Δεν είμαι εγώ αυτή που βλέπω
στον καθρέφτη μου.
Πάντα ίδια, με διαφορετικό χρώμα στο μαλλι,
πότε με κραγιόν, πότε άνευ,
με πανιά επάνω μου, στενά ή αέρινα.
Αρώματα που εξατμίζονται σε λίγο
και προς τι το όφελος_
Δεν είμαι εγώ αυτή,
που περίμενα στη γωνία χωρίς να θέλω.
Δεν είμαι αυτή που έδειξα κατανόηση
και πίστη σε λόγια γεμάτα καυσαέριο.
Δεν είμαι.
Οχι.
Δεν είμαι αυτή.
Είμαι _ μονολογώ.
Είμαι_γράφω
και καθισμένη σε μια ξύλινη καρέκλα
με χαιδεύω στο στέρνο, στα μάτια
στα μαλλιά, σα μητέρα που κατανοεί το παιδί της.
Θαρρώ πως έτσι είναι.
Ο γιος μου όταν παίρνει το χάδι μου, ποτέ δε με κοιτά,
νιώθει απλά κι αυτό του είναι αρκετό.
Είμαι μια κραυγάζουσα σιωπή.
Αν ποτέ χρειαστώ νεκροψία, θα είμαι γεμάτη λουλούδια.
Αυτή η σιωπή, αυτό το περίμενε γιατί έχασα το πλοίο
και δεν θύμωσα,
αυτή που πήρα αγκαλια μέσα από τον καθρέφτη,
και την έπεισα για μια βόλτα μαζί μου.
Τότε που έκλαψα από χαρα για δύο.
Η στιγμή που είπα φεύγω,με πόνο ψυχής
και πίσω δε γύρισα στη φωλιά των φιδιών.
Είμαι.
Μπορώ να το λέω ελεύθερα χωρίς ενδοιασμούς,
μόνο προσεκτικά, γιατί στην πορεία
έχω να προσθέτω γνώση, για να συνεχίσω με χαρά να λέω
Είμαι.