Ήρθανε άνθρωποι
ντυμένοι μέχρι φράκα
και ημίψηλα.
Καθάρισαν για λίγο
τη φωνή
μπρος το μικρόφωνο
κι άρχισαν
να μιλούν
με λέξεις βαρύγδουπες
για τον άνθρωπο
για τη ζωή
την ευτυχία
την αγάπη.
Κι όλοι άκουγαν
μα δεν άκουγαν
Γιατί οι λέξεις
δεν ταίριαζαν
μήτε
με τη ζωή
μήτε τον άνθρωπο
μήτε την ευτυχία
μα μήτε την αγάπη
μήτε με τίποτα
από όλα που τους έλεγε
για χρόνια
στα κρυφά κρυφά
η γλώσσα της καρδιάς τους.
Μα τι παράξενο
Κανένας τους δεν έφυγε
Μα σαν υπνωτισμένοι
έμειναν να ακούν
δίχως να ακούνε.
Έτσι ακριβώς όπως
και ζουν
δίχως να ζούνε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου