Κυριακή 13 Σεπτεμβρίου 2020

ΑΚΑΝΘΟΧΟΙΡΟΣ (της Χρύσας Νικολάκη)



Τα καρφιά στη μνήμη
απαραίτητα για την ανέλιξη.
Τ' αγκάθια διαπερνούν τη χάρτινη σάρκα
μα η καρδιά πάνοπλη με φως
τα νυκτόβια δεν φοβάται.
Ο συριγμός μακρύς αγκαθωτού τρένου
σαρκοφάγα του καπνού η σκέψη
ερωτηματικό η αμφιβολία.
Μα το φως τυφλώνει το άγριο θηλαστικό
και το τρέμουλο τ' αγκάθια πλαγιάζει
στη νάρκη της αλήθειας.
Η Δήμητρα δεν λυγίζει
εμπρος στο διμορφισμό του ρύγχους
με χέρια πυρσούς τυφλώνει
τις Κόρες του Σκότους.
Μα ύστατη στιγμή
εγκαταλείπει το στόχο της.
" Η βιασύνη κι η οργή ειναι για τους κεφαλοκυνηγούς" σκέφτεται.
Χωρίς τις Ακαλλιέργητες Πεδιάδες τ' Ουρανού
πόσο το χρέος ν' αντέξει;
Ο κόσμος πρασινίζει
όταν η αγάπη ανθίζει.
Μια νεα Περσεφονη γεννιέται!
Κι ο Πλούτωνας με άδεια χέρια
εγκαταλείπει το άρμα του στην αρένα του ήλιου.

Δεν είναι δειλία η συγχώρεση.
ΣΟΦΊΑ αγάπης είναι!

Χρύσα Νικολάκη


Σαν λήξει η γιορτή (της Λιλης Βασιλάκη)



Σαν λήξει η γιορτή
και σβήσουν τα φώτα,
εσύ, θα γίνεις σιωπή,
θα μείνουν τα χνώτα...!
Σαν θα βγει η νυχτιά,
θα γίνεις δάκρυ νοτιά.
Αέρας, σύννεφο, σκόνη
εγώ, υποχείριο άχτι,
στου χρόνου τ' αμόνι...

Θα ζήσεις κοντά μου για λίγο
και μετά, όπως πάντα, θα πεις:
"Θα φέξει... πρέπει να φύγω...!
...λυπάμαι.. το φως μόνη θα δεις...!"

Κι εγώ λύπες υφαίνω,
σκιές, σέ να προσμένω...
Θαρρώ είμαι παιχνίδι!
Δικό σου; της μοίρας;
Τριχιά, παραγάδι,
στα χέρια σας σφύρα...!

Δεν θέλω να είσαι η ανάσα,
που τις νύχτες μου κάνει παρέα...
Να γίνεις θέλω στο φως η ανάσα,
ζωή μου, η δικιά μας η μέρα...!

Λιλή Βασιλάκη

Από τη συλλογή "Ροές ψυχής"