Κυριακή 14 Νοεμβρίου 2021

Φθινοπώριασε (της Ειρήνης Σκευοφύλαξ)

 

Το τζάμι έχει δακρύσει.
Φύλλα στο μπαλκόνι μου, τα μετρώ.
Ένα για κάθε σταγόνα.
Σταγόνα - σταγόνα πέφτει η βροχή
κι είμαστε ακόμα στα μέσα της μέρας.
Δε μου ταιριάζει αυτή η εποχή,
δε μ΄ αρέσουν τα θλιμμένα φύλλα.
Θέλω να " ξορκίσω τον απήγανο ",
να δω θάλασσα κι ουρανό!
Όχι θυμωμένα σύννεφα,
όχι αγριεμένα κύματα!
Ένα φάρο στο βάθος του μικρού λιμανιού,
ένα τραπεζάκι για δυο,
ένα ματσάκι φρέζες με ανεμώνες ανάκατα.
Ακούγεται αυτή η μουσική στο βάθος,
γλυκιά η φωνή, 
γλυκό το ζόρι.
Αλλά μετά, άλλο δίσκο στο πικάπ θα βάλω,
να εξευμενίσω την ταραχή της ψυχής,
να πω καλημέρα στα σκληρά πρωινά,
να μην πω τ΄ όνομά σου πάλι
και μοιάσει σαν το πρωτόγαλα του βρέφους στο στόμα.
Θ΄ ακουμπήσω μια ξεθωριασμένη φωτογραφία,
από τη φυλαγμένη παρακαταθήκη των ονείρων μου
κι ύστερα...
Θα μαζέψω τα φύλλα,
σαν να μην πέρασαν από κει, 
σαν να μην τα είδα.
θα κλείσω το συρτάρι, 
σαν να μην τ΄ άνοιξα ποτέ.
Άλλη εποχή θα έρθει,
άλλο τραγούδι θ΄ ακούσω.
Δεν θα πω τ΄ όνομά σου , 
θα κάτσω σ΄ αυτό το τραπεζάκι στο βάθος 
και θ΄ αφουγκράζομαι τον παφλασμό των κυμάτων, 
που θα σκάνε ορμητικά στα βράχια.
Σαν το ποδοβολητό των αλόγων μου μοιάζει.
Νοιώθω ένα άγγιγμα.
Σαν χάδι στα μαλλιά, που πέφτουν στα μάτια.
Φυσώ την τουφίτσα που μου κρύβει την εικόνα,
κι όλα τα φύλλα χάνονται