αναζητώ χειμώνες μαγικούς, μα δεν υπάρχουν…
Μέσα σε λέξεις, φράσεις, σε στίχους, σε μελωδίες, αναζητώ κρυμμένα συναισθήματα μα εκείνα, δεν είναι εκεί.
Δεν είναι πλέον μέσα μου.
Έχουν φύγει!
Νιώθω πως σε μία θάλασσα είναι, αλλά δεν ξέρω σε ποιά.
Και δεν μπορώ να καταλάβω το γιατί, μέσα στη θάλασσα.
Θα μπορούσαν να βρίσκονται σε άλλα τόσα μέρη.
Σε άλλους τόσους κόσμους.
Σε άλλους ανθρώπους
Σε άλλους πλανήτες
Σε άλλα ποιήματα
Σε άλλες σκέψεις
Kι όμως, επιλέγουν τη θάλασσα!
Νόμιζα ότι δεν είχα αυτή τη σχέση με τη θάλασσα.
Όχι, δεν την είχα!
Δεν ξέρω γιατί - πηγάζουν και καταλήγουν - όλα, εκεί.
Ακόμα δεν έχω καταλάβει γιατί αυτό το στοιχείο.
Με φοβίζει κάποιες φορές.
Μου βγάζει μια ρευστότητα.
Μια ηρεμία
Μια λύπη
Και ένα θανάσιμο υπαινιγμό.
Δεν είναι το κύμα
Ούτε η αλμύρα
Ούτε καν τα ναυάγια, δεν είναι.
Είναι το νερό.
Απλώς το νερό.
Σαν στοιχείο και σαν ζωή.
Μα δεν μπορώ να εξηγήσω
Και δεν θέλω
Και δεν χρειάζεται
Απλώς, δεν μπορώ να το πιάσω το ρημάδι.
Δεν μπορώ να αιχμαλωτίσω τη σταγόνα κι αν ακόμη, καταφέρω να το κάνω πράξη, το αιχμαλωτίζω μα δεν φυλακίζεται.
Δεν μιλάμε για την ελευθερία, μιλάμε για την επιλογή σε προϊδεασμένες αποφάσεις, φίλε μου.
Κι όχι πως θέλω να το κάνω επίτευγμα.
Όχι, σε καμία περίπτωση.
Απλώς… τον τελευταίο καιρό,
πίνω, αλλά δεν ξεδιψάω.
Δεν μπορείς να καταλάβεις,
ούτε και οι άλλοι μπορούν.
Ούτε κι εγώ ο ίδιος, τις περισσότερες φορές.
Απλώς… προσπαθώ να «κεράσω» τον εαυτό μου, λίγη ακόμη ευτυχία.
Μα ποιός μας δουλεύει;
Ποιός παίζει μαζί μας, σα να είμαστε παιδιά;
Μα πότε μεγαλώσαμε, άραγε;
Θύμησέ μου!
Κοροϊδεύω τον εαυτό μου.
Ένας βλάκας έμεινε, κι αυτός κατοικεί μέσα μου.
Ένας ύπουλος συνεπιβάτης, προσπαθεί να με ρίξει στην «τροχιά»
Επιδιώκει να με «φάνε» οι σκέψεις, οι παράλογες.
Το εγώ μου κατακρεουργημένο, υποκύπτει σε ένα ανέκφραστο εμείς.
Παλεύω!
Κάτι τέτοια βράδια, παλεύω.
Μόνος, παλεύω.
Κάτι τέτοιες, φλογισμένες νύχτες… με ξεγελάμε τα συναισθήματα
Άτιμα, συναισθήματα, με ξεγελάτε!
Με κάνουν να νιώθω…. πως βρίσκονται όλα, σε ένα μπαούλο χρυσό, που με ζητεί, που με γυρεύει.
Με ζητεί, μα δεν με βρίσκει.
Δεν είμαι εκεί, δεν είμαι εγώ.
Έχω χαθεί.
Και καταλήγουν όλα σε ένα κρυφτό… και σε ένα κυνηγητό, θανάσιμο!
Δεν μπορώ να σου εξηγήσω, δεν μπορείς να δεις.
Δεν είναι ο φακός,
ούτε καν το θυμίαμα, δεν είναι.
Ούτε τα λόγια.
Είναι ένα κενό.
Κάποιες φορές ένα κενό.
Ένα μαύρο, πηχτό κενό.
Αδιάλλακτο, απροσάρμοστο, αμείλικτο και ανέντιμο.
Κυρίως, ανέντιμο.
Δεν παίζει σωστά τα «παιχνίδια»
Δεν ξέρει να χάνει, μα ούτε να τολμά.
Δεν τζογάρουμε φίλε εδώ,
ούτε πουλάμε
ούτε παίζουμε
ούτε παζαρεύουμε, την ελπίδα.
Ζητήσαμε κάποτε, μιαν τελευταία ευκαιρία αλλά κι αυτή, μας απαρνήθηκε.
Γέλασαν γύρω μας, οι «έντιμοι» παίκτες.
Σήμερα η νύχτα, δεν έχει φεγγάρι.
Δεν έχει άστρα.
Δεν έχει νυχτοπούλια
Δεν έχει νυχτολούλουδα
Δεν έχει φωνές
Δεν έχει ψιθύρους
Έχει μόνο… μία κραυγή
Μα κανείς δεν την ακούει, γαμώτο.
Κανείς!
Ούτε καν εγώ, κι ας πηγάζει από μέσα μου.