Ταξίδι στο χώρο της ποίησης και του λόγου. Ένας χώρος έκφρασης ανοιχτός σε όλους.
Σάββατο 22 Φεβρουαρίου 2020
Μπορείς (της Αγγέλας Καραγκούνη)
Τι είναι αυτό , που σε κάνει
ένα σκελετωμένο παράπονο;
Τι είναι αυτό, που διαλύει
τα κύτταρα του είναι σου
και εγκαθίσταται σαν απρόσκλητος
και κακόβουλος επισκέπτης
εντός των τειχών σου,
και λίγο- λίγο προδίδει
τα μυστικά σου στον εχθρό;
Μιά καλοστημένη μηχανή
καταστροφής σώματος
εδρεύει στο εντός σου ,
που σε λιγνεύει και σε πονά.
Κι έρχεται η στιγμή να παλαίψεις.
Αν, έχεις δύναμη ψυχής αντέχεις και νικάς.
Για όσο. ..
Αν, φοβηθείς και λιγοψυχήσεις,
την έχασες την παρτίδα φίλε.
Νικάει ο καρκίνος και σ'αποτελειώνει.
Γι' αυτό σου λέω.
Δυνατά στη μάχη να ριχτείς.
Και σαν λιοντάρι να παλαίψεις.
Εσύ, πιότερα έχεις πυρομαχικά.
Του νου, τη δύναμή σου.
Και κάποιον εκεί ψηλά να σ'αγαπά .
Αφέσου.
Προσευχήσου.
Και η νίκη θαν' δική σου.
Αγγέλα Καραγκούνη
Τι φέρνει η βροχή (της Ειρήνης Σκευοφύλαξ)
Κι ήρθαν οι Ερινύες.
Να κουρσέψουν τη σκέψη και την καρδιά.
Να πάρουν ό,τι ακόμα ζει.
Να γκρεμίσουν.
Να σαρώσουν, να φτάσουν τον πάτο!
Κρατώ τις σκιές ξύπνιες στο δωμάτιο.
Βουβή αναπνέω και βουβή αισθάνομαι.
Πώς να κρατήσω το μυαλό κλειδωμένο;
Θεριεύει σαν άγριο ζωντανό,
τρώει το μέσα μου!
Κι εγώ που πίστευα ότι όλα είχαν τελειώσει.
Κι εγώ που έλεγα ότι τίποτα δεν είχε αρχίσει!
Έρχεται το βράδυ, που δεν ξημερώνει.
Σφυρίζει στ΄αυτιά η βροχή.
Βροχή στο τζάμι, που ζωγραφίζει.
Βροχή που μπερδεύεται με το δάκρυ,
δάκρυ λυτρωτικό, γλυκόπικρο.
Θυμώνω με τον εαυτό μου.
Το βλέμμα καρφώνεται στο πουθενά.
Λένε το αύριο - καινούρια μέρα
το μέσα - πόσο μέσα πρέπει να κρυφτεί
για να γίνει χτες και λησμονημένο;
Κύμα σηκώνει το πανί της θύμησης.
Κρατιέμαι από το κατάρτι.
Στροβιλίζω τις αναμνήσεις,
Ένα γύρο κάνουν και πάλι εδώ είναι.
Δάκρυ και νερό, μαζί ένα γίνονται.
Ποια αγκαλιά μας ένωσε;
Ποιο ταξίδι κάναμε;
Οι δρόμοι που πορευτήκαμε αντίθετοι.
Πώς βρεθήκαμε στο ίδιο σημείο;
Ποιον ορίζοντα έβλεπες;
Τι αστέρια μέτραγα;
Εσύ ταξίδεψες σ΄έναν κόσμο με κατακλυσμούς
κι εγώ αγκάλιασα στο ξύπνημά μου,
τον ΄Ηλιο τον Ηλιάτορα:
Και να που οι περιπλανήσεις μας,
μας έφεραν στο ίδιο σημείο.
Εγώ κρατώ τις σκέψεις μου,
αλλά η βροχή τις φανερώνει,
κι εσύ με μια καληνύχτα,
γεφυρώνεις αποστάσεις.
(18-1-2016)
Ειρήνη Σκευοφύλαξ
Να κουρσέψουν τη σκέψη και την καρδιά.
Να πάρουν ό,τι ακόμα ζει.
Να γκρεμίσουν.
Να σαρώσουν, να φτάσουν τον πάτο!
Κρατώ τις σκιές ξύπνιες στο δωμάτιο.
Βουβή αναπνέω και βουβή αισθάνομαι.
Πώς να κρατήσω το μυαλό κλειδωμένο;
Θεριεύει σαν άγριο ζωντανό,
τρώει το μέσα μου!
Κι εγώ που πίστευα ότι όλα είχαν τελειώσει.
Κι εγώ που έλεγα ότι τίποτα δεν είχε αρχίσει!
Έρχεται το βράδυ, που δεν ξημερώνει.
Σφυρίζει στ΄αυτιά η βροχή.
Βροχή στο τζάμι, που ζωγραφίζει.
Βροχή που μπερδεύεται με το δάκρυ,
δάκρυ λυτρωτικό, γλυκόπικρο.
Θυμώνω με τον εαυτό μου.
Το βλέμμα καρφώνεται στο πουθενά.
Λένε το αύριο - καινούρια μέρα
το μέσα - πόσο μέσα πρέπει να κρυφτεί
για να γίνει χτες και λησμονημένο;
Κύμα σηκώνει το πανί της θύμησης.
Κρατιέμαι από το κατάρτι.
Στροβιλίζω τις αναμνήσεις,
Ένα γύρο κάνουν και πάλι εδώ είναι.
Δάκρυ και νερό, μαζί ένα γίνονται.
Ποια αγκαλιά μας ένωσε;
Ποιο ταξίδι κάναμε;
Οι δρόμοι που πορευτήκαμε αντίθετοι.
Πώς βρεθήκαμε στο ίδιο σημείο;
Ποιον ορίζοντα έβλεπες;
Τι αστέρια μέτραγα;
Εσύ ταξίδεψες σ΄έναν κόσμο με κατακλυσμούς
κι εγώ αγκάλιασα στο ξύπνημά μου,
τον ΄Ηλιο τον Ηλιάτορα:
Και να που οι περιπλανήσεις μας,
μας έφεραν στο ίδιο σημείο.
Εγώ κρατώ τις σκέψεις μου,
αλλά η βροχή τις φανερώνει,
κι εσύ με μια καληνύχτα,
γεφυρώνεις αποστάσεις.
(18-1-2016)
Ειρήνη Σκευοφύλαξ
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)