Αφήνω πίσω μου τα του εαυτού μου σαρκαστικά και ξανοίγομαι στα πιο γνώριμα πέλαγα των λέξεών μου...
Σαν νυχτολούλουδο προσμένω και τούτη τη νύχτα...
Να απλώσω τα άνθη μου στην αδιαφορία της Φθινοπωριάτικης αρμύρας...
Κοινή η αδιαφορία της, όπως και των ανθρώπων, όπως και η δική μου...
Σα βράχος στη μεσοθάλασσα που δεν ταράζει τα χωμάτινα σύνορα καμίας γης...
Τόσο μακρινός όσο και τ' άστρα και συνάμα τόσο μέσα μου, στην μέσα αγνωσιά της ψυχής...
Ένας φεγγίτης λίγο πιο μακριά από μένα, σιγοψιθυρίζει στην αυλή μου λόγια κλεμμένα...
Λίγες ευχές απ' τ' απομεινάρια της εσπερινής προσευχής, κάποιες αόριστες παραβολές περί ενοχής, κάποια τελευταία νανουρίσματα σε άννοιους γέροντες γεμάτα στριγγλιές...
Αδιάφορα προσπέρασαν τον δρόμο για να φτάσουν ως την αυλή μου...
Και 'κει...
Αδιάφορα, ξόδεψα την ακοή μου στη σιωπή...
<<Η σιωπή λέξη ακριβή>>...
Και πολύτιμη σαν πετράδι, ή σαν μέταλλο πιο σπάνιο κι απ' την ίδια την αστραποβολή της γλώσσας που μπορεί, κάποτε και να κοπεί από τον μίσχο, ή πιο πιο κάτω, από τη ρίζα στο λάρυγγα που όλος ζητά κάποτε να ουρλιάξει..
- Τόσο σπάνια η αληθινή σιωπή...
Η νύχτα εικάζει και εμβαθύνει την αδιαφορία της για τη "λογική"...
Πιο λουλούδι της δεν περιμένει το ξεψύχισμά του την αυγή;
Πιο κήπος της δεν θα πεθάνει, σαν πάνω του ξαπλώσει ο πάγος της καρδιάς της για να κοιμηθεί; ( κι ο ύπνος τούτος αιώνες μπορεί να πάρει)
Πια θάλασσα θα νοιαστεί να χαιδέψει τον δικό της βράχο;
Ποιος άνθρωπος θα τολμήσει να αγγίξει ανθρώπινη ψυχή; (ούτε τη δική του)
- Τόσο σπάνια η αληθινή σιωπή...
(τόσο μαζωμένα τα κρωξίματα της ολούθε αδιαφορίας)
Σαν νυχτολούλουδο προσμένω και τούτη τη νύχτα...
Να απλώσω τα άνθη μου στην αδιαφορία της Φθινοπωριάτικης αρμύρας...
Κοινή η αδιαφορία της, όπως και των ανθρώπων, όπως και η δική μου...
Σα βράχος στη μεσοθάλασσα που δεν ταράζει τα χωμάτινα σύνορα καμίας γης...
Τόσο μακρινός όσο και τ' άστρα και συνάμα τόσο μέσα μου, στην μέσα αγνωσιά της ψυχής...
Ένας φεγγίτης λίγο πιο μακριά από μένα, σιγοψιθυρίζει στην αυλή μου λόγια κλεμμένα...
Λίγες ευχές απ' τ' απομεινάρια της εσπερινής προσευχής, κάποιες αόριστες παραβολές περί ενοχής, κάποια τελευταία νανουρίσματα σε άννοιους γέροντες γεμάτα στριγγλιές...
Αδιάφορα προσπέρασαν τον δρόμο για να φτάσουν ως την αυλή μου...
Και 'κει...
Αδιάφορα, ξόδεψα την ακοή μου στη σιωπή...
<<Η σιωπή λέξη ακριβή>>...
Και πολύτιμη σαν πετράδι, ή σαν μέταλλο πιο σπάνιο κι απ' την ίδια την αστραποβολή της γλώσσας που μπορεί, κάποτε και να κοπεί από τον μίσχο, ή πιο πιο κάτω, από τη ρίζα στο λάρυγγα που όλος ζητά κάποτε να ουρλιάξει..
- Τόσο σπάνια η αληθινή σιωπή...
Η νύχτα εικάζει και εμβαθύνει την αδιαφορία της για τη "λογική"...
Πιο λουλούδι της δεν περιμένει το ξεψύχισμά του την αυγή;
Πιο κήπος της δεν θα πεθάνει, σαν πάνω του ξαπλώσει ο πάγος της καρδιάς της για να κοιμηθεί; ( κι ο ύπνος τούτος αιώνες μπορεί να πάρει)
Πια θάλασσα θα νοιαστεί να χαιδέψει τον δικό της βράχο;
Ποιος άνθρωπος θα τολμήσει να αγγίξει ανθρώπινη ψυχή; (ούτε τη δική του)
- Τόσο σπάνια η αληθινή σιωπή...
(τόσο μαζωμένα τα κρωξίματα της ολούθε αδιαφορίας)