Κυριακή 10 Μαΐου 2020

Ο άγγελός μου (της Εύας Κοτσικου)


Άυλος, ασώματος, αόρατος, ουδέτερος σαν όλους τους αγγέλους.

Δεν φαίνεται, δεν ακούγεται, δεν πιάνεται, δεν τον καταλαβαίνω.

Κλαίω, απελπίζομαι, στενεύομαι στο ίδιο μου το σώμα, λέω είναι απών.

Με ξέχασε, αδιαφορεί, δεν νοιάζεται, με εγκατέλειψε, με τους φόβους μου μόνη με άφησε.

Φτάνω στο χείλος του γκρεμού, λέω «τελείωσα», ετοιμάζομαι για το χαμό και για την πτώση, παραδίνομαι στα σκοτάδια μου να με καταπιούν.

Και τότε δίχτυ απλώνεται, φτερά μου βγαίνουνε, σκοινί με τραβάει και έτσι σώζομαι.

Οι χτύποι αυξάνονται, τον αγαπάω!
Είναι εδώ, δίπλα μου, δεν με εγκατέλειψε, δεν με παράτησε! Απλώνω τα χέρια μου να τον αγκαλιάσω μα δε μπορώ.

Γιατί είναι άυλος, είναι ασώματος, είναι αόρατος, είναι ουδέτερος σαν όλους τους αγγέλους. Σώζει και φεύγει.

 Εύα Κοτσικου

                   
         

Απολογισμός (του Κυριάκου Δοσαρα)



Και κάθομαι μονάχος περασμένα μεσάνυχτα
με μόνο τον ήχο ενός βιολιού που παραστέκεται
και την εκκωφαντική σιγαλιά της νύχτας
που αργοπεθαίνει.

Και κάμω τούτο τον απολογισμό
που πόσο μου σπαράζει τα σωθικά.

''Ανέπαυσες και σήμερα τον πόνο των ανθρώπων,
απάλυνες κάπως τη μοναξιά τους με δυο - τρείς στίχους
παρηγοριάς κι ελπίδας;
Φώτισες έστω για μια στιγμή
τα σκοτάδια της μικρής τους κάμαρης;
Ανέτειλες τον ήλιο και στα πιο απόμακρα μέρη
της ύπαρξής τους;''

Τούτα όλα συλλογίζομαι,
ώσπου έρχεται κάποιος γέρος ποιητής
-περαστικός μεσόκοπος στρατοκόπος-
και μου χτυπά δειλά το τζάμι που κοιτά τον κόσμο.

''Κοιμήσου ήσυχος ποιητή μου...''

-Σαν αεράκι δροσερό απ ' την Ανατολή η φωνή του
ξαφνικά μου ημερώνει τα κύτταρα-

''Το ' καμες κι απόψε το χρέος σου
να ξεδιψάσεις τον άνθρωπο''.

Τον κοίταξα και με κοίταξε με συμπόνοια
μέχρι να έρθει να τον παραλάβει
το πρώτο σύννεφο που εκτελεί το δρομολόγιο
μεταξύ πραγματικότητας κι ονείρου.

Σαν ν ' αναγνώριζα στη μορφή του εμένα
αιώνες μετά.

Έγειρα να πλαγιάσω -επιτέλους γνωρίζοντας ότι-
ακόμη ένα τριαντάφυλλο φυτεύτηκε στη νωπή γη
της ομορφιάς και της αγάπης.

Κυριάκος Δοσαρας