Πώς
άνθισαν απόψε τα κλαδιά σου
που σ΄ έντυσαν νυφούλα σε μια μέρα,
και λάλησε του πόθου σου η φλογέρα,
λουλούδιασαν δροσάτα τα φιλιά σου!
Ως σ΄είδα, μου εφάνη η καρδιά σου
γοργά πώς χτύπαε - ωσάν τη μέρα
μικρούλα που σε φύτεψα πιο πέρα,
στου κήπου μας την άκρη - η ματιά σου,
να βρεί το φίλο που έχασε εζήτα.
Λές νάταν πλάνη, ή νάταν πίκρα
το πατρικό μου σπίτι που είχα αφήσει;
Θυμάμαι τη στιγμή! Μονάχος βγήκα
απ΄ την πόρτα του σπιτιού - μονάχος μπήκα.
Γεμίζει η στάμνα της ζωής και τρέχει η
βρύση...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου