Πρωί δυο ρουφηξιές καφέ στα γρήγορα
την τσάντα βιαστικά περνώ στον ώμο,
στο δρόμο ζέστη κρύο αδιάφορο
οι καλημέρες μου χαμένες μες στον μόχθο.
Μέσα στο πλήθος είμαι ένας αριθμός
κι είναι το ρούχο μου όπως όλων των άλλων μαύρο,
ένα γρανάζι σκουριασμένης μηχανής
γυρίζω άναρχα χωρίς σκοπό και στόχο.
Τι θέλω εδώ;
ποιος όρισε πορεία δύσβατη στα βήματα μου;
Φτερά ελπίδας ποιος με στέρησε
ποιος με αγωνίες θρέφει τα όνειρα μου;
Στην σκοτεινή γωνιά τρεμάμενο ακόμα ένα χέρι απλωμένο
δεν είναι το δικό μου, συλλογίζομαι,
για λίγο κοντοστέκομαι και φεύγω.
Το βράδυ πάλι δύο ρουφηξιές
από μια σούπα λίγο πρόχειρα φτιαγμένη,
εδώ σταμάτησα να είμαι αριθμός,
μέσα σ αυτό το φτωχικό
έχω ένα όνομα
έχω αγκαλιά
και για το αύριο ελπίδα φυλαγμένη.
Λιάνα Ζαχαρίου
Έλεγχος καταχώρησης!!!
ΑπάντησηΔιαγραφή