Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2020

Τα άδεια ποιήματα (του Τάσου Βασιλειάδη)


Είναι κάποια Ποιήματα, ποιήματα άδεια,
Σαν κορμιά δίχως ψυχές…
Για αυτό, θρηνούν
τα  βράδια παραπονεμένα, ποθώντας να γεμίσουν
νόημα οι άδειες τους λέξεις, να έχουν, επιτέλους,
κάτι να πουν….

Ένα τέτοιο άδειο ποίημα, είμαι και εγώ,
Τέτοια ποιήματα, γράφω και εγώ! Και θα
ήθελα πολύ, να γεμίσω νόημα, και εγώ,
και τα ποιήματα μου….

Για αυτό, σε ψάχνω, και θα σε βρω, ΘΑ ΣΕ ΒΡΩ,
Και θα  γεμίσω τα γραπτά, τα λόγια, και την   ζωη μου,
Με Νόημα!.... Και τότε, θα σε πάρω από το χέρι, και θα πάμε εκεί..

Εκεί, που όλα τα Νοήματα, φυσούν, σαν γλυκό απαλό
Αεράκι, πάνω από όμορφα, ανθοστόλιστα λιβάδια……

Που είναι όλα αυτά, μην με ρωτήσεις, αφού το ξέρεις…
 Είναι μέσα
στις σκέψεις των ανθρώπων, μέσα και στις δίκες μου..Αλλά,
δεν χρειάζεται να σου πω, τίποτα άλλο..Θα το δεις μόνη σου,
Όταν θα έρθεις…

Τάσος Βασιλειάδης




Πότε γίναμε ποιητές; (της Ιωάννας Αθανασιάδου)





Πότε γίναμε ποιητές;
Νύχτα θολή ριζώσαμε σε χώματα άκαρπα.
Οι ρίζες μας άπλωναν με κόπο σε λέξεις δύσβατες.
Πάντα ένα μοναχικό μονοπάτι σκύλευε το πρόσωπό μας.
Γιατί και ο μόχθος της μέρας πολύς για να πλάσει το νόημά της
κι ο χρόνος των αγαλμάτων άλλαζε διαρκώς
ώστε δεν ξέραμε ποτέ την ηλικία τους
και πόσο ραγισμένη ήταν η καρδιά τους.
Όλα γύρω μας ήταν τόσο άγνωστα,
κι ατέλειωτοι οι αιώνες που έπρεπε να διαβούμε
για να συναντήσουμε το χτυποκάρδι των πουλιών.
Κρατούσαμε λίγο ουρανό στο χέρι μας,
γινόμασταν διάφανοι
κι αναρωτιόμασταν πόση νιότη έπλαθε τον πηλό της ψυχής μας.
Άχρονοι προχωρούσαμε
σε θάλασσες απέραντες,
ναυαγοί, περπατούσαμε λέφτεροι στον βυθό.
Ανασαίναμε τη δροσιά των ονείρων,
συλλαβίζαμε σαν για πρώτη φορά τις λέξεις,
πλάθαμε με το σχήμα και το χρώμα τους το πρόσωπό μας.
κι ο κόσμος ξεκινούσε απ’ την αρχή.

Ιωάννα Αθανασιαδου