Δεν θέλησαν ποτέ να φύγουν από πάνω μου..
Τραβούσανε κλωστές
από τίς ώρες τίς μικρές,
ξεπλέκοντας του δειλινού φιλί,
να ζεσταθούν οι νύχτες.
Κι ο χρόνος,
καλλιτέχνης...
περνούσε με πινέλα,
ευχάριστες αιώρες πάνω μου,
να νανουρίζουνε στο πέρα~δώθε τις στιγμές
Κι εγώ,
ωσάν γαλανόλευκος, καμβάς στα χέρια του•
όλα τα πορφυρά - τών αποχρώσεων -
φορούσα μεσημέρια
που ζωγράφιζε στην σάρκα μου.