Τετάρτη 24 Ιουνίου 2020

"Γλυκιά Αμαρτία" (της Νόρας Ξένου)



      Βουτώ στο χρώμα της θάλασσας  με τέτοιο πάθος, σαν να κολυμπώ στα νερά του έρωτα  μαθαίνοντας το κορμί μου στο κορμί σου 
      Βυθίζομαι στη θέληση του ερωτισμού
  επιδιώκοντας να ζήσω όλες  τις επιθυμίες ..
      Θα είναι αδύνατον να μην το ζήσω, είναι επιθυμητά έντονο.
      Χάνομαι σε σφιχτή αγκαλιά παίρνοντας όλη τη μυρωδιά του κορμιού πάνω μου.
      Η καρδιά μου επέμεινε να έρθει εδώ και να στάξει μια στοργική "καταιγίδα"
       Μόνο  αγάπη υπάρχει στο φιλί.
     Αχ!!  πόση κάψα βγαίνει στα χείλη που φλέγονται από του έρωτα την τρέλα.
       Είσαι ανάσα σε ένα κόσμο  καταθλιπτικό, αστέρι μέσα σε έναν γκρι ουρανό, γλάρος πετώντας πάνω από τη φουρτουνιασμένη θάλασσα με ζέση για ζωή και ελευθερία
       Γλυκιά αμαρτία που θέλω ξανά και ξανά να απολαμβάνω μέχρι να πάρει το όνομα μου κάθε κύτταρο  σου.
     Είσαι δώρο και θα σε θέλω διακαώς για όσο αναπνέω.

Νόρα Ξενου


ΤΑΞΙΔΙ ΑΛΛΟ (της Πολας Βακιρλη)



¨Ασε με να κάνω ένα ταξίδι
με του νου το φτέρωμα
τώρα που κλείσαν οι πύλες τ' ουρανού
για τους ανθρώπους

τώρα που λευτερώνονται τα σύννεφα
κι ο ήλιος πιο καινούργιος στου νου μου
το στερέωμα θα λάμψει

τώρα που η σελήνη ολόγιομη
θα φωτίζει τις τραυματισμένες λεωφόρους
δίχως ανταλλάγματα

και τ' αστέρια  θα παίρνουν το σχήμα
 του χαμόγελου όπως ζωγραφίστηκε στο πρόσωπό σου
την τελευταία νύχτα που αγκαλιαστήκαμε

ένα ταξίδι πάνω από τη γη μας την πολύπαθη
εκεί που σύνορα δεν χαράζονται
κι οι άνθρωποι ξέρουν ν' αγαπιούνται

Νοστάλγησα μια αγκαλιά κι ένα φιλί της νύχτας
ακριβοπληρωμένο
στα δακρύβρεχτα μάτια σου

Τα χέρια σου τα ολόλευκα κρίνα της Άνοιξης
μέσα στις χούφτες μου να τα κρατήσω
με την ιερότητα του Έρωτα

στιγμές πολύτιμες που μαραζώνουν
στον κήπο των ανθρώπων σαν τον απότιστο βασιλικό
τον νιοφυτεμένο

Πότε θα βγάλει άραγε καρπούς το δέντρο
που το χτύπησε η καταιγίδα;
Όλα μου φαίνονται αγνώριστα στο ταξίδι των αισθήσεων

Γι' αυτό άσε με να σε ταξιδέψω
σε άλλους ουρανούς!

Πόλα Βακιρλη




Τρίτη 23 Ιουνίου 2020

ΘΕΛΩ ΤΗΝ ΚΟΥΚΛΑ ΜΟΥ!!! (της Ειρήνης Ανδρέου)




Θεέ μου γιατί βιάστηκες να με φέρεις κοντά σου;
Οι άνθρωποι κάτω λένε διάφορα.... κουφά.
Πως τάχα στέλνεις δοκιμασίες, πως
μ' αγάπησες
και με ήθελες δίπλα σου, στον παράδεισο,
πως οι δολοφόνοι μου θα βράζουν στην κόλαση,
Όμως Θεούλη μου εγώ δεν ήθελα να πεθάνω
καθώς χτένιζα την κούκλα μου που τώρα με ψάχνει
χάσκοντας ανάσκελλα όπως γλίστρησε στα ερείπια
από τα χεράκια μου, την στιγμή που η ψυχή μου
χωριζόταν βίαια από το μικροσκοπικό μου κορμάκι
αφού έπρεπε να πουληθούν τα όπλα των τεράτων
να χορτάσουν οι κανίβαλοι με το παιδικό μου αίμα
να ζήσουν τα παιδιά τους, του ανώτερου Θεού.
Μα η κούκλα μου καρτερά ξανά το παραμύθι μας.
Αυτό που της άρεσε πιο πολύ από όλα.
Αυτό της "κοιμωμένης βασιλοπούλας."
Λένε πως το φιλί και νεκρούς ανασταίνει.
Θεούλη μου θερμοπαρακαλώ σε
ΘΕΛΩ ΤΗΝ ΚΟΥΚΛΑ ΜΟΥ!
Στείλε κείνο το "βασιλόπουλο" απ' τα διπλανά ερείπια
να με φιλήσει, να με ξυπνήσει με την αγάπη του.
Κάπου εδώ βρίσκεται και με φλερτάρει , το νιώθω.
Δεν ήθελα να πεθάνω ακόμη Θεούλη μου ......
Ήθελα να παίξω ακόμη με τα άλλα παιδάκια,
τα εκατομμύρια αγγέλους που οι άνθρωποι δαίμονες
τους κόψανε το νήμα της ζωής τους πριν προλάβουν
να χτενίσουν τις κούκλες τους, να τις ντύσουνε,
να τις νανουρίσουνε να κοιμηθούν, να ονειρευτούν
το βασιλόπουλο τους που θα τους ξυπνούσε τον έρωτα
σε κήπους επίγειους ολάνθιστους πιασμένα χέρι, χέρι...
Χτες είδα να βομβαρδίζουν με χημικά άλλους αγγέλους
 οι δαίμονες. Τους είδες Θεούλη μου,
ΕΣΥ όλα τα βλέπεις.
Το σύστημα Θεούλη μου που επικρατεί κάτω στη γη
δεν θέλει να ακούγονται δυνατές φωνές, τις φιμώνει.
Έφτιαξε κείνα τα καταραμένα γυάλινα απαίσια κουτιά
της πληρωμένης γνώμης και με αυτά ψεκάζει, αποβλακώνει,
χαλιναγωγεί, ακόμα κι εκφοβίζει τόσο
που ο όχλος
 σταυρώνει χριστούς, αθωώνει Βαραββάδες
 ψηφίζει Ηρώδες κι όλοι νίπτουν τας χείρας τους,
ΑΔΙΑΦΟΡΟΥΝ, αυτή είναι η μεγαλύτερη τους αρρώστεια!!!
Για λίγο μας θυμούνται, σαν άρτο και θέαμα
αποκαλώντας μας αγγέλους μα μετά επιδίδονται
στην κραιπάλη, στην κάθε είδους ηδονοφιλία, στο ΕΓΩ τους.
Αυτοί είναι οι άνθρωποι που έπλασες με τόση αγάπη.
Αυτοί που αγωνίζονται να μολύνουν να καταστρέψουν
τα πάντα που με τόση σοφία εποίησες,
για το ΧΡΗΜΑ!
Όμως εγώ Θεούλη μου δεν ήθελα να πεθάνω ακόμη.
Θεούλη μου θέλω το σπίτι μου, θέλω
τ' αδέλφια μου,
θέλω την αγκαλιά της μανούλας μου,
ΘΕΛΩ ΤΗΝ ΚΟΥΚΛΑ ΜΟΥ
 που χάσκει στον ουρανό αχτένιστη, ματωμένη, κουρελιασμένη.
Θέλω να την χτενίσω,
να της σκουπίσω τα αίματα,
να την ντύσω όμορφα, να την δει το βασιλόπουλο της
να γευτεί το φιλί που δεν πρόλαβε,
της το έταξα Θεούλη μου...
ΑΚΟΥΣ Θεούλη μου , δεν θέλω να με αποκαλούν άγγελο.
Ακούτε άνθρωποι, ακούτε ΤΕΡΑΤΑ;
Απάντηση δώστε εις το παιδί
στα μάτια δείτε τον σαν ξεψυχάει
μ' ένα ΓΙΑΤΙ, Εσάς ρωτάει .
εσάς που αλλάξατε ψυχή, καρδιά
μ' εκατομμύρια και με κουμπιά.
Εσάς που πίνετε αθώων αίμα
κάθε σταγόνα κι ένα κέρμα. ...
ΑΚΟΥΤΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕΕ
ΘΕΛΩΩΩΩΩΩΩ ΤΗΝ ΚΟΥΚΛΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑ ΜΟΥ

Ειρήνη Ανδρέου




Ο ΠΟΙΗΤΗΣ (της Τόνιας Κοσμαδακη)



Όταν ένα ποίημα σπάσει
ξερνάει χέρια και πόδια
Του φυτρώνει κεφάλι
και καρδιά και συκώτια
Μη μιλάς για αδικία μπροστά του
ποίημα ήταν κι έγινε άνθρωπος
Τώρα πρέπει να περπατήσει
Να δει τον κόσμο σου

Αυτή την κύστη

Αν του μιλήσεις
να σου μιλήσει
Να νιώθει λιγότερο
όσο κι εσύ
Μα όταν είναι απαρηγόρητο
που ξέρει
πως δεν υπάρχει επιστροφή στη φύση του
θα σιωπάς
Έστω αυτό

Ποίημα ήταν κι έγινε άνθρωπος

Τόνια Κοσμαδακη


Σκύλος

Δευτέρα 22 Ιουνίου 2020

Νύχτα (της Παρασκευής Κηπουριδου)



Πυρωμένος ο ήλιος κυλά.
Το μαντίλι η γη του κουνά.
Σε μια έκρηξη χρωματική,
αποσύρεται να αναπαυτεί.

Γκρίζο μανδύα η γη φορά.
Τα κάλλη της αποχαιρετά.
Ολόγυρα κορυφογραμμές,
σε σκότη σβήνουν χλωμές.

Και στ’ ουρανού τη στράτα,
το φεγγάρι μαζί με τα άστρα,
ερέβη, άγρυπνα περιπολούν,
μάλαμα απλόχερα σκορπούν.

Το κάθε πλάσμα ησυχάζει
στου Μορφέα την αγκάλη.
Απ’ την κούραση της μέρας
και απόψε θα ξεκουραστεί.

Το ρυάκι στη βουνοπλαγιά
τραγουδάει και γοργοκυλά.
Των βατράχων η κομπανία,
στήνει ολονύχτια συναυλία.

Άγρυπνη και η κυματούσα,
το ακρογιάλι με αφρό ραίνει.
Τα βράχια αλμύρα χαϊδεύει,
και τις αμμουδιές παιδεύει.

Δίπλα ελαιώνας αναριγεί
στου ανέμου το απαλό φιλί,
που τα νυσταγμένα φύλλα,
αναδεύει με τόση επιμονή.

Κι όλη αυτήν την αρμονία,
μια κουκουβάγια με μανία,
επίμονα τη χαλάει η δολερή
με την στριγκή της κραυγή.

Παρασκευή Κηπουριδου