Παρασκευή 21 Φεβρουαρίου 2020

Άτιτλο (του Τάκη Πάνου)

Χάνεται η λάμψη,
μέσα από τα χέρια μου περνά το φως, κι αποκοιμιέμαι
κάτω από τα μάτια σου έγειρε η αγάπη, και ξεμακραίνεις
Έφεγγε ο ήλιος 
επάνω στα χείλη σου  καθώς την κρατούσες
κι ολόγυρά σου στάλαξε αγάπη, να τη θυμάσαι να τη θυμάσαι     
επάνω στα χείλη σου στάλα τη στάλα για τις πληγές σου για τις πληγές μας
το μύρο του ρόδου πάνω στο γαίμα μες στις πληγές μας, όταν κοιμάσαι να τις αγγίζεις και ας σε πονάνε 
βαθύς ο λυγμός δίχως τις λέξεις  μες τις πληγές σου βαθύς ο λυγμός σου μες το σκοτάδι   
 λέξη τη λέξη σε πνίγει το ποίημα, σαν είσαι  κύμα
μη ξεμακραίνεις  μην ξεμακραίνεις έδυσε ο ήλιος σε λίγο νυχτώνει

σαν φθάσει  η νύκτα 
χάθηκε η λάμψη κι έγειρε  ο ήλιος  να περιμένεις να μην λυπάσαι
κι αν
 έμεινες μόνος σε τούτο τον έρημο δρόμο να ψιθυρίζεις λέξεις 
λέξεις από ένα   ποίημα που είχες ξεχάσει για την αγάπη για κείνον τον  πόνο 
πόνο μες την καρδιά σου που αιμοραγούσε και έσταζε δάκρυ και έσταζε δάκρυ μα εσύ γελούσες κι έδινες αγάπη κι άνοιγες δρόμους …

(*σχεδόν σε όλους  δίνεται τόση ελευθερία
 να διαβούν μες στο σκοτάδι …
κι άλλοι βρίσκουν την άκρη
μα άλλοι περιμένουν το χέρι να δουν απ΄την άκρη .
ένα χέρι αγγέλου ένα χάδι με αγάπη μια λέξη στο τέλος πριν κλειστεί στο σκοτάδι 

( *μη την  αποδιώχνεις όσο μπορείς σιωπηλά στάσου δίπλα της
 άπραγος υπομονετικός κι έχει ο θεός

Με αγάπη σου μιλώ πάντα κι από καρδιάς . έτσι και τώρα !
Εύχομαι να κάνεις ότι καλύτερο σε φωτίσει ο θεός για εκείνην και την ψυχή σου)

Μια ζωή
Ίσως ένας αιώνα ενός δευτερολέπτου
Μια διαφυγή στο κενό
κει που κανείς δεν προσμένει ..
στη σιγή της απουσίας

στιγμές αιώνιες
μένουν ακίνητα στο χρόνο
όπως μια λάμψη των ματιών της καθώς με κοιτούσε
 ένας λυγμός σφιγμένος μες στα χείλη
η τυφλή μου μοίρα όπως μου κρατούσε το χέρι


Τάκης Πάνος


Τα αρώματα της μνήμης (της Κατερίνας Σολωμού)


Τα αρώματα της μνήμης ξεθυμαίνουν
Σκουριάζει ο χρόνος τις αναμνήσεις
Φωτογραφίες και σημάδια
 που φάνταζαν ανεξίτηλα σβηνουν
Ένα ουράνιο μειδίαμα αχνοφαίνεται
και κυοφόρα άνθη υπόσχονται καρπούς γλυκείς
Ελπίδες κρεμασμένες σε κλαδί σαν κόκκινες κορδέλες
μιας Μ.Πέμπτης προμηνύουν την Ανάσταση.
Μια απόρθητη χαραμάδα σε χαλάσματα πύργου
γεμίζει με φως
Αχόρταγοι δαίμονες οι νυχτερίδες
που φώλιαζαν μέσα του
δίνουν τη θέση τους σε παραδείσια πουλιά
και φτερουγίζουν ελπίδες με ανταύγειες ζωής
Αγκαλιές ειρηνοφόρες πλέκουν χαμόγελα
και άνθη φυτρώνουν στις ρωγμές της πίκρας
που γλυκαίνουν τους παλμούς της καρδιάς
Η ψυχή αχόρταγος ταξιδευτής ιχνηλατώντας
φτερουγίζει για το νησί μιας  ελπίδας.
Το φεγγάρι αλλάζει τη ρότα του
και φωτίζονται οι ασέληνες νύχτες.
Τα όνειρα χτίζουν φωλιά στον κήπο της Εδέμ
για μια καινούργια άνοιξη
Ο ουρανός ρίχνει πεφταστέρια στην αγκαλιά
της στέρφας γης, για να σκορπίσουν θησαυρούς
στης μοναξιάς τις στράτες.


Κατερίνα Σολωμού




Πέμπτη 20 Φεβρουαρίου 2020

Αυτοί οι άνθρωποι δεν είναι σαν όλους τους αλλους(της Κατερίνας Πανταλέων)


Τους βρίσκεις ανάμεσα σε όλους τους άλλους.
Και δεν τους ξεχωρίζεις εκ πρώτης όψεως.
Μοιάζουν με όλους τους άλλους… 
Αλλά δεν είναι! 
Πρέπει να σ’ έχει επιλέξει η τύχη για να τους συναναστραφείς.
Αλλά ως εκεί.
Η συνέχεια είναι δική σου επιλογή, ίσως όχι και τόσο εκούσια.
Πρέπει να ‘σαι άνθρωπος που θέλει να εμβαθύνει, που προσπαθεί να δεί πίσω από το ορατό.
Και τότε, όταν καταφέρεις να διαπεράσεις την αύρα τους, να εντρυφήσεις στην ψυχή τους, θα τους «δεις»…
Θα βρεθείς, θαρρείς, σε μια άλλη διάσταση.
Σε ένα άλλο σημείο του χωροχρόνου.
Σε μια άλλη εποχή.
Γιατί οι ίδιοι νιώθουν πως δεν ανήκουν σ’ αυτήν την εποχή.
Και δεν ανήκουν.
Δεν μπορεί να ανήκουν.
Άλλες φορές μοιάζουν με αερικά…
Θλιμμένα γυρνάνε τις χαραυγές, ψάχνοντας αυτό που εμμονικά αναζητούν.
Κι άλλες φορές φαντάζουν λαβωμένοι αετοί.
Πετούν από ουρανό σε ουρανό, απαξιώνουν αστραπές και καταιγίδες και πεισματικά ορμούν να φτάσουν τον ήλιο, αδιαφορώντας αν θα τους κάψει.
Έχουν μια πρωτόγονη λάμψη στα μάτια τους… 
Μάτια που έχουν φυλακίσει ες αεί μέσα τους τη χαρά και τη θλίψη, το όνειρο και τον εφιάλτη, την ελπίδα και την απόγνωση.
Έχουν κρεμασμένο στο λαιμό τους ένα παλιό ξεθωριασμένο μενταγιόν, που μέσα του κρατά, ερμητικά κλειστό, ένα πορφυροντυμένο παραμύθι.
Το δικό τους παραμύθι! 
Ισως και να σκότωναν γι αυτό.
Οχι εσένα.
Τη ζωή τους… 
Φορές φορές σε τρομάζουν.
Σε τρομάζουν πολύ! 
Και θες να τρέξεις μακριά τους.
Μη και σε φυλακίσουν στον παράξενο κόσμο τους.
Μη και σε κάνουν να τον αγαπήσεις… 
Κι είναι φορές που σε τραβάνε σα μαγνήτης! 
Που νιώθεις να ‘χεις ανάγκη την αλλοκοτιά τους, την αγνότητά τους, την αλήθεια τους, τον παράξενο κόσμο τους, το κρυμμένο τους παραμύθι… 
Κάποτε φοβάσαι πως ίσως αντιπροσωπεύουν το κομμάτι του χαμένου σου εαυτού.
Αυτό, που πολύ καιρό πριν, κάποιοι σε έκαναν να επιλέξεις το βέβηλο αφανισμό του.
Και τώρα;
Νοσταλγία;
Ενοχές;
Και παλεύεις με τον εαυτό σου! 
Να μείνεις ή να φύγεις; 
Κι αν μείνεις τι θα κάνεις;
Κι αν φύγεις πού θα πας πια;

Τους βρίσκεις ανάμεσα σε όλους τους άλλους.
Και δεν τους ξεχωρίζεις εκ πρώτης όψεως.
Μοιάζουν με όλους τους άλλους… 
Αλλά δεν είναι! 


Κατερίνα Πανταλέων

Πρώτη ανάρτηση στο "Μεταξύ μας"




Σαν πας για Κύπρο (της Ιωάννας Καράμπελα)



Δεν είχαμε μαζέψει και πολλά.
Δυο τρία απογεύματα ψιθύρισαν στις τσέπες και να ,
που το λουλούδι άνθισε!
'Εβγαλε μπουμπούκια απ' της μασχάλης τή θηλιά.

Δεν είναι πως η μοίρα φροντισε τά ζωντανά.
Είναι πού τα ζωντανά φροντισανε !
Κι Γη ξημέρωσε...
Ο ήλιος γινηκε κόκκινος στά φύλλα τών ανθρώπων, με τά κλαριά γιοματα από καρπό.

Κινήσαμε πρωί για μέρες που δεν είχαν νύχτα...
Δεν έγινε γνωστή του σκοταδιού η ώρα.
Γι αυτό,
τ' αρώματα του κήπου ολημερίς στολίζονταν με χρώματα ζεστά σα πανωφόρια της Ζωής.
Κι μέρες...
Αχ αυτές οι μέρες..
σαν πάς για Κύπρο τραγουδούν •
Τζιτζίκια που δε γνωρισαν χειμώνα !!!


Φώτο προσωπική
Πρωταράς Αμμοχώστου Ιούνιος 2018

Ιωάννα Καράμπελα


Τετάρτη 19 Φεβρουαρίου 2020

Πουλί μου διαβαταρικο (της Μάρθας Καναρη)

Που να σε κρύψω μάτια μου
Να σε κλειδαμπαρώσω
Κι από του κόσμου τη θηλιά
Καρδιά μου να σε σώσω?

Τα χέρια σου μαλάματα
Φτερά που τα τσακίσαν
Κι ανήμπορο σ αφήσανε...
Σ ένα κελί σε κλείσαν...

Πουλί μου διαβατάρικο
Παιδί μου , ανασεμιά μου
Που να μιλήσω...τι να πω
Που φλέγεται η καρδιά μου?

Ρίξε Θεέ το βλέμμα σου
Κάνε μια στάση κάτω...
Δες πως η κόλαση ειν' εδώ
Κι ύστερα τράβα  επάνω

Μία γροθιά να έριχνες
Όλα να τα χαλάσεις
Τον κόσμο που λησμόνησες
Απ' την αρχή να φτιάξεις...

Πουλί μου διαβατάρικο
Παιδί μου , ανασεμιά μου
Που να μιλήσω...τι να πω
Που φλέγεται η καρδιά μου?


Μάρθα Καναρη