούς...

-Αχ Θάνατε-Ύπνε, μέγα μάγε...

Που είναι οι ποιητές που ξελόγιασες παρασύροντάς τους να γίνουν φύλακες των χρυσαφιών στους Παγκαίους κόρφους;
Που είναι οι αλλόφρονες μούσες, οι γαιτανοφόρες νεράιδες που ανίχνευαν με λόγια ακατάληπτα τους αρχαίους καιρούς, σμίγοντας σαν υδάτινες στρόφιγγες τα πάθη στους ανέραστους βάλτους;
Δημιουργώντας συστάδες κορμιών απ' τους στιγμιαίους ανώμαλους οργασμούς των πνιγμών...
Χείρωνες ζευγάρωνες, με μικρά λεπτόφλουδα μαγιάτικα κορίτσια...
Βαθιά, στα πλούσια λιβάδια της Ποσειδώνιας μνήμης, ως του ακροβάσταχτου κόσμου τα πλεονάσματα μύρισαν χιλιάδες οι συφορές...
Και οι κατάρες διαδέχτηκαν τις μέρες και τις νύχτες!

Δυσμενείς οι μήτρες, εργάτορες των θαλασσομαχών που προστίθονται στον αέρινο κυκλώνα, προαγωγό των εποχών και των ανώτερων Ιδεών...
Φουρτούνα και μοιρολόι φτύνουν οι κάμπιες που γεννιούνται από μαυροπεταλούδες νεκρών στιγμών...

-Αχ Χρόνε-Φίδι ύπουλε, μοχθηρέ...

Που είναι οι ποιητές του ασημένιου φτερωτού πλανήτη;

Μην ανοίξετε τα σύνορα, αλυσοδέστε τις εξώπορτες σφιχτά γιατί φοβάμαι την χρυσή φωτιά...
Όπως φοβάσαι τις μάχες στα νερένια μονοπάτια της αφορισμένης ψυχής...
Κρατήσου για λίγο ακόμα στο κατάρτι...
Πολέμα για να γευτείς τις ύπουλες νίκες σου κι από αυτά τα ναυάγια...
Ίσως να στεφθείς Νικητής!

Αγγελική Ντελια

Τετάρτη 19 Αυγούστου 2020

Άτιτλο (της Στέλλας Μάναλη)


Μην αναρωτιέσαι γιατί τίποτα δεν είναι ίδιο.
Κάθε τι που είναι αληθινό ... εξελίσσεται.
Έτσι και τα συναισθήματά μας...δεν γερνούν.
Αποκτούν νόημα με την πάροδο του χρόνου...
Αποκτούν όνομα...βαφτίζονται...
Επαναπροσδιορίζονται...αποκτούν ταυτότητα
και χαρακτήρα,αποκτούν βάθος...
Όσο είναι στην επιφάνεια...σε ταράζουν, μετά αποκτούν θεμέλια..κι εκεί είναι δύσκολο να τα γκρεμίσεις ...
Μην αναρωτιέσαι λοιπόν....τι άλλαξε.

"Σαν αγαπήσεις είναι δύσκολο...να το γκρεμίσεις..."

Στέλλα Μαναλη

Ο ΗΘΟΠΟΙΟΣ ΠΕΦΤΕΙ (του Τάσου Βασιλειάδη)


Εκείνη την Στιγμή, Ακριβώς, ο Ηθοποιός
Πέφτει από την Σκηνή, Πυροβολημένος
Από Πραγματικά Πυρά….

Την Στιγμιαία Παγωμάρα που Επικρατεί
Στους Θεατές Διακόπτουν κάποιες Κραυγές
Τρόμου και Πανικού:’ ’Ω, μα Είναι Πυροβολημένος
Στα Αλήθεια, κοιτάξτε τον, Αιμορραγεί!....,,

Και Άλλες πολλές τέτοιου Είδους Εκφράσεις,
Ακούγονται από το Κοινό….. Μα, Ξαφνικά, ο Ηθοποιός
Σηκώνεται, και Χαμογελώντας με Άνεση, στέκεται  μπροστά
Στο Έκπληκτο Κοινό, που μετά το  Σοκ που του Προκάλεσε
Αυτή η αναπάντεχη ‘’Νεκρανάσταση, αρχίζει να χειροκρότει
Μανιασμένο, Ξετρελαμένο….

‘’Άρε Τέχνη, πόσες φορές θα Πυροβοληθώ ακόμα, για
Χάρη σου!.....,, Αναρωτιέται ο Ηθοποιός, χαμογελώντας
Ικανοποιημένος από το Ξέφρενο Χειροκρότημα….

Τάσος Βασιλειάδης


Τρίτη 18 Αυγούστου 2020

ΤΟ ΑΓΚΙΣΤΡΙ ΤΟΥ ΦΕΓΓΑΡΙΟΥ (της Ιωάννας Αθανασιάδου)



Το αγιόκλημα σκαρφαλώνει στα παραθύρια
που αγναντεύουν τη θάλασσα,
θροΐζει η νύχτα στον φλοίσβο των κυμάτων.
Ασπαζόμαστε το φεγγάρι
που καθρεφτίζεται στα μάτια της Παναγιάς
στο εκκλησάκι δίπλα στην ακρογιαλιά.
Σβηστό το καντηλάκι του,
σκιές από τα περασμένα ανάβουν το κεράκι τους.
Τα πουλιά κοιμούνται στα κλαδιά του γέρο- πλάτανου,
τ’ αφρόψαρα κυνηγιούνται στα νερά.
Μια νυχτερίδα χορεύει τον πολεμικό χορό της
πάνω απ’ τον σκοτεινό βυθό με τις γυαλιστερές πέτρες,
μια καραβίδα ξεμυτά στην άκρη των βράχων.
Στην αμμουδιά χρυσίζουν τα ονόματα των ερωτευμένων,
ένας χαρταετός ταξιδεύει για τους κόσμους της αθωότητας.
Μικρή βαρκούλα βγαίνει απ’ τα κρυστάλλινα νερά
κι ακουμπά τη ράχη της στην πρόσχαρη στεριά.
Τραγουδά ο ψαράς στην πλανεύτρα θάλασσα
νανουρίζοντας τους λευκούς χειμώνες.
Το αγκίστρι του φεγγαριού ριγμένο στο βάθος του πελάγους,
ασημένιες οι στάλες του ονείρου.
Αναίτιος ο θυμός της πεισματάρας τρικυμίας,
η γαλήνη τη μαλώνει στοργικά.
Τα κρινάκια της αμμουδιάς
κοιμούνται αγκαλιασμένα με τα κοχύλια,
ξαγρυπνούν οι κάτασπροι γλάροι.
Νυσταγμένα τα σύννεφα στον ορίζοντα,
η νύχτα ταξιδεύει στα λευκά τους πανιά.
Χρυσή λύρα κρατά ο άνεμος,
η πανσέληνος, πορφυρή καπετάνισσα.
Ο ουρανός αποκοιμιέται στα σπλάχνα των κυμάτων,
φιλιούνται μυστικά οι ώρες του μεσονυκτίου.
Κι ο φάρος αναβοσβήνει τις στιγμές στην άκρη του λιμανιού,
γίγαντας ακοίμητος των ωκεανών,
φρουρός στην ταξιαρχία των αγγέλων.

Ιωάννα Αθανασιαδου

ποίημα απ' το βιβλίο ΑΓΡΥΠΝΕΣ ΣΙΩΠΕΣ, εκδόσεις Βεργίνα

ΔΕΙΛΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ (του Χρήστου Κουκουσουρη)



Κάτι δειλά ποιήματα γράφεις συχνά τα βράδια
που λεν σχεδόν ψιθυριστά του κόσμου τις ντροπές
ακούς μυστήρια πλάσματα που ζουν μες στα σκοτάδια
και κάποια υπόλοιπα ψυχής απ’ τις ανατροπές.

Κάτι δειλά ποιήματα τις νύχτες εξυφαίνεις
που λεν με κραυγαλέα σιωπή, μηνύματα φωτιά
σ’ ακούν της νύχτας τα στοιχειά πόσο βαριά ανασαίνεις
σταμάτα να σκοτίζεσαι σου λεν,  αποκοτιά…

Κάτι δειλά ποιήματα γράφεις συχνά τις νύχτες
γι’ αλήθειες που όμως δεν τολμούν να δουν του ηλίου το φως
τις συζητούν μεσάνυχτα φαντάσματα και μύστες
θεμέλιοι λίθοι, συντηρούν έν’ άθλιο καθεστώς.

Δεν φταίνε τα ποιήματα κι η πένα που τα γράφει
δεν φταίει το χέρι που ακλουθεί τις προσταγές του νου
φταίει το χώμα που έριξες τον σπόρο, το χωράφι,
που χρόνια ακαλλιέργητο πήρε όψη του βουνου.

Χρήστος Κουκουσουρης