Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΑΜΠΑΡΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΛΑΜΠΑΡΑ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΥ ΓΕΩΡΓΙΑ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 25 Αυγούστου 2021

Το κυνήγι του πάθους (της Γεωργίας Λαμπαρα Τριανταφύλλου)



Σκαρφαλώνεις με κόπο έχοντας την ηδονή της κορύφωσης να σου σιγοκαίει το μυαλό.

Καταραμένο το πάθος σε αιώνια ένωση με την πτώση αμέσως μετά την κατάκτηση.

Μένεις να βιώνεις τη ζωή και το θάνατο σε μια συνεχή μαρτυρική εναλλαγή.

Μα όσο πρόσκαιρη είναι η αίσθηση της νίκης, άλλο τόσο εφήμερη είναι και η πτώση.

“Τίποτα δε μας ανήκει σε αυτή τη ζωή πέρα από το σαρκίο μας”.

Πόσο λανθασμένη οπτική!

Με τη σάρκα δεν εξελίσσεσαι.

Δεν αγαπάς.

Μόνο η ψυχή μας ανήκει κι ό,τι της φορτώσουμε στο δισάκι της.

Μην κυνηγάς, λοιπόν, το πάθος.

Θα έρθει αναπόφευκτα όπως η καταιγίδα το χειμώνα.

Θα σε ξεπλύνει ή θα σε λερώσει ανάλογα με τι ένδυμα θα το χρεώσεις.

Της αμαρτίας ή του έρωτα;

Της λάσπης ή του ανθώνα;

Όπως και να ‘χει θα φύγει και το τίμημα του θα το πληρώσεις ή θα το απολαύσεις.

Μην παρασυρθείς όμως από τη λάβα του και πλέξεις παραμύθια που δε θα τηρήσεις.

Δεν είναι τίμιο.

Για σένα τον ίδιο πρώτα – πρώτα.

Ποτέ μη λες “ποτέ” και “για πάντα”.

Μην ορίζεις το μέλλον με λόγια.

Η ζωή είναι πιο δυνατή από τις υποσχέσεις.

Μόνο η πράξη είναι πιο δυνατή από τη ζωή.

Σαν θάλασσα σκαλίζει το βράχο της κι αν είσαι καλλιτέχνης στις πράξεις σου, όπου περνάς θα σκορπίζεις αγάλματα να ομορφαίνει ο κόσμος.


Γεωργία Λαμπαρα Τριανταφύλλου

Τετάρτη 12 Μαΐου 2021

Η πρόσκρουση (της Γεωργίας Λαμπαρα Τριανταφυλλου)

 



Εκεί που τρέχαμε με ιλιγγιώδη ταχύτητα, 
φρέναρε ξάφνου η ζωή 
κι από την πρόσκρουση πετάχτηκαν 
συνήθειες, μάσκες, φτιασιδώματα και συμπεριφορές. 
Γέμισε ο τόπος ακρωτηριασμένους χαρακτήρες 
να παλεύουν να παραμείνουν ζωντανοί στην εντατική του σπιτιού τους.
Κι ένας εαυτός παραμελημένος και κατακρεουργημένος να παρακαλά για λίγη φροντίδα, δείχνοντας τα χρόνια τραύματά του, με την ελπίδα, στην αδράνεια των θυτών του, να γιατρευτεί.

Σάββατο 6 Μαρτίου 2021

Σαν τον παλιό καιρό, σ’ αγαπώ (της Γεωργίας Λαμπάρα - Τριανταφύλλου)



Σαν τα παλιά τα χρόνια,
τότε που αρκούσε ένα βλέμμα έξω από το ανοιχτό παράθυρο
για να ξεκινήσεις ένα όμορφο πρωινό.

Σαν τους παλιούς τους έρωτες,
που επέμεναν να ακούγονται παράδοξα μελωδικοί
μέσα από τα παράσιτα του σκουριασμένου γραμμοφώνου.

Σαν το παλιό κρασί που ωρίμασε
κι αυτήν την ανεπανάληπτη γλύκα στα χείλη μου
σφραγίζει με το βαθυκόκκινο φιλί του.

Σαν την παλιά μου αγάπη στο χορό,
που λίκνιζε κάθε μου κύτταρο
στο άκουσμα του αγαπημένου μου τραγουδιού.

Σαν την παλιά ανάμνηση,
που γαντζώνεται γερά σε κάθε μικρή στιγμή
σαν ναυαγός σε σχεδία, για να βρεθεί ξανά,
έστω για λίγο, στο προσκήνιο της μνήμης μου.

Σαν το παλιό ρούχο,
εκείνο το πολυφορεμένο, που λάξευσε το κορμί μου
και σμιλεύτηκε στα μέτρα του.

Σαν κάθε τι παλιό κι αγαπημένο, σ’ αγαπώ.

Σαν τον παλιό μου εαυτό,
που χανόταν στα μάτια σου,
καθώς συνέθετες μελωδίες με τα δάχτυλα σου
σ’ εκείνο το παρθενικό μας άγγιγμα.

Σαν τον παλιό καιρό, σ’ αγαπώ.


Σάββατο 26 Δεκεμβρίου 2020

Το μικρό λούτρινο αρκουδάκι. (της Γεωργίας Λαμπαρα Τριανταφύλλου)

 



Είχες ποτέ ένα μικρό λούτρινο κουκλάκι; Φθαρμένο από σφιχτές αγκαλιές και ζωηρό παιχνίδι; Να σε συντροφεύει στα ταξίδια του μυαλού και η φαντασία σου να σε έχει πείσει πως είναι αληθινό και σε ακούει καλύτερα κι από άνθρωπο; 


Μα ήταν αληθινό! Ένα κομμάτι της παιδικής γενναιόδωρης ψυχής σου εγκαταστάθηκε μέσα του και του έδωσε πνοή. Οχι. Δεν αισθάνθηκες ως Θεός που δημιούργησε κάτι. Αυτά είναι ματαιοδοξίες των μεγάλων. Εσύ είχες απλά έναν φίλο. Είτε ήσουν μαμά του, νονά του, αδερφή του, φίλη του ήταν μοναδικό. Είχε το δικό του όνομα.Τι κι αν άλλαζες τη φωνή σου για να του δώσεις μιλιά. Είχε τα δικά του αισθήματα. 


Όταν μεγάλωσες πια και το βρήκες καταχωνιασμένο και μονάχο, δε σου θύμωσε. Σου χαμογέλασε σαν να ήταν μόλις χτες που παίζατε εκείνο το κρυφτό που αφήσατε στη μέση. Έτσι νόμιζε όταν το έβαλες σ’ εκείνη την ντουλάπα, μεγάλη πια για αρκουδάκια. Ευτυχώς δεν ήξερε να μετρά τον χρόνο. Ούτε καν πρόσεξε πως έχεις μεγαλώσει πια. Για εκείνο είσαι πάντα παιδί. Εσύ του έκανες αυτό το δώρο, όταν, μαζί του, κλείδωσες στην ντουλάπα όλη σου την παιδικότητα. Την άφησες να ζει μέσα στο μικρό σου λούτρινο αρκουδάκι. 


Τώρα, όπως σε κοιτάζει με αυτά τα ακίνητα ματάκια, όλα ζωντανεύουν μπροστά σου, μέσα σου. Εκείνο σε προστάτευσε τις δύσκολες στιγμές που οι μεγάλοι σε απέκλειαν, σε μάλωναν, σε αγνοούσαν ή τσακώνονταν. Εκείνο μοιράστηκε μαζί σου τα δάκρυα και τα δέχτηκε πάνω του σαν τη βροχή που πότιζε την ανύπαρκτη ψυχούλα του. Μα ήταν κι οι χαρές! Ενθουσιαζόταν όταν του έλεγες τα ευχάριστα και το έσφιγγες στην αγκαλιά σου τόσο, που αν ήταν αληθινό θα σου φώναζε “Σιγά! Θα με σκάσεις!”. Μα δε διαμαρτυρήθηκε ποτέ. Ήταν υπερήφανο για σένα. Θα ορκιζόσουν πως, σε τέτοιες στιγμές, τα μάτια του έλαμπαν λίγο παραπάνω και το χαμόγελό του γινόταν λίγο πιο πλατύ. 


Σου πήρε χρόνια, μα τώρα που το αντίκρισες ξανά, μια αγκαλιά έφτασε να σε ξανασυστήσει στο παιδί που ήσουν κάποτε. Συνειδητοποίησες με δέος – αν και ρεαλίστρια πια – ότι όσα ένιωθε το αρκουδάκι σου ήταν όσα εσύ ένιωθες ή είχες ανάγκη να νιώσεις. Κοίταξες τα αυτάκια του και το ένα είχε ξηλωθεί λίγο, όπως ξηλώθηκε η καρδιά σου με το χωρισμό των γονιών σου. Η μύτη του είχε φαγωθεί από την τριβή και δε θα ξαναμύριζε τα κουλουράκια της γιαγιάς σου, που τα έφτιαχνε με τόση αγάπη! Τα χεράκια και τα ποδαράκια του είχαν λεπτύνει στις κλειδώσεις από τις πολλές αγκαλιές. “Αυτό κάνει η αγάπη!” σκέφτηκες. “Μας διαμορφώνει και εκλεπτύνει τις κινήσεις μας”. 


Χάιδεψες στοργικά την κοιλιά σου. “Σου έχω μια έκπληξη!” του είπες και το ακούμπησες απαλά πάνω στον ερχόμενο μελλοντικό του φίλο. Ένα δάκρυ συγκίνησης κύλησε κι έπεσε πάνω του. Το αρκουδάκι σου πήρε ξανά πνοή. Τι κι αν ήταν φθαρμένο, πολλές αγκαλιές και πολλά παιχνίδια το περίμεναν ακόμα. Η φθορά του ήταν η ιστορία του και η ζωή σου. Το πιο αγνό κομμάτι του εαυτού σου ζούσε ακόμη μέσα του. Η καλύτερη κληρονομιά για το παιδί σου.


Γεωργία Λαμπαρα Τριανταφύλλου

Σάββατο 10 Οκτωβρίου 2020

Ο γραφιας (της Γεωργίας Λαμπαρα Τριανταφύλλου)


 

Αν δεν αντέχεις να θυμάσαι τα λάθη σου, μην μπλέξεις με γραφιά. Αν σκοπός σου είναι να σφάλεις «έτσι, επειδή μπορείς», καλύτερα να φύγεις. Αλλιώς – αν έχεις καρδιά – θα πονέσεις.

«Άτιμη φάρα!» θα λες στις παρέες. Αποτυπώνουν, με χειρουργική ακρίβεια, θαρρείς, κάθε λεπτομέρεια της ύπαρξής σου. Μένεις έκπληκτος ν’ απορείς «πού τα σκέφτηκε όλα αυτά;». Δεν τα σκέφτηκε, καλέ μου. Τα ένιωσε. Μόνο που το όπλο του πονάει πιο πολύ από τον ακαριαίο θάνατο. Αν θελήσει να το χρησιμοποιήσει εναντίον σου, χάθηκες. Θα σου χτίσει υστεροφημία μ’ όλα τα λάθη σου γραμμένα και πακεταρισμένα σε μια κόλλα χαρτί. Άντε μετά να ξεχάσεις και να ξεχαστείς.

«Μην μπλέξεις…» θα λες όταν σε ρωτάνε τι εννοείς. Πού να εξηγείς και πώς να εξηγήσεις; Εσύ δε θες ούτε να αναλύσεις, ούτε να θυμάσαι. Αλλιώς θα έμενες.

Δεν έχεις άδικο. Άτιμη φάρα ο γραφιάς. Σε σηκώνει στα ουράνια υμνώντας τον έρωτά του και σε πετάει στα Τάρταρα να βασανίζεσαι να κλείσεις πληγές απ’ το νυστέρι της πένας του. Μα να ξέρεις. Όταν το κάνει, έχει πρώτα ρίξει τον εαυτό του εκεί. Έχει ματώσει ο ίδιος από την αλήθεια του, για να ξέρει ώστε να βάλει και λίγο φάρμακο μέσα στα λόγια του, μπας και σε βοηθήσει.

Ναι τέτοια φάρα είναι ο γραφιάς.

Άτιμη. Δε βάζει τιμή στην αγάπη.

Γι’ αυτό σου λέω…μην μπλέξεις.


Γεωργία Λαμπαρα Τριανταφύλλου




Πέμπτη 30 Ιουλίου 2020

Η δοκιμασία (της Γεωργίας Λαμπαρα Τριανταφύλλου)


Δώσε σ’ έναν άνθρωπο ένα διαμάντι, ένα λευκό περιστέρι και μια καρδιά.
Δες τι θα κάνει μ’ αυτά και θα γνωρίσεις για τι είναι ικανός.
Αν σου επιστρέψει το διαμάντι, ελευθερώσει το περιστέρι και σεβαστεί την καρδιά, εμπιστεύσου τον.
Αν θαυμάσει το διαμάντι, κρατήσει το περιστέρι σε κλουβί και ερωτευτεί την καρδιά, πρόσεχέ τον.
Αν σου κλέψει το διαμάντι, χτυπήσει το περιστέρι και πληγώσει την καρδιά, απομακρύνσου.
Μα αν αγγίξει το διαμάντι στα ταλαιπωρημένα χέρια σου, χαϊδέψει στοργικά το περιστέρι στο νου σου κι αγκαλιάσει τις πληγές της καρδιάς σου, αγάπησέ τον.



Σάββατο 23 Μαΐου 2020

Η ψυχή ένα ταξίδι (της Γεωργίας Λαμπαρα Τριανταφύλλου)




Πόσο άδεια γίναν τα ταξίδια μας,
Μια μεταφορά από το ένα μέρος στο άλλο.

Κι εμείς μια θέση ανώνυμη σε ένα ξένο μέσο μεταφοράς.
Τίποτα το οικείο.

Κι οι ενδιάμεσοι σταθμοί αδιάφοροι
Υπάρχουν μόνο για τους άλλους.

Κι αντί να απολαμβάνουμε το ταξίδι κι αντί κάθε σταθμός να γίνεται ορόσημο στην πορεία μας κι
αντί να μαθαίνουμε από κάθε στάση, περιμένουμε.
Η μισή ζωή μας μια αναμονή.

Κι αντί να ζούμε, αναμένουμε
Τη μεταφορά από την αφετηρία στον προορισμό.

Μα το φως δεν είναι αναμμένο.
Χάθηκαν πια οι Ιθάκες.
Χάθηκε ο νόστος.

Όλα άνοστα.
Όλα μια μεταφορά.

Κι η ειλικρίνεια της κυριολεξίας ξένη.
Κι εμείς περνάμε τη μισή ζωή μας με ξένους απέναντι.

Αυτή είναι η πραγματική απόσταση,
Μεταξύ των ανθρώπων κι όχι μεταξύ των σταθμών.

Κι έγινε κι η αγάπη μια απόσταση.
Αγάπη από απόσταση.

Ποιος άραγε υπάρχει πια που θα κάνει το ταξίδι να πλησιάσει τον άλλον
για να φτάσει στην Ιθάκη της καρδιάς του;
Ποιος θα μπει στην περιπέτεια του ταξιδιού με προορισμό την αγάπη;

Μα για να κάνεις το ταξίδι αυτό πρέπει πρώτα να έχεις την αγάπη μέσα σου.
Αφετηρία και προορισμός να έχουν ίδια ουσία.
Τότε έχει νόστο το ταξίδι.

Τότε όταν φτάσεις, επιστρέφεις.
Γιατί ποτέ δεν έφυγες.Έζησες όμως το ταξίδι.

Κι είναι όσα κέρδισες από το ταξίδι που θα κάνουν τον προορισμό μια νέα αφετηρία.
Τότε έχουν νόημα τα ταξίδια.

Όταν τον προορισμό τον βρίσκεις στην πορεία.
Τον φτιάχνεις.

Κι υφαίνεις τη μοίρα σου με νήματα ψυχής.
Γιατί και η ψυχή ένα ταξίδι είναι.

Γεωργία Λαμπαρα Τριανταφύλλου


Πέμπτη 19 Μαρτίου 2020

Ο ύπνος των αταξιδευτων ονείρων (της Γεωργίας Λαμπαρα Τριανταφύλλου)



Ξεπάγωσα τη νιότη μου από τα θησαυροφυλάκια του νου.
Εκεί που φυλαγμένη καρτερούσε να τη ζήσω,
Μα εγώ σπατάλησα φιλόδοξα τα χρόνια μου
Σε υπερφίαλες ματαιότητες που φουσκώναν το μυαλό
Κι αλυσοδέναν την καρδιά στα κατάβαθα των σκοτεινών φυλακών της.
Θέλησα έστω και τώρα στα μεσουρανήματά μου να τη δω
Να χαίρεται με εκείνη τη γεύση λησμονιάς στα μάτια
Για όσα απροκάλυπτα κι αμετανόητα της φόρτωσαν.
Μήπως κι ετούτη, η στερνή χαρά, λευτερώσει θύμισες
Και συλλάβει χίμαιρες του άστοργου παρελθόντος μου.
Φεύγω σαν αποδημητικό πουλί της νοσταλγίας
για άπιαστους τόπους που αποκάλυψα στα γκρεμισμένα ονείρατά μου.
Εκεί στη θλιβερή αγκάλη της ληστεμένης ξενιτιάς
Θα βρω ένα προσκέφαλο απαλό για να πλαγιάσω.
Θα κλείσω τα κουρασμένα από ζωή βλέφαρα
Και θα κοιμηθώ τον ύπνο των αταξίδευτων ονείρων.
Ίσως εκεί τα νιάτα μου να περιμένουν στωικά
Τη δεύτερη, ασώματη ευκαιρία να τα ζήσω.

Γεωργία Λαμπαρα Τριανταφύλλου



Δημοσίευση στο Μεταξύ μας

Κυριακή 19 Ιανουαρίου 2020

Ανεκπλήρωτοι ερωτες (της Γεωργίας Λαμπαρα Τριανταφύλλου)







Είναι αυτοί οι έρωτες που μένουν ανεκπλήρωτοι, γιατί ποτέ δεν ήταν η μοίρα τους να φέρουν το «μαζί» ως αίσιο τέλος. Είτε ήταν μονομερείς, είτε από απόσταση, είτε απαγορευμένοι. Για λόγους κοινωνικούς, ηθικούς, συναισθηματικούς, υλικούς.

Στους μονομερείς, ο ένας κρατά τον έρωτα του κρυφό γιατί δεν τολμά να αποκαλύψει στον σημαντικό άλλο που έχει απέναντι του, πως αυτό που επιθυμεί η καρδιά και το κορμί του είναι κάτι παραπάνω από φιλία. Ότι έχει μια φλόγα που σιγοκαίει με την προσμονή της ανταπόκρισης κάθε εικόνα και κάθε όμορφη στιγμή που μοιράζονται. Σε αυτές τις περιπτώσεις, όταν ο ερωτευμένος έχει αποκλείσει τη θετική απόκριση που επιθυμεί, η αγάπη του για τον άλλον άνθρωπο τον οδηγεί στη φιλία, ως το μόνο μέσο να τον κρατήσει στη ζωή του. Η φιλία δένει ψυχές κι αυτό φαντάζει άκρως προτιμότερο από την απώλεια.

Στους έρωτες από απόσταση, αυτούς που δεν πρόλαβαν να πάρουν σάρκα και οστά, λείπει η οικειότητα. Η αίσθηση του αγγίγματος, η ζεστασιά της αγκαλιάς και η θέρμη ενός φιλιού. Τι κι αν προσέγγισαν οι καρδιές, τι κι αν μοιράστηκαν τα συναισθήματα κι έγιναν αμοιβαία. Το εμπόδιο που άφησε αυτόν τον έρωτα ανεκπλήρωτο ήταν πιο δυνατό από την αγάπη. Αποφάσισαν, λοιπόν, να μείνουν φίλοι που θα μοιράζονται λέξεις για να γιατρέψουν, να βοηθήσουν, να νιώσουν, να μοιραστούν. Όσο οι λέξεις αυτές χορταίνουν την καρδιά, θα διαρκέσει κι η φιλία αυτή. Μα ένα ζωντανό άγγιγμα ενός τρίτου είναι ικανό σταδιακά να τη σβήσει.

Οι απαγορευμένοι έρωτες είναι πληγές. Έρωτες που αν εκπληρωθούν θα φέρουν την καταστροφή σε οικογένειες ολόκληρες. Γιατί δεν είχαν την τύχη να έρθουν στο σωστό χρόνο. Απαιτούν από τους ήρωες τους να κάνουν μεγάλες θυσίες για να γίνουν σχέσεις. Οι δεσμοί αίματος είναι που πονούν περισσότερο εκεί. Παιδιά που θα χωριστούν από τους γονείς μιας κατά τα άλλα φυσιολογικής οικογένειας, αδέρφια που θα πληγωθούν από τον έρωτα προς το ίδιο πρόσωπο. Θέλει μεγάλη τόλμη να τα διαλύσεις όλα για έναν έρωτα. Μα θέλει μεγαλύτερη δύναμη να τον κάνεις φιλία για να απολαμβάνεις την αγάπη του, χωρίς να πληγώσεις τους ανθρώπους που δεν έφταιξαν για τη φλόγα που καίει μέσα σου.

Πολλοί θα πουν πως είναι δειλία να αφήνεις έναν έρωτα ανεκπλήρωτο. Αν όμως γνωρίσεις τη δύναμη της αγάπης, θα καταλάβεις πως η αξιοπρέπεια του να αναλαμβάνεις την ευθύνη σου είναι μεγαλύτερη αρετή από το να ζήσεις απλά τον έρωτα σου. Η καρδιά δεν είναι αλάθητη εξάλλου. Πολλά τα παραδείγματα παθιασμένων ερωτών που κατέληξαν άδοξα.

Τίποτα στη ζωή δεν είναι τυχαίο και οι ανεκπλήρωτοι έρωτες έχουν πάντα κάτι να μας διδάξουν, αρκεί να μην επιτρέψουμε να μας καταβάλουν. Το κυριότερο μάθημα είναι πως η ζωή είναι μεγαλύτερη από τον έρωτα. Αν ο έρωτας είναι υποκειμενικός, η ζωή δεν είναι. Γιατί η ζωή είναι αγάπη.


Γεωργία Λαμπαρα Τριανταφύλλου

Πρώτη ανάρτηση στο "Μεταξύ μας"





Σάββατο 30 Νοεμβρίου 2019

Η ευχή της μάνας (της Γεωργίας Λαμπαρα Τριανταφύλλου)

Μαυροφορεμένη, κίνησε το πρωί.
Τα χέρια της παγωμένα από το κρύο.
Το κεφάλι σκυφτό και στο βλέμμα της σκοτάδι.
Τα πόδια της σχεδόν σέρνονταν.
Το σώμα της γερμένο εμπρός, όπως του σκλάβου που τον σέρνουν στη δουλειά.
Ένας άνεμος φύσηξε δυνατά και την έσπρωξε προς τα πίσω.
Παραπάτησε.
Αυτή η μικρή ήττα απέναντι στον άνεμο την πείσμωσε.
Όρθωσε το ανάστημα της, κράτησε την κάπα της σφιχτά με το χέρι στο λαιμό και προχώρησε.
Βρήκε το κουράγιο να φτάσει ως την πόρτα.
Όταν πέρασε την πύλη είχε πια συννεφιάσει.
Δεξιά κι αριστερά στο διάδρομο, τα καντηλάκια έφεγγαν σαν ευχές για τις ψυχές που χάθηκαν.
Το βλέμμα της σταθερό χάραζε την πορεία.
Μόλις έφτασε, κοίταξε τη φωτογραφία που δέσποζε στο μνήμα.
Χαμήλωσε τα βουρκωμενα μάτια της και τα δάκρυα χάραξαν τον δρόμο για την ψυχή της.
"Πόσο μαύρο θα φορέσεις ακόμα καρδιά μου για να βρεις το φως;" αναλογίστηκε.
Ήταν ο τέταρτος θάνατος που έζησε μέσα σε ένα χρόνο.
Ο πατέρας της, η αδερφή της, η μάνα της...
Λύγισε. Πόνεσε. Φώναξε.
Μα ο τέταρτος θάνατος στράγγιξε τη ζωή από μέσα της.
"Γιατί να ζει μια μάνα μετά το θάνατο του παιδιού της;" το ερώτημα που τη βασάνιζε τις νύχτες ήρθε ξανά στο μυαλό της.
Μια γυναίκα, μαυροφορεμένη κι εκείνη, πλησίασε κι έκοψε τον ειρμό της σκέψης της.
"Το παιδί σου;"
"Το παιδί μου." είπε με ένα λυγμό γατζωμένο στα χείλη της.
"Η ευχή της μάνας σ' ακολουθεί και μετά θάνατον."
Δεν πρόλαβε να τη ρωτήσει τι εννοούσε. Δεν τη ρώτησε καν ποιά ήταν. Αν είχε χάσει κι εκείνη παιδί.
Τα λόγια της γυναίκας ήχησαν σαν καμπάνα μέσα στην καρδιά της.
Κι αυτός ο απόηχος την τάραξε. Σαν να τη ζέστανε λίγο να ξεμουδιάσει από τον πολύ πόνο.
Πώς λίγες λέξεις μπορούν να σηκώσουν έναν σταυρό;
Αυτό είχε κάνει εκείνη η γυναίκα.
Μάνα δε σε κάνει η ζωή του παιδιού σου.
Μάνα σε κάνει η ατέρμονη αγάπη και φροντίδα σου γι' αυτό.
Η μάνα δεν παύει να αγαπά.
Η μάνα δεν παύει να φροντίζει.
Κι αν παύει η αγκαλιά κι αν παύει το χάδι, υπάρχει η ευχή.
Και με την ευχή της μάνας, η ψυχή του παιδιού μπορεί να φτάσει μέχρι τον παράδεισο.



Γεωργία Λαμπαρα Τριανταφύλλου