Κάποτε… πήγα να επισκεφτώ μια ψυχή… Ήταν στο ψυχιατρείο. Ωραίος άνθρωπος στη ζωή της, αλλά… ατύχησε. Έπεσε σε συγγενικές «αγάπες», που ήθελαν να παίρνουν και μόνο να παίρνουν… και της τα πήραν όλα. Ακόμα και την αξιοπρέπεια και τον αυτοσεβασμό.
Κατάληξη… τα ψυχοφάρμακα. Για την ατυχήσασα.
Όχι, δεν ήταν από κληρονομιά… Ήταν το αποτέλεσμα των «σφικτών» ανθρώπινων σχέσεων. Τόσο σφικτών, που η ψυχή πιέστηκε υπέρ το δέον και ο νους… έπαψε να αναπνέει ελεύθερα.
Μετά,… πολύ θέλει ο άνθρωπος;
Η σκέψη στράφηκε σε άλλον κόσμο, εκεί που ένιωθε ασφάλεια, που δε θα μπορούσαν να τη βρουν οι λογικοί, που δε θα μπορούσαν να την κυνηγήσουν ανελέητα οι δήθεν, που όλα τα έκαναν για το καλό της.
Ναι, δε θέλει πολύ ο άνθρωπος!
Έτσι και ξεπεραστούν τα όρια, πολλά αρχίζουν να συμβαίνουν.
Εξαρτάται από τις συνθήκες, τον χαρακτήρα, την ιδιοσυγκρασία και το είδος της βίας που δέχεται κάποιος, από το πώς θα αντιδράσει.
Άλλος θα κλάψει και θα ουρλιάξει, άλλος θα βρίσει τους πάντες και τα πάντα, άλλος θα τα κάνει γυαλιά καρφιά, άλλος θα σου φέρει τον δικηγόρο στο σπίτι, άλλος θα σε σπάσει στο ξύλο…
Αυτούς να τους φοβάσαι για σένα, όχι για εκείνους.
Θα αντιδράσουν με πυγμή και ψυχρή λογική και, τσακίζοντάς σε, θα το βρουν το δίκιο τους και θα ηρεμήσουν…
Εκείνοι που είναι πιο ευαίσθητοι, όμως;
Εκείνοι, δε θα σου κάνουν κακό, γιατί δεν το επιθυμούν. Η βία όμως θα ξεσπάσει στη δική τους καρδούλα με μένος και θα αφήσει συντρίμμια. Μερικές φορές… και θάνατο.
Άλλος θα απομονωθεί στην κατάθλιψη, άλλος θα μισήσει τις σχέσεις με οποιονδήποτε και δε θα διακρίνει πια εχθρούς και φίλους, και οι πιο ευάλωτοι… θα κινδυνεύσουν από δύο θηρία..
Την αυτοκτονία και την τρέλα.
Για την αυτοκτονία, δε χρειάζεται να πω λέξη. Αν χαθεί η ζωή άδικα, δεν μπορείς να διορθώσεις μετά, τίποτα.
Και ο άνθρωπος χάθηκε διαπαντός κι εσύ, κακοποιέ μου, έμεινες με το στίγμα. Ακόμα και να το μετανιώσεις, ο άνθρωπος… έχει φύγει…
Το άλλο θηρίο, όμως, της τρέλας;
Αυτό, που κάνει ερείπιο ψυχικό ένα άτομο, που πριν είχε προσωπική ζωή κι εσύ του τη χάλασες, που είχε αγάπες κι εσύ του τις έδιωξες, που είχε όνειρα κι εσύ του τα γκρέμισες, που… πριν ζούσε και ενεργούσε και αντιδρούσε με θέληση για το καλό κι εσύ τον σταμάταγες σε όλα…
Τώρα, αυτός ο άνθρωπος, έφυγε… με άλλον τρόπο.
Το σώμα ζει, τρώει, πίνει, κοιμάται…
Η ψυχή του ζει, θυμάται, αισθάνεται, πονάει, χαίρεται...
Ο νους, όμως, έπαψε να επικοινωνεί. Διέκοψε κάθε συζήτηση με την πραγματικότητα, μια σιωπή κυριαρχεί στη σκέψη, η άμυνα σε όσα μπορούν να πληγώσουν, να κουράσουν, να χρειαστούν δύναμη θέλησης…
Γιατί; Επειδή, ο παθών, δεν έχει πια άλλη δύναμη! Την έχασε κάτω από τα συντρίμμια του πραγματικού του κόσμου, που εσύ, γονιός, φίλος, εραστής, αδερφός, συνάδερφος, γείτονας, όποιος κι αν ήσουν, έσκαψες εκ θεμελίων. Και μάλιστα, πολλές φορές με την ανόητη και παράλογη δικαιολογία, πως ενεργούσες για το καλό του ή… πως το έκανες για αστείο… «Τι φταις εσύ, αν αυτός τρελάθηκε; Ας ήταν πιο έξυπνος, να μην τα βάζει όλα μέσα του…»
Τώρα, λοιπόν, εσύ, ο έξυπνος, προχωράς άνετα τη ζωούλα σου, με ήρεμη συνείδηση αφού δεν φταις, ίσως μάλιστα, να έχεις και τη μεγάλη ιδέα ότι απάλλαξες την κοινωνία από κάποιον επικίνδυνο… που «ήταν να τρελαθεί κι ευτυχώς το καταλάβαμε εγκαίρως»!
Κι εκείνος, ο χαζός, ο νυν τρελός,… περπατάει πια σε άλλη γη, σε αυτή τη χώρα, που εσύ τον φυλάκισες θεληματικά ή αθέλητα. Έναν τόπο χαοτικό, μελαγχολικό, άχρωμο… Μια γκρίζα θολούρα φαίνεται πάνω από τα βουνά του, που του διώχνει διαρκώς τον ήλιο. Μια ασπρόμαυρη εικόνα επανέρχεται πάλι και πάλι στη σκέψη του… Όλα μαύρα και γκρίζα, όλα ακίνητα σε μια κατάσταση αναμενόμενης θύελλας…
Και αυτός, στη μοναδική τελευταία του αντίδραση για να μην πεθάνει, αλλά να συνεχίσει να ζει, έστω και τόσο, έβγαλε τη βάρκα του έξω, να τη σώσει από την καταιγίδα που τον περίμενε, στη δική του στεριά με το μολυβένιο χρώμα, κι εκεί θα περιμένει ως το τέλος… Εκεί! Στη χώρα της ασφάλειας, μακριά από τη λογική των δήθεν ισχυρών, πέρα από θλίψεις και ματωμένες καρδιές, χωριστά από τους εξυπνάκηδες που τον τυραννούσαν κάθε μέρα και έσφαζαν σε κομμάτια την καλή του καρδιά, σιγογελώντας και σιγοτραγουδώντας ένα τραγούδι σαρκασμού…
Δεν ξέρω, φίλε μου, πόσο θεωρούμε τους εαυτούς μας δικαιωμένους, όταν τυχαίνει να έρθουμε σε επαφή με τέτοιες ψυχές.
Συνηθίζουμε να ρίχνουμε ένα βλέμμα οίκτου, να κουνάμε κεφάλι, να ψιθυρίζουμε «είναι τρελός» και να περνάμε βιαστικά για να μην απασχοληθούμε περισσότερο.
Από τότε, από εκείνη τη μακρινή μου επίσκεψη στο ψυχιατρείο, όπου έμεινα για ώρα να προσέχω μια άρρωστη κρεβατωμένη, χαπακωμένη, ακίνδυνη, αλλά… με βλέμμα απλανές και έλλειψη συγκέντρωσης σε μια απλή συζήτηση, χωρίς συναίσθηση του πραγματικού, έτυχε να συναντώ κάθε τόσο σε πόλεις, σε δρόμους… όλο και κάποιον άνθρωπο «αλλιώτικης λογικής». Γυναίκα, άντρα, μικρό, μεγάλο…
Μα, όταν πρόκειται για νέο άνθρωπο, η θλίψη μου είναι βαθύτερη.
Δεν είμαι ψυχίατρος. Δεν μπορώ να συμβουλέψω τίποτα. Δεν μπορώ να ελέγξω καμιά περίπτωση. Δεν μπορώ να ξέρω τι ακριβώς συμβαίνει. Δεν επιτρέπεται να πλησιάσω και να ρωτήσω τον ίδιο, δε θέλω να ρωτήσω κανέναν από όσους απλά και με αναισθησία, θα μου πουν τη συνηθισμένη φράση «τα έχει χαμένα» και θα τον κοιτάξουν με περιφρόνηση…
Ο δικός μου προβληματισμός είναι πάντα ο ίδιος…
Πόσο φταίμε, πού φταίμε, τι ακριβώς θα μπορούσαμε να περισώσουμε σε περιπτώσεις που δεν έχουν σχέση με κληρονομικότητα;
Αχ, πόση ευθύνη έχει το πλησίασμα κάθε ανθρώπου. Έστω και για μια στιγμή… ένα σου χαμόγελο, βρε παιδί μου, μπορεί να συγκρατήσει την ψυχή μέσα στα όρια… μια κακιά σου συμπεριφορά, σε λάθος στιγμή, στον λάθος άνθρωπο, μπορεί να σπάσει και να τσακίσει κάποιον, που εσύ δεν το ξέρεις, αλλά που μόλις τώρα αγωνιζόταν να σταθεί… και δεν μπόρεσε… εξαιτίας σου…
«Μια στιγμή θέλει ο άνθρωπος», έλεγαν οι παλιοί και είχαν δίκαιο…
Μια στιγμή, και η τρομαγμένη πορεία κάποιου ευαίσθητου ατόμου, μπορεί να αλλάξει προς το φως ή… μπορεί να καταλήξει στο σκοτάδι…
Μια στιγμή!
Όλοι μας το έχουμε νιώσει, το πόσο αλλάζουν πολλά από τη μια στιγμή στην άλλη…
Μια στιγμή!
Πόση ευθύνη να έχουμε, άραγε, για μια μικρή στιγμούλα στις ανθρώπινες σχέσεις μας; Ποιο στίγμα θα έχουμε αφήσει σε μια ξένη ζωή, σαν καρδιές αγαπώσες, όταν εμείς θα έχουμε ήδη απομακρυνθεί;
Μας έχει ποτέ απασχολήσει, πόσο κοντά είμαστε καθημερινά όλοι οι άνθρωποι, γνωστοί και άγνωστοι και πόσο παίζει ρόλο η δική μας στάση ακόμα και σε κάποια ψυχή, που έτυχε να τη συναντήσουμε μια φορά, για λίγο,… αλλά, αλλά… η σκιά μας να την ακολουθεί για πάντα;
Κάποτε, ήμουν ακόμα στο τελευταίο έτος του Παιδαγωγικού, με πλησίασε μια φοιτήτρια από άλλο Τμήμα… Μου είπε «πως δε με πήγαινε καθόλου όλα τα χρόνια, επειδή με έβλεπε να κάνω τον σταυρό μου πριν καθίσω να φάω στη Λέσχη. Με κορόιδευε που ήμουν της εκκλησίας…»
Έτρεμε ολόκληρη τη μέρα που με συνάντησε, μου είχε πιάσει το χέρι γερά να μην της φύγω, και ζητούσε συγγνώμη για κάτι που ούτε ήξερα ούτε με ένοιαζε. Πάντα έκανα και κάνω αυτό που πιστεύω και ο κάθε άλλος είναι ελεύθερος να νιώσει και να πιστέψει ό, τι εκείνος θέλει. Απόρησα.
Μα… δεν ήταν για τη συγγνώμη μιας άγνωστης συμπεριφοράς, η συνάντηση…
Η ψυχούλα συνέχισε με λυγμούς να μου εξηγεί: «Με παράτησε… ήθελα να αυτοκτονήσω… Μα… πέρασες προχτές και μου χαμογέλασες και μου είπες καλημέρα τόσο ζεστά… είδα να με κοιτάς με αγάπη…»
Αυτή η στιγμή, έσωσε μια ζωή! Δεν το ήξερα, δε θα το ήξερα ποτέ, αν οι τύψεις για μια λάθος εκτίμηση, δεν οδηγούσαν την κοπελίτσα στο πλησίασμά μου… Πάντα με συγκλονίζει, όταν το θυμάμαι…
Η φοιτήτρια έζησε, ομόρφυνε στη χαρά της, πήρε το πτυχίο της, ανάλαβε τη ζωή της ελεύθερα και ήρεμα… ακολούθησε τον δρόμο της, την έχασα… Μου φτάνει που έζησε, με αιτία μια καλημέρα αγάπης…
Μου τη θύμισε μια συζήτηση με μια φίλη, για το πόση σημασία έχει έστω και μια στιγμιαία συνάντηση. Τίποτα τυχαίο, λοιπόν… ούτε η ίδια μας η ζωή ούτε τα βήματά μας στον κόσμο…
Πάντα με συγκλονίζει, όταν το θυμάμαι…
Και με προβληματίζει αφάνταστα.
Άλλες φορές, όταν θυμώνω, μου έχουν πει… ότι το βλέμμα μου δεν αντέχεται…
Άραγε, εγώ κι εσύ, φίλε μου, πόσες φορές κατανοήσαμε το πόση αξία έχει ένα και μοναδικό πλησίασμα με κάποιον, που ίσως να μην ξαναδούμε ποτέ;
Άραγε, πόσες ημέρες ηλιόλουστες, χαρούμενες και πολύχρωμες έχουμε αφήσει πίσω μας με μια καλημέρα, με ένα βλέμμα ζεστό, με ένα απλό, αλλά αληθινό χαμόγελο;
Αλίμονο, αν, χωρίς να το ξέρω,… ίσως να έχω αναστατώσει καρδιές και ίσως να έχω πικράνει ψυχές ανεπανόρθωτα…
Δεν το γνωρίζω, άνθρωπος είμαι κι έχω κι εγώ τις δύσκολες ώρες μου… και με θλίβει και μόνο η σκέψη… Έλεος! Τουλάχιστον, αν συνέβη κάτι τόσο πικρό, δεν είναι και ούτε να είναι στις προθέσεις μου…
Μια στιγμή!
Η κάθε στιγμή στη ζωή μας έχει μοναδικά πολύτιμη αξία και όχι μόνο για μας! Και όχι μόνο για τους δικούς μας!
Μακάρι, όπου περάσαμε,… κάποιοι γκρίζοι, άχρωμοι κόσμοι να επανήλθαν στο φως και στη χαρά!
Κι ας μην το μάθουμε ποτέ!
Πόλυ Μίλτου