Τρίτη 2 Ιουνίου 2020

ΜΙΣΑ ΟΝΕΙΡΑ (της Εύας Γεωργίου)



Κάθε που βρέχει σκορπιούνται
Τα μισά γίνονται ένα με τα φυλλοβόλα
τα άλλα μισά καταρρέουν και γκρεμίζονται
 Χωρίς μυρωδιά και χρώμα
μείνανε ορφανά σε Άνοιξη, μισή
Χωρίς φτερά
Τα δάμασαν οι πολλοί βοριάδες
κι ύστερα
το τσουχτερό κρύο τα αποτέλειωσε
Ολόκληρα  λιποτάχτησαν
και  έγιναν θρύψαλα
στα πυρά των καιρών
Ορατά μόνο  τα μισά
Ανέγγιχτα τα άλλα μισά
Μαζεύουμε
έγχρωμα  πάζλ
Κι είναι γλυκιά η προσμονή
Θα ξαναγεννηθεί στο θέρος το όνειρο
Ολόκληρο!

Εύα Γεωργίου



Δεν Έκλαψα… (της Αμαλίας Τραβασαρου)


Δεν Έκλαψα…
στην κακοτοπιά, στης μοίρας
την πορεία, στη θολωμένη
ματιά τ’ άγνωστου τοπίου
που ξεδίπλωνε και γαλουχούσε
το αποτρόπαιο…

Δεν Έκλαψα…
όταν η νύχτα έγερνε
απειλητική στο προσκεφάλι
και τα όνειρα σκόρπαγαν
αλαφιασμένα στο άγγιγμά της
κι η ψυχή καλούσε τ’ ανέγγιχτο
για συμπαράσταση…
Δεν Έκλαψα…

Μόνο τότε, όταν ξεμάκρυνες
στο βάθος του δρόμου
κι η ηχώ τού «γεια» σώπασε…
Μόνο τότε που έγινε η σιωπή
του τέλους βόγκος στα σωθικά,
συντρίμμια η καρδιά, μόνο τότε…
θυμάμαι… Έκλαψα!

Αμαλία Τραβασαρου

"Φαλιμέντο" (του Νίκου Βαρδάκα)



Άδολα, δίχως φθόνο και με περίσσιο φόβο ξεκίνησες

το ταξίδι σου το μεγαλύτερο στο φαλιμέντο Μετάλαβες την αδιαφορία την ασώματη κυοφορία του ψέματος της.
 Αργά, συνοπτικά
και δίχως βιασύνη άρχισε να βραδιάζει.

Στο νησί του πόθου, των όμορφων στιγμών που βιώσατε οι δυο σας
έφθασες πριν λίγο. Συντεταγμένη η πομπή, των αναμνήσεων πορεύεται ενώ δεξιά
και αριστερά στέκονται το παρόν και το μέλλον. Σε κοιτάζουνε βαθιά στα μάτια
εκεί που η δύναμη προσφέρει την θέση στο κενό.
Θεό τον βάφτισες, ως άλλο είδωλο απομυθοποίησες το πρόσωπο της.
Ζητάς την παρέα του την ευμετάβλητη κίνηση του μοιραίου.
 Ως άτολμος και αναποφάσιστος
διακρίνεις στο έσχατο του χρόνου το όνομα σου. Μοιάζει μνημείο λαξεμένο,
 με
τεχνη που το κυπαρίσσι σκιά του προσφέρει. Φαλιμέντο, ως απάντηση στα γιατί
των δόλιων συνοδοιπόρων σου.

Σε περιμένει το φώς στην αυγή, ως ένα κλείσιμο μεμιάς των βλεφάρων.

Νίκος Βαρδάκας


Δευτέρα 1 Ιουνίου 2020

Η ΕΛΕΝΗ (του Χρήστου Κουκουσουρη)



Δεν της άρεσε το Λένα
προτιμούσε το Ελένη όταν ήταν θυμωμένη
γιατί βρέθηκε στα ξένα
που την έδιωξε η πατρίδα, η Ωραία Κοιμωμένη.

Μετανάστης δίχως κάρτα
ψάχνει για δουλειά σε ωδείο στην Ευρώπη κι έχει κρύο
άνοιξη έφυγε απ’ την Άρτα
έκλαψε πα στο γιοφύρι κι είπε σ’ όλους ένα αντίο.

Τώρα ψάχνει να γυρίσει
πια, στα πατρογονικά της και να μπει σε καραντίνα
δεν νοσεί θέλει να ζήσει
σκέφτεται μη των μεγάλων είν’ παιχνίδι μια κομπίνα.
Χειραγώγηση του πλήθους;
άθλημα γνωστό των φαύλων τέχνη υψηλή εξουσίας
του φιλότιμου και ήθους
την χορδή καθώς αγγίζει, σαν το χάδι συνουσίας.

Ίδια πάντα συγχορδία
και ο φόβος σου μπαγκέτα το ρυθμό στην τέχνη δίνει
αχ Ελένη τραγωδία !
Ως να λήξει η καραντίνα τίποτα δεν θα ‘χει μείνει.

Χρήστος Κουκουσουρης




Αν η αγάπη είχε ήλιο στα μάτια (της Χρυσαυγής Τούμπα)


Αν η αγάπη είχε ήλιο στα μάτια

θα φώτιζε εσένα Νύχτα της απουσίας
θα ελευθέρωνε
την αιχμαλωσία των μαύρων και λευκών ημερών
θα μίλαγε
για τον αργό θάνατο των στιγμών
που θυσιάστηκαν στο αύριο
και χάθηκαν κάτω από μια παλιά μπουκαμβίλια

Εν τω μεταξύ
ένα κόκκινο τριαντάφυλλο στάζει δάκρυ
κι ένα βιολετί αστέρι κρυφοκοιτάζει
μέσα από τις πασχαλιές
να βαραίνει μέσα μου η σκιά ενός χαμόγελου.

Χρυσαυγή Τούμπα