Τετάρτη 21 Οκτωβρίου 2020

ΑΜΜΟΧΩΣΤΟΣ (της Εύας Γεωργίου)

 


 Τι να πεις για μια  πόλη 

που μόνο λύκοι 

τις νύχτες oουρλιάζουν,

 για μια έρημη πόλη

πού σε απρόσμενο θέρος

το βλέμμα σταμάτησε.

 Μαύρο Ιούλη  τραγουδά 

και Αττίλα Αύγουστο μήνα βρυχάται.

Στα ερείπια ο ήλιος χάθηκε,

οι νεκροί δεν κοιμούνται.

Θρυμματισμένα οστά

μεταναστεύουν για την κηδεία τους

μόνιμα, στο άλλο μισό.

Έγκλειστες πορτοκαλιές

σε αυλές καρποφορούν  

εκεί που μόνο ερπετά σέρνονται

 και κατοικούν ακάλεστα 

στο σώμα που χάσαμε.

Ποιο μαρτύριο καθηλώνει

την ψυχή και την κάνει τόσο ανήμπορη 

 να δραπετεύει;

Aναπάντητα γιατί εισχωρούνε παντού

μα δεν χωρούν άλλους νεκρούς τα φέρετρα.

 Με πόθους φιλιώνει η απόγνωση  

μα εξασθενεί η κραυγή.

Φοβάμαι μην σωπάσει για πάντα


Εύα Γεωργίου


Ματαιότητα (της Χρυσταλλας Κοσμά)



Λυσσομανούσε μαθές ο πόνος κι έφτυσε την πίκρα του όλη μες την ψυχή μου....
Πάνιασαν τα χείλη μου και μαζεύτηκε όλη η ύπαρξη μου σ' ένα στερνό ξεψυχησμένο χτυποκάρδι...
Άνοιξε η γης τα σπλάχνα της και με προσκάλεσε μέσα....
Στοιβάχτηκαν οι μνήμες μου σ ένα σκαρί για τον Άδη....
Θανατικό μετοίκησε στο ήδη αποστεωμένο μου σώμα....
Αγρίμια ρούφηξαν και την τελευταία σταγόνα υγρού στοιχείου απ' το κουφάρι μου...
Όρνεα έγλυψαν το κρανίο απ' το ψοφίμι που κάποτε λεγόμουν άνθρωπος...
Πέρασα έτσι οριστικά, τώρα πια, στην ανυπαρξία

Χρυστάλλα Κοσμά