Δευτέρα 29 Ιουλίου 2019

Φανταστικό ταξίδι (της Αναστασίας Κουτσούκου - Κλεάνθη)


Ταξίδι που δεν κάναμε,
και νόμισα πως πήγα,
γιατί μαζί σου πίστεψα
τη θάλασσα πως είδα.
Κι ακολουθήσαν γλάροι
με περισσή τη χάρη,
ξεστράτιστα δελφίνια,
με παιδική τη γκρίνια.
Μεγάλη η αγάπη μου
για τούτο το γαλάζιο,
κι έκανε τόσα όνειρα,
μα ήταν σε καρνάγιο....




Κυριακή 28 Ιουλίου 2019

Αξόδευτη αγάπη (του Απόστολου Φεκάτη)


Δεν θυμάμαι πως έπεσα.
Πώς έπεσα στο δρόμο φαρδύς- πλατύς 
ή αν γλίστρησα από λάθος βήμα.
Αν τα πλακάκια είχαν σχέδια, τετράγωνα,
ορθογώνια., δεν θυμάμαι.
Μόνο στο κεφάλι ψαχούλευα
τα μικρά στρογγυλά μπλε γυαλιά
που μου είχες χαρίσει ανήμερα Χριστουγέννων
εκείνα με τον ασημένιο σκελετό.
Δεν θυμάμαι,
μόνο οκτώ μήνες ναι
αυτό θυμάμαι που έχω να σε συναντήσω..
Ίσως γι αυτό έπεσα, να κουράστηκα να σε περιμένω
να σε ψάχνω.. ποιος ξέρει.
κι ύστερα πάλι χαζά αναρωτιέμαι
μήπως τα πλακάκια στο δρόμο με λυπήθηκαν
και μ άφησαν να σωριαστώ , να ξεκουραστώ
ποιος ξέρει πόσες φορές τα περπάτησα.
κι αυτά μ’ αγκάλιασαν ίσως και να
μ ερωτεύτηκαν..
Δεν θυμάμαι αν χτύπησα η έσπασα
χέρι η κάτι αλλο…
Μόνο που φώναζα θυμάμαι
τα γυαλιά, τα γυαλιά…..
πάνε οκτώ μήνες τώρα…





Παρασκευή 26 Ιουλίου 2019

Σε κεντώ ζωή (της Αθανασίας Δαμπολιά)


Φύλλο φύλλο, άνθος άνθος
κεντώ τη ζωή μου.
Μερόνυχτα οι βελονιές ανεβοκατεβαίνουν
σαν τρενάκι του λούνα πάρκ.
Κερώνω τη χρυσή κλωστή σε όλα τα χρώματα
μη μου σπάσει στο τελαράκι της ζωής μου.
Κεντάω τη χαρά, την αγάπη, 

τον έρωτα με το πιο έντονο κόκκινο που υπάρχει.
Το χαμόγελο ροζ / φούξια να είναι γλυκό και κερασένιο.
Την ευτυχία την κεντώ διάφανη, 

να μην την βλέπουν ξένα μάτια και χαλαστεί.
Στην αγκαλιά βάζω το χρώμα του ωκεανού 

γιατί είναι απέραντος κι εγώ τέτοιες αγκαλιές θέλω.
Στη ψυχή κεντώ το γαλάζιο τ' ουρανού , τον ήλιο, τον Θεό.
Τα μάτια τα κεντώ ανοικτά ν' αποτυπώνουν όλα όσα υπάρχουν.
Ελπίζω να καταφέρω να την φορέσω έτσι κεντημένη όπως την θέλω.
Εξ άλλου μου το χρωστάει η ίδια απ' την στιγμή της ύπαρξής μου.
Σε κεντώ ζωή μου.

Αθανασία Δαμπολιά




Πέμπτη 25 Ιουλίου 2019

Από τότε που έφυγες (της Ιωάννας Πιτσιλλή)

Σε ένα καραβόσκοινο επάνω,
περπατάω από τότε που έφυγες. Από εκεί μπορώ να αγναντεύω
μπλε ωκεανούς και σύννεφα ταξιδιάρικα. Να φροντίζω ροζ κυκλάμινα
στης θάλασσας τον πάτο
και να ταΐζω με μπαγιάτικο ψωμί
τους γλάρους και τα θαλασσοπούλια.
Να χτενίζω τους ήλιους το πρωί
και να γαργαλάω τις νυχτιές τα φεγγάρια.
Να βάφω κόκκινα τα άστρα του ουρανού
και να παίζω κρυφτό με τον Αυγερινό. Να τραγουδάω της αγάπης σκοπούς μελωδικούς
κι ας ξέρω πως ποτέ σου δεν πρόκειται να τους ακούσεις.


Ιωάννα Πιτσιλλή Από την ποιητική συλλογή : Ράβδοι πλαστελίνης



Τετάρτη 24 Ιουλίου 2019

Εκείνο το βράδυ (της Σοφίας Τριανταφυλλίδου)


Εκείνο το βράδυ, 
η λάμπα τρεμόσβηνε, 
η ασετιλίνη τελείωνε. 
Ενα σφυρί, κάτι κομμένα ξύλα,
και ένα γραμμόφωνο που κάτι ψέλλιζε
συνένοχοι σε κάτι που πλησίαζε.
Εσύ πήρες την μεγάλη ομπρέλα σου,
και έφυγες δίχως να κοιτάξεις πίσω σου.
Εγώ ξάπλωσα στο κρεβάτι μας,
δίπλα σ ' ένα κουβά με νεκρά ψάρια
και ένιωσα για πρώτη φορά
ναυαγός σ έναν ωκεανό,
που τα μόνα που επέπλεαν
ήταν τα ψυχρά αντικείμενα
της τελευταίας μας συνάντησης. 


Σοφία Τριανταφυλλίδου




Κυριακή 21 Ιουλίου 2019

Βουτιές σε ένα βιβλίο (της Σοφίας Τανακίδου)


Ο πίνακας είναι της Κωνσταντίνας Κρατημένου
Αγναντεύοντας με ένα βιβλίο τη θάλασσα στα κύματα πάνω απλώνω τα γράμματα με τα σύμφωνα φτιάχνω καράβια τα φωνήεντα ναύτες μου φωνάζουνε "φύγαμε" γοργόνα άξαφνα γίνομαι την στεριά απαρνιέμαι για πάντα... Στην τελευταία σελίδα ξυπνάω απ' το όνειρο όλα γύρω μου πια βουλιαγμένα,
μόνο η στεριά παραμένει για μένα μα τα πόδια μου είναι ακόμα
μέσ' στης γοργόνας το σώμα δεμένα σαν ένα...
Θα βουλιάξω ξανά στις σελίδες,
στου βιβλίου μου τις γλυκές ιστορίες αγναντεύοντας πάλι τα κύματα, καλοκαίρια τα όνειρα μου και φύγανε
δεν προλάβαν αλήθεια δε γίνανε... Παραμύθι η ζωή μου δεν ήτανε,
μια βουτιά μοναχά στα βαθιά... Σοφία Τανακίδου



Πέμπτη 18 Ιουλίου 2019

Το θηρίο (της Έλενας Κορινιώτη)


Το θηρίο δεν άλλαζε ποτέ μορφή. Κι αν το φαντάζεσαι πανάσχημο με γλοιώδες δέρμα, σουβλερά δόντια και γαμψά νύχια γελιέσαι. Είχε λαιμό, χέρια, πόδια, χαμόγελο. Ήταν ακριβώς όπως εσύ. Ίσως το μόνο που πρόδιδε την θηριώδη υπόσταση του, ήταν το βλέμμα του. Άρρωστο κοίταγμα που διψούσε για αιματοχυσία και τρόμο. Το θηρίο πέρα από τη πληθώρα των κεκτημένων του, κατείχε και το ρόλο του πατέρα.

Το θηρίο δρούσε στα μουλωχτά, έχοντας συνένοχο τη σιωπή. Εκείνη που δημιουργούσε με τις πατρικές παλάμες του. Τις τοποθετούσε σαν φράγμα στα ματωμένα χείλη του γιου του, βουβαίνοντας το κλάμα του. Το θηρίο μπορούσε να τσαλακώσει τη σιγή με λεκτικές απειλές. «Αν το πεις πουθενά θα σε σκοτώσω!» ψέλλιζε. Ύστερα ξερίζωνε ηδονικά, ολάκερη την αθωότητα από τη σάρκα του θύματος. Με τις ευλογίες της σιωπής.


Όταν ξημέρωνε κι οι φωνές πλήθαιναν, χανόταν μέσα στο στρόβιλο τους. Γινόταν ο γνώριμος θαμώνας του καφενείου, ο ταχυδρόμος του χωριού, ο κύριος στη στάση του λεωφορείου, ο συμπαθητικός παππούς στην ουρά της τράπεζας. Στο πέρασμα του, επάνω στα γέλια και στα καλαμπούρια στριμωχνόταν ένας ένοχος ψίθυρος «Ακούγεται πως κακοποιεί τα παιδιά του». Το θηρίο μετατρεπόταν σε θρύλος για λάτρεις ιστοριών τρόμου. Οι γνώστες αναπαρήγαγαν τα ειδεχθή γεγονότα με περίσσιο στόμφο καθώς οι ακροατές μασούλαγαν λαίμαργα τα νύχια τους από την αγωνία. Στο επίλογο, εκτόξευαν κάνα δύο μουχλιασμένα αποφθέγματα, του τύπου  ¨κάθε σπιτικό έχει τα βάσανα του¨. Οι θόρυβοι σκέπαζαν τις φήμες κι οι τρίτοι κοιμόταν μ’ αστραφτερές συνειδήσεις. Μάλιστα ένιωθαν λυτρωμένοι που δεν άρπαξε φωτιά η γούνα τους. Όσο για το θύμα όποτε το συναντούσαν απέφευγαν να το κοιτάξουν στα μάτια. Του έτριβαν στη μούρη την απάνθρωπη αδιαφορία τους, με τι άλλο βέβαια; Με περίσσια σιγή.


Αυτή η εκκωφαντική ησυχία του τρυπούσε το μυαλό. Δεν την άντεχε άλλο. Τόσα χρόνια βαστούσε με νύχια και με δόντια το στόμα του κλειστό, μα ήρθε η στιγμή ν’ αντιδράσει. Να τη διαλύσει στη σκέψη πως τα μικρότερα αδέρφια του θα βιώσουν τον ίδιο εφιάλτη. Έψαξε μια δυνατή κραυγή. Να κάνει κρότο. Να ουρλιάξει. Να ξεσκίσει αυτή τη γαμημένη σιγαλιά. Και τα κατάφερε. Αρκούσε η κάννη ενός όπλου κι ένα τρεμάμενο δάχτυλο μπροστά απ’ τη σκανδάλη. Κι ύστερα.. ¨ΜΠΑΜ¨.  Αυτή η βροντή ήχησε τόσο δυνατά στο μυαλό του, κόντεψε να τον γκρεμίσει. Ήταν βροντή λύτρωσης.


Το θηρίο κείτονταν στην άσφαλτο νεκρό. Πλάι στα νεκρά όνειρα των παιδιών του. Πλάι στις ξεχαρβαλωμένες αρωγές της πολιτείας που ποτέ δε βρήκαν τη διεύθυνση του σπιτιού τους. Πλάι στη πληθώρα των γιατί. Πλάι στο μουδιασμένο σώμα του πατροκτόνου.


Άξιζε στ’ αλήθεια να φορτωθεί αυτό το έγκλημα παίρνοντας τη δικαιοσύνη στα χέρια του; Ξεκάθαρα όχι. Επήλθε η γαλήνη; Ξεκάθαρα όχι. Λέρωσε τα χέρια του μ’ αίμα, κουβαλώντας το κρίμα μιας δολοφονίας. Κι αυτό δεν του άξιζε, ξεκάθαρα όχι.


Κατά τη μεταφορά του πατροκτόνου στον ανακριτή συγκεντρώθηκε πλήθος κόσμου στο προαύλιο. Άνθρωποι γνωστοί και άγνωστοι. Παρ’ ότι ζαλισμένος κατάφερε και διέκρινε κι εκείνους με τα αδιάφορα βλέμματα που γνώριζαν εξ αρχής τα πάντα. Αναρωτήθηκε γιατί βρισκόταν εκεί. Μήπως για να τον χλευάσουν; Να τον αποδοκιμάσουν; Να τον ξυλοφορτώσουν; Μήπως για να τον κοιτάξουν ξανά με τη γνώριμη απάθεια τους; Η απάντηση δόθηκε σχεδόν αμέσως. Βρισκόταν εκεί από τύψεις. Ήθελαν μονάχα να του θρυμματίσουν  τη συμφωνία της σιωπής. Εκείνη που δεν τόλμησαν να χαρακώσουν πριν χρόνια. Έστω κι ετεροχρονισμένα. Για πρώτη φορά. Με χειροκροτήματα.


Το θηρίο πέθανε μια φορά. Με τη σφαίρα να του τρυπάει το στέρνο. Ο φονιάς κουβαλάει εκατομμύρια θανάτους στη μνήμη του. Πέθαινε ξανά και ξανά για χρόνια. Κι ίσως πεθάνει ξανά, από τύψεις. Μιας και δεν ήταν εγκληματίας. Ήταν μονάχα ένα παιδί. Ένα παιδί που μπλέχτηκε στον ιστό της ένοχης σιγής.


Έλενα Κορινιώτη




Δευτέρα 15 Ιουλίου 2019

Το ντελίριο του έρωτα (της Αγγέλας Καραγκούνη)


Η γλώσσα της μουσικής,
των μαθηματικών,  της φιλοσοφίας,
 η γλώσσα του σύμπαντος,
 η δικιά μου , σε χα'ι'δεύει .
Σου ψιθυρίζει σε χαμηλή κλίμακα .
Διαβητικό νεράντζι να σου προσφέρω.
Πράσινο .
Για να ελπίζεις .
Ένα τραγούδι να σε κεράσω
στης ερημιάς την απλότητα.
Για να νοιώθεις πολύς , απέραντος .
Χαμόγελο μωρού άδολο, να σου ζωγραφίσω.
Για να χαίρεσαι.
Το φεγγάρι θα κατεβάσω ,
να το ακουμπήσω στα λαγόνια σου ,
χαράζοντάς σου δρόμο
αποφυγής της μοναξιάς .
Τα άστρα θα περιπλέξω σε κοτσίδα
συμπυκνώνοντας το φως.
Να φωτίζει το μπλε στα μάτια σου,
να δείχνουν θάλασσες τη νύχτα.
Μέσα τους εγώ γυμνή να κολυμπώ ,
αγγίζοντας τα ανεπαίσθητα .
Χάδι , και όχι πόνος .
Άφησέ μου χώρο για κολύμπι .
Θ' αναδυθώ , ωσάν την Αφροδίτη .
Να σε γεμίσω έρωτα ,
ζαφείρι κι ακουαμαρίνα .
Πολύτιμες στιγμές ,
στο ελάχιστο της αιωνιότητας.
Σχισμή χαμόγελου μονάχα του μέλλοντος .
Φυσαλλίδας απελευθέρωση απ' το βυθό ,
που δημιούργησε η ανάσα των κοραλλιών .
Άφησέ μου την ανάσα σου να την σεργιανίσω .
Ως το ντελίριο του έρωτα θε να την πάω .
Κι αν δεν σ' ευχαριστήσει αυτό , ορκίζομαι :
ποτέ , ποτέ ξανά , να μην αναδυθώ απ' το βυθό .
Θα μείνω μια για πάντα
κοντά στην Ατλαντίδα τη χαμένη .
Μόνο σου λέω , πρόσεχε .
Μην στους καιρούς που θα' ρθουν ,
γίνεις εσύ ,
ο εξερευνητής που θα με ψάχνει ....

Αγγέλα Καραγκούνη




Σάββατο 13 Ιουλίου 2019

ΤΟ ΑΛΕΣΜΑ (της Φιλαρέτης Βυζαντίου)


Πώς να αφαιρέσω τα μάτια της ήττας
Να μη με κοιτάζει
αποτελειωμένο της θήραμα
Να μην λυγίζω στο μακάβριό μου θέαμα
Να μην ακούω τον παιάνα της
''Νενίκηκά σε...''
Σκοτεινιάζει τόσο νωρίς από χθες
Ξεχνώ τη δύναμη του χρόνου
πάνω στα δεδομένα μου
Σήμερα μου επιτίθενται οι αναμνήσεις
Στοίβα τα κουτιά με τα απελθόντα λάθη
Όποιο κι αν ανοίξω
μυρουδιά πόνου
Και κείνες οι λειψές χαρές
δεμένες με κοβάλτιο
και θυμωμένο φρένο
Απείθαρχα αναπνέω
Σαν επαναστημένος έφηβος ο λυγμός
Μα δεν μου αρέσει η λέξη ''συνθλίβω''
Αλέθω στα σαγόνια του ήλιου
τις μέρες μου
Μετρημένες και αμέτρητες
Αν καταφέρω να τις ζυμώσω
με σπασμένα χαμόγελα
και άναλο έρωτα
ίσως γλιτώσω
την κατά συρροήν λιμοκτονία μου...

( ''ΑΝΘΡΩΠΙΝΕΣ ΣΚΙΕΣ '' 2018-19)



Πέμπτη 11 Ιουλίου 2019

Ατιτλο (της Μαρίας Νάντη)


Τις νύχτες μου, εγώ,
τις ξόδευα κοιτώντας
τα Φεγγάρια σου,

νανούρισμα γλυκό
γινόμουν,
να μπορείς να κοιμηθείς,
να ονειρευτείς ...
Εγώ που ξύπναγα
στο φώς της Ανατολής σου
και άφηνα τον Ήλιο σου
τα πρωινά μου, να ζεστάνει ...
Αγάπη μου,
εγώ που πέθαινα,
κάθε στιγμή που έφευγες,
και έτρεχα
ξοπίσω σου, σώμα νεκρό,
να κλέψω οξυγόνο
απ`τον αέρα που ανασαίνεις ...
Για εσένα
αγάπη μου, εγώ,
Διάττοντας Αστέρας
πάντοτε να χάνομαι
μέσα στο άπειρο σου ...




-