Σάββατο 29 Φεβρουαρίου 2020

ΕΝΑΣ ΑΝΤΡΑΣ ΡΩΤΑ (της Κατερίνας Κανάκη Αξουγκα)



Πες μου, τι κάνεις όταν φεύγω;
Εσύ, η μόνη, που εντός σου κρατάς
ακόμη τη γυναίκα με νύχια και με δόντια.
Κάνεις αυτό που θέλω πάντα
και ύστερα κάθεσαι φρόνιμη
σαν το κουνούπι, όταν χαράζει η μέρα;

Δεν έχεις θάρρος για να σηκωθείς;
Φοβάσαι μη δω το σώμα σου γυμνό,
καθώς θα τρέχεις στο ντους για να πλυθείς;
Φοβάσαι τα μάτια μου που σαν λεπίδια σε τρυπούν;
Όμως γνωρίζεις, πως όταν σφίγγω τον κόμπο της γραβάτας,
 τελειώνει μέσα μου όλη η οργή!

Tελειώνει, καθώς πεθαίνω μέσα σου και
ύστερα είμαι λιοντάρι δίχως την ορμή.
Τι κάνεις όταν φεύγω; Τι σου αφήνω;
Εγώ, που κούρσεψα ετούτο το δωμάτιο
και που σε πρόσβαλλα μέσα στη νύχτα
χωρίς καν να σ΄αγαπήσω.

Ο σκύλος σου θα ρθει ξανά κοντά,
το 'χεις ανάγκη αυτό το τρίχωμα.
Θα τον χαϊδέψεις κοιτάζοντας αλλού.
Ύστερα, σιγά- σιγά θα εξοικειωθείς
με ό,τι έχει συμβεί και θα μαζέψεις όλα τα φετίχ,
τον αναπτήρα, τα κεριά, το κόκκινο κρασί.

Πόσο αξίζει το κορμί σου,
καθώς τραβάς την μπλούζα
να κρύψεις τη σχισμή;
Όσο και η σκληρή προσπάθεια;
Στο τέλος απομένει ένα χνάρι αίματος πάνω στον τοίχο
και ό,τι υπήρξαμε οι δυο μας στη στιγμή...

Κατερίνα Κανάκη Αξουγκα



κατερίνα...Αύγουστος 2016....Εμπνευσμένο από τη Μ. Ματσαντίνι...(επ' αφορμή μιας ανάγνωσης) ..Δημοσιευμένο σε περιοδικό


ΜΑΤΙΑ ΧΑΜΗΛΑ (του Αντώνη Σαμολαδά)



Είναι και αυτός ο πλατωνικός έρωτας
που έχει τινάξει στον αέρα την ζωή μου
πάντα τα μάτια μου χαμηλά
μην  συναντηθούν τα βλέμματα μας
περπάταγα στον δρόμο με το κεφάλι γερμένο στο έδαφος
μην καταλάβουν οι άνθρωποι τα συναισθήματα μου...

Όλη μου η ζωή ένα σκυμμένο αν
κρυμμένο πίσω από χιλιάδες φόβους
και τώρα που έγινε ο έρωτας μου
για σένα σε όλους γνωστός
χλευάσετε με για να γνωρίζω ποιοι το ξέρουν...

Αν πάλι θέλετε να με τιμωρήσετε παραδειγματικά
πάρτε μου το κεφάλι από τους ώμους
μήπως και κατά λάθος με δει και αυτός
και νιώσει τα παράνομα συναισθήματα μου...

Δεν θέλω να φοβάμαι άλλο πια
τιμωρείστε με, όμως θέλω να ξέρετε
πως ακόμη και με το κεφάλι σκυφτό
πάντα έβλεπα τα μάτια του, το χαμόγελο του...

Αντώνης Σαμολαδάς



Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2020

Το παγκάκι (της Ελένης Ταϊφυριανου)



Σε κρύα αίθουσα ενός θλιβερού σταθμού
σε απρόσωπο ταμείο,
εισιτήριο κόβω χωρίς επιστροφή.
Κάθομαι στο μοναχικό παγκάκι
και κουβεντιάζοντας μαζί του
χαράζω με την άκρη του κλειδιού σου
τα αρχικά σου πάνω του.
Ύστερα πετάω το κλειδί...
Τι περίεργο... το παγκάκι δακρύζει
και το χέρι μου στάζει αίμα...
Κάποιοι συνταξιδιώτες
σμίγουν τα φρύδια θυμωμένοι
και τεντώνοντας το δάχτυλο
με δείχνουν και λένε...
Αυτή είναι...
Αυτή δολοφόνησε το παγκάκι...
Ιδού τα χέρια της στάζουν αίμα...
Ιδού... πάνω στο παγκάκι
ξεψυχά ο έρωτας...
Αυτή είναι...
Συλλάβετε την....

Ελένη Ταϊφυριανου




Όταν αγκάλιασα εμένα (της Ιωάννας Πιτσιλλη)


Ονειρευόμουνα εκείνο το λευκό φόρεμα που το έλεγαν νυφικό από τα μικράτα μου. Βέβαια άλλαζε μορφή όσο περνούσαν τα χρόνια, ανάλογα με τις τάσεις της μόδας. Γινόταν άλλοτε πιο πλούσιο, άλλοτε πιο λιτό, άλλοτε πιο κομψό. Το χρώμα του, αυτό ήταν που δεν άλλαζε μόνο. Παρέμενε λευκό. Ένα καθαρό και άσπιλο λευκό. Στα όνειρα μου, η εκκλησιά ήταν στολισμένη με κορδέλες, λευκές και αυτές. Από τις τεράστιες ανθοστήλες ξεχύνονταν σαν ποτάμια πολύχρωμα λουλούδια που γέμιζαν με ευωδιές τον αέρα μέσα στο παλιό ιστορικό κτίριο του ναού.

Ήμουνα η πιο όμορφη εκδοχή του εαυτού μου. Στο πλευρό μου στεκόταν το άλλο μου μισό. Δεν υπήρχε πρόσωπο στα όνειρά μου, μονάχα μια παλικαρίσια κορμοστασιά και δύο χέρια που με έκαναν να ριγώ. Αυτά θα με αγκάλιαζαν, θα με βοηθούσαν να σηκωθώ όταν θα έπεφτα, θα με στήριζαν για να βρω ξανά τα βήματά μου, θα με κρατούσαν και θα γύρναγαν μαζί μου αγκαζέ μέσα στις στράτες της ζωής. Θα περπατούσαμε τους δρόμους μας. Αυτούς τους φωτεινούς, μα και τους άλλους τους σκοτεινούς που σε κανέναν δεν αρέσει να τους βαδίζει μόνος.

Σήμερα έχω στα χέρια μου ένα έγγραφο διαζυγίου. Έχω ακόμα στο σπίτι τρία υπέροχα παιδιά. Και να θέλω να διαγράψω το παρελθόν δε γίνεται.

Από το γάμο μου βγήκα γεμάτη πόνο και απογοήτευση. Μια σκιά του εαυτού μου. Μάζεψα όλα τα κουράγια μου και ό,τι μου είχε απομείνει σε δύναμη και μπήκα μόνη μου στη νέα μου ζωή. Μου πήρε χρόνο να συνηθίσω την καινούργια κατάσταση στο σπίτι. Ο χωρισμός μοιάζει με θάνατο, είχα ακούσει κάποτε να λένε. Και πράγματι έτσι φάνταζε και στα δικά μου μάτια. Το σπίτι έμοιαζε διαφορετικό, όλα είχαν αλλάξει.

Με πονούσε που έβλεπα τα παιδιά μου στεναχωρημένα. Ποια ήμουν εγώ που θα τους στερούσα τον πατέρα τους;

Ήμουν μια γυναίκα όμως. Μια γυναίκα που της έλειπε η αγκαλιά και το μαζί. Ο θαυμασμός στα μάτια του συντρόφου, η λαχτάρα και η σημασία του. Το χάδι του και ο καλός του ο λόγος. Λεπτομέρειες, μπορεί να μου πεις. Μόνο που δεν είναι. Είναι η ουσία και αυτό που μετρά. Αν και φοβόμουν για το μέλλον μας, δεν μπορώ να αρνηθώ το αίσθημα της χαράς που άρχιζε να με κατακλύζει. Ήμουν πια ελεύθερη.

Έβγαλα όποιο όνειρο είχα από το συρτάρι και ξεκίνησα να το κυνηγώ.Δεν μπορώ να ξέρω αν θα αγαπήσω ή θα αγαπηθώ ποτέ ξανά. Ξέρω πως έχω ανάγκη μια αγκαλιά για να κουρνιάζω. Εις αναμονή λοιπόν αυτής της αγκαλιάς, συνέχισα να αγκαλιάζω εγώ ό,τι αγαπώ και έμαθα ακόμα να αγκαλιάζω εγώ εμένα.

Ιωάννα Πιτσιλλη


Πέμπτη 27 Φεβρουαρίου 2020

Ασφυξία (της Χρύσας Νικολάκη)



Χωρίς εσένα μικραίνει το δωματιο
Οι ηλιαχτίδες λιγοστευουν
Κι εκείνα τα φύλλα της λεβάντας
αποτιστα πόσο κιτρίνισαν
Σώπασε και το αηδόνι
Δεν έρχεται πια στο παραθύρι
Πουθενά δεν βρίσκει σπόρια να τραφεί
Πάρα μονάχα δάκρυα κι αυτά λιγοστά
Καθίζησε μέσα μου η αγάπη σου
σαν δηλητήριο στις φλέβες.
Κι ο χρόνος  πάγωσε σε εκείνη τη ρωγμή
Κρύσταλλο γιναν οι αναμνήσεις.
Πως να αναπνεύσεις όταν ο αέρας λιγοστεύει?
Πως να μιλήσεις όταν η φωνη λιποτακτεί από την ψυχη?
Πάντα η αγάπη σκοτώνει όταν ο έρωτας λοξοδρομεί..

Χρύσα Νικολάκη





Ανάσες αγάπης (της Λένας Σαρή)



Συναισθήματα
που πάγωσαν
με το πέρασμα
του χρόνου.

Λέξεις που ξεθώριασαν
στα χείλη μας
σαν δέντρα
του χειμώνα
που μένουν γυμνά.

Άψυχα φιλιά
σε σώμα νεκρό
ζωή χαμένη.

Τη γύμνια της ψυχής μου
να καλύψω
τύλιξα τις σκέψεις μου
με όνειρα.

Άνοιξα τα παραθυρόφυλλα
ν' αναπνεύσω.
Να βρώ την αγάπη.

Λένα Σαρή


Τετάρτη 26 Φεβρουαρίου 2020

Φλογισμένα βράδια (της Κικης Κωνσταντίνου)


Σε κάθε φλογισμένο βράδυ,
αναζητώ χειμώνες μαγικούς, μα δεν υπάρχουν…

Μέσα σε λέξεις, φράσεις, σε στίχους, σε μελωδίες, αναζητώ κρυμμένα συναισθήματα μα εκείνα,  δεν είναι εκεί.
Δεν είναι πλέον μέσα μου.
Έχουν φύγει!

Νιώθω πως σε μία θάλασσα είναι, αλλά  δεν ξέρω σε ποιά.
Και δεν μπορώ να καταλάβω το γιατί, μέσα στη θάλασσα.

Θα μπορούσαν να βρίσκονται σε άλλα τόσα μέρη.
Σε άλλους τόσους κόσμους.

Σε άλλους ανθρώπους
Σε άλλους πλανήτες
Σε άλλα ποιήματα
Σε άλλες σκέψεις

Kι όμως, επιλέγουν τη θάλασσα!

Νόμιζα ότι δεν είχα αυτή τη σχέση με τη θάλασσα.
Όχι, δεν την είχα!
Δεν ξέρω γιατί -  πηγάζουν και καταλήγουν  - όλα, εκεί.
Ακόμα δεν έχω καταλάβει γιατί αυτό το στοιχείο.

Με φοβίζει κάποιες φορές.
Μου βγάζει μια ρευστότητα.
Μια ηρεμία
Μια λύπη
Και ένα θανάσιμο υπαινιγμό.

Δεν είναι το κύμα
Ούτε η αλμύρα
Ούτε καν τα ναυάγια, δεν είναι.

Είναι το νερό.
Απλώς το νερό.
Σαν στοιχείο και σαν ζωή.

Μα δεν μπορώ να εξηγήσω
Και δεν θέλω
Και δεν χρειάζεται

Απλώς, δεν μπορώ να το πιάσω το ρημάδι.
Δεν μπορώ να αιχμαλωτίσω τη σταγόνα κι αν ακόμη, καταφέρω να το κάνω πράξη, το αιχμαλωτίζω μα δεν φυλακίζεται.
Δεν μιλάμε για την ελευθερία, μιλάμε για την επιλογή σε προϊδεασμένες αποφάσεις, φίλε μου.

Κι όχι πως θέλω να το κάνω επίτευγμα.
Όχι, σε καμία περίπτωση.

Απλώς… τον τελευταίο καιρό,
πίνω, αλλά δεν ξεδιψάω.

Δεν μπορείς να καταλάβεις,
ούτε και οι άλλοι μπορούν.
Ούτε κι εγώ ο ίδιος, τις περισσότερες φορές.

Απλώς… προσπαθώ να «κεράσω» τον  εαυτό μου, λίγη ακόμη ευτυχία.

Μα ποιός μας δουλεύει;
Ποιός παίζει μαζί μας, σα να είμαστε παιδιά;
Μα πότε μεγαλώσαμε, άραγε;
Θύμησέ μου!

Κοροϊδεύω τον εαυτό μου.
Ένας βλάκας έμεινε, κι αυτός κατοικεί μέσα μου.
Ένας ύπουλος συνεπιβάτης, προσπαθεί να με ρίξει στην «τροχιά»
Επιδιώκει να με «φάνε» οι σκέψεις, οι παράλογες.
Το εγώ μου κατακρεουργημένο, υποκύπτει σε ένα ανέκφραστο εμείς.
Παλεύω!

Κάτι τέτοια βράδια, παλεύω.
Μόνος, παλεύω.

Κάτι τέτοιες, φλογισμένες νύχτες… με ξεγελάμε τα συναισθήματα
Άτιμα, συναισθήματα, με ξεγελάτε!

Με κάνουν να νιώθω…. πως βρίσκονται όλα,  σε ένα μπαούλο χρυσό, που με ζητεί, που με γυρεύει.
Με ζητεί, μα δεν με βρίσκει.
Δεν είμαι εκεί, δεν είμαι εγώ.
Έχω χαθεί.

Και καταλήγουν όλα σε ένα κρυφτό… και σε ένα κυνηγητό, θανάσιμο!

Δεν μπορώ να σου εξηγήσω, δεν μπορείς να δεις.

Δεν είναι ο φακός,
ούτε καν το θυμίαμα, δεν είναι.
Ούτε τα λόγια.
Είναι ένα κενό.

Κάποιες φορές ένα κενό.
Ένα μαύρο, πηχτό κενό.

Αδιάλλακτο, απροσάρμοστο, αμείλικτο και ανέντιμο.
Κυρίως, ανέντιμο.

Δεν παίζει σωστά τα «παιχνίδια»
Δεν ξέρει να χάνει, μα ούτε να τολμά.

Δεν τζογάρουμε φίλε εδώ,
ούτε πουλάμε
ούτε παίζουμε
ούτε παζαρεύουμε, την ελπίδα.

Ζητήσαμε κάποτε, μιαν τελευταία ευκαιρία αλλά κι αυτή, μας απαρνήθηκε.
Γέλασαν γύρω μας, οι «έντιμοι» παίκτες.

Σήμερα η νύχτα, δεν έχει φεγγάρι.
Δεν έχει άστρα.
Δεν έχει νυχτοπούλια
Δεν έχει νυχτολούλουδα
Δεν έχει φωνές
Δεν έχει ψιθύρους
Έχει μόνο… μία κραυγή

Μα κανείς δεν την ακούει, γαμώτο.
Κανείς!
Ούτε καν εγώ, κι ας πηγάζει από μέσα μου.



Προφητεία (της Μαρίας Νάντη)




Κι Η Μέρα  ... Φέρνει Μαζί Της
Την Φοβερή Αποκάλυψη ...

Το  "COSMOS"  Εκπέμπει
Το Τελευταίο Του Σήμα Κινδύνου ...

ΠΡΟΣΟΧΗ!  ΠΡΟΣΟΧΗ!
Εγκαταλείψτε Αμέσως Το Καράβι...
Παρουσιάστηκε Βλάβη
Στο Σύστημα : Α Ν Θ Ρ Ω Π Ο Σ ...

Φωνή Βοώντος Εν Τη Ερήμω Η Αλήθεια!

Η Άτρακτος Κόπηκε! Κοιτάξτε!
Μα Κανείς σας Πλέον Δεν Βλέπει ;
Που Πήγαν Τα Μάτια Σας ;

Σήμερα Ένας Προφήτης Μου Είπε,
Θα  Καταλυθεί Του Διαόλου Η Κατάληψη,
Θα Σκιστεί Ο Ουρανός Και Η Γη
Κι Ο Καιρός Θα Δείξει Τα Πρόσωπα Με Σημάδια ...

Μια Φωνή Με προειδοποίησε ...
Θα Έρθω Την Νύχτα Εκείνη
Που Θα Ξημερώνει Καινούργιος Κύκλος
Στο Παραπέτασμα Που Ονομάσατε Χρόνο!

Την Ώρα που θα Μετράτε Αντίστροφα
Θα Αναποδογυρίσει Η Εικόνα
Και Το Ομοίωμα Θα Τρομάξει ...
Γιατί Υπήρχατε πριν Συλλάβετε
Τον Εαυτό σας  Στον Καθρέπτη
Που Ονομάσατε Χώρο !

Ο Έχων Ώτα Ακούειν Ακουέτω !

Ο Νέος Κόσμος Που περιμένατε Ήρθε !

Εσείς Ήσασταν Το Πλήρωμα,
Εσείς Κι Οι Καπεταναίοι ...
Εσείς Ήσασταν  Το Καράβι,
Εσείς Και Η Θάλασσα ...
Εσείς Ήσασταν Ο Ουρανός.
Εσείς Και Τα Λόγια Της Πλώρης
Που συνουσιάζονταν Με Τα Κύματα ...

Εσείς Είσαστε Η Αξία,
Εσείς Κι Η Τιμή,
Εσείς Και Το Αντίτιμο
Που Σήμερα  Όλοι σας Ξεχρεώνετε !

Από Αύριο Όλα Γύρω σας Θα μοιάζουνε Άγνωστα ...
Ταυτότητα σας Ήταν Πάντα Οι Πράξεις Σας ...
Ο Οίκος Σας Θα ρημάξει
Αν δεν έχετε Μέσα Τον Κύριο Να Σας Σώσει !

Προετοιμαστείτε Γενναία !

Σηκώστε Το Βάρος Του Είναι Σας
Είναι Καιρός Να Αποδοθεί Δικαιοσύνη !

Θα Θυμηθείτε Ποιοι Ήταν Οι Φαρισαίοι
και Ποιοι Οι Τελώνες ...
Θα Μάθετε Ποιοι Ήτανε Απλοί Θεατές ...
Θα Θυμηθείτε Ποιο Ήταν Το Έργο,
Θα Μάθετε Ποιοι Ήταν Απόντες ...
Θα Θυμηθείτε Ποιοι Είχαν Στο Χέρι Τους
Θα Μάθετε Ποιο Θα χάσουν Τα Πάντα ...
Θα Θυμηθείτε Ποιοι Ήταν Οι Ανύπαρκτοι,
Θα Μάθετε Ποιοι Επιλέχτηκαν Να Υπάρχουν ...

Θα Θυμηθείτε Πως Η Αρχή Ήτανε Από Πάντα,
Θα Μάθετε πως δεν Υπήρξε Ποτέ το Ποτέ ...
Θα Θυμηθείτε Πως Ο Θάνατος Είναι Κίβδηλος,
Θα Μάθετε Πως Τελικά Είστε Αθάνατοι!

Θα Θυμηθείτε Που Είναι Ο Παράδεισος,
Θα Μάθετε Που Κρύβεται Η Κόλαση ...

Θα Θυμηθείτε Ποιο Είναι,
Το Δέντρο Της Γνώσης
Του Καλού Και Του Κακού,
Θα Μάθετε Ποιο είναι
Το Δέντρο Της Ζωής ...

Θα Σπάσουν Των Αντικατοπτρισμών
Οι Αντανακλάσεις ...
Θα Σπάσουν Των Ρολογιών Οι Εν-στάσεις ...
Θα  Δείτε Να Καταρρίπτονται
Όσα Με Βεβαιότητα Είχατε  Εώς Σήμερα Πιστέψει,
Θα Ακούσετε Πως  με Βεβαιότητα Δεν Ξεφύγατε
Από Όσα έως σήμερα Πιστέψατε Πως Είχατε Νηστέψει ...

Σήμερα ... Τα Τελευταία Δευτερόλεπτα ...
Πριν Αλλάξετε Έτος ...
Φροντίστε Να Έχετε Κλείσει
Κάθε Ανοιγμένο Λογαριασμό ...

Αύριο   Η Νέμεσις Κατεβαίνει Ολόφωτη!
Να είστε όλοι Προετοιμασμένοι
Να δώσετε πίσω ότι ποτέ δεν ήταν Δικό σας ...

Κύμβαλο Αλαλάζον  Ο Λόγος Σας!

Επί Ματαίω Επικαλεστήκατε Τον Θεό
Να σας Χαρίσει Ότι Επιθυμούσατε ...
Τα Πετάξατε Όλα Στον Κάδο Των Απορριμάτων Του Χάους
Μόνο Και Μόνο Επειδή
 Δεν Χειροκροτούσαν Το Μάταιο Είδωλό Σας ...

Αλίμονο Σε Εσάς Που Ενώ δεν Βλέπατε
Διαλαλούσατε Ότι Είδατε Κάτι Που
Ποτέ Δεν Θα Μπορούσε Να Υπάρξει ...
Σε Εσάς Που Ενώ Δεν Ακούγατε,
Διατεινόσασταν Ότι Ακούτε
Όσα Ποτέ Δεν Θα Μπορέσουνε Να Ειπωθούν ...
Αλίμονο Σε Εσάς Που Ενώ Δεν Γνωρίζατε Τίποτα
Διατυμπανίζατε Ονόματα Επικαλούμενοι Ότι Τα Ξέρετε ...
Αλίμονο Σε Εσάς Που Ενώ Δεν Θυμόσαστε
Υπενθυμίζατε Πράγματα Που Ουδέποτε Έγιναν ...
Αλίμονο Σε Εσάς Που Ξεχάσατε Όσα Σας Δόθηκαν ...
Αλίμονο Σε Εσάς Που Μονάχα Αδικείτε με κάθε σας πράξη
Ενώ Συγχρόνως Ομιλείτε Δημόσια Για Δίκαιο
Δίχως Να αισχύνεστε ...
Αλίμονο Σε Εσάς που Πετάξατε Το Χρυσάφι
Και Τα Άγια Μόνο και Μόνο
Επειδή δεν μπορούσατε να το Χρησιμοποιήσετε
Για να Συντηρείτε Τις ψευδαισθήσεις σας...
Αλίμονο Σε Εσάς Που Πιστέψατε
Στο Παραλήρημα Του Εγώ σας
μόνο και Μόνο Επειδή σας Έκανε Βασιλέα ...
Αλίμονο Σε Εσάς Που Είδατε Την Παραίσθηση
Να Ντύνετε Ενσυναίσθηση και Την Ακολουθήσατε ...
Αλίμονο Σε Εσάς Που Είδατε Την Ερμηνεία Κατάματα
Και Την Παρερμηνεύσατε γιατί Τα Μάτια σας
Ήταν Γεμάτα Δοκάρια ...

Ο Τρομερός  Σας Θρόνος  Σήμερα Κατεδαφίζεται!

Η Μεγαλειώδης Σας Παράσταση,
Σήμερα Τελειώνει!

Ο Πανάκριβος Ρόλος σας
Σήμερα Κατεβαίνει ...

Η Σπουδαία σας Αυλαία
Σήμερα Κλείνει ...

Το Φαντασιώδες σας Σενάριο
Είναι Πάντοτε Γνώριμο
Και Οι Εναπομείναντες Στρατιώτες Της Μνήμης
Έχουν Μάθει Απέξω Τον Κάθε σας Μύθο ...

Ες Αύριον Λοιπόν  Η Αποκωδικοποίηση
Των Ρημάτων Σας ...

Ες Αύριον Και Τα Γεννήματα Αυτών ...

Προσδεθείτε !  Ή Στιγμή
Της Αποκαταστάσεως Κατέφθασε ...

Στις Δώδεκα Ακριβώς,
Πρέπει Να Κάνουμε Αναγκαστική Αποσαφήνιση ...

Μαρία Νάντη



Τρίτη 25 Φεβρουαρίου 2020

Το νεκρό τριαντάφυλλο (της Σοφίας Τριανταφυλλίδου)



Με κόψανε βίαια.
Ξερίζωσαν
τα αγκάθια μου.
Με πέταξαν
στην παγωνιά.
Όλα τα άντεξα,
αλλά το ότι
ποτέ δεν μ' άγγιξες
και δεν με μύρισες,
αυτό με σκότωσε.
 
Σοφία Τριανταφυλλίδου

                                   

Δρόμοι ερωτευσιμοι (του Αποστόλου Φεκατη)



Στου χρόνου το πέρασμα
πως αλλάζει γεύση το φιλί

ηθελημένα

προσπερνά τις μορφές, την τύχη
ναυτικός καταλήγει σ' άγριες θάλασσες
από την μια μεριά

- αν το θέλεις -

κι από την άλλη
δώρο σφιχτοδεμένο
καταλήγει
στις κορφές των αστεριών
μιαν άστεγη συμπόνοια

για να σε βλέπω με μάτια
μυρωμένα, ανθοβολημένα
της αγάπης
παράνομων εραστών.

Πως ορέγονται
τα μικροπούλια
τον τρυφερό σου λαιμό
συμπαίχτης
τα χέρια μου τ' ακόλαστα
νέος μύστης
δεσμώτης
στου Έρωτά σου
τα καμώματα..

Της ανθοφορίας μου το μέλι
πως απλώνεται
στου καιρού σου, τα κλώνια.

Στους πολυσύχναστους δρόμους
πως αγαπιέται το φιλί.
Λάφυρο για τον κλέφτη
δεν τ' αφήνω.

Απόστολος Φεκατης


Δευτέρα 24 Φεβρουαρίου 2020

Απουσία (της Αντριάνας Ονουφρίου Περικλέους)

Καλημέρα καρδιά μου,
Ψες σάρωσε η νεροποντή
την ύπαρξη μου.
Πέρασε σαν μάζα φωτιάς
κι έλιωσε την Αγάπη.

Από μακριά ακούγονταν κραυγές
που έσπαζαν εκκωφαντικά την
σιωπή της νύχτας.
Έκλεισα τ αυτιά σφιχτά με τα χέρια,
μα ο ήχος με διαπερνούσε άγρια.

Το νερό πήρε ν ανεβαίνει.
Κάλυψε το βλέμμα και
πέτρωσε το δάκρυ.
χτυπιόντουσαν τα σύννεφα
σαν αρσενικά λιοντάρια

και στο φως της αστραπής
έβλεπα τα μάτια σου αδιάφορα.
Η ψυχή μου κατρακυλούσε,
κουφάρι άπνοο, βαθιά τυλιγμένη
στις αποχρώσεις των φύλλων.

Να μην βλέπει, να μην ακούει να
μην ακουμπάει τον πόνο της απουσίας.

Αντριάνα Περικλέους Ονουφρίου


ΟΛΑ ΔΙΚΑ ΣΟΥ (της Τζένης Τσιουγκου)


Κλείδωσες όλες μου τις σκέψεις στη ματιά σου,
εκεί χάθηκαν τα τελευταία απομεινάρια της ψυχής μου.
Στον κόσμο σου φυλακίστηκε η απεραντοσύνη της αγάπης μου,
εκεί ακουστήκαν τα πιο δυνατά χτυποκάρδια του κορμιού μου
κι η παραζάλη του έρωτα αρνήθηκε να μ’ εγκαταλείψει.
αφού στο σύμπαν των ονείρων έρχεσαι εσύ, αγαπημένε,
χορεύεις μαζί μου στη σιωπή της νύχτας,
στα τραγούδια του φεγγαριού.
Έκλεισες όλες μου τις λέξεις στη ματιά σου
κι απέμεινα βουβή να σε κοιτώ
κι όσα θέλω ακόμη να σου πω
ξεφεύγουν απ’ το φλύαρο βλέμμα μου
και ξανακρύβονται βιαστικά στο δικό σου,
πριν προλάβω να τα κρατήσω για μένα…
Όνειρα, σκέψεις, λόγια, χτυποκάρδια
γίνονται όλα δικά σου κι ανήκουν μονάχα σε σένα.

Τζένη Τσιουγκου


Κυριακή 23 Φεβρουαρίου 2020

Το συνηθίσαμε πια (του Βασίλη Τσερελη)



Κοίτα ρε φίλε,
το συνηθίσαμε πια
δεν είναι πλέον σπουδαία η είδηση:
«ΠΑΙΔΙΑ ΠΟΥ ΠΝΙΓΗΚΑΝ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ
ΦΕΥΓΟΝΤΑΣ ΑΠ’ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΔΑ ΤΟΥΣ
ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΘΟΥΝ ΑΠ΄ΤΟ ΘΑΝΑΤΟ».
Το συνηθίσαμε πια
εκεί που σμίγουν τα γαλάζια τους χρώματα
θάλασσα και ουρανός
σ’ ένα ακρογιάλι της Λέσβου
μες στη μαγεία του τοπίου
πώς να προσέξεις ρε φίλε
ένα παιδικό παπουτσάκι που επιπλέει
ή μια σπασμένη κούκλα
στον αφρό των κυμάτων;
Κοίτα ρε φίλε
το συνηθίσαμε πια
«ΠΑΙΔΙΑ ΠΟΥ ΠΝΙΓΗΚΑΝ ΣΤΗ ΜΕΣΟΓΕΙΟ»
δεν είναι πρώτη είδηση
τη διαβάζουμε στην εφημερίδα
στην τέταρτη σελίδα
δίπλα στις ανακοινώσεις γάμων και κηδειών
λίγο πιο κάτω
απ’ τις αγγελίες συνοικεσίων!
Δε βαριέσαι ρε φίλε
το συνηθίσαμε πια!


Βασίλης Τσερελης


Το ρίγος (της Τονιας Κοσμαδακη)



Και μετά έρχονται στα μνήματα
και τα περιποιούνται
Ανάβουν το καντήλι
Φυτεύουν λουλούδια
σηκώνουν την φωτογραφία, την κοιτούν
Πλένουν τα μάρμαρα
Σφίγγονται

     Είναι καθαροί

Άλλοι έρχονται μία φορά
κλαίνε πολύ
Κρύβουν το πρόσωπό τους στα χέρια τους
Δεν ξανάρχονται
δεν αντέχουν λέει
Δεν μπορούν να το χωνέψουν
Θυμούνται
Καταρρέουν

      Είναι ευαίσθητοι

Κουράστηκα να φωνάζω
στους ζώντες πως ζω
Έκλεισε ο λαιμός μου
ίδρωσα
Κι αυτοί επιμένουν
να βλέπουν τον τάφο
Ηρέμησα στο χώμα λοιπόν
και τους νιώθω που είναι καλοί
Και θυμήθηκα κιόλας
πως πριν πέσω εδώ μέσα
είχα νιώσει ένα χάδι στην πλάτη

   Ένα ρίγος

Τόνια Κοσμαδακη
 
Στη συλλογή ΣΚΥΛΟΣ
Υπό έκδοση από την Apopeira

Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2020

Μπορείς (της Αγγέλας Καραγκούνη)



Τι είναι αυτό , που σε κάνει
ένα σκελετωμένο παράπονο;
Τι είναι αυτό,  που διαλύει
τα κύτταρα του είναι σου
και εγκαθίσταται σαν απρόσκλητος
και κακόβουλος επισκέπτης
εντός των τειχών σου,
και λίγο- λίγο προδίδει
τα μυστικά σου στον εχθρό;
Μιά καλοστημένη μηχανή
καταστροφής σώματος
εδρεύει στο εντός σου ,
που σε λιγνεύει και σε πονά.
Κι έρχεται η στιγμή να παλαίψεις.
Αν, έχεις δύναμη ψυχής αντέχεις και νικάς.
Για όσο. ..
Αν, φοβηθείς και λιγοψυχήσεις,
την έχασες την παρτίδα φίλε.
Νικάει ο καρκίνος και σ'αποτελειώνει.
Γι' αυτό σου λέω.
Δυνατά στη μάχη να ριχτείς.
Και σαν λιοντάρι να παλαίψεις.
Εσύ, πιότερα έχεις πυρομαχικά.
Του νου, τη δύναμή σου.
Και κάποιον εκεί ψηλά να σ'αγαπά .
Αφέσου.
Προσευχήσου.
Και η νίκη θαν' δική σου.

Αγγέλα Καραγκούνη


Τι φέρνει η βροχή (της Ειρήνης Σκευοφύλαξ)

Κι ήρθαν οι Ερινύες.
Να κουρσέψουν τη σκέψη και την καρδιά.
Να πάρουν ό,τι ακόμα ζει.
Να γκρεμίσουν.
Να σαρώσουν, να φτάσουν τον πάτο!
Κρατώ τις σκιές ξύπνιες στο δωμάτιο.
Βουβή αναπνέω και βουβή αισθάνομαι.
Πώς να κρατήσω το μυαλό κλειδωμένο;
Θεριεύει σαν άγριο ζωντανό,
τρώει το μέσα μου!
Κι εγώ που πίστευα ότι όλα είχαν τελειώσει.
Κι εγώ που έλεγα ότι τίποτα δεν είχε αρχίσει!
Έρχεται το βράδυ, που δεν ξημερώνει.
Σφυρίζει στ΄αυτιά η βροχή.
Βροχή στο τζάμι, που ζωγραφίζει.
Βροχή που μπερδεύεται με το δάκρυ,
δάκρυ λυτρωτικό, γλυκόπικρο.
Θυμώνω με τον εαυτό μου.
Το βλέμμα καρφώνεται στο πουθενά.
Λένε το αύριο - καινούρια μέρα
το μέσα - πόσο μέσα πρέπει να κρυφτεί
για να γίνει χτες και λησμονημένο;
Κύμα σηκώνει το πανί της θύμησης.
Κρατιέμαι από το κατάρτι.
Στροβιλίζω τις αναμνήσεις,
Ένα γύρο κάνουν και πάλι εδώ είναι.
Δάκρυ και νερό, μαζί ένα γίνονται.
Ποια αγκαλιά μας ένωσε;
Ποιο ταξίδι κάναμε;
Οι δρόμοι που πορευτήκαμε αντίθετοι.
Πώς βρεθήκαμε στο ίδιο σημείο;
Ποιον ορίζοντα έβλεπες;
Τι αστέρια μέτραγα;
Εσύ ταξίδεψες σ΄έναν κόσμο με κατακλυσμούς
κι εγώ αγκάλιασα στο ξύπνημά μου,
τον ΄Ηλιο τον Ηλιάτορα:
Και να που οι περιπλανήσεις μας,
μας έφεραν στο ίδιο σημείο.
Εγώ κρατώ τις σκέψεις μου,
αλλά η βροχή τις φανερώνει,
κι εσύ με μια καληνύχτα,
γεφυρώνεις αποστάσεις.

(18-1-2016)


Ειρήνη Σκευοφύλαξ



Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2020

Άτιτλο (του Τάκη Πάνου)

Χάνεται η λάμψη,
μέσα από τα χέρια μου περνά το φως, κι αποκοιμιέμαι
κάτω από τα μάτια σου έγειρε η αγάπη, και ξεμακραίνεις
Έφεγγε ο ήλιος 
επάνω στα χείλη σου  καθώς την κρατούσες
κι ολόγυρά σου στάλαξε αγάπη, να τη θυμάσαι να τη θυμάσαι     
επάνω στα χείλη σου στάλα τη στάλα για τις πληγές σου για τις πληγές μας
το μύρο του ρόδου πάνω στο γαίμα μες στις πληγές μας, όταν κοιμάσαι να τις αγγίζεις και ας σε πονάνε 
βαθύς ο λυγμός δίχως τις λέξεις  μες τις πληγές σου βαθύς ο λυγμός σου μες το σκοτάδι   
 λέξη τη λέξη σε πνίγει το ποίημα, σαν είσαι  κύμα
μη ξεμακραίνεις  μην ξεμακραίνεις έδυσε ο ήλιος σε λίγο νυχτώνει

σαν φθάσει  η νύκτα 
χάθηκε η λάμψη κι έγειρε  ο ήλιος  να περιμένεις να μην λυπάσαι
κι αν
 έμεινες μόνος σε τούτο τον έρημο δρόμο να ψιθυρίζεις λέξεις 
λέξεις από ένα   ποίημα που είχες ξεχάσει για την αγάπη για κείνον τον  πόνο 
πόνο μες την καρδιά σου που αιμοραγούσε και έσταζε δάκρυ και έσταζε δάκρυ μα εσύ γελούσες κι έδινες αγάπη κι άνοιγες δρόμους …

(*σχεδόν σε όλους  δίνεται τόση ελευθερία
 να διαβούν μες στο σκοτάδι …
κι άλλοι βρίσκουν την άκρη
μα άλλοι περιμένουν το χέρι να δουν απ΄την άκρη .
ένα χέρι αγγέλου ένα χάδι με αγάπη μια λέξη στο τέλος πριν κλειστεί στο σκοτάδι 

( *μη την  αποδιώχνεις όσο μπορείς σιωπηλά στάσου δίπλα της
 άπραγος υπομονετικός κι έχει ο θεός

Με αγάπη σου μιλώ πάντα κι από καρδιάς . έτσι και τώρα !
Εύχομαι να κάνεις ότι καλύτερο σε φωτίσει ο θεός για εκείνην και την ψυχή σου)

Μια ζωή
Ίσως ένας αιώνα ενός δευτερολέπτου
Μια διαφυγή στο κενό
κει που κανείς δεν προσμένει ..
στη σιγή της απουσίας

στιγμές αιώνιες
μένουν ακίνητα στο χρόνο
όπως μια λάμψη των ματιών της καθώς με κοιτούσε
 ένας λυγμός σφιγμένος μες στα χείλη
η τυφλή μου μοίρα όπως μου κρατούσε το χέρι


Τάκης Πάνος


Τα αρώματα της μνήμης (της Κατερίνας Σολωμού)


Τα αρώματα της μνήμης ξεθυμαίνουν
Σκουριάζει ο χρόνος τις αναμνήσεις
Φωτογραφίες και σημάδια
 που φάνταζαν ανεξίτηλα σβηνουν
Ένα ουράνιο μειδίαμα αχνοφαίνεται
και κυοφόρα άνθη υπόσχονται καρπούς γλυκείς
Ελπίδες κρεμασμένες σε κλαδί σαν κόκκινες κορδέλες
μιας Μ.Πέμπτης προμηνύουν την Ανάσταση.
Μια απόρθητη χαραμάδα σε χαλάσματα πύργου
γεμίζει με φως
Αχόρταγοι δαίμονες οι νυχτερίδες
που φώλιαζαν μέσα του
δίνουν τη θέση τους σε παραδείσια πουλιά
και φτερουγίζουν ελπίδες με ανταύγειες ζωής
Αγκαλιές ειρηνοφόρες πλέκουν χαμόγελα
και άνθη φυτρώνουν στις ρωγμές της πίκρας
που γλυκαίνουν τους παλμούς της καρδιάς
Η ψυχή αχόρταγος ταξιδευτής ιχνηλατώντας
φτερουγίζει για το νησί μιας  ελπίδας.
Το φεγγάρι αλλάζει τη ρότα του
και φωτίζονται οι ασέληνες νύχτες.
Τα όνειρα χτίζουν φωλιά στον κήπο της Εδέμ
για μια καινούργια άνοιξη
Ο ουρανός ρίχνει πεφταστέρια στην αγκαλιά
της στέρφας γης, για να σκορπίσουν θησαυρούς
στης μοναξιάς τις στράτες.


Κατερίνα Σολωμού




Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020

Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι σαν όλους τους αλλους(της Κατερίνας Πανταλέων)


Τους βρίσκεις ανάμεσα σε όλους τους άλλους.
Και δεν τους ξεχωρίζεις εκ πρώτης όψεως.
Μοιάζουν με όλους τους άλλους… 
Αλλά δεν είναι! 
Πρέπει να σ’ έχει επιλέξει η τύχη για να τους συναναστραφείς.
Αλλά ως εκεί.
Η συνέχεια είναι δική σου επιλογή, ίσως όχι και τόσο εκούσια.
Πρέπει να ‘σαι άνθρωπος που θέλει να εμβαθύνει, που προσπαθεί να δεί πίσω από το ορατό.
Και τότε, όταν καταφέρεις να διαπεράσεις την αύρα τους, να εντρυφήσεις στην ψυχή τους, θα τους «δεις»…
Θα βρεθείς, θαρρείς, σε μια άλλη διάσταση.
Σε ένα άλλο σημείο του χωροχρόνου.
Σε μια άλλη εποχή.
Γιατί οι ίδιοι νιώθουν πως δεν ανήκουν σ’ αυτήν την εποχή.
Και δεν ανήκουν.
Δεν μπορεί να ανήκουν.
Άλλες φορές μοιάζουν με αερικά…
Θλιμμένα γυρνάνε τις χαραυγές, ψάχνοντας αυτό που εμμονικά αναζητούν.
Κι άλλες φορές φαντάζουν λαβωμένοι αετοί.
Πετούν από ουρανό σε ουρανό, απαξιώνουν αστραπές και καταιγίδες και πεισματικά ορμούν να φτάσουν τον ήλιο, αδιαφορώντας αν θα τους κάψει.
Έχουν μια πρωτόγονη λάμψη στα μάτια τους… 
Μάτια που έχουν φυλακίσει ες αεί μέσα τους τη χαρά και τη θλίψη, το όνειρο και τον εφιάλτη, την ελπίδα και την απόγνωση.
Έχουν κρεμασμένο στο λαιμό τους ένα παλιό ξεθωριασμένο μενταγιόν, που μέσα του κρατά, ερμητικά κλειστό, ένα πορφυροντυμένο παραμύθι.
Το δικό τους παραμύθι! 
Ισως και να σκότωναν γι αυτό.
Οχι εσένα.
Τη ζωή τους… 
Φορές φορές σε τρομάζουν.
Σε τρομάζουν πολύ! 
Και θες να τρέξεις μακριά τους.
Μη και σε φυλακίσουν στον παράξενο κόσμο τους.
Μη και σε κάνουν να τον αγαπήσεις… 
Κι είναι φορές που σε τραβάνε σα μαγνήτης! 
Που νιώθεις να ‘χεις ανάγκη την αλλοκοτιά τους, την αγνότητά τους, την αλήθεια τους, τον παράξενο κόσμο τους, το κρυμμένο τους παραμύθι… 
Κάποτε φοβάσαι πως ίσως αντιπροσωπεύουν το κομμάτι του χαμένου σου εαυτού.
Αυτό, που πολύ καιρό πριν, κάποιοι σε έκαναν να επιλέξεις το βέβηλο αφανισμό του.
Και τώρα;
Νοσταλγία;
Ενοχές;
Και παλεύεις με τον εαυτό σου! 
Να μείνεις ή να φύγεις; 
Κι αν μείνεις τι θα κάνεις;
Κι αν φύγεις πού θα πας πια;

Τους βρίσκεις ανάμεσα σε όλους τους άλλους.
Και δεν τους ξεχωρίζεις εκ πρώτης όψεως.
Μοιάζουν με όλους τους άλλους… 
Αλλά δεν είναι! 


Κατερίνα Πανταλέων

Πρώτη ανάρτηση στο "Μεταξύ μας"




Σαν πας για Κύπρο (της Ιωάννας Καράμπελα)



Δεν είχαμε μαζέψει και πολλά.
Δυο τρία απογεύματα ψιθύρισαν στις τσέπες και να ,
που το λουλούδι άνθισε!
'Εβγαλε μπουμπούκια απ' της μασχάλης τή θηλιά.

Δεν είναι πως η μοίρα φροντισε τά ζωντανά.
Είναι πού τα ζωντανά φροντισανε !
Κι Γη ξημέρωσε...
Ο ήλιος γινηκε κόκκινος στά φύλλα τών ανθρώπων, με τά κλαριά γιοματα από καρπό.

Κινήσαμε πρωί για μέρες που δεν είχαν νύχτα...
Δεν έγινε γνωστή του σκοταδιού η ώρα.
Γι αυτό,
τ' αρώματα του κήπου ολημερίς στολίζονταν με χρώματα ζεστά σα πανωφόρια της Ζωής.
Κι μέρες...
Αχ αυτές οι μέρες..
σαν πάς για Κύπρο τραγουδούν •
Τζιτζίκια που δε γνωρισαν χειμώνα !!!


Φώτο προσωπική
Πρωταράς Αμμοχώστου Ιούνιος 2018

Ιωάννα Καράμπελα


Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2020

Πουλί μου διαβαταρικο (της Μάρθας Καναρη)

Που να σε κρύψω μάτια μου
Να σε κλειδαμπαρώσω
Κι από του κόσμου τη θηλιά
Καρδιά μου να σε σώσω?

Τα χέρια σου μαλάματα
Φτερά που τα τσακίσαν
Κι ανήμπορο σ αφήσανε...
Σ ένα κελί σε κλείσαν...

Πουλί μου διαβατάρικο
Παιδί μου , ανασεμιά μου
Που να μιλήσω...τι να πω
Που φλέγεται η καρδιά μου?

Ρίξε Θεέ το βλέμμα σου
Κάνε μια στάση κάτω...
Δες πως η κόλαση ειν' εδώ
Κι ύστερα τράβα  επάνω

Μία γροθιά να έριχνες
Όλα να τα χαλάσεις
Τον κόσμο που λησμόνησες
Απ' την αρχή να φτιάξεις...

Πουλί μου διαβατάρικο
Παιδί μου , ανασεμιά μου
Που να μιλήσω...τι να πω
Που φλέγεται η καρδιά μου?


Μάρθα Καναρη


Αν θέλουμε δίκαια να μιλάμε (της Παρασκευής Κηπουριδου)



Τα βέλη του ήλιου ωχρά,
στης μέρας το ψυχρό θάμπος.
Αδειανό κοχύλι η σιωπή.
Σε λυκόφως ανοχής
υποδόριο ρυάκι η οργή.
Σε αδιαφανή φλέβα ρέει.
Θαμπός κόσμος.
Δίκιο
μοίρασμα
ανθρωπιά
όνειρα,
κομμάτια ενός καθρέφτη,
σπασμένου από άπληστη γροθιά.
Δυο στρατόπεδα ο κόσμος.
Άδικοι κι αδικημένοι,
πλούσιοι και φτωχοί,
διαψευσμένοι και προδότες.
Αγαθά άνισα μοιρασμένα.
Οι ευθύνες μοιρασμένες ίσα.
-Αν θέλουμε δίκαια να μιλάμε,
αυτούς τους άδικους καιρούς.-
Η σιωπή δεν είναι απλά ανοχή.
Σημαίνει συμβιβασμό.
Σημαίνει συνενοχή.
Η μεμψιμοιρία ανώφελη.
Τρέξε…φύγε μακριά,
από του φόβου η σκιά.
Άσε λεύτερο το σθένος
στις φλέβες να κυλά.
Ο κόσμος με αγώνα αλλάζει.
Αποφασισμένα χέρια αδικημένων,
το οικοδόμημα του κόσμου χτίζουν.
Πάνω σε νέα θεμέλια γερά.
Κάποιοι τρελοί κι ονειροπόλοι,
επιστρατεύουν τη δύναμη της ψυχής.
Σβησμένους ήλιους ανάβουν.
Με την άσβεστη σπίθα της ελπίδας.
Με τόλμη, ανθρωπισμό και δικαιοσύνη.
Όσο κι αν μοιάζει αθέατη,
-η δύναμη των κατατρεγμένων-
κινητήρια δύναμη είναι.
Κολυμβήθρα αναγέννησης,
ενός καλύτερου κόσμου.
Αρκετά κοιμήθηκες
Αφυπνίσου.
Με φορεσιά ελπίδας ντύσου
Ζήσε το θαύμα στην άχαρη ζωή σου


Παρασκευή Κηπουριδου

Τρίτη 18 Φεβρουαρίου 2020

Γίνονται άνθρωποι οι πέτρες (της Ειρήνης Ανδρέου)



 Έφτιαξα  ένα ποίημα μετά την βροχή.
Δίπλα σε μια γυαλιστερή πέτρα.
Μαζεψα ένα κίτρινο φύλλο
το έκλεισα  μέσα και το φίλησα.
Το απώθεσα χάμω μαζί με την ψυχή μου.
Παρέα με χιλιάδες άλλα στοιβαγμένα .
Τα ποιήματα της σιωπής όπως τα ονομάζω.
Όταν η ψυχή βρίσκεται στον πάτο δεν μιλάς.
Ότι είχε να πεις το είπες και τέλος.
Που θα πάει; Δεν θα φυσήξει ο άνεμος;
Άμα δείτε να φουρτουνιάζει η θάλασσα
να ξέρετε πως είναι οι ψυχές των ανθρώπων
που τις παρέσυρε ο άνεμος μες σε φύλλα κίτρινα.
Είναι οι λέξεις που δεν είχε νόημα να ειπωθούν.
Ειναι λέξεις βέλη που γυρίζουν μπούμερανγκ
και καρφώνονται στην καρδιά τους;
Γιατί κι αν εκτοξευθούν βρίσκουνε πέτρες.
Νιώθουνε οι πέτρες; οι πέτρες είναι πάντα χάμω.
Μπορεί μια πέτρα να σηκωθεί από την λάσπη;
Μπορεί μια πέτρα να αφουγκραστεί ;
Μπορεί μια πέτρα να γίνει Άνθρωπος;
Να το φιλήσεις όπως το ποίημα  ε;
Γιατί αυτό ειναι δικό σου. Εσύ το έπλασες.
Σε μια στιγμή που η πέτρα γυάλλιζε.
Την πήρες για διαμάντι, το είχες ανάγκη.
Παιγνιδιζει ο ήλιος , παίζουν κι οι..πέτρες
με ανθρώπινες καρδιές .
Μετά την βροχή συμβαίνει αυτό, ψευδαισθήσεις.
Κι εσύ που τόσο την αγάπη αποζητουσες
 την... "πάτησες".
Τωρα που ξέρεις , να κοιτάζεις ψηλά
κι εκεί να λες το ποίημα σου.
Σε καρδιές που είναι ψηλά κι ας είναι και συνεφιασμένες...
Γιατί κάτω από την γυαλιστερή πέτρα
φωλιάζουν ερπετα  σκουλήκια , οχι άνθρωποι.....

Ειρήνη Ανδρέου






Το φάλτσο τραγούδι (της Τριάδας Ζερβού)



Στης ψυχής μου την άβυσσο πνίγομαι!
Στης καρδιάς μου τα πάθη αφήνομαι!
Στέρεψε η σκέψη, η έμπνευση χάθηκε,
Στόμα στεγνό, ο λαιμός μου ξεράθηκε!

Κατακόρυφα βάθη, υγρά και υπόγεια.
 Βρώμικοι δρόμοι, λιγδερα καταγώγεια.
Εκεί τριγυρίζει, το άθλιο σάπιο εγώ μου,
ποθώ ν' απολέσω τον κακό εαυτό μου..

Κρυστάλλινο δάκρυ, που κανένας δεν βλέπει,
θλιβερό το τραγούδι, το θέλω, μου πρέπει..
Παράφωνο!! Φάλτσο, μα ποιος το ακούει;
Ποιός διαολος τώρα την θύρα μου κρούει;

Χέρια ικέτες, βουτηγμενα στην λύπη,
στο Θεό τεντωμένα, κραυγάζουν μου λείπει!!
Φίδια οχιές, τα μαλλιά μου με ζώνουν,
τα μάτια μου τρέχουν, ποτέ δεν στεγνώνουν.

Μα πίσω απ΄την μάσκα, ποιος θα τα δει;
Χαμόγελο!!Λάμψη!!Περίσσια σπουδή!!
Να πείσω τους πάντες, πως νιώθω καλά.
Εγώ!!Το δύστυχο πλάσμα, με τ' άδεια μυαλά..

Τριάδα Ζερβού





Δευτέρα 17 Φεβρουαρίου 2020

Άτιτλο (της Μαρίας Ιωάννου Φίλη)

Περπατάω ξυπόλητη στην καυτή άμμο της ερήμου.
Σκέφτομαι πως βρέθηκα εκεί
Είναι όνειρο είναι αλήθεια;
Και όμως είναι αλήθεια, βρίσκομαι στην μέση της ερήμου!!
Τι ψάχνω  άραγε  αναρωτιέμαι, να πάρω πίσω την ζωή μου;
Την ζωή που μου έκλεψαν, που με πρόδωσαν ,που με κακοποίησαν;
Όχι τίποτα από ολα αυτά μόνο  την  όαση της ελευθεριας της ψυχής μου  .
Κατάλαβα ότι μπορώ να προχωρήσω μόνη μου είμαι δυνατή .!!

Η στιγμή αυτή η υπέροχη η μοναδική ήρθε και με πήρε από το χέρι και με τραβάει μαζί της στην όαση της ψυχής μου  και μου ψιθυρίζει ζήσε ζήσε μόνο για σένα !!
Ζήσε και μην αφήσεις ποτέ ξανά κανένα και τίποτα να  γίνεις έρμαιο στα χέρια του!
Κοίτα γύρω σου
δες τις εικόνες τις ομορφιές, ζήσε τις στιγμές τις δικές σου στιγμές για να δεις πόσο η ζωή και εσύ αξίζεις!!

Δεν καίει τα πόδια μου πια η καυτή άμμος της ερήμου αντίθετα νοιώθω την δροσιά της δικής μου όασης!!
Είμαι ελεύθερη, δυνατή, ζω!!
Ανοίγω τα χέρια και επιτέλους μπορώ να
φωνάξω δυνατά ΑΓΑΠΩ!!
Χαμογελώ !!


Μαρία Ιωάννου Φίλη


Άτιτλο (του Μιχάλη Ευαγγελινου)

Μια ζωή πλαστές απογραφές,
της πένας μου οι λέξεις…
Άκαιρες υπογραφές,
στου καιρού μου τις σκέψεις.
Απολογούμαι σαν μάρτυρας,
στης ιστορίας μου τη δίκη,
κατηγορίας ή υπεράσπισης
εδώ είναι η φρίκη:
-Προσπάθησα να ζήσω με μένα αλλά ζω χωρίς εμένα.

Μιχάλης Ευαγγελινός


Κυριακή 16 Φεβρουαρίου 2020

Για ένα αδυσώπητο αλλά (του Λάμπρου Βασιλειάδη)



Ρωτάς αν θέλω να εκτίθεμαι  σε πλάνες;
Μ' ένα πικρό αβίαστο "λυπάμαι"
είχες δεν είχες
με αφόπλισες, φιλότιμο.

Όλα στο φως
κι αν μείνει κι ενας πόθος μας κρυφός...

Η αγάπη το ζητούμενο'
η προδομένη ασυμβίβαστη αγάπη,
ανακριτής και τιμωρός,
θύτης και θύμα,
έρμαιο,
των όποιων αντιφάσεων,
αμφίδρομη κι  ευάλωτη,
μα τόσο ενθουσιώδης...

Ύφεση.
Καταλαγιάζουν δύσθυμα
εγωισμοί επαίτες.
Φυτοζωούν οι συνειρμοί
των  φαντασιώσεων.

Ναι μεν,
-  το ίσως δεν αρνείται την κατάφαση -
μα στην αγάπη με "αλλά",
αλλάζουν τα αισθήματα,
αλλάζουν χέρια'
κι  ας είσαι υποκείμενο λατρείας.
Δημοπρατείσαι.
Ο μεταπράτης έρωτας
σε βγάζει στο σφυρί
για ένα αδυσώπητο "αλλά".

Ρωτάς αν ξέρω να υπόκειμαι σε πλάνες;


Λάμπρος Βασιλειάδης


 "Διαυγής Αντίδραση"
εκδόσεις ΣΑΒΒΑΛΑΣ  2000


Κάποιοι το λένε φτερά (της Στέλλας Λουίζα Κατσαμπη)



Ιστός αρθρόποδου η ζωή
κι εγώ,
εγκλωβισμένη.

Προσεύχομαι  κουκούλι
να ‘μουν             
οικόσιτη γάτα,
κάτι,
να μην σαλεύει,
να μην μπλέκει
-χειρότερα μεσ’ τα σκατά-
ή
μια κάμπια να ήμουν τον χειμώνα,
με φανταχτερά φορέματα,
κάποιοι τα λένε φτερά,
εγώ τα λέω:
ευθύνη του να είσαι ελεύθερος αρκετά,
ώστε να πεθάνεις νέος.

Με ραμμένη την ημερομηνία λήξης στο μέτωπο,
και μοναχό θεριό την ύπαρξη,
πως ν’ αποτινάξω την δυσωδία της σάρκας,
και να ‘μαι  γυμνή
σκουριά,
αστερόσκονη.


Στέλλα Λουίζα Κατσαμπη


Σάββατο 15 Φεβρουαρίου 2020

Σταλαγματιά (της Χριστινης Σκουλούδη)



...Ιδρώνει το χέρι του Ουρανού
το δρόμο της σκιάς του
κάτω απ'το γαλανό το ρούχο
της σελήνης...
Σκιρτούν οι πτυχώσεις καθώς
τα νύχια της χαράζουν
το δέρμα του Ουρανού...
που
μέσα στο φιλί της
λιώνει το φέγγος
των άστρων του καθώς
γεύεται αχόρταγα
τους τελευταίους
σπασμούς της
στα χείλη τα ορθάνοιχτα
των ηφαιστείων
που αιμοραγούν
το θειάφι και τ' ασήμι
της νύχτας
που χάνεται
στη δίνη
της ανατολής.

Χριστινη Σκουλούδη


Με το δικό μου σας αγαπώ (του Θωμά Θύμιου)



Δεν κατάλαβα γιατί
τα ποιήματα τα δικά μου δραπέτευσαν!
Απλώθηκαν στο πέλαγος, μικρά μαργαριτάρια.
Σαν νησιά, με τριαντάφυλλα, κρίνα στολισμένα.
 
Όταν εκφοβίζουν οι από πέρα…
Εδώ, τα άνθη ευωδιάζουν τα δικά τους αρώματα.
Ξέρουν να μετατρέπονται σε κυματοθραύστες
Στους τρικυμιώδες άνεμους, ειρηνικά αεροπλανοφόρα.

Επαναστάτησαν τα ποιήματα…
Τα σέλωσαν τα πουλιά, τα φίλησαν τα αστέρια.
Φτερουγίζοντας στο ομορφότερο πελάγιο ουρανό,
με ήχο καμπάνας, με το δικό μου «σας αγαπώ».
Να αγρυπνούμε για την ειρήνη, σε συναγερμό.

Θωμάς Θύμιος




Παρασκευή 14 Φεβρουαρίου 2020

Κοίτα μάτια μου (της Ζωής Χαλκιοπούλου)

Κοίτα μάτια μου,
κοίτα πως φεύγει η τρικυμία.
Ηττημένη, με σκυμένο κεφάλι.
Μα εσύ είσαι ασφαλής.
Βράχηκες λιγάκι, τι πειράζει!
Μυρίζεις δροσιά.
Κι αν λίγο βάρυναν τα βλέφαρα
άλλο μη προσπαθείς.
Γαλήνιος ύπνος έρχεται να σ ανταμώσει.
Γείρε το κεφάλι στον ώμο μου
να σε νανουρίσω.
Μέσα μου όμως θα εύχομαι
ν αντέξει αυτός που θα βρεθεί στο διάβα της.
Κοίτα μάτια μου να κρατηθείς.
Μου δωσε υπόσχεση η ανατολή
πως θαρθει πιο νωρίς.
Ξεκουράσου καπετάνιε μου.
Η τρικυμία θα ξανάρθει
γιατί είναι αχόρταγη
κι έχει βάλει στόχο το σκαρί σου.

Ζωή Χαλκιοπούλου



Σώμα (της Αργυρώ Ζαμπουρη)



Ένα σώμα πεταμένο στη γωνιά του κρεβατιού.
Μέσα στις σκιές των σεντονιών, σαλεύει αργά και ανασηκώνεται.
Αναρωτιέται,
κοιτά με απορία.
Σιωπά μπρος στη θολή, πνιγηρή στιγμή που δε περίμενε να ζήσει.
Ότι νόμιζε πως ξόρκισε αντίθετα ήρθε πιο κοντά.
Και τώρα, η πηχτή αύρα γύρω του
θηλιά στο λαιμό και πνίγεται.
Σπαρταρά
Σπασμωδικά κινείται.
Ψάχνει τη διέξοδο μα μέσα στο μυαλό του δρόμος κανείς.
Ποιος μπροστά του στέκει? Ποιος τολμά να ζητά??
Η άλικη στιγμή δε του δίνει το δικαίωμα, όχι.
Στρέφει το πρόσωπο στο καθρέφτη... Κι όλα γύρω υγρά.

Αργυρώ Ζαμπουρη


Πέμπτη 13 Φεβρουαρίου 2020

Η πέτρα (της Αναστασίας Πελεκάνου)



Νά ξερες πως,
όταν σε θωρούν
τα μάτια μου,
δε λένε πάντα
την αλήθεια.
Μια πέτρα έχω
στη ψυχή,
που μόνο τις ώρες
που κοιμάμαι,
βγαίνει από μέσα μου.
Κυλάει μέσα,
σε ένα μαύρο βιβλίο.
Αποκρυπτογραφεί λέξεις
και λίγο πριν βουλιάξει
πάλι μέσα μου,
τρέχει.
Τρέχει να κρυφτεί
απ' την  αληθεια.
Γυμνή, ανοργάνωτη,
ανάμεσα σε γνώριμα τερτίπια.
Όταν εγκλωβίζεται,
αρχίζει να λιώνει
σα κερί πάνω σε λαμπερές πλάκες.
Εκεί, που το φεγγαρι την φωτίζει,
από πάνω της σα φακός.
Δίνει φως στα σκυλιά.
Την γνωρίζουν καλά
τόσα χρόνια.
Όσα σκυλιά έχω μεγαλώσει
την μύριζαν, την ήξεραν
και γαύγιζαν στο θάνατο.
Στη παρακμή γαύγιζαν.
Αυτή τη φορά,
δεν τους ξέφυγε.
Σωριάστηκε η πέτρα,
στα πόδια μου επάνω.
Μα εγώ,
θυμάμαι ακόμα.
Κοίτα με στα μάτια,
να νιώσεις, πως
λύτρωση προσμένω.
Δε θέλω να νικήσω.
Να φυλαχτώ
απ' τα αινίγματα
θέλω.
Να περπατώ,
ελεύθερα και μοναχικά
σα λύκος,
χωρίς την πέτρα μέσα μου.

Αναστασία Πελεκάνου






Άτιτλο (της Θέμις Ταταρη Μπιλληρη)

Σιγοβρέχει…
Κάθε βροχοστάλα στα τζάμια
ένα άρπισμα στο πεντάγραμμο της ψυχής
Κάθε βροχοστάλα
μια νότα χαρμολύπης.
Μια ανάμνηση
Μια νοσταλγία
Για όσα έζησα
Για όσα αγάπησα κι έφυγαν
Μα και για όσα δεν έζησα
και ποθούσα
και πρόσμενα
και δεν ήρθαν.
Για τις χαμένες Ιθάκες
που ποτέ δεν έφτασα
Μα και για δυο μάτια θάλασσες
που κάποτε μέθεξη θεία με κοινώνησαν…

Αγαπώ το ψίθυρο της βροχής…
Αγαπώ τη λυπητερή της σαγήνη
Αγαπώ και τις αναμνήσεις μου
και τις νοσταλγίες μου
και τις ουτοπίες μου
Μα και τη μελαγχολία της στιγμής μου
αγαπώ
Απόψε...

Θέμις Ταταρη Μπιλληρη


Τετάρτη 12 Φεβρουαρίου 2020

Σκοτάδι (της Ιωάννας Γ. Χρυσακη)



Παιδιά του κόσμου..
Αλήτες, τρελοί με τα πόδια σφηνωμένα στη ματωμένη γη..
Το  ψωμί  σάς πήραν και πώς να σας χορτάσω;
Με βρώμικο Νερό, πώς να σας ξεδιψάσω;
Τα όνειρα, το γέλιο, την ανεμελιά που ξέφυγε..
του πόνου και του όλεθρου λάφυρα πώς να ξαναφέρω;
Σε μια αγκαλιά, σ ένα "έλα κοντά "..
Ξυπόλυτή μου μελαχροινή αγάπη..
Μην με ρωτάς γιατί χωρίς αγάπη θέλω να ζω
Όταν καθημερινά σφυροκοπούνε με τσεκούρια αναισθησίας αθώες ψυχές..
Όταν γύρω μίσος, φθόνος, συμφέρον και απονιά μαστίζει
Την πλάση αυτή εξαφανίζει..
Μολύνει, στερεύει της αθωότητας την κρήνη..
Και ποιος θα μας κρίνει;
Λες, και γελάς..
Κι εσύ ρωτάς μικρό παιδί
Μαμά γιατί ζω μες το σκοτάδι ;..
Μισώ το σκοτάδι..
Ξημερώνει και το σκοτάδι αρνείται να φύγει..
Έχει απλωθεί μέσα σου..
Μέσα μου..
Μέσα μας..
Σκοτάδι μόνο.

Ιωάννα Γ. Χρυσακη


Σκιές (της Πολυξένης Ζαρκαδουλα)



Σ' ένα δωμάτιο καθόταν μόνη...

Κοίταζε από το παράθυρο, κάθε βράδυ το ίδιο πράγμα...

Να παρακολουθεί τη σκιά του...

Να τον βλέπει δειλά, κλεφτά...

Να τον ζητάει τις νύχτες στα όνειρά της...

Να νομίζει πως τον κρατάει κοντά της..

Αυτή είναι η συντροφιά της εδώ και τρία χρόνια..

Ο βαθύς της καημός, η πληγή που ακόμη αιμορραγεί...

Τις ημέρες καμουφλάρει τα σημάδια

μα το φως του φεγγαριού τα φέρνει στην επιφάνεια...

Και τρέχει το αίμα, μυρίζει απελπισία, θάνατο...

Πολυξένη Ζαρκαδουλα