‘’Να, το φεγγάρι έγειρε,’’
και βούρκωσε το φως μου.
Εχάθη, τού ήλιου σου ο πυρρός
στο περβόλι των χαμομηλιών μου,
του έρωτά σου τ' αφανέρωτο
αλώβητο άφησε, το αγρίεμα των χειλιών μου.
Ηγήτορα της σάρκας μου,
πεταλούδια λυσίκομα έστιξες
στον πηλό της μετάπλασής μου.
Λευκό κι αν έμεινε τής ένωσης το μεσοφόρι
ακόμη απαιτώ σε, ο αλγεινός βυθός μου
και στ΄ ακρόχειλο η φλόγα του φιλιού
αρνείται ν΄αποκάμει..
Ο ξαγοράρης νωρίς εξαρμάτωσε
στο στίλβων κενοτάφιό μου.
Στην γονυπετή δρυ μου
το αμαρτωλό του πόθου σου να ξυλεύσει...
Κι όσο κι αν σε πεινώ,
να κατευοδώσει του ανέθεσα
την μέθεξη που με συνθλίβει.
Ανθολογία: Συνομιλώντας με την Σαπφώ
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου